«Πενία τέχνας απεργάζεται» λέει το γνωστό ρητό και είναι μια πραγματικότητα πως κάθε μορφή εφευρετικότητας και διαφορετικού, προήλθε επειδή κάποιος κάποτε ένιωσε ότι ήθελε κάτι παραπάνω από μια απλή επιβίωση.
Πάνω σε αυτή τη δομική ιδέα της εξέλιξης του ανθρώπου, η τέχνη δε θα μπορούσε να πάει αλλιώς, ιδίως σε μια εποχή πανδημίας που πολλές από τις εκφάνσεις της περιορίστηκαν, αν όχι παρεμποδίστηκαν αυταρχικά και δίχως λογικό επιχείρημα.
Γιατί αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα του 2020. Τι απομένει λοιπόν στους καλλιτέχνες; Το κοινό τους, οι άνθρωποι που ακούνε, βλέπουν, νιώθουν τις δημιουργίες τους.
Ο Σπύρος Γραμμένος αντιλαμβάνεται ότι σε αυτή τη συγκυρία, η καλλιτεχνική του ύπαρξη μπορεί να διαμοιραστεί μόνο με αμεσότητα. Γι΄αυτό κάνει κάτι που η επιτυχία του μπορεί να ανοίξει ένα νέο μονοπάτι στην ελληνική μουσική και ίσως συνολικά στις τέχνες.
Για το νέο του δίσκο που θα συνδυαστεί και με την κυκλοφορία ενός βιβλίου, ο Σπύρος Γραμμένος ζητάει από το κοινό του να γίνει ταυτόχρονα παραγωγός, να συνεισφέρει οικονομικά δηλαδή σε αυτή την προσπάθεια και να βγει ένα άλμπουμ που θα ανήκει σε πολλούς.
Γι΄αυτό του το τόλμημα μιλάει στο Menshouse.gr, μα και για το πώς αντιμετωπίζει ψυχολογικά όσα έχουν γίνει σε αυτό το ατελείωτο έτος…
– Βρισκόμαστε πια στον 9ο μήνα κατά τον οποίο οι πολιτιστικές δραστηριότητες δεν γίνονται – το καλοκαιρινό δίμηνο ήταν σαν να μην υπήρξε – και οι άνθρωποι που δουλεύουν σε αυτές αγνοούνται επιδεικτικά από την επικίνδυνη κυβέρνηση. Και νομίζω η λέξη «επικίνδυνη» είναι που οδηγεί το μυαλό σε απόγνωση. Πώς βιώνετε εσείς ως καλλιτέχνης, αλλά και οι άνθρωποι που συναναστρέφεστε αυτή την αντιμετώπιση;
Πέρα από συγκεκριμένες περιπτώσεις καλλιτεχνών, οι κυβερνήσεις μας είχαν στο περιθώριο, και μιας και η τέχνη είναι, σε γενικές γραμμές απέναντι σε κάθε εξουσία, η εκάστοτε κυβέρνηση επιδοτούσε τους καλλιτέχνες που μπορούσε να εκμεταλλευτεί με όποιον τρόπο μπορούσε.
Πχ η σάτιρα είναι κάτι που οι κυβερνήσεις πάντα την αφήνανε να ανθίσει και να κάνει τα νούμερά της, εκμεταλλευόμενη το ξέσπασμα του λαού σε ένα χαχανιτό που του χάριζε ο καλλιτέχνης λέγοντας για τα τικ ή τα ψευδίσματα των πολιτικών. Και φτάνουμε στο σήμερα, που η συγκεκριμένη κυβέρνηση μέχρι κι αυτό το έχει αποσιωπήσει.
Απ’ την άλλη, δυστυχώς μάθαμε οι καλλιτέχνες να μην ζητάμε, να μην επιμένουμε, να αρκούμαστε στο χειροκρότημα και να απομακρυνόμαστε κι απ’ τα σωματεία μας. Από πέρσι τον Απρίλη, αυτή είναι μια κουβέντα που έχει ξεκινήσει μεταξύ μας και νομίζω πως σίγουρα, όπως και κάθε συζήτηση, σε καλό θα βγάλει.
– Απέναντι σε τόση απερισκεψία και αδιαφορία, η τέχνη σας παραμένει ένα καταφύγιο, έστω ψυχικό; Βάζοντας τον εαυτό μου στη θέση σας, θα μου ήταν πολύ δύσκολο να εκφραστώ όταν ο βιοπορισμός θα με γονάτιζε.
Είναι πάρα πολύ δύσκολο, αλλά έχεις όμως όλα αυτά τα γλυκά, τρυφερά και όμορφα μηνύματα που σου στέλνουν οι φίλοι που περιμένουν ένα σου τραγούδι, που σε συγκινεί και συνεχίζεις. Το έχω πει πολλές φορές, θα ήθελα να πηγαίνω στην σπιτονοικοκυρά μου κάθε πρώτη του μήνα και να την χειροκροτάω για πέντε λεπτά. Αυτό.
– Αυτή η περίοδος άνοιξε ένα νέο μονοπάτι σε πολλούς καλλιτέχνες μέσα από πλατφόρμες τύπου patreon, όπου ο καλλιτέχνης έρχεται σε άμεση επαφή με το κοινό του, χωρίς μεσάζοντες ως προς την οικονομική συνδιαλλαγή. Θεωρείτε πως αυτό πρέπει να είναι το μέλλον ακόμα και σε καιρούς δίχως πανδημίες ή είναι απλώς μια προσωρινή λύση-λύση ανάγκης;
Η χρηματοδότηση από τα κάτω, αυτό δηλαδή που κάνω για δεύτερη φορά, απλά αυτή την φορά πιο οργανωμένα, είναι η πιο ειλικρινής σχέση που μπορείς να έχεις με το κοινό. Η μουσική χωρίς μεσάζοντες.
Επίσης με αυτήν την διαδικασία έχουμε υπολογίσει πως θα πληρωθεί όποιος δουλέψει γύρω απ’ αυτήν την δουλειά. Κάτι που δεν είναι δεδομένο όταν σου λέει μια εταιρεία, πάρε χίλια ευρώ για την παραγωγή του δίσκου. Στην εταιρεία που έβγαλα τον προηγούμενο δίσκο βέβαια, γνώρισα πραγματικούς ανθρώπους, με μεράκι και με πραγματικό ενδιαφέρον για όλη την δουλειά. Και έκλεισε.
– Ποια είναι τα πράγματα που πιστεύετε ότι σας δίδαξε αυτή η χρονιά που ολοκληρώνεται, τόσο σε προσωπικό όσο και σε πιο κοινωνικό επίπεδο;
Δεν έχω μπει ακόμα στην διαδικασία του απολογισμού, αλλά σίγουρα, ειδικά στο πρώτo lock down, είδα πως στο παρεάκι μας, ειδικά στο μουσικό, δεν αφήσαμε κανέναν μόνο. Δεν νομίζω πως θα μπορέσουμε άμεσα να δούμε τι θα μας αφήσει αυτη η χρονιά. Αυτο ειναι κάτι που θα φανεί σε βάθος χρόνου.
– Πολλά από τα πράγματα που συμβαίνουν τον τελευταίο καιρό με πρόσχημα την πανδημία, έχουν αρχίσει και με ανησυχούν, αν όχι με τρομάζουν. Υπάρχει συναίσθημα φόβου μέσα σας;
Φυσικά. Πέρα απ’ τον φόβο για μια άγνωστη ασθένεια, υπάρχει και ο φόβος της παραπληροφόρησης, της προπαγάνδας, της αστυνομίας που ενώ παρουσιάζεται σαν σώμα προστασίας του πολίτη, έχει γίνει σώμα προστασία της κυβέρνησης, του παραλογισμού και μια παρέα αλητήριων που δεν λογοδοτούν πουθενά. Φυσικά υπάρχουν και οι εξαιρέσεις.
Φοβάμαι επίσης πως θα αγκαλιαστούμε και θα φιληθούμε όταν τελειώσουν όλα αυτά. Φοβάμαι για τους δικούς μου ανθρώπους. Γενικά, ο φόβος είναι ένα πολύ άρρωστο συναίσθημα και ζούμε σε μια πολύ άρρωστη εποχή.
– Σε αυτό το νέο σας εγχείρημα επιβεβαιώνεται ότι είστε ένας άνθρωπος πολυπράγμων καλλιτεχνικά. Πείτε μας πώς φτάσατε σε αυτό το εγχείρημα με νέο δίσκο και βιβλίο;
Ο δίσκος είναι αυτό που έχω συνηθίσει να κάνω. Κάνω μουσική. Βάζω μουσική πάνω απ’ την άμετρη σκέψη μου και την αφήνω να πάρει τον δρόμο της. Πέρα απ’ την μουσική και τον έμμετρο λόγο όμως, συχνά γράφω πιο ελεύθερα τις σκέψεις μου. Στο συγκεκριμένο πρότζεκτ εμφανίστηκε ένας τυπάκος, ο Χόρχε, που μεγαλώνει σε ένα χωριό της Ελλάδας, ζει την πραγματικότητα χωρίς υπερβολές, και την σχολιάζει με τον τρόπο του. Θα μπορούσα να το κάνω κι αυτό έναν ολόκληρο δίσκο, αλλά ένιωσα πως αν στερούσα του Χόρχε την πρώτη του μορφή, θα το απογοήτευα κι εγώ μαζί με όλους τους άλλους.
– Το Barber Show θα θέλατε να το ξανακάνετε;
Μου άρεσε πολύ αυτή η εκπομπή και δεν θα με χάλαγε να το ξαναέκανα. Σίγουρα όμως με μια διαφορετική μάτια πλέον. Πάντα θα κάνω πράγματα με τα ψαλίδια μου. Είναι η μεγάλη μου αγάπη.
– Αν έψαχνε κάποιος τη δισκοθήκη σας, πέραν του ότι θα γινόταν αδιάκριτος, ποια άλμπουμ θα έβρισκε σε περίοπτη θέση;
Πρώτο και πολυχρησιμοποιημένο θα έβρισκε τον δίσκο του Αλέξανδρου Δανδουλάκη (Alex Dante) που μετέφερε με τον καλύτερο τρόπο ένα αγαπημένο μου έργο, τα Νυκτερινά του Σοπέν, στην ηλεκτρική κιθάρα. Από εκεί και πέρα, τα από πίσω είναι πολύ ανακατεμένα και δεν νομίζω να έβρισκε άκρη.
– Ποιο είναι αυτό που μπορεί να σας καλμάρει σε μια δύσκολη συναισθηματικά ημέρα ή και να σας χαροποιήσει;
Πέρα απ’ τα φάρμακα; Η απόφαση να τα γράψω όλα, να τα αφήσω για την επόμενη μέρα, να πω δυνατά πως όλα θα πάνε καλά, να στεναχωρήσω κάνα δυο ανθρώπους που θα έχω αναλάβει υποχρεώσεις που δεν θα τις προλαβαίνω, να βγω μια βόλτα να περπατήσω και να γυρίσω να δω μια ταινία. Έτσι, απλά.
– Τι σας λείπει πιο πολύ εξαιτίας του lockdown και ποιο είναι το πρώτο που θα κάνετε όταν με το καλό τελειώσει αυτό το κεφάλαιο;
Πέρα απ’ τις αγκαλιές, τα φιλιά, τις συναυλίες, τις παρέες, τους καφέδες, τις κουβέντες με άγνωστους, τις νέες γνωριμίες, τα ντιτζειλίκια μου, δεν μου λείπει τίποτα. Θα κάνω μάλλον κάτι απ’ αυτά ή όλα αυτά ταυτόχρονα!