Παρακολουθήστε την την Πανηγυρική Ομιλία του Δημάρχου Κυθήρων κ. Ευστρατίου Αθ. Χαρχαλάκη επί τη Δοξολογία των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Βίντεο και Μοντάζ από τον PhotoCerigo.

Πανηγυρική Ομιλία Δημάρχου Κυθήρων κ. Ευστρατίου Αθ. Χαρχαλάκη επί τη Δοξολογία των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης

Ιερό Προσκύνημα Παναγίας Μυρτιδιώτισσας Κυθήρων,

26η Σεπτεμβρίου 2021

Μέσα σε πολύ ιδιαίτερες συνθήκες εορτάζουμε φέτος την επέτειο των 200 ετών από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, ενός γεγονότος μοναδικού όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά συνολικά για την Ευρώπη. Γιατί το 1821 δεν ήταν μια απλή εξέγερση ή ένα ξέσπασμα της στιγμής, αλλά μια καθολική και πάνδημη απόφαση για ανάκτηση του μεγίστου αγαθού της ελευθερίας χωρίς αστερίσκους, χωρίς υποσημειώσεις, χωρίς «ναι μεν αλλά». Ένας λαός με μία φωνή όρθωσε ανάστημα μέγα ενώπιον ενός πολυπληθέστερου και πολύ πιο οργανωμένου εχθρού, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προκαλώντας το δέος και το θαυμασμό ολόκληρου του κόσμου. Ακόμα και στη μακρινή και πάμπτωχη χώρα της Αϊτής, που πρώτη αναγνώρισε επίσημα την Ελληνική Επανάσταση, προκλήθηκε θαυμασμός για τους Έλληνες, με αποτέλεσμα 100 Αϊτινοί στρατιώτες να ξεκινήσουν με τα πρωτόγονα τότε ακτοπλοϊκά μέσα προς την Ελλάδα για να πολεμήσουν εθελοντικά στο πλευρό των Ελλήνων, χωρίς όμως να το καταφέρουν καθώς πνίγηκαν εν πλω. Αιωνία η μνήμη τους!

Η αναφορά στα ιστορικά γεγονότα του 1821 μάλλον παρέλκει, καθώς αυτά έχουν αναλυθεί διεξοδικά σε εκατοντάδες μελέτες και έρευνες έγκριτων ιστορικών και κάθε χρόνο επαναλαμβάνονται, δυστυχώς με τρόπο μάλλον επίπεδο. Θα είχε όμως ιδιαίτερη σημασία να θυμηθούμε ορισμένες στιγμές μεγάλων ηρώων του 1821 προκειμένου να εμπνευσθούμε και εμείς στο σήμερα με στόχο το αύριο.

Στην ομιλία της 25ης Μαρτίου στο Μητροπολιτικό Ναό του Εσταυρωμένου αναλύσαμε διεξοδικά την άρρηκτη σχέση της Επανάσταση με τον Ιερό Κλήρο και την Εκκλησία, σχέση που διαχρονικά οι εθνομηδενιστές και οι κληρικομάχοι επιχειρούν να τρώσουν και να υποβαθμίσουν, προφανώς χωρίς αποτέλεσμα. Και αν είναι πασίγνωστος ο φόρος αίματος που πλήρωσε ο Ιερός Κλήρος, με πρώτο τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄, τους Μητροπολίτες της Κρήτης, της Κύπρου και πολλών περιοχών της Ελλάδος, τα ίδια τα κείμενα της εποχής, αποδεικνύουν περίτρανα τη συμπόρευση των επαναστατημένων Ελλήνων με την Εκκλησία. Θα επαναλάβω λοιπόν μερικές γραμμές από τον Πανηγυρικό της 25ης Μαρτίου καταφεύγοντας στις πηγές.

Ο Σπηλιάδης που έζησε την Επανάσταση εκ των έσω, αναφέρει ότι στη Φιλική Εταιρεία «συγκαταλέγοντο ήδη και πατριάρχαι και αρχιερείς και προεστώτες πολιτικοί των επαρχιών και πολεμικοί αρχηγοί». Ακόμα και ο μαρξιστής ιστορικός Γιάννης Κορδάτος αναφέρει: «Οι Φιλικοί επεδίωξαν να δώσουν χαρακτήρα πανεθνικόν εις την ωργανωμένην επανάστασιν και δι’ αυτόν προσηλύτισαν και μερικούς Φαναριώτας και ανωτέρους Κληρικούς».

Ο ίδιος ο Κοραής γράφει: «Μόνο του Ευαγγελίου η διδαχή ημπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους. Οι Έλληνες επολέμησαν όχι μόνο υπέρ πατρίδος, αλλά και υπέρ πίστεως».

Η προκήρυξη της Επανάστασης, το κορυφαίο αυτό κείμενο του Αλέξανδρου Υψηλάντη που δημοσιεύθηκε στις 24 Φεβρουαρίου του 1821 έχει ως προμετωπίδα του το «Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος» και διακηρύσσει: «Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον Ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νέφη την ημισέληνον, να υψώσωμεν το σημείον, δι’ ου πάντοτε νικώμεν! λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα, και την Ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν. Με την Ένωσιν, ω Συμπολίται, με το προς την ιεράν Θρησκείαν Σέβας, με την προς τους Νόμους και τους Στρατηγούς υποταγήν, με την ευτολμίαν και σταθερότητα, η νίκη μας είναι βεβαία και αναπόφευκτος».

Λέει ο Φωτάκος, άμεσος μάρτυρας όλων των γεγονότων του 21 και υπασπιστής του Κολοκοτρώνη: «Εὐτυχισμένη ἦταν ἡ ἡμέρα τῆς ἐπαναστάσεως τῆς Ἑλληνικῆς φυλῆς, διότι καὶ τότε καὶ ἀπὸ χρόνων ἀκόμη τὸ ἔθνος εἶχε τὸν θεόπεμπτον καὶ σεβάσμιον κλῆρον ὡς ὁδηγόν του. Οἱ λειτουργοὶ αὐτοὶ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἐφρόντισαν καὶ ἡτοίμασαν τὸ ἔθνος διὰ νὰ ἐπαναστατήση, καὶ ν᾿ ἀλλάξει τὸν ὑβριστὴν τῆς θρησκείας καὶ τῶν ἱερῶν του. Ὁ κλῆρος ὕψωσε τὴν σημαίαν τοῦ σταυροῦ καὶ τοῦ Ἔθνους».

Και ο Μακρυγιάννης μέμφεται όσους κατηγορούν τον κλήρο και την Εκκλησία: «…καὶ βρίζουν, οἱ πουλημένοι εἰς τοὺς ξένους, καὶ τοὺς παπάδες μας, ὁποῦ τοὺς ζυγίζουν ἄναντρους καὶ ἀπόλεμους. Ἐμεῖς τοὺς παπᾶδες τοὺς εἴχαμε μαζὶ εἰς κάθε μετερίζι, εἰς κάθε πόνον καὶ δυστυχίαν. Ὄχι μόνον διὰ νὰ βλογᾶνε τὰ ὅπλα τὰ ἱερά, ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ μὲ ντουφέκι καὶ γιαταγάνι, πολεμώντας ὡσὰν λεοντάρια. Ντροπὴ Ἕλληνες».

Και ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης γράφει σε επιστολή προς τον Κολοκοτρώνη μετά το θρίαμβο στα Δερβενάκια: «Γενναιότατε στρατηγέ… Ἰδοὺ ὁ Θεὸς μεθ᾿ ἡμῶν ὡς ἐπάταξεν ἔθνη πολλὰ καὶ ἀπέκτεινε βασιλεῖς κραταιούς· Ὁ Παντοκράτωρ Θεὸς δὲν μᾶς ἀφήνει εἰς τὴν διάκρισιν τοῦ ἐχθροῦ. Ὄχι, ὄχι βέβαια, ἀλλὰ εἶναι σύμμαχός μας κατὰ πάντα, καθὼς ἐμπράκτως, πολλάκις τὸ εἴδομεν καὶ ἄμποτε εἰς τὸ ἑξῆς διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς ἐνεργείας καὶ γενναιότητός σας ν᾿ ἀφανισθῇ ὁ ἐχθρὸς ἐξ ὁλοκλήρου. Εἴθε γένοιτο, γένοιτο…».

Ιδού ένα θαυμαστό γεγονός: στην αρχή της Επανάστασης όταν οι επαναστατημένοι μπήκαν στο Βαλτέτσι, το βρήκαν έρημο από κατοίκους και μόνο καμπόσοι σκοτωμένοι κείτονταν εκεί. Και εξιστορεί ο Φωτάκος: «Ασυνήθιστοι καθώς ήταν από του πολέμου τα κακά, κιτρίνισαν απ΄ το φόβο τους και δεν πηγαίνανε σιμά στους νεκρούς. Ο Κολοκοτρώνης, όμως, έβαλε και μάζεψαν τα κομμάτια τους και τα φύλαξε κ΄ είπεν: ‘Αυτοί είναι Άγιοι, θα πάνε στον Παράδεισο σαν μάρτυρες!’. Τότε ζύγωσαν οι στρατιώτες και τους θάψανε».

Ένας από τους μύθους που κάποιοι καλλιεργούν σκοπίμως για το 1821, καταρρίπτεται λοιπόν από τις ίδιες τις ιστορικές πηγές. Είναι ένας μύθος που βολεύει όσους συστηματικά και κατ΄ επαγγέλμα επιχειρούν την αποθρησκειοποίηση της κοινωνίας και την πλήρη ρήξη στη σχέση Ελλάδος και Ορθοδοξίας.

Η τάση για ισοπέδωση και εθνομηδενισμό, η προώθηση της ιδέας της «οικουμενικής πατρίδας» που δεν έχει ιστορία, όρια, σύνορα και περιορισμούς, η άποψη ότι τα εθνικά σύμβολα δεν έχουν πλέον νόημα και συνιστούν αναχρονισμό, είναι ό,τι πιο επικίνδυνο και επιζήμιο για το μέλλον της Χώρας. Και αυτό το είδαμε πρόσφατα, με τη βεβήλωση της Ελληνικής Σημαίας εδώ, στα Κύθηρα, στην βραχογραφία που υπάρχει στο Διακόφτι. Είναι εξαιρετικά λυπηρό και ταυτόχρονα εξοργιστικό ότι μια μερίδα συμπολιτών μας επιχείρησαν να δικαιολογήσουν αυτήν την πράξη και να την περιβάλλουν με το όποιο ιδεολογικό ή μάλλον ιδεοληπτικό περίβλημα. Το βλέπουμε και σε εθνικό επίπεδο. Είναι οι λεγόμενοι «δικαιωματιστές». Θεωρούν κάθε είδους παρεκτροπή ως «δικαίωμα» με δημοκρατική μάλιστα νομιμοποίηση και βάση. Αγνοούν βέβαια ότι Δημοκρατία δε σημαίνει ασυδοσία, αλλά υπακοή σε κανόνες και νόμους, τήρηση όρων και ορίων. Οι αγωνιστές του 21 δεν έδωσαν την ίδια τους τη ζωή για να μπορούμε εμείς σήμερα να μετατρέπουμε τη Χώρα σε ξέφραγο αμπέλι, αλλά για να ζούμε αρμονικά σε ένα οργανωμένο Κράτος όπου οι Νόμοι θα εφαρμόζονται από όλους χωρίς αστερίσκους. Η περιβολή τέτοιων συμπεριφορών με οποιοδήποτε ιδεολογικό περίβλημα είναι επιζήμια για τα ίδια τα θεμέλια της κοινωνίας και πρέπει να μας βρει όλους απέναντι.

200 χρόνια μετά το 1821 οφείλουμε να μην σταθούμε μόνο στα ιστορικά γεγονότα της εποχής εκείνης, αλλά να συζητήσουμε σοβαρά την κατάσταση της σημερινής Ελλάδας και να προβληματιστούμε πάνω σε συγκεκριμένα εθνικής φύσεως ζητήματα.

Ένα σοβαρότατο θέμα που πρέπει να μας απασχολήσει σήμερα, 200 χρόνια μετά το 21, είναι αυτό της Παιδείας. Από την κατάργηση του πολυτονισμού μέχρι σήμερα, η Παιδεία βιώνει μια διαρκή ποιοτική πτώση, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των αξιόλογων εκπαιδευτικών μας. Η κατάργηση του πολυτονικού ήταν εγκληματική. Ιδού τι γράφει ο Χρήστος Γιανναράς: «η επιβολή του μονοτονικού είναι στην ιστορία των Ελλήνων μια καταστροφή, ασύγκριτα ολεθριότερη από τη Μικρασιατική. Στη Μικρασιατική Καταστροφή χάθηκαν πανάρχαιες κοιτίδες του Ελληνισμού, χάθηκε η κοσμοπολίτικη αρχοντιά του, η συνείδηση ότι η ελληνικότητα είναι πολιτισμός, δηλαδή «τρόπος» βίου, όχι υπηκοότητα βαλκανικού επαρχιωτισμού. Όμως δεν χάθηκε η συνέχεια της γλώσσας του, που είναι και έμπρακτη συνέχεια της ιστορικής του συνείδησης, της ένσαρκης στον γραπτό λόγο συνέχειας του ελληνικού «τρόπου». Το μονοτονικό κατάργησε τη σημειογραφία που συνέδεε την αρχαιοελληνική φωνητική «προσωδία» με τη γραπτή αποτύπωσή της και καθιστούσε ενιαία την ελληνική γλώσσα από τον Όμηρο ώς σήμερα».

Για τη σημασία της Παιδείας, αναφέρει ο Τερτσέτης το εξής περιστατικό με τον Κολοκοτρώνη: «Ο Κολοκοτρώνης μια μέρα στο σπίτι του, στην Αθήνα, σεργιάνιζε στην κάμαρα ενώ το παιδί του ο Κολίνος έγραφε. Σταμάτησε μονομιάς και τον ρωτάει: ‘Κουλίνε, ποιο νομίζεις είναι το εθνικό σπίτι της Ελλάδος;’ Ο Κολίνος του αποκρίθηκε αμέσως: ‘Το παλάτι του Βασιλέως’. ‘Το παλάτι του Βασιλέως; Όχι!, είπε. Το Πανεπιστήμιο!’».

Ο ίδιος υποτιθέμενος δικαιωματισμός που δικαιολογεί για κάποιους τη βεβήλωση και το κάψιμο της Σημαίας, δικαιολογεί για κάποιους άλλους την τραγική εικόνα που παρουσιάζουν σήμερα πολλά από τα Πανεπιστήμιά μας. Καταστροφές, κομματικές νεολαίες, αγοραία συμπεριφορά προς τους Καθηγητές εκ μέρους συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, αποτελούν καρκίνωμα για το σύστημα Παιδείας και κάθε προσπάθεια που στοχεύει στην κατάργηση των πρακτικών αυτών, είναι οπωσδήποτε άξια επαίνου. Διότι όταν ένας φοιτητής χρειάζεται διπλάσιο χρόνο σπουδών από τον καθορισμένο για να ολοκληρώσει τις σπουδές του λόγω των καταλήψεων, τότε αυτό μόνο τιμή δεν αποτελεί για τη Χώρα μας.

Άλλο σοβαρό ζήτημα είναι αυτό της υπογεννητικότητας που μάλλον δεν έχουμε ακόμα συνειδητοποιήσει τις πραγματικές του διαστάσεις. Όταν η γείτων Χώρα αυξάνεται πληθυσμιακά με τρόπο ραγδαίο και η δική μας στη φετινή απογραφή θα καταγράψει μείωση πληθυσμού για πρώτη φορά στη σύγχρονη Ιστορία, τότε σίγουρα πρέπει να ανησυχήσουμε.

Και ακόμα, η εφαρμογή των Νόμων erga omnes, είναι κάτι που πρέπει να μας απασχολήσει. Λέει χαρακτηριστικά ο Καθηγητής Βερέμης για τις κακοδαιμονίες της φυλής μας: «Μία εξ αυτών αφορά τη σχέση του πολίτη με το κράτος. Ποτέ αυτές οι σχέσεις δεν ήταν αγαθές. Ακόμα εξακολουθούμε να παίζουμε κλεφτοπόλεμο με το κράτος. Πάντα στη συνείδησή μας το κράτος παραμένει ένας δυνάμει εχθρός. Όταν μοιράζει λεφτά, μπορεί και να γίνει φίλος. Οι Άγγλοι αντιλαμβάνονται διαφορετικά τη σχέση τους με το κράτος. Η παράδοση των κλεφταρματολών εξακολουθεί να λειτουργεί. Μέσα μας έχουμε έναν κλεφταρματολό που θέλει να βγει έξω και να εκδηλωθεί». Και όταν ο Καθηγητής ερωτάται «τελικά να γιορτάσουμε τα 200 χρόνια με το κεφάλι ψηλά;» απαντά: «Φυσικά να γιορτάσουμε. Αλλά και να διδαχτούμε. Αν δεν καταπολεμήσουμε τις κακοδαιμονίες μας δεν θα πάμε μπροστά. Εορτασμός των 200 χρόνων με πολύ μυαλό».

Καθώς λοιπόν σε λίγα χρόνια, το 2030, θα γιορτάσουμε τα 200 χρόνια από την επίσημη ανακήρυξη της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας που έγινε με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830, θα πρέπει να έχουμε βρει το δρόμο μας ως Έθνος και ως Κράτος σε αυτά τα σημαντικά ζητήματα: στην Παιδεία, στην επικίνδυνη υπογεννητικότητα και στην αλλαγή τρόπου και στάσης ζωής απέναντι στους Νόμους που διά των εκπροσώπων μας θεσπίζουμε αλλά σπανίως τηρούμε. Εάν βάλουμε σωστές βάσεις σε αυτά τα 3 ζητήματα, τότε ο εθνομηδενισμός, η ισοπέδωση, η απαξίωση ιερών συμβόλων και εννοιών, δεν θα έχουν πια θέση στην κοινωνία μας. Και αυτή θα ήταν η μεγαλύτερη τιμή ημών, των συγχρόνων Ελλήνων, στη μνήμη και την θυσία των ηρώων του 1821, επιφανών και αφανών, που «εκοπίασαν και εν τω κόπω αυτών ημείς εισεληλύθαμεν και έδωκαν ημίν γην ελευθέραν εφ΄ ην ημείς ουκ εκοπιάσαμεν επ΄ αυτής» παραφράζοντας τον ευαγγελικό λόγο. Στη μνήμη εκείνων που ως άλλοι «υιοί της βροντής» – για δανειστώ μια φράση από την υμνολογία του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του Θεολόγου που εορτάζουμε σήμερα – μας χάρισαν με το αίμα και τη ζωή τους το πανυπερμέγιστο αγαθό της ελευθερίας και της εθνικής ανεξαρτησίας και αξιοπρέπειας.

ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ!

ΖΗΤΩΣΑΝ ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΤΟΥ 1821!

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

20 − 18 =