Ήταν νέοι, ερωτευμένοι. Έκαναν όνειρα κοινά. Να μεγαλώσουν μαζί, να ζήσουν μαζί, να πετάξουν μαζί. Πραγματοποιήθηκε μόνο το τελευταίο. Οι δυο νέοι πέταξαν μαζί, εγκλωβισμένοι στα ερείπια ενός τοίχου που κατέρρευσε στην στενωπό ενός μικρού δρόμου, στο Βαθύ της Σάμου, βυθίζοντας στη θλίψη την τοπική κοινωνία. Αλλά και το πανελλήνιο.
Είναι δύσκολο να βρεις τις λέξεις, είναι δύσκολο να συγκροτήσεις έναν ειρμό σκέψης, όταν καλείσαι να διαχειριστείς την απώλεια δύο νέων ανθρώπων. Είναι αφύσικο, μη αποδεκτό. Όχι, οι νέοι πρέπει να ζουν, να ερωτεύονται, να ρίχνονται στην αρένα της ζωής άφθαρτοι. Ανέγγιχτοι. Μόνον ο χρόνος έχει το δικαίωμα να αφήσει το σημάδι του επάνω τους. Ο χρόνος, όχι η στιγμή.