Στην Ελλάδα του «επιτελικού κράτους» δεν χρειάζεσαι αποδείξεις.
Χρειάζεσαι διαρροή.
Και αν δεν ισχύει, δεν πειράζει, θα γίνει ορθή επανάληψη.
Σαν το λάθος στη σούπα, λίγο παραπάνω αλάτι, αλλά φαγώθηκε.
Απέναντι στις πρωτόγνωρης μαζικότητας και μαχητικότητας αγροτικές κινητοποιήσεις, η κυβέρνηση αποφάσισε πως ο διάλογος είναι χρονοβόρος
και η αλήθεια διαπραγματεύσιμη.
Έτσι επέλεξε το παλιό, δοκιμασμένο όπλο, τη λάσπη.
Μια «τυχαία» και «επιλεκτική» διαρροή προς το ΑΠΕ-ΜΠΕ το πρακτορείο που όλως συμπωματικώς τελεί υπό την υψηλή εποπτεία του Μαξίμου, ήρθε να ενημερώσει τη χώρα πως γνωστός αγροτοσυνδικαλιστής, μπλόκο Μαλγάρων, διώκεται για κακουργήματα, για απάτες, για ευρωπαϊκά λεφτά.
Δεν ειπώθηκε όνομα. Δεν χρειαζόταν.
Η φωτογραφία ήταν φτιαγμένη έτσι ώστε όλοι να αναγνωρίζουν το πρόσωπο.
Μόνο που υπήρχε ένα μικρό πρόβλημα, η είδηση δεν ίσχυε.
Καμία ποινική δίωξη.
Καμία άσκηση κατηγορίας.
Καμία αρμοδιότητα του συγκεκριμένου εισαγγελέα.
Μόνο μια ανολοκλήρωτη προκαταρκτική εξέταση και μια δέσμευση λογαριασμού, πράξη διοικητική, όχι ενοχική.
Όμως η επικοινωνία δεν αγαπά τις λεπτομέρειες.
Αγαπά τις εντυπώσεις. Κι όταν η πραγματικότητα άρχισε να τρυπά το μπαλόνι, ήρθε η γνωστή ιεροτελεστία η «ορθή επανάληψη».
Δύο ώρες μετά.
Αφού η λάσπη είχε ήδη κάνει τον γύρο των δελτίων, των sites,των καφενείων.
Η δίωξη εξαφανίστηκε.
Το κακούργημα θόλωσε.
Η σκιά έμεινε.
Γιατί η σκιά είναι το ζητούμενο.
Δεν χρειάζεται αποδείξεις.
Χρειάζεται μόνο υποψία.
Την ίδια στιγμή, ο ίδιος ο αγροτοσυνδικαλιστής καταγγέλλει ότι το Μαξίμου
δεν τον θυμήθηκε πρώτη φορά ως «ύποπτο», αλλά ως χρήσιμο.
Τηλέφωνα.
Πιέσεις.
Παρακάλια.
«Βοήθα να πάμε σε διάλογο». «Μίλα τους». «Είσαι δικός μας».
Κι όταν δεν έγινε δικός τους, έγινε είδηση.
Και εδώ αρχίζει ο μονόλογος.
Γιατί αυτά δεν είναι απλώς επικοινωνιακά λάθη.
Είναι πολιτική μέθοδος.
Μια κυβέρνηση που δεν πείθεται από αιτήματα, αλλά τρομάζει από ανυπακοή.
Που δεν αντέχει το μπλόκο στον δρόμο και προσπαθεί να το σπάσει στο δελτίο.
Που δεν συνομιλεί με την κοινωνία, αλλά της ψιθυρίζει κατηγορίες.
Δεν τους ενοχλεί η παρανομία.
Τους ενοχλεί η ορατότητα.
Δεν τους φοβίζει το έγκλημα.
Τους φοβίζει το παράδειγμα.
Γιατί αν ένας αγρότης μπορεί να σηκώσει κεφάλι, μπορούν κι άλλοι.
Και τότε η αρβύλα δεν αρκεί.
Χρειάζεται και πένα.
Και μικρόφωνο.
Και «πηγές».
Αυτό είναι το πραγματικό αδίκημα: όχι τα λεφτά, όχι οι επιδοτήσεις, όχι οι φάκελοι.
Αλλά το ότι κάποιοι δεν έσκυψαν.
Και στο επιτελικό κράτος, η ανυπακοή δεν συγχωρείται.
Διορθώνεται.
Με διαρροή.











