Δριμεία κριτική στην κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη, για τη διαχείριση της πανδημίας αλλά και του τομέα της αντιμετώπισης της ακρίβειας, άσκησε ο Αλέξης Τσίπρας με συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό «Ήπειρος TV1».
Χαρακτήρισε «μεγάλο θράσος» της κυβέρνησης «να έχεις 150 ανθρώπους εκτός ΜΕΘ καθημερινά και να επιχαίρεις ότι έχεις κάνει μεγάλη αύξηση των κλινών ΜΕΘ» και κατηγόρησε τον πρωθυπουργό ότι «συνεχίζει οικειοθελώς την πολιτική του ΔΝΤ και των μνημονίων στην Υγεία», ότι επιμένει ιδεοληπτικά σε συνταγές που απέτυχαν στο παρελθόν και οδήγησαν τη χώρα στην χρεοκοπία, ενώ σχολίασε ότι ο πολίτης ψάχνει να βρει στην τσέπη του πού είναι αυτή η «ανάπτυξη».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπογράμμισε πως «το κρίσιμο είναι ότι πρέπει να υπάρξει πολιτική αλλαγή και πρέπει να υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση για να προχωρήσει ο τόπος μπροστά, αφήνοντας πίσω μια καταστροφική περίοδο και μέσα από τη διαχείριση της πανδημίας, αλλά και της οικονομίας από την πλευρά της κυβέρνησης της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη». Συμπλήρωσε ότι αυτό, όπως και η πανδημία, οι εργασιακές σχέσεις, ο κατώτατος μισθός, η αδιαφάνεια του δημόσιου χρήματος εν μέσω πανδημίας, είναι κρίσιμα θέματα που αφορούν τους πολίτες και που θα κληθεί να δώσει απαντήσεις όποιος εκλεγεί στο ΚΙΝ.ΑΛΛ. Υποστήριξε δε, πως αν ο κ. Μητσοτάκης κάνει εκλογές, «θα τις κάνει για να αποφύγει την κατάρρευση, όχι γιατί θα είναι βέβαιος ότι θα τις κερδίσει».
Ειδικότερα, μιλώντας για την πανδημία, ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι «ένα χρόνο μετά είμαστε χειρότερα, είμαστε χειρότεροι σε όλη την Ευρώπη σε θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού», τονίζοντας ότι «δεν είναι δυνατόν να βιώνει η Ελλάδα τέτοια εικόνα σήμερα, με καθημερινά εκατοντάδες ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους και εκατοντάδες προχείρως διασωληνωμένους έξω από ΜΕΘ». Σημείωσε ότι «η κυβέρνηση έχει τεράστια ευθύνη» και επανέλαβε τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ με αιχμή την ενίσχυση του ΕΣΥ και της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, την αναγκαιότητα ύπαρξης «σοβαρής επιδημιολογικής επιτήρησης και ιχνηλάτησης», μέτρα προστασίας σε μέρη μεγάλου συνωστισμού, όπως μέσα μαζικής μεταφοράς και σχολεία, καθώς και τον εμβολιασμό. Επ’ αυτού, είπε ότι «επίσης είμαστε με αρνητικές πρωτιές» και πως «αυτό αντανακλά γενικότερο κλίμα αναξιοπιστίας που εκπέμπει η κυβέρνηση στην κοινωνία» και «το χρεώνεται ο κ. Μητσοτάκης προσωπικά γιατί με παλινωδίες δημιούργησε κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης στην κοινωνία».
Τόνισε, ότι χρειάζεται ειδική εκστρατεία πειθούς στους ανεμβολίαστους συμπολίτες μας που είναι φοβισμένοι ή έχουν ελλιπή ενημέρωση, όμως η κυβέρνηση «σπατάλησε πολλά χρήματα σε μια καμπάνια που είχε στόχο να ενισχύει το προφίλ Μητσοτάκη στα μέσα μαζικής ενημέρωσης». Είπε ότι δόθηκαν 40 εκατ. «για να δημιουργήσει ένα καθεστώς στα ΜΜΕ, το οποίο και εξετάζεται στην εξεταστική που συστήθηκε». Τόνισε ότι αυτό είναι «βαθιά ανήθικο» αλλά έχει και «πολύ αρνητικά αποτελέσματα», αφού «στην πράξη δεν πείστηκαν οι συμπολίτες μας που έχουν ελλιπή ενημέρωση για την αναγκαιότητα του εμβολιασμού».
Ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι αφού η κυβέρνηση απέτυχε, «προσήλθε στη βασική τακτική που ακολουθεί κάθε αποτυχημένος, στον αυταρχισμό, στα τιμωρητικά πρόστιμα, με την ακατανόητη απόφαση να ορίσει μια στρεβλή λογική της υποχρεωτικότητας, χωρίς να έχει κανένα ενδιάμεσο στάδιο, χωρίς να δώσει κίνητρα». Έτσι, είπε, «αυτός που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα πράγματι εκβιάζεται κι αυτός που την έχει, εξαγοράζει το δικαίωμα του στην άρνηση». Σημείωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταψήφισε το μέτρο γιατί «δεν έχει καμία λογική», «χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν κατανοούμε απολύτως την ανάγκη για ουσιαστικά μέτρα που θα ενθαρρύνουν ή και θα εξαναγκάσουν κάποιες κατηγορίες συμπολιτών μας, ιδιαίτερα αυτούς που ανήκουν σε αυτούς που ονομάζουμε υπερμεταδότες, που έρχονται σε επαφή με πάρα πολύ κόσμο, όπως έγινε και με τους γιατρούς στα νοσοκομεία. Θα ήμασταν θετικοί σε μια τέτοια προοπτική, αλλά όχι σε μια δήθεν υποχρεωτικότητα τιμωρητικού και ανόητου χαρακτήρα, όπως αυτή που επιβάλλει η κυβέρνηση στους άνω των 60 ετών», πρόσθεσε.
Ο ίδιος χαρακτήρισε «μεγάλο θράσος» της κυβέρνησης «να έχεις 150 ανθρώπους εκτός ΜΕΘ καθημερινά και να επιχαίρεις ότι έχεις κάνει μεγάλη αύξηση των κλινών ΜΕΘ». Πρόσθεσε ότι δεν επαρκεί ότι «έγιναν κάποιες προσλήψεις επικουρικών γιατρών και νοσηλευτών», καθώς «μόνιμος δεν ήρθε ούτε ένας» και «ο αριθμός των κενών οργανικών θέσεων υπερβαίνει τις 15.000». Υπογράμμισε ότι ενώ η Ευρώπη λέει «δώστε χρήματα για την Υγεία γιατί η πανδημία είναι απειλή», η κυβέρνηση «συνεχίζει οικειοθελώς την πολιτική του ΔΝΤ και των μνημονίων στην Υγεία, και φέτος σε χρονιά σκληρής πανδημικής κρίσης, μειώνει τον προϋπολογισμό για την Υγεία 800 εκατ.». Κατηγόρησε τον κ. Μητσοτάκη για «ιδεοληπτική στάση», ότι «απεχθάνεται οτιδήποτε δημόσιο, η αντίληψη του είναι η εκχώρηση των πάντων στην ιδιωτική σφαίρα» και πως «αυτή η αντίληψη ως χώρα μας οδήγησε στη χρεοκοπία». «Ο κ. Μητσοτάκης επιμένει σε αυτές τις αποτυχημένες συνταγές, που επιπλέον εν ώρα πανδημίας είναι καταστροφικές» επεσήμανε.
«Παρά την καθυστέρηση, ακόμα και τώρα πρέπει να αναπτυχθούν 200 κλίνες επιπλέον, μέσα από την επίταξη των ιδιωτικών και στρατιωτικών νοσηλευτηρίων, αλλά και την δημιουργία νέων κλινών στα νοσοκομεία, για να μην έχουμε συνανθρώπους μας εκτός ΜΕΘ» είπε ο κ. Τσίπρας. «Βγήκε ο κ. Μητσοτάκης και έκανε και τον γιατρό – δεν μας έφτανε που είναι πρωθυπουργός είναι και γιατρός ταυτόχρονα – και μας είπε ότι το ίδιο είναι να είσαι μέσα, το ίδιο να είσαι έξω», σχολίασε.
Επέκρινε τον πρωθυπουργό γιατί «τρεις φορές εξήγγειλε το τέλος της πανδημίας». «Το ‘εμβολιαστείτε και τελειώσαμε’ ήταν πολύ μεγάλο λάθος και έδωσε ένα λάθος μήνυμα, όπως και η ρητορική περί ‘πανδημίας ανεμβολίαστων’. Τί σημαίνει αυτό; Ότι εσύ που εμβολιάστηκες είσαι ξέγνοιαστος, κάνε τη ζωή σου όπως πριν. Λάθος», είπε. «Και το βλέπουμε», συνέχισε, «διότι προφανώς η πλειοψηφία των κρουσμάτων και των νοσούντων είναι ανεμβολίαστοι, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό είναι και εμβολιασμένοι που έχει να κάνει και με το γεγονός των μεταλλάξεων και με το γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή δεν είχε 100% κάλυψη το εμβόλιο – ένας στους δέκα, από την πρώτη στιγμή μπορούσε να νοσήσει».
Μιλώντας για την οικονομία και την ακρίβεια, ο κ. Τσίπρας είπε ότι «βιώνουμε το παράδοξο να μιλάμε για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ στην πραγματικότητα είναι ανάκαμψη από τη μεγάλη ύφεση της περασμένης χρονιάς – αλλά θετικοί ρυθμοί και αυτό είναι θετικό – και να ψάχνει ο πολίτης να βρει στην τσέπη του που είναι αυτή η ανάπτυξη». Σημείωσε ότι «μεγάλη μερίδα των συμπολιτών μας και των νοικοκυριών, ζουν το σύνδρομο της τρίτης εβδομάδας που τελειώνουν τα λεφτά». Καταλόγισε την ευθύνη στην κυβέρνηση σε τρία επίπεδα: «Δεν αντιλήφθηκε εγκαίρως ότι έρχεται μεγάλο κύμα ακρίβειας. Όταν το αντιλήφθηκε, τα μέτρα που έλαβε ήταν μέτρα-ασπιρίνες. Εν μέσω της ενεργειακής κρίσης, η σπουδή της ήταν η εκχώρηση του 17% της ΔΕΗ σε ιδιωτικά συμφέροντα μέσω του χρηματιστηρίου».
Κατηγόρησε την κυβέρνηση για αλλαγή στρατηγικής της με την εκλογή της, με αποτέλεσμα «να είμαστε πρωταθλητές στη χονδρική τιμή ρεύματος στην Ευρώπη», ενώ της απέδωσε την ευθύνη και για «θεσμικό κενό»: Η ΡΑΕ και η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν παρεμβαίνουν, είπε, ζητώντας ενεργοποίηση τους, μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και αύξηση του κατώτατου μισθού. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από αυτό του κ. Μητσοτάκη, ότι τα μέτρα που πήρε θα μειώσουν τις αυξήσεις στο ρεύμα κατά 80% και ότι η αύξηση που θα δει ο πολίτης στο τιμολόγιο δεν θα είναι πάνω από 2 ευρώ», παρατήρησε. Μίλησε για «δόλια παραπλάνηση, αλλά και ψέμα ανόητο», σχολιάζοντας: «Δεν βλέπει ο πολίτης το λογαριασμό, ότι δεν είναι 2 αλλά 200, 300, 400 ευρώ επάνω, και για τις επιχειρήσεις 2.000 επάνω;». Τόνισε, ότι «όσο ο κ. Μητσοτάκης σφυρίζει κλέφτικα, τόσο θα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση κοινωνικής απόγνωσης και σε μια κατάσταση που φοβάμαι ότι θα οδηγήσει σε διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής και κοινωνικές εντάσεις».
Ερωτηθείς για τις εκλογές στο ΚΙΝΑΛ, ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι «το κρίσιμο ερώτημα για όποιον εκλεγεί την Κυριακή, θα είναι τα προβλήματα της κοινωνίας και οι προτάσεις πάνω σε αυτά. Οι θέσεις, όχι μόνο για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις αλλά και για το άμεσο διακύβευμα, που είναι ότι η χώρα πάει πίσω με την κυβέρνηση της ΝΔ και ότι η χώρα βιώνει μια μεγάλη οπισθοδρόμηση με την κυβέρνηση της Δεξιάς». Σημείωσε πως όταν αναφερόμαστε σε «προοδευτικές δυνάμεις», αυτό δεν μπορεί να είναι αδιάφορο και πως «δημοκρατική παράταξη σημαίνει μέτωπο απέναντι στη δεξιά, αλλιώς δεν μπορεί να είσαι και με τη Δεξιά και με τη δημοκρατική παράταξη».
«Αυτά είναι κρίσιμα θέματα που θα κληθεί να δώσει απαντήσεις όποιος εκλεγεί στο ΚΙΝ.ΑΛΛ. και είναι θέματα που αφορούν τους πολίτες», είπε ο Αλ. Τσίπρας. Τόνισε σε αυτό το σημείο, πως «το κρίσιμο είναι ότι πρέπει να υπάρξει πολιτική αλλαγή και πρέπει να υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση για να προχωρήσει ο τόπος μπροστά, αφήνοντας πίσω μια καταστροφική περίοδο και μέσα από τη διαχείριση της πανδημίας αλλά και της οικονομίας από την πλευρά της κυβέρνησης της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη».
Αναφορικά με τις δημοσκοπήσεις, σχολίασε λέγοντας ότι «δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει στη χώρα το φαινόμενο να έχεις σχεδόν όλες τις δημοσκοπικές μετρήσεις να δίνουν ανάποδα αποτελέσματα από αυτά που βγάζει η κάλπη. Παράξενο πράγμα, μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό, και το ακόμα πιο παράξενο είναι, ότι αφορούσαν έναν υποψήφιο που είχε απ’ ό,τι φαίνεται από τον φιλοκυβερνητικό Τύπο, ιδιαίτερα ευμενή μεταχείριση από το σύστημα Μαξίμου».
Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε ότι «στο τέλος της ημέρας, το κρίσιμο διακύβευμα έχει να κάνει με την καθημερινότητα των ανθρώπων, τι προτείνεις για τη διακυβέρνηση, τι θέλεις να συμβεί στη χώρα και αργά ή γρήγορα αυτό θα κληθεί εκ των πραγμάτων να κάνει ένα κόμμα που δεν έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει από μόνο του τη διακυβέρνηση -πόσο μάλλον σε συνθήκες απλής αναλογικής – να πάρει θέση με ποιον απ’ τους δυο».
Είπε ότι το επικείμενο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα είναι «συνέδριο τομής και συνέχειας, όπου θα επικυρώσουμε τη συμπόρευσή μας με στελέχη και δυνάμεις από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο σε ένα ενιαίο κόμμα, τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ταυτόχρονα όμως θα επικυρώσουμε και την ανανέωση της στελεχικής βάσης του κόμματος, θα επικυρώσουμε και ένα άνοιγμα στην ελληνική κοινωνία, πιστεύω με μια σημαντική παρακαταθήκη που έχει να κάνει με τον αριθμό των μελών μας που αυξήθηκε σημαντικά».
Μίλησε για ποιοτική διαφορά στο να πηγαίνει κανείς στην κάλπη να ψηφίζει για τον αρχηγό ενός κόμματος, χωρίς να θέλει να συμμετάσχει άλλοτε στις διαδικασίες αυτού του κόμματος και στην παραγωγή της πολιτικής και ότι είναι άλλο να είναι κανείς μέλος ενός κόμματος, που να παίρνει μέρος στις αποφάσεις, να σχηματίζει τις αποφάσεις μέσα απ’ τις παρεμβάσεις και τις δράσεις του. «Για εμάς λοιπόν, έχει μια αξία που έχουμε διπλασιάσει τα μέλη μας. Για εμάς έχει μια αξία, που μέσα από το συνέδριο αυτό έχουμε στόχο το ακόμα μεγαλύτερο άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στην κοινωνία». Πρόσθεσε ότι «αυτό το δύσκολο στοίχημα θα το πετύχουμε μέσα από μια συντεταγμένη πορεία και μέσα από ένα συνέδριο που θα κληθεί να πάρει κρίσιμες αποφάσεις».
Ερωτηθείς για τις εκλογές, είπε ότι όσο περνά ο καιρός, αυτό θα αρχίσει να γίνεται ένα αίτημα της κοινωνίας. Ανέφερε ότι ένας πρωθυπουργός πάει σε πρόωρες εκλογές για δύο λόγους: «είτε επειδή είναι απολύτως βέβαιος ότι θα τις κερδίσει, είτε αν βλέπει ότι τα πράγματα έχουν σκουρύνει τόσο πολύ, που θέλει να προλάβει την κατάρρευση» και «ο κ. Μητσοτάκης έχει απομακρυνθεί απόλυτα από το πρώτο ενδεχόμενο και προσεγγίζει το δεύτερο». Έτσι, «αν λοιπόν θα κάνει εκλογές, θα κάνει για να αποφύγει την κατάρρευση, όχι γιατί θα είναι βέβαιος ότι θα τις κερδίσει, έχει τελειώσει αυτό το σενάριο…» παρατήρησε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.