«Ελληνίδα είμαι, γιατί γεννήθηκα εδώ και γιατί η ταυτότητά μου είναι η παιδική μου ηλικία…».
Το παραπάνω είχε δηλώσει πριν χρόνια σε συνέντευξή της στο «Περιοδικό ΕΝΑ» και τον Νίκο Σταθούλη, η σπουδαία ερμηνεύτρια Ειρήνη Παπά, η οποία έφυγε από τη ζωή την περασμένη Τετάρτη.
Στη σταδιοδρομία της, αναμετρήθηκε με σημαντικούς γυναικείους ρόλους του θεάτρου και του κινηματογράφου, ενσαρκώνοντας πλήρως τη δύναμη της αρχαίας τραγωδίας.
«Επηρεάζομαι από τις συνθήκες ζωής, τις πολιτιστικές, τις συναισθηματικές», πρόσθετε: «Είχα έναν πατέρα θαυμαστή της αρχαίας Ελλάδας και μια μητέρα η οποία ζούσε μέσα στη μυθολογία. Δάσκαλοι και οι δυο τους αρχαίων και νέων ελληνικών. Έχω μεγαλώσει μέσα σε αυτό το περίβλημα. Στο εξωτερικό δεν πάω να παραστήσω την Ιταλίδα, τη Γαλλίδα. Πάω με τα εμπορεύματά μου. Την αυθεντικότητά μου. Δεν είπα ποτέ ‘είμαι επιπέδου Ευρωπαϊκού’. Είμαι επιπέδου Ελληνικού».
Η Ειρήνη Παπά εκτός από σπουδαία ερμηνεύτρια υπήρξε και μια ισχυρή προσωπικότητα, επιβλητική που σε καθήλωνε. Στον σχεδόν έναν αιώνα ζωής της, άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στην οθόνη, αλλά και το θεατρικό σανίδι. Και με το θάρρος που τη διέκρινε, έκανε αυτό που κανείς άλλος δεν θα τολμούσε. Όπως το 1983 που έψαλε κρυφά μέσα στην Αγία Σοφία.
Όπως έγραψε η δημοσιογράφος Ντέπυ Γκολεμά, στη στήλη της «Μέχρι Κεραίας» (znews.gr) «ήταν άνοιξη πριν από το Πάσχα του 1983 όταν ένα πρωινό εμφανίστηκε στην ΕΡΤ στο κτήριο της Κατεχάκη η Ειρήνη Παπά … είχε έρθει τότε από την Ρώμη για μια ταινία συμπαραγωγής της ΕΡΤ, αλλά και για ένα πιο σπουδαίο λόγο».
«Να μεταβεί με τους ‘Ρεπόρτερς’ (σ.σ. εκπομπή με τους Κώστα Χαρδαβέλλα, Γιάννη Δημαρά, Γιώργο Λιάνη) στην Κωνσταντινούπολη και να γυρίσουν κρυφά μέσα στην Αγία Σοφία δυο από τους ωραιότερους ύμνους της βυζαντινής μουσικής, το ‘Τη Υπερμάχω στρατηγώ’ και τον ύμνο της Μ. Παρασκευής το ‘Ω, γλυκύ μου Έαρ’, που σαν σχέδιο ήταν και τολμηρό και επικίνδυνο».
Η κα Γκολεμά επικοινώνησε σχετικά με τον κ. Χαρδαβέλα, ο οποίος ανέφερε ότι: «Μπήκαμε με πολλές προφυλάξεις στην εκκλησία … Κρύψαμε την κάμερα σε ένα παλτό, η Ειρήνη φόρεσε ένα κόκκινο ύφασμα στο κεφάλι της που την έκανε ακόμα πιο επιβλητική και άρχισε στην αρχή πολύ σιγά να ψέλνει το ‘Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια’ … Μετά όταν τη ρώτησα μου είπε ότι τέτοια ρίγη και συγκίνηση δεν είχε νιώσει ποτέ μέσα στην Αγία Σοφία, να ακούγεται ο απαγορευμένος ύμνος της ορθοδοξίας…».
«Μετά το ‘Τη Υπερμάχω’ συνεχίσαμε κάνοντας ένα διάλειμμα για να μην παρατραβήξουμε την προσοχή των Τούρκων, και κάποια στιγμή η Ειρήνη Παπά άρχισε να ψέλνει το ‘Ω γλυκύ μου έαρ’. Δεν υπήρξε κάτι πιο συγκινητικό για όλους μας…».
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι η Ειρήνη Παπά και ο αείμνηστος Κώστας Καζάκος, είχαν συνυπάρξει κινηματογραφικά στην ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη, «Ιφιγένεια», που προτάθηκε για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, ενώ υπήρξε υποψήφια και για τον Χρυσό Φοίνικα, στο Φεστιβάλ Καννών. Ακόμη, είχαν παίξει μαζί στο Ηρώδειο, στην παράσταση Αντώνιος και Κλεοπάτρα σε σκηνοθεσία Κακογιάννη.
ΕΙΡΗΝΗ ΠΑΠΑ
Η Ειρήνη Παπά (το πραγματικό όνομα της οποίας ήταν Ειρήνη Λελέκου), γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου του 1926 στο Χιλιομόδι Κορινθίας -το 1929 σύμφωνα με κάποιες πηγές- όπου πέρασε τα παιδικά της χρόνια.
Οι γονείς της ήταν δάσκαλοι και είχε τρεις αδελφές. Η εφηβεία της, τη βρίσκει στην Αθήνα να παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής στην Εθνική Σχολή Κλασσικού Θεάτρου. Στα 15 της έχει ήδη πάρει τον καλλιτεχνικό της δρόμο, αφού εργαζόταν σαν ραδιοφωνική παραγωγός, τραγουδίστρια και χορεύτρια. Σε ηλικία 18 χρόνων παντρεύεται τον συγγραφέα Άλκη Παπά, και παρόλο που ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ, η ηθοποιός διατήρησε το επίθετο με το οποίο έγινε παγκοσμίως γνωστή.
Στα πρώτα της βήματα στο θεατρικό σανίδι συμμετέχει σε παραγωγές του Εθνικού Θεάτρου. Το ξεχωριστό της ταλέντο και οι εξαιρετικές της ερμηνείες σε αρχαίες τραγωδίες, όπως «Μήδεια» και «Ηλέκτρα», δεν αργούν να την κάνουν διάσημη.
Η αγάπη και ο σεβασμός της ηθοποιού για το αρχαίο δράμα ήταν μεγάλη.
Στον τελευταίο της χρόνο στη σχολή, ο Αλέκος Σακελλάριος την είδε να παίζει στον Μάκβεθ. Ο ίδιος, της ζήτησε να βγει στην επιθεώρηση. Και παρόλο που ήταν εκ διαμέτρου αντίθετο με εκείνη και την κλασσική παιδεία της, είπε το «ναι».
Το ντεμπούτο της στο σινεμά γίνεται το 1948 στην ταινία «Χαμένοι ‘Αγγελοι» σε σκηνοθεσία Νίκου Τσιφόρου. Το 1951 έρχεται η «Νεκρή Πολιτεία», του Φρίξου Ηλιάδη, με συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Φούντα. Η ταινία συμμετέχει στο Φεστιβάλ Καννών και όλοι μένουν άφωνοι, αναγνωρίζουν αυτό το νέο πρόσωπο ως κάτοχο μίας μοναδικότητας.
Το 1962 συνεργάστηκε με τον Μιχάλη Κακογιάννη και πρωταγωνίστησε στην κινηματογραφική μεταφορά της «Ηλέκτρας» του Ευριπίδη μαζί με τον Γιάννη Φέρτη, την Αλέκα Κατσέλη και τον Μάνο Κατράκη. Η ταινία συνολικά κέρδισε 24 βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, ανάμεσά τους και τα βραβεία καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς και ηχητικής επένδυσης στο Φεστιβάλ των Καννών (1962).
Η Ειρήνη Παπά είχε πάρει μέρος σε περισσότερες από 80 ταινίες, με γυρίσματα σε όλο τον κόσμο (Τσινετσιτά, Χόλιγουντ, Γιουγκοσλαβία, Λίβανος, Μαρόκο, Βραζιλία, Αυστραλία, Πορτογαλία κ.α.) έχοντας στο πλευρό της συμπρωταγωνιστές , μεταξύ άλλων, τους Μάρλον Μπράντο, Ιβ Μοντάν, Γκρέγκορι Πεκ, ‘Αντονι Κουίν, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Τζαν Μαρία Βολοντέ.
Εκτός από τις επιτυχημένες μεταφορές των τραγωδιών, οι πιο γνωστές ταινίες της είναι η αξέχαστη υπερπαραγωγή του Χόλιγουντ «Τα κανόνια του Ναβαρόνε» (1961) και ο «Αλέξης Ζορμπάς» (1964).
Το έντονο βλέμμα της, οι καθαρές γραμμές του προσώπου της, τα χαρακτηριστικά «Καρυάτιδας», τίτλος που την ακολούθησε σε όλη την καριέρα της, και η έντονη προσωπικότητά της, κατακτούν το διεθνές κοινό και τους Αμερικανούς παραγωγούς.
Η μια επιτυχία διαδέχεται την άλλη και η Ειρήνη Παπά βρίσκεται για πολλές δεκαετίες στο διεθνές κινηματογραφικό προσκήνιο. Η επιβεβαίωση για τη σκληρή της δουλειά και το ταλέντο της, έρχεται το 1969 με την ταινία «Ζ», του Κώστα Γαβρά η οποία κερδίζει το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.
Το θεατρικό της ντεμπούτο στη σκηνή του Μπρόντγουεϊ, πραγματοποιείται το 1967 με το έργο «Εκείνο το καλοκαίρι, εκείνο το φθινόπωρο» στο πλευρό του Γιον Βόιντ (του πατέρα της Αντζελίνα Τζόλι) ενώ αργότερα τη συναντάμε να ερμηνεύει την Ελένη στις «Τρωάδες» (1972) και την Κλυταιμνήστρα στην «Ιφιγένεια» (1977)σε σκηνοθεσία του Μιχάλη Κακογιάννη.
Στις «Τρωάδες», που γυρίστηκε στα αγγλικά με ξένους ηθοποιούς, η Παπά γνώρισε τη συμπρωταγωνίστριά της Κάθριν Χέμπορν, που ενσάρκωσε την Εκάβη, με την οποία ανέπτυξαν δυνατή φιλία. Μάλιστα η Χέμπορν δήλωνε δημόσια ότι η Παπά είναι μια από τις καλύτερες ηθοποιούς του σινεμά.
Το 1972 εμφανίζεται στο πλευρό του, αργότερα βραβευμένου με Όσκαρ Έλληνα συνθέτη, αείμνηστου, Βαγγέλη Παπαθανασίου. Την πείθει να δοκιμάσει το ταλέντο της στο τραγούδι.
Η Ειρήνη Παπά ηχογραφεί μαζί του το «666», τελευταίο άλμπουμ του μουσικού συγκροτήματος «Aphrodite’s Child», με αναφορές στην «Αποκάλυψη του Ιωάννη» και στιχουργική συμβολή του σκηνοθέτη Κώστα Φέρρη. Ακολουθούν άλλες δύο συνεργασίες της με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου: οι «Ωδές» με ελληνικά δημοτικά τραγούδια διασκευασμένα από τον Vangelis και οι «Ραψωδίες» με ύμνους της Μεγάλης Εβδομάδας.
Η προσφορά της στην τέχνη έχει αναγνωριστεί πολλές φορές τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας, μέσα από τις αμέτρητες διακρίσεις που έχει λάβει κατά καιρούς. Το 1995 τιμήθηκε με το Παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο. Το 2000 της απονεμήθηκε ο τίτλος της «Γυναίκας της Ευρώπης» για την προσφορά της στην προώθηση της ευρωπαϊκής πολιτισμικής ταυτότητας.
Το 2008 βραβεύτηκε με το «Διεθνές Βραβείο για τον Πολιτισμό» από την οργάνωση Premio Roma στο αρχαίο θέατρο της «Όστια Αντίκα». Πρόκειται για μία εξαιρετικά τιμητική διάκριση, καθώς το συγκεκριμένο βραβείο έχει απονεμηθεί κατά το παρελθόν σε ποντίφικες και στον δήμαρχο της Ρώμης, Βάλτερ Βελτρόνι, ανάμεσα σε άλλους.
Το 2009 η Ελληνίδα ηθοποιός τιμήθηκε με το «Χρυσό Λέοντα» της 40ης Μπιεννάλε Θεάτρου Βενετίας.
Την ίδια χρονιά, η Ειρήνη Παπά ήταν ανάμεσα στους 260 καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο, που προσκάλεσε ο Πάπας Βενέδικτος στην Καπέλα Σιξτίνα του Βατικανού, για να τους ζητήσει «να μεταδώσουν με την τέχνη τους το μήνυμα του Θεού».