Στις 30 Μαρτίου 1929, ο Αλέξανδρος Σβώλος εκφώνησε τον εναρκτήριο λόγο του ως Καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, με θέμα του τα «Προβλήματα της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας».
Αντικείμενο της επιστημονικής ερεύνης του, «μάλλον τα οργανωτικά εκείνα προβλήματα του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος της καθολικής ψήφου, όσα ανάγονται εις την ανάγκην ισορροπίας των βουλήσεων και των συμφερόντων εν τω τύπω τούτω της Πολιτείας» (*).
Καρπός της ευρυτάτης υψηλού επιστημονικού επιπέδου επισκοπήσεώς του, η ανάδειξη του φαινομένου της απολυταρχίας και σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, η αιτιολόγηση της αναγκαιότητος αντιμετωπίσεως της τοιαύτης απολυταρχίας και ο προσδιορισμός μέσων τινών – σχετικής πάντως αξίας – προς επίτευξιν του σκοπού τούτου.
Στις αναλυτικότερές του αναφορές στα αντίρροπα, στους φραγμούς, στα νόμιμα μέσα αντιστάσεως προς περιορισμό της απολυταρχίας σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ξεχωριστή θέση έδωσε στον εναρκτήριο λόγο του ως Καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου ο Αλέξανδρος Σβώλος στην Τοπική Αυτοδιοίκηση(**), αφιερώσας μάλιστα εις αυτήν ιδιαίτερο κεφάλαιο.
Θα ήταν χρήσιμο οι ασχολούμενοι με την Τοπική Αυτοδιοίκηση αλλά και οι οπωσδήποτε ενδιαφερόμενοι γι’ αυτή, να μελετήσουν με προσοχή τα «Προβλήματα της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» του Αλέξανδρου Σβώλου (βλ. Προβλήματα του Έθνους και της Δημοκρατίας, Εκδόσεις Στοχαστής, Αθήνα 1972, Τόμος δεύτερος, Σελ. 75-138), και ξεχωριστά το ιδιαίτερο κεφάλαιο το αφιερωμένο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση που καταχωρώ εδώ στο Δελτίο της Μονάδας Τεκμηρίωσης και Μελέτης Ζητημάτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης των Εκδόσεων Παντελόγλου – και τούτο διότι αυτό μπορεί να βοηθήσει στην διαμόρφωση πεποιθήσεως και στην δι’ ενεργειών εκδήλωσή της, προς αποτροπήν της μετατροπής των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως σε στηρίγματα της απολυταρχίας σε συνθήκες κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα, εξέλιξη που τυχόν πραγματοποιουμένη θα καταγραφόταν ως άκρως αρνητική μάλιστα σε στιγμές δυσχερέστερης πορείας των Ελλήνων, εφ’ όσον αυτή λαμβάνει χώραν πλέον στο, ούτως ή άλλως, δύσκολο τοπίο της Ευρωπαϊκής ενοποιήσεως και της Παγκοσμίου διακυβερνήσεως(***).
Και τώρα το περί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως κεφάλαιο των «Προβλημάτων της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας» του Αλέξανδρου Σβώλου – οι δι’ αριθμών σημειούμενες υποσημειώσεις είναι του Αλέξανδρου Σβώλου∙ είχαν τεθεί κατά την έκδοσιν του εναρκτηρίου λόγου του σε αυτοτελή τόμο το έτος 1931, και περιλαμβάνονται φυσικά στην ανωτέρω σημειωθείσα έκδοση του «Στοχαστή», εδώ καταχωρούνται με ορισμένες συντομεύσεις. Οι δι’ αστερίσκων σημειούμενες υποσημειώσεις έχουν τεθεί από εμέ:
«Η ευρύτης της δικαιοδοσίας της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως αποτελεί ειλικρινές και σοβαρόν αντίρροπον κατά της συγκεντρωτικότητος της εξουσίας των κομματικών πλειοψηφιών(****).
Το παράδειγμα των Νομαρχιακών Συμβουλίων εν Γαλλία, και γενικώτερον των αιρετών Σωμάτων των μεγάλων περιφερειών Αυτοδιοικήσεως, αποδεικνύει μεν ότι δύνανται και εντός των κόλπων της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως να συγκρούωνται, εν μικρογραφία, και πάλιν αι δυνάμεις των κοινοβουλευτικών κομμάτων, αλλά πάντως δεν αναιρεί το θεμελιώδες αγαθόν του συστήματος, ότι δηλαδή δια της δημιουργίας πολλαπλών πηγών ασκήσεως εξουσίας(*****) περιορίζεται κατά τινα θέματα η εξουσία της Κρατικής Αρχής και επομένως, όπου ιδίως αι τοπικαί αναλογίαι των κομματικών δυνάμεων παραλλάσσουν της κοινοβουλευτικής, δύνανται και αι μειοψηφίαι ν’ ασκούν εξουσίαν. Τούτο δε, δεδομένου ότι και δια της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ασκείται ωρισμένη πολιτική …, έχει μεγάλην υλικήν και ηθικήν σημασίαν(******).
Τούτου ένεκα είναι χαρακτηριστικόν ότι εις τα πλείστα των Συνταγμάτων της μεταπολεμικής εποχής ετέθησαν ιδιαιτέρως εκτενείς διατάξεις περί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως(1). Η θεωρία δύναται να συζητή περί της νομικής αξίας αυτών(2). Αλλ’ όπου το Σύνταγμα έθεσε Δίκαιον περιορίζον τον νομοθέτην εν τη ρυθμίσει της λειτουργίας της Αυτοδιοικήσεως ως παρ’ ημίν (άρθρ. 107), η παραβίασις αυτού είναι ιδιαιτέρως αντιδημοκρατική και επικίνδυνος, διότι μειώνει την σημασίαν μιας έτι δυνάμεως αντιστάσεως των πολιτών κατά της κοινοβουλευτικής παντοδυναμίας εν τη δημοκρατία. Αλλά και εάν δεν πρόκειται περί συνταγματικών κανόνων του Δικαίου της Αυτοδιοικήσεως, αλλά περί απλής «καθοδηγητικής γραμμής», πάλιν η προς αυτήν αντίθεσις της νομοθεσίας είναι καταδικαστέα ως βλαβερά δια το δημοκρατικόν συμφέρον του λαού(*******).
(1) Διατάξεις περί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ανευρίσκομεν λ.χ. εις το Σύνταγμα της Γερμανικής Επικρατείας (άρθρ. 127), … του Βελγίου (άρθρ. 108 ως αναθεωρήθη την 24 Αυγούστου 1921), της Αυστρίας (άρθρ. 115 και 120), της Εσθονίας (άρθρ. 75-77), της Πολωνίας (άρθρ. 67), της Γιουγκοσλαβίας (άρθρ. 96 επομ.), της Φινλανδίας (άρθρ. 51), της Λιθουανίας (άρθρ. 6, 71-73), της Ρουμανίας (άρθρ. 108) κά. – Επίσης εις το νέον ημών Σύνταγμα [του 1927] (άρθρ. 107).
(2) Τας περί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως διατάξεις των μεταπολεμικών Συνταγμάτων δυνάμεθα να διακρίνωμεν εις δύο κατηγορίας: α) εις διατάξεις εξαγγελούσας αορίστως την αρχήν και υποδεικνυούσας εις τον νομοθέτην κατευθυντηρίους τινάς γραμμάς προς εφαρμογήν αυτής και β) εις διατάξεις δι’ ων τίθενται ωρισμέναι ή αι κυριώτεραι βάσεις Δικαίου της πραγματώσεως ή ασφαλείας της αρχής, αφιεμένης ελευθερίας εις τον νομοθέτην δια παν έτερον ή δι’ ωρισμένα θέματα.
Της πρώτης κατηγορίας τυπικόν παράδειγμα δύναται να θεωρηθή η διάταξις του άρθρ. 127 του Γερμανικού Συντάγματος («Κοινότητες και Σύνδεσμοι Κοινοτήτων έχουν το δικαίωμα της αυτοδιοικήσεως, εντός των ορίων των νόμων»). …
Οι περισσότεροι των ερμηνευτών του Γερμανικού Συντάγματος, … δέχονται ότι η ανωτέρω διάταξις «έχει καθαρώς τυπικήν σημασίαν … Και επειδή η διάταξις αύτη … αφήνει πλήρη ελευθερίαν εις τον νομοθέτην, τόσον ως προς τον κατ’ αντικείμενο καθορισμόν της αυτοδιοικήσεως, όσον και ως προς την διαμόρφωσιν της περιοριζούσης την αυτοδιοίκησιν ταύτην κρατικής εποπτείας, έπεται ότι ουσιαστικώς ουδέν εξασφαλίζει υπέρ των Κοινοτήτων κλπ.» …
Κατά της διδασκαλίας ταύτης υπάρχει αντίθετος, νεωτέρα τάσις, δεχομένη ότι εκ της εν τω κεφαλαίω περί «θεμελιωδών δικαιωμάτων κλπ.» του Γερμανικού Συντάγματος θέσεως του άρθρ. 127 εξάγεται ότι τούτο καθιεροί αναμφιβόλως το δικαίωμα της αυτοδιοικήσεως ως συνταγματικώς ανεγνωρισμένον θεμελιώδες δικαίωμα – «Grundrecht» – και ότι η διάταξις αύτη δέον λογικώς να νοηθή ως σημαίνουσα ότι τα «όρια των νόμων» δεν δύνανται να είναι τόσον στενά ώστε η άσκησις του δικαιώματος της αυτοδιοικήσεως πρακτικώς να ατονήση, ως προς τούτο δε το άρθρ. 127 περιέχει ουσιαστικήν εγγύησιν». … Το απασχολούν, κυρίως, τους νομικούς της νεωτέρας ταύτης διδασκαλίας ζήτημα είναι αν δύναται ο νομοθέτης να καταργήση Κοινότητα ή Αυτοδιοικούμενον Οργανισμόν άνευ της συγκαταθέσεώς του. Το δικαίωμα τούτο του νομοθέτου αρνείται ο Stier Somlo (ίδε και το τελευταίον άρθρον του, «Reichsstaatsgerichtshof und das Grundrecht der Selbstverwaltung» εν Archiv. d. oeff. R., 1930 τόμ. 19/58, σ. 256 επομ.) εξ αφορμής του Πρωσσικού νόμου της 29 Ιουλίου 1929 δι’ ου διελύθησαν Κοινότητές τινες. …
Πολλώ μάλλον, επομένως, θα θεωρήσωμεν ως σύστημα κανόνων Δικαίου το περιεχόμενον των Συνταγμάτων της δευτέρας κατηγορίας (… Αυστριακού, Εσθονικού, Πολωνικού …, του καταλυθέντος Γιουγκοσλαβικού κά.) δι’ ων τίθενται συγκεκριμέναι βάσεις του Δικαίου της Αυτοδιοικήσεως, ακριβώς ίνα ουδέ η νομοθεσία δύναται να μεταβάλλη αυτάς.
Το αυτό δέον να λεχθή και ως προς την έννοιαν του άρθρ. 107 του ημετέρου Συντάγματος [του 1927], το οποίον περιέχει μεν και υποδείξεις προς τον νομοθέτην, αλλά πρωτίστως θέτει κανόνας Δικαίου της Αυτοδιοικήσεως επί τω σκοπώ να δεσμεύση δι’ αυτών την νομοθεσίαν. … Ούτω κανόνες Δικαίου αναμφιβόλως είναι αι διατάξεις του άρθρ. 107 του Συντάγματος, δι’ ων ορίζεται η Κοινότης ως πρώτη βαθμίς Αυτοδιοικουμένου Οργανισμού, ίνα απαγορευθή η κατάλυσις της Κοινότητος και η συγχώνευσις εν τω Δήμω. Επίσης η διάταξις καθ’ ην «το δικαίωμα του αποφασίζειν επί των ζητημάτων της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως ανήκει απαραιτήτως εις αιρετά Όργανα», … εξ ης συνάγεται ότι ου μόνον η Διοίκησις αλλ’ ουδ’ ο νόμος δύναται να υποκατασταθή εις την βούλησιν των αιρετών Οργάνων περί των ως άνω ζητημάτων. Επίσης η περί καθολικής ψηφοφορίας διάταξις, ήτις άλλωστε αποτελεί επανάληψιν ισχύοντος συνταγματικού κανόνος Δικαίου (άρθρ. 105 Συντάγματος 1864/1911). Και τέλος η διάταξις καθ’ ην η ρύθμισις της εποπτείας του Κράτους επί της Αυτοδιοικήσεως δέον να είναι τοιαύτη, ώστε να μη εμποδίζεται η πρωτοβουλία και η ελευθέρα δράσις αυτής. Και επομένως αν η νομοθεσία εν τη περαιτέρω εφαρμογή της περί της Αυτοδιοικήσεως αρχής – ήτις, γνωστή ήδη εκ τε του Συντάγματος του 1864 εις το οποίον ενσυνειδήτως εισήχθη ως στοιχείον δημοκρατικόν και εκ της νομοθεσίας, επαναλαμβάνεται δια του άρθρ. 107 εδ. 1 – παραβή είτε αμέσως τους ανωτέρω περιορισμούς, είτε εμμέσως, εις τα δικαστήρια ανήκει να κρίνουν αν το περιεχόμενον τοιούτου νόμου αντίκειται εις το Σύνταγμα…»
(*) Στην παρούσα υποσημείωση χρήσιμο θαρρώ να παραθέσω ολίγα τινα από τον εναρκτήριο λόγο του Αλέξανδρου Σβώλου σχετικά με την ισορροπία των βουλήσεων και των συμφερόντων στην κοινοβουλευτική δημοκρατία – και τούτο διότι τα κρίνω επεξηγηματικά της εννοίας, δικαιολογικά της προελεύσεώς της αλλά και της επισημάνσεως αυτής από τους αρχαίους χρόνους ακόμη ως ιδανικού μα και προβλήματος, καθώς και επαρκώς διαφωτιστικά όσον αφορά την αναγκαιότητα διαμορφώσεως των συνθηκών υπάρξεώς της στην καθ’ ημέρα πράξη, πολύ περισσότερο που δια της υπάρξεώς της δεν παρεμποδίζεται η κοινωνικοοικονομική πολιτιστική και πολιτική πρόοδος, κάθε άλλο μάλιστα!
«… το τόσον αναγκαίον εν τη δημοκρατία ‘δόγμα της πλειοψηφίας’ δυσκόλως δύναται να συμβιβασθή προς το αίσθημα της ελευθερίας. Είναι δε τόσον φυσική η αντίθεσις αύτη, ώστε δύναταί τις να φαντασθή ότι θα υφίσταται και όταν ακόμη η κοινωνική βάσις του πολιτεύματος ριζικώς μεταβληθή, δια της καταλύσεως της διακρίσεως τάξεων …
Ο Αριστοτέλης, ο οποίος είχε αντιληφθή τα βασικώτατα στοιχεία της λαοκρατίας, κατενόει ότι ο συνδυασμός αυτών αποτελεί ιδανικόν και πρόβλημα συνάμα. Διότι ‘υπόθεσις της δημοκρατικής πολιτείας ελευθερία … τούτου γαρ στοχάζεσθαί φασι πάσαν δημοκρατίαν. Ελευθερίας δε έν μεν το εν μέρει άρχεσθαι και άρχειν … τούτου δ’ όντος του δικαίου, το πλήθος αναγκαίον είναι κύριον και ό,τι αν δόξη, τοις πλείοσι, τουτ’ είναι και το δίκαιον … Έν μεν ουν της ελευθερίας σημείον τούτο … Έν δε το ζην ως βούλεταί τις … είπερ του δούλου όντος το ζην μη ως βούλεται … Εντεύθεν∙ δ’ ελήλυθε το μη άρχεσθαι, μάλιστα μεν υπό του μηδενός, ει δε μη, κατά μέρος …» (Πολιτικών βιβλ. ΣΤ’ κεφ. α’ 6-7).
Αλλ’ ό,τι αφορά εις το παρόν της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, υπό την έποψιν του ανωτέρω συνδυασμού, αξιοσημείωτον είναι ότι το Δίκαιον αυτής, ενώ τείνει εις τόνωσιν της νομικής θέσεως της εκτελεστικής εξουσίας, προσπαθεί εξ άλλου ν’ ασφαλίση δια ποικίλων συνδυασμών ισορροπίαν τινά των πολιτικών θελήσεων, ειδικώτερον προς προστασίαν της ελευθερίας και προς επαλήθευσιν του ‘κατά μέρος άρχεσθαι’ των πολιτών. …
Το χαρακτηριστικόν του κοινοβουλευτικού δημοκρατικού πολιτεύματος είναι … ότι αυτό το Δίκαιον, κατ’ αρχήν, ευνοεί την ζύμωσιν των πολιτικών θελήσεων και την μεταλλαγήν των φορέων της πολιτικής εξουσίας. Πραγματοποιείται δε ο σκοπός ούτος του Δικαίου τόσον πληρέστερον όσον η κοινωνική πραγματικότης υποβοηθεί αυτήν. …
… ως τύπος δι’ ου επεδιώχθη συνδυασμός της ελευθερίας προς την ισότητα εντός της συγχρόνου οργανώσεως της κοινωνίας, η κοινοβουλευτική δημοκρατία απέδειξεν, εν συγκρίσει προς άλλα πολιτεύματα, μείζονα επιτυχίαν. Διότι δια μέσου αυτής κατέστη δυνατόν ν’ αποδώση μείζονα καρπόν η κατάκτησις της πολιτικής εξουσίας υπό διαρκώς ευρυτέρων μαζών και να εξυψωθή εμπράκτως περισσότερον το επίπεδον της ατομικής και της ομαδικής ελευθερίας, ως συνέπεια του ελέγχου των πράξεων της εκτελεστικής εξουσίας. Αφηρημένως δε ακόμη δύναταί τις να είπη ότι δια του σχήματος τούτου του πολιτεύματος δύνανται να επιδιωχθούν και περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, ζωτικής σημασίας, εις την κοινωνικήν ζωήν – περιλαμβανομένων και εκείνων ακόμη των πολιτικών ανατροπών, δια τας οποίας προαπαιτείται η ωριμότης των κοινωνικών όρων.»
Επιπροσθέτως εις τα όσα εν κατακλείδι του παρατεθέντος αποσπάσματος του εναρκτηρίου λόγου του υποστήριζε ο Αλέξανδρος Σβώλος σημειώνω εδώ ότι και ο σώφρων πολιτικός Γιάννης Πασαλίδης «θεωρούσε πως οι πολιτικές ελευθερίες δεν αντιστρατεύονται την κοινωνική πρόοδο – το αντίθετο» [βλ. και Κώστας Π. Παντελόγλου, Γιάννης Πασαλίδης ένα σημείωμα μ’ αφορμή την επέτειο του θανάτου του (14 Μαρτίου 1968), Εκδόσεις Παντελόγλου Κέντρο Κοινωνικοπολιτικών Μελετών & Ερευνών (ΚΚΜΕ), Δημοσίευση πρώτη – Αθήνα 2002].
Για ωρισμένες εκ των παλαιοτέρων μάλιστα εργασιών σοβαρών επιστημόνων και πολιτικών περί το Έθνος-Κράτος, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, και την πορεία των Ελλήνων, στο δύσκολο μέλλον της Ευρωπαϊκής ενοποιήσεως και της Παγκοσμίου διακυβερνήσεως, δύναται να πληροφορηθεί ο αναγνώστης από την εργασία μου με θέμα:
Μια βιβλιογραφική περιήγηση
σε πλευρές ζητήματα και στιγμές
της ελληνικής ευρωπαϊκής και παγκόσμιας
ιστορίας οικονομίας και πολιτικής
με προεκτάσεις στην φιλοσοφία το δίκαιο
την φυσική τα μαθηματικά την κυβερνητική
και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές την φιλολογία
την λαογραφία την κοινωνιολογία την επιστήμη του τύπου
και της μεγάλης επικοινωνίας την ιστορία της τέχνης και
των επιστημών την παιδεία τον πολιτισμό τον αθλητισμό
την περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη την χωροταξία
την πολεοδομία την αρχιτεκτονική τις συγκοινωνίες
και μεταφορές το περιβάλλον την τοπική αυτοδιοίκηση
που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Παντελόγλου το 2001 στην νέα τους σειρά Βοηθήματα Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως και αποτελείται από 9 Ντοσσιέ.
(****) Στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ως στήριγμα της εθνικής ζωής και της εν αυτή δημοκρατίας έχει αναφερθεί και ο διακεκριμένος επιστήμονας και πολιτικός Καθηγητής Νίκος Κιτσίκης σαν υποψήφιος Δήμαρχος Αθηναίων στην μεγάλη προεκλογική συγκέντρωση του συνδυασμού του στις 30 Ιουνίου 1964 ειπών τα εξής: «Η Τοπική Αυτοδιοίκηση που είναι θεσμός λαογέννητος, ο αρχαιότερος θεσμός του Έθνους, έκφραση και κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας, θεμέλιο της Δημοκρατίας … θα αναπτύξη τεράστιες λαϊκές δυνάμεις και θα επιβληθή. … Η Τοπική Αυτοδιοίκηση αποτελεί μέγα εθνικόν θέμα. Είναι θέμα οργανώσεως της Δημοκρατίας. Αποτελεί εθνικήν επιτακτικήν ανάγκην. Αν χωλαίνη η Τοπική Αυτοδιοίκηση σημαίνει ότι χωλαίνει η Εθνική μας Ζωή, ότι χωλαίνει η Δημοκρατία» (βλ. Σελίδες της Αθήνας και της Αυτοδιοίκησης, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 1, 20 Σεπτεμβρίου 1982, Σελ. 3 και Ριζοσπαστικές Σελίδες, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 2, 23 Οκτωβρίου 1989, Σελ. 4).
Ο σοφός δε Γιάννης Πασαλίδης εν όψει των Δημοτικών Εκλογών της 5ης Ιουλίου 1964 ετόνιζε: «Η βάσις της Δημοκρατίας είναι η Αυτοδιοίκησις», και συνέχιζε «Οι Άρχοντες του Δήμου – κι’ αυτό πρέπει να το καταλάβουν όλοι – είναι τα στηρίγματα, τα θεμέλια της πραγματικής Δημοκρατίας. … Η Αυτοδιοίκησις είναι στην ουσία νομοθετικό σώμα, Κοινοβούλιο του τόπου και πρέπει όλοι οι υπάλληλοι να σέβονται τα μέλη του Κοινοβουλίου αυτού, τους Δημοτικούς Συμβούλους. Και πρέπει να υψωθεί η Αυτοδιοίκησις ως εκεί. Να γίνει Κοινοβούλιο, να νομοθετεί στον τόπο του» (βλ. Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 34, 31 Μαΐου 1986, Σελ. 7).
Ας μου επιτραπεί να προσθέσω εδώ και την τοποθέτηση ενός εκλεκτού της Αυτοδιοικήσεως, του Δημάρχου Λαρίσης Αλέξανδρου Χονδρονάσιου∙ την διετύπωσε ενώπιον της Δ’ Γενικής Συνελεύσεως της Κεντρικής Ενώσεως Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος η οποία είχε λάβει χώραν από τις 20 έως και τις 23 Ιουνίου 1965 εις το Δημαρχείο των Αθηνών. «… Η έννοια της Αυτοδιοικήσεως – είχε πει ο Αλέξανδρος Χονδρονάσιος – δεν θα αποκτήση ουσιαστικόν περιεχόμενον όσο η Αυτοδιοίκησις παραμένει μια κατασκευή χωρικής διοικήσεως χωρίς ανάπτυξι του στοιχείου της οικονομικής διοικήσεως των τοπικών υποθέσεων τουλάχιστον εκείνων των τομέων οι οποίοι έχουν τον χαρακτήρα κοινής ωφελείας και κοινού ενδιαφέροντος. Αξιώνοντας κύριοι σύνεδροι – είχε υπογραμμίσει ο Αλέξανδρος Χονδρονάσιος – μια μεγαλύτερη εξουσία στον έλεγχο και στην διαχείρισι της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του τόπου μας, συντείνουμε στην ανοικοδόμησι μιας πραγματικής Δημοκρατίας και εισάγουμε την λαϊκήν θέλησιν στην διαχείρισι του δημοσίου βίου μας» (βλ. αναλυτικώτερα Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 20, 10 Απριλίου 1981, Σελ. 6-7).
(*****) Στο ζήτημα της κατακτήσεως και δημιουργίας κέντρων δημοκρατικής εξουσίας με αποφασίζουσα δύναμη στα πλαίσια του υπάρχοντος συστήματος, και μάλιστα με ιδιαίτερη αναφορά στην Τοπική Αυτοδιοίκηση όχι μόνο ως μέσον αντίρροπον στην εξουσία των κυρίαρχων τάξεων αλλά και ως προείκασμα της λαϊκής εξουσίας του μέλλοντος, έχει αναφερθεί και ο διακεκριμένος νομομαθής και πολιτικός Ηλίας Ηλιού κατά την ομιλία του με θέμα «Οικονομικοκοινωνική υποδομή και προσδιορισμός πολιτικών στόχων» στην Α’ Εβδομάδα Σύγχρονης Σκέψης που έλαβε χώραν 12-20 Μαΐου 1965 ειπών, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«… δια μέσου της Αυτοδιοίκησης, με την επιτυχία σε πολλές μεγάλες πόλεις, σε κρίσιμους χώρους, προοδευτικών Τοπικών Αρχόντων, βλάπτεται και παρεμποδίζεται η ανεμπόδιστη εξουσία του να λαμβάνουν αποφάσεις οι κυρίαρχες τάξεις, γι’ αυτό τον λόγο βλέπομε ότι γίνεται … μία προσπάθεια καταστρατήγησης της Αυτοδιοίκησης και αναπτύσσεται αντίστοιχα μια πάλη από τον λαό, τους Άρχοντες της Αυτοδιοίκησης, για την επανακα-τάκτηση και την σταθεροποίηση των εξουσιών και των δικαιω-μάτων και της αυτονομίας των Αυτοδιοικουμένων Οργάνων.
Εάν τώρα αυτό … ανέβαινε σε μορφές πάλης σαν τις ακόλουθες: σε κάθε περιοχή, είτε σε ένα νομό είτε σε μια μεγαλύτερη περιοχή (λ.χ. στην Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο), οι Δήμαρχοι, οι Κοινοτάρχες, οι συνεταιρισμοί, τα συνδικάτα, οι οργανώσεις που διαθέτουν μια έστω περιορισμένη νομική ή πραγματική εξουσία οργανώνανε συνέδρια τα οποία να μελετούσαν τα θέματα, τι πλουτοπαραγωγικοί πόροι υπάρχουν στην περιοχή, τι παράδοση και εξειδίκευση έχει ο πληθυσμός να παράγει, τι μπορεί να κατασκευάσει επικερδώς, … εάν αγωνισθεί γι’ αυτό, καταλαβαίνετε πως είναι δυνατόν να παίξει ρόλο και στον προσδιορισμό των στόχων της οικονομικής ανάπτυξης, και στον προσανατολισμό των επενδύσεων, και στην δημιουργία ευκαιριών απασχολήσεως, και στην ισόμετρη κατανομή της αναπτύξεως σε περισσότερες περιοχές. Εάν το προεκτείνουμε αυτό σε αγώνες για την εξουσία στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στα συνδικάτα, στους συνεταιρισμούς, … εάν αντιμετωπίσουμε το γεγονός ότι τα χρήματα του λαού που εισρέουν στους μεγάλους αυτόνομους Οργανισμούς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και Δημόσιες Επιχειρήσεις …, που είναι σχεδόν μισός δημόσιος προϋπολογισμός, … και αναπτυχθεί διεκδίκηση για να επιβληθεί σ’ όλα αυτά ο δημοκρατικός έλεγχος με την συμμετοχή εκλεγμένων εκπροσώπων του λαού, εάν το δούμε στην υψηλότερη στάθμη της συμμετοχής, συγκεκριμένα στην διεύθυνση της παραγωγής σε κάθε επιχείρηση με την πάλη για την καθιέρωση εργοστασιακών επιτροπών, θα έχομε … ανέβασμα των αγώνων σε συνεχώς υψηλότερο επίπεδο, … δημιουργία του καινούργιου, δημιουργία της λαϊκής εξουσίας σαν στοιχείου, σαν καταβολής που θα μπολιάζεται εδώ κι’ εκεί κι ολοένα πυκνότερα μέσα στο παλαιό σύστημα. Δεν υπήρξε καμμία πολιτική, καμμία καθεστωτική μεταβολή, καμμία κοινωνική μεταβολή, καμμία αλλαγή κοινωνικού συστήματος στην ιστορία, που να μην προϊδέασαν πρωτύτερα στοιχεία και μονάδες του καινούργιου που δημιουργήθηκαν μέσα στο παλαιό ενώ εξακολουθούσε να ισχύει το παλαιό και που σιγά-σιγά το εξασθένησαν» (βλ. Α’ Εβδομάδα Σύγχρονης Σκέψης 12-20 Μάη 1965, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1966, Σελ. 546-547, αλλά και Ηριδανός δίμηνη έκδοση ενημέρωσης και προβληματισμού, Εκδόσεις Ηριδανός, Τεύχος 2-3, Αθήνα Γενάρης Απρίλης 1973, Σελ. 35-36).
Προσθέτως σημειώνω εδώ ότι ο Ηλίας Ηλιού στην ίδια ομιλία είχε τονίσει πως «ο μεγαλύτερος πολιτικός κίνδυνος είναι να χάσει η κοινωνική πρωτοπορία την πρωτοβουλία», και υποδείκνυε ότι «μελετώντας προσεκτικά τα προβλήματα που δημιουργούν οι ραγδαίες μεταβολές στην υποδομή» πρέπει να προβάλλει «στόχους σχετικούς λ.χ. με την ανισόμετρη ανάπτυξη των διαφόρων περιοχών, με τα θέματα αναπροσαρμογής των εργαζομένων που κατά τόπους ή κατά τομείς παραγωγής αχρηστεύονται, των χωρονομικών ρυθμίσεων, του στεγαστικού, των συγκοινωνιών, της πολεοδομίας, των κοινωνικών υπηρεσιών, της τεχνικής παιδείας, της δημιουργίας απασχολήσεων». Και συνέχιζε: «… τα πάντα από την απασχόληση και την σταδιοδρομία των εργαζομένων, από την περιφερειακή ανάπτυξη και την εκβιομηχάνιση, έως την έρευνα, την επιστήμη, την κουλτούρα, την ελεύθερη ανάπτυξη των δημιουργικών ικανοτήτων των ανθρώπων κρίνονται – και δεν είναι δυνατόν να διαφυλαχθούν ή να επανακτηθούν, παρά αν, με την ανάπτυξη πολλαπλών κέντρων δημοκρατικών αποφάσεων και δημοκρατικού ελέγχου, η εξουσία λήψεως αποφάσεων αρχίσει να περνάει … στα χέρια του λαού» (βλ. εις τις ανωτέρω σημειωθείσες πηγές Σελ. 541-543 και Σελ. 32-33 αντιστοίχως).
(******) Περί του ότι η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι εξουσία, και ότι και δι’ αυτής ασκείται ωρισμένη πολιτική, ας συμβουλευθεί ο αναγνώστης και τα ακόλουθα δημοσιεύματά μου:
α) «Μερικές σημειώσεις για ζητήματα σημασίας σχετικά με τον Δημοτικό και Κοινοτικό Κώδικα», Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 1, 20 Ιουνίου 1978, ιδίως τις Σελ. 2-3
β) «Μερικές σημειώσεις για το ζήτημα του Δημοτικού Προϋπολογισμού», Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 2, 20 Ιουλίου 1978, Σελ. 1-8
γ) «Ο Δήμος Αθηναίων σημαντική δυνατότητα άσκησης και διεκδίκησης άσκησης εξουσίας σ’ όφελος των εργαζομένων», Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 24.25, 10 Απριλίου-10 Ιουλίου 1982, Σελ. 11-15
(*******) Για την Τοπική Αυτοδιοίκηση εν σχέσει προς το Σύνταγμα σημειώνω εδώ ότι αναγκαία καθίσταται και η σπουδή της εργασίας του Παναγιώτη Λ. Παπαγαρυφάλλου υπό τον τίτλο Η Τοπική Αυτοδιοίκηση στα πλαίσια του Συντάγματος, Έκδοση ΚΕΔΚΕ, Αθήνα 1995 – αλλά και της εκεί υποσημειουμένης λίαν εκτεταμένης βιβλιογραφίας περιλαμβανούσης, μεταξύ άλλων, και εργασίες επί του θέματος σειράς διακεκριμένων επιστημόνων που είδαν το φως της δημοσιότητος από της Ανεξαρτησίας της Ελλάδος (1830) μέχρι της συγχρόνου εποχής.
Δύο ακόμη σχετικές εργασίες του Παναγιώτη Λ. Παπαγαρυφάλλου σημειώνω εδώ: α) «Το Σχέδιο Συντάγματος και η Τοπική Αυτοδιοίκηση», Αθήνα Φεβρουάριος 1975 – που κατετέθη στο Προεδρείο της Βουλής των Ελλήνων και κατεχωρήθη στα Επίσημα Πρακτικά της και β) «Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και το Νέο Σύνταγμα», Αθήνα 1976 – Ανακοίνωσή του στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών τον Φεβρουάριο 1976 κατ’ ανάθεσιν της Εταιρείας Διοικητικών Μελετών, πρωτοδημοσιευθείσα τον Απρίλιο του 1976 εις την Επιθεώρησιν της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.
Εκ των προσφάτου εκδόσεως εργασιών επί του θέματος που αναφέρομαι εις την υποσημείωσή μου αυτή σημειώνω εδώ τις ακόλουθες:
α) Π. Παπαγιάννης Δ. Κατσούλης, Μελέτη-πρόταση για την Συνταγματική Κατοχύρωση της Αυτοδιοίκησης, ΚΕΔΚΕ, Νοέμβριος 1997, και αναδημοσίευση στα Τετράδια της Αυτοδιοίκησης 1/1998, Σελ. 6-102
β) Γιώργος Χ. Σωτηρέλης, Η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Προκλήσεις και προοπτικές μετά την Συνταγματική Αναθεώρηση, Εκδόσεις Προσκήνιο-Άγγελος Σιδεράτος, Αθήνα 2002
Επί της θεματολογίας της παρούσης υποσημειώσεως έχουν κυκλοφορήσει και οι παρακάτω εργασίες μου:
α) Συγκριτική μελέτη Συνταγματικών διατάξεων Κρατών της Ευρώπης παρέχουσα αρχάς Δικαίου αναφερομένας εις την Τοπικήν Αυτοδιοίκησιν (ο θεσμός της Αυτοδιοικήσεως∙ οι βαθμοί της∙ το αιρετόν των Οργάνων της∙ οι σκοποί της∙ πόροι και περιουσία της Αυτοδιοικήσεως∙ εποπτεία του Κράτους επί της Αυτοδιοικήσεως) – Συνόψισις της γενικής θεωρίας της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως∙ οι δικαιολογικοί λόγοι της Συνταγματικής Κατοχυ ρώσεως και Προστασίας της – Προσάρτημα: Διατάξεις Συνταγμάτων Κρατών της Ευρώπης αναφερόμεναι εις την Τοπικήν Αυτοδιοίκησιν κείμενο παράγοντος της επιστήμης δημοσιευθέν το παρελθόν, Εκδόσεις Παντελόγλου, Αθήνα 1993, 3 Ντοσσιέ
β) Επί των ενδεικνυομένων Συνταγματικών και Νομοθετικών Μεταρρυθμίσεων εις τας κειμένας διατάξεις περί Τοπικής Αυτοδιοικήσεως κείμενα παραγόντων της τοπικής αυτοδιοικήσεως που είδαν το φως της δημοσιότητος κατά το παρελθόν, Εκδόσεις Παντελόγλου, Αθήνα 1993, 2 Ντοσσιέ
γ) Για τα άρθρα του Συντάγματος που αφορούν την Τοπική Αυτοδιοίκηση και Αποκέντρωση Παράρτημα: Συνταγματικαί διατάξεις Κρατών της Ευρώπης για την Τοπική Αυτοδιοίκηση μελέτη επιτροπής, επί τούτω συσταθείσης εκ διακεκριμένων επιστημόνων, που είδε το φως της δημοσιότητος το παρελθόν, Εκδόσεις Παντελόγλου, Αθήνα 1997, 5 Ντοσσιέ
Βλ. και τα ακόλουθα:
α) «Η πραγματική προστασία της Αυτοδιοικήσεως έγκειται εις την προληπτικήν συμμετοχήν των Τοπικών Οργανισμών και των εκπροσωπούντων τα συμφέροντα αυτών και τα ιδεώδη της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως Οργανώσεων εις την προπαρασκευήν και την ψήφισιν των κοινωνικών και φορολογικών νόμων» (ο επίλογος της εργασίας του Φαίδωνα Θ. Βεγλερή «Η Συνταγματική Προστασία της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως» που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1935), Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 35, 20 Σεπτεμβρίου 1988, Σελ. 9-10
β) «Δια Συνταγματικής διατάξεως να ορισθή ότι ουδεμία πρότασις νόμου αφορώσα τα δημοτικά και κοινοτικά ζητήματα εισάγεται προς συζήτησιν εάν δεν συνοδεύηται με γνωμάτευσιν της Ενώσεως των Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος» (η κατακλείδα του συμπεράσματος Εκθέσεως περί της σκοπιμωτέρας διατυπώσεως της Συνταγματικής διατάξεως περί Αυτοδιοικήσεως ειδικώς συσταθείσης το 1935 υπό της Ενώσεως των Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος Επιτροπής – Ν. Κολυβάς Χρ. Οικονομόπουλος Ν. Λιανόπουλος),
Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 35, 20 Σεπτεμβρίου 1988, Σελ. 11-12
γ) «Ενδείκνυται δια Συνταγματικής διατάξεως όπως προσδιορισθή αναλογία μεταξύ των τακτικών εσόδων του συνόλου της Αυτοδιοικήσεως α’ βαθμού και των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού του Κράτους … Η αναλογία αύτη πρέπει να ορισθή τουλάχιστον 12% …» (τμήμα Εισηγητικής Εκθέσεως προς το Τέταρτο Συνέδριο των Πόλεων της Ελλάδος – 1951 την οποία συνέταξε, παρακληθείς εγγράφως υπό του Δημάρχου Αθηναίων, ο Παναγιώτης Β. Δερτιλής Καθηγητής της Δημοσίας Οικονομίας και της Δημοσιονομικής Νομοθεσίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης), Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 37, 20 Οκτωβρίου 1988, Σελ. 7-10
δ) «Το λεγόμενο πρόγραμμα ‘Ιωάννης Καποδίστριας’ δεν αναγνωρίζει ‘το δικαίωμα των πολιτών επί την Αυτοδιοίκησιν’», Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 45, 1 Οκτωβρίου 1997, Σελ. 2-4
ε) «Το λεγόμενο πρόγραμμα ‘Ιωάννης Καποδίστριας’ και το ισχύον Σύνταγμα (δεν μπορεί ο κοινός νομοθέτης να καταργεί Δήμους ή Κοινότητες ή να μεταβάλλει τις περιοχές τους χωρίς σχετική Συνταγματική πρόβλεψη», Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 46, 8 Οκτωβρίου 1997, Σελ. 2-7
στ) «Μια διαφορετική διατύπωση του εις την Τοπική Αυτοδιοίκηση αναφερομένου άρθρου του Συντάγματος», Δημοτικά Ζητήματα, Εκδόσεις Παντελόγλου, Φυλλάδιο 64, 11 Σεπτεμβρίου 2000, Σελ. 2-4