Η λέξη «κουκλουτζά» σημαίνει κατά μία έννοια της οθωμανικής τουρκικής γλώσσας «εύοσμο». Ο Κουκλουτζάς ήταν ένας οικισμός 6 χιλιόμετρα ανατολικά της Σμύρνης, στις πλαγιές του βουνού Κοκλού. Στις αρχές του 20ου αιώνα είχε πληθυσμό περίπου 5.000 κατοίκους. Ήταν ένας αμιγής ελληνικός οικισμός. Η Επίσημη ονομασία του ήταν Κουκουλούτζε. Στα ελληνικά τον καλούσαν Κορυφάσιο, το οποίο όμως φαίνεται να είναι ονομασία που αποδόθηκε από μετανάστες του Κορυφασίου Πυλίας.
Στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου αιώνα σημειώνεται ένα μεγάλο ρεύμα μετανάστευσης από την Πελοπόννησο, τη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τα νησιά του Αιγαίου προς τις περιοχές της Μικράς Ασίας και κυρίως τη Σμύρνη. Πολλοί Κυθήριοι ακολούθησαν το ρεύμα και μετανάστευσαν στη Σμύρνη, με διαβατήρια βρετανικά αφού τα Επτάνησα βρίσκονταν υπό την «προστασία» της Μεγάλης Βρετανίας.
Οι Κυθήριοι δραστηριοποιήθηκαν κυρίως στα επαγγέλματα του εμπορίου και της θάλασσας. Στο λιμάνι της Σμύρνης σχεδόν όλοι οι μαουνιέρηδες ήταν Κυθήριοι. Μεγάλη οικονομικά και επιχειρηματικά ήταν και η αγγλική – κυθηραϊκή ατμοπλοΐα Τζόλλυ & Βικτώρια.
Στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο το 1897, αρκετοί Κυθήριοι της Σμύρνης πολέμησαν στο πλευρό του Ελληνικού Στρατού. Την ίδια στιγμή οι «ραγιάδες» εντόπιοι χριστιανοί, υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατατάσσονταν στον τουρκικό στρατό πληρώνοντας στρατιωτικό φόρο ή οδηγούμενοι στα τάγματα καταναγκαστικών έργων της Ανατολής (αμελέ ταμπορού).
Το 1911 κηρύχτηκε ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος που έπληξε τους Κυθήριους Ναυτικούς. Με τους βαλκανικούς πολέμους το 1912 και 1913 συνεχίστηκε ο αποκλεισμός του λιμανιού της Σμύρνης. Το ίδιο και αργότερα με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1914 – 1918. Παράλληλα εκείνο το διάστημα επιχειρήθηκε από τους Οθωμανούς η μείωση του ελληνικού στοιχείου της Μικράς Ασίας. Την κατάσταση προσπαθεί να ισσοροπήσει η ελληνική Κατοχή της Ζώνης της Σμύρνης μέχρι την καταστροφή της τον Αύγουστο του 1922, όπου όλος ελληνικός πληθυσμός εγκατέλειψε την φλεγόμενη πόλη. Πολύ λίγοι από τους κάτοικους του Κουκλουτζά επιβίωσαν και διέφυγαν στη Θεσσαλονίκη όπου ίδρυσαν τον οικισμό Νέος Κουκλουτζάς που είναι ο σημερινός δήμος του Ευόσμου. Άλλοι εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα και το 1935 ίδρυσαν σωματείο με την επωνυμία «Αδελφότης Αλληλοβοήθειας – ο Κουκλουτζάς».
Το εισόδημα των κατοίκων του Κουκλουτζά βασιζόταν κυρίως στην σουλτανίνα σταφίδα, στο σταφύλι «ροζακί» και στα κρασιά. Το χωριό είχε έως δέκα αποστακτήρια αλκοόλης και πέντε ελαιοτριβεία. Γνωστό σταφύλι στην περιοχή ήταν το «ερή-καρά» (αρικαράς) το οποίο οι Κυθήριοι της Σμύρνης μετέφεραν και καλλιέργησαν στο νησί.
Η ακτοπλοϊκή σύνδεση μεταξύ Κυθήρων και Σμύρνης ήταν συχνή όσο και με το λιμάνι του Πειραιά. Αυτό δείχνει ότι η Σμύρνη αποτελούσε σημαντικό αστικό κέντρο για τους Κυθήριους. Η Κυθηραϊκή Αδελφότης Σμύρνης ιδρύθηκε το 1830 και ο κυθηραϊκός πληθυσμός της Σμύρνης αριθμούσε τις 15.000. Η Σμύρνη ήταν ένας ελκυστικός μεταναστευτικός προορισμός, σε αντίθεση με την Αμερική ή την Αυστραλία, αφού πρωτίστως η πόλη βρισκόταν σε οικονομική άνθιση και εκεί οι Κυθήριοι μετανάστες ένιωθαν πιο άνετα, αφού δε χρειαζόταν να μάθουν άλλη γλώσσα και διατηρούσαν θρησκεία, ήθη και έθιμα. Έπειτα τα ναύλα για τη Σμύρνη δεν συγκρίνονταν με τα υπέρογκα ποσά που απαιτούνταν για να ταξιδέψει κανείς στην Αμερική ή την Αυστραλία. Πολλοί από τους Κυθήριους φοίτησαν στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης.