Ο Παναγιώτης Τσιτσίλιας γεννήθηκε στον Ποταμό Κυθήρων το 1881. Πατέρας του ήταν ο Κοσμάς Τσιτσίλιας, γνωστός έμπορος στον Ποταμό που διετέλεσε και δήμαρχος του δήμου Ποταμίων. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα αποφοιτώντας το 1909. Στις 6 Ιουλίου του ίδιου έτους ιδρύθηκε η «Πανεπιστημιακή Ένωση» και από τα ιδρυτικά μέλη προτάθηκε στον Τσιτσίλια να αναλάβει την προεδρία. Η οργάνωση αυτή είχε σκοπό να ενισχύσει την επανάσταση του συνταγματάρχη Ν.Ζορμπά. Το Σεπτέμβριο ο Τσιτσίλιας έφυγε στη Ρώμη για να συνεχίσει τις σπουδές του στις πολιτικές επιστήμες, ενώ το 1910 πήγε στο Παρίσι και γράφτηκε στην Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Επέστρεψε εσπευσμένα στην Αθήνα το 1912, όταν ειδοποιήθηκε για την επικείμενη επιστράτευση.

Κατατάχθηκε στο στρατό και υπηρέτησε ως μεταφραστής στη Διεύθυνση Πεζικού του Υπουργείου Στρατιωτικών, ως έφεδρος ανθυπολοχαγός και στη συνέχεια προήχθη σε υπολοχαγό και εστάλη στη Χίο, στο Τάγμα Πολιτοφυλακής απ’ όπου αποστρατεύθηκε τον Οκτώβριο του 1914. Βρέθηκε πάλι στη Χίο όταν κηρύχτηκε νέα επιστράτευση και μετά πήγε στη Μακεδονία. Εκείνη την περίοδο υπήρξε η διαφωνία του Βασιλέως Κωνσταντίνου με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Τσιτσίλιας τάχθηκε με το μέρος του Βενιζέλου και της κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης της Θεσσαλονίκης. Η κυβέρνηση της Εθνικής Αμύνης με πρόεδρο τον Ελευθέριο Βενιζέλο τάχθηκε στο πλευρών των Συμμαχικών Δυνάμεων, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ η κυβέρνηση των βασιλοφρόνων στην Αθήνα και ο ίδιος ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος υποστήριζαν τους Γερμανούς. Έπειτα ο Τσιτσίλιας διετέλεσε αξιωματικός της Εθνικής Αμύνης στην Αθήνα. Τότε παντρεύτηκε την Μαρία Π. Μαρσέλλου, κόρη ενός ευκατάστατου εμπόρου της Τεργέστης. Με τη Μαρία έκαναν δύο παιδιά, τον Θόδωρο, που πέθανε όταν ήταν ακόμη νήπιο, και τον Άρη.

Με τα «Νοεμβριανά», τα γεγονότα εκείνα κατά τα οποία εξεγέρθηκαν οι επίστρατοι, ο Τσιτσίλιας διώχθηκε και εντέλει βρέθηκε στην Κρήτη. Εκεί προσπάθησε με τις ενέργειές του να επιτύχει την τροφοδοσία των Κυθήρων, αφού μέχρι τότε το νησί ελεγχόταν από τις δυνάμεις του κράτους των Αθηνών και οι σύμμαχοι δεν επέτρεπαν τη μεταφορά τροφίμων εκεί. Πράγματι, ο Τσιτσίλιας έπεισε τον γενικό διοικητή της Κρήτης Ιωάννη Τσιριμώκο, προσωπικό φίλο του Ελευθέριου Βενιζέλου, να καταλάβουν τα Κύθηρα με τη βοήθεια των συμμάχων. Τα Κύθηρα που βρίσκονται σε στρατηγικό σημείο, έπρεπε να τεθούν υπό τον έλεγχο των συμμάχων και να διευκολύνουν αυτούς στις επιχειρήσεις τους. Οι Άγγλοι που διατηρούσαν ναυτική δύναμη στη Σούδα, διέθεσαν ένα πλοίο για την εφαρμογή του σχεδίου του Τσιτσίλια. Στις 29 Δεκεμβρίου του 1916 ο Τσιτσίλιας και ένας λόχος διακοσίων ανδρών από την Κρήτη κατέλαβαν τα Κύθηρα στο όνομα της Κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης. Λίγες μέρες μετά, στις 7 Φεβρουαρίου του 1917, ο Τσιτσίλιας είχε οργανώσει μεγάλο συλλαλητήριο στην πλατεία του Ποταμού, όπου μαζί με τους προέδρους των κοινοτήτων επικύρωσε την υπαγωγή των Κυθήρων στο πλευρό της Κυβέρνησης Εθνικής Αμύνης. Με σχετικό ψήφισμα ανακηρύχτηκαν τα Κύθηρα σε «Αυτόνομον Διοίκησιν Κυθήρων» με διοικητή τον Παναγιώτη Τσιτσίλια. Τη κίνηση αυτή επικροτούσε τόσο ο Βενιζέλος όσο και η Αγγλία. Μετά την πτώση της φιλοβασιλικής κυβέρνησης, το Μάιο του 1917, τα Κύθηρα επανήλθαν στον ελληνικό κράτος με πρωθυπουργό τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Ο Πρωθυπουργός τον συνεχάρη για τις ενέργειές του στη διάρκεια του πολέμου και του ανέθεσε να αναλάβει νομάρχης στο νεοσύστατο νομό Πέλλης. Στη συνέχεια μετατέθηκε και σε άλλες νομαρχίες.

Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ο Τσιτσίλιας αποφάσισε να ασχοληθεί με την πολιτική. Εξελέγη βουλευτής Κυθήρων στις εκλογές του 1924, 1928 και 1933. Η δράση του ως βουλευτή υπήρξε σημαντική για το νησί. Αγωνίστηκε για την ανάδειξη του Διακοφτιού ως λιμένα. Συγκρότησε επιτροπή εράνων, ταξίδεψε το 1926 στην Αυστραλία με μικρή στάση στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και επέστρεψε το 1927 στα Κύθηρα αφού είχε συλλέξει χρήματα από τους απόδημους Κυθηρίους και ξεκίνησε τη διάνοιξη του δρόμου προς το Διακόφτι από τα Αρωνιάδικα στις 26 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς. Με την εκλογή του ως βουλευτής στις 19 Αυγούστου του 1928 και σε τέσσερα χρόνια θητείας πέτυχε να επιλύσει αρκετά προβλήματα του νησιού και να υπάγει διοικητικά τα Κύθηρα στο Νομό της Αττικοβοιωτίας. Το 1929 ταξίδεψε στην Αμερική για να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα για την ολοκλήρωση του δρόμου του Διακοφτίου και στις 31 Αυγούστου 1930 γιορτάστηκε η αποπεράτωση του μεγάλου έργου. Λίγο μετά αποσύρθηκε απογοητευμένος από την πολιτική. Επανήλθε μόνο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την απελευθέρωση της Ελλάδας όταν του ζήτησε ο Γεώργιος Παπανδρέου και τον διόρισε νομάρχη Λέσβου.

Ο Παναγιώτης Τσιτσίλιας έγραφε από το 1924 την εφημερίδα «Φωνή των Κυθήρων». Επίσης έγραψε την «Ιστορία των Κυθήρων», (μέχρι το 19ο αιώνα και την κατάληψη των Κυθήρων από του Άγγλους), την οποία ολοκλήρωσε το 1965 αλλά δεν μπόρεσε να εκδώσει για οικονομικούς λόγους. Τελικά η «Ιστορία των Κυθήρων» εκδόθηκε από την Εταιρεία Κυθηραϊκών Μελετών το 1994 σε δύο τόμους με την επιμέλεια του Δημητρίου Λ. Κόμη. Ο Τσιτσίλιας είχε γράψει επίσης ένα μυθιστόρημα όταν ήταν νέος, με τίτλο «Οι εργάτες της Ελευθερίας», ενώ αρθρογραφούσε τακτικά σε εφημερίδες του εσωτερικού και του εξωτερικού.

Ο Παναγιώτης Τσιτσίλιας επί πολλά έτη διατηρούσε δικηγορικό γραφείο στον Πειραιά και μετέπειτα στην Αθήνα. Ο μεγάλος πολιτικός άνδρας των Κυθήρων ήταν ιδεολόγος και οραματιζόταν το μεγαλείο του νησιού του. Πρόσφερε σχεδόν όλη του τη ζωή για την πρόοδο και την ευημερία των Κυθήρων. Απεβίωσε τον Ιούνιο του 1972 και ετάφη στην Κηφισιά.

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

4 × 4 =