Γενικά αποφεύγω να κάνω κριτική σε συναδέλφους, με πολλούς από τους οποίους έχουμε εργαστεί μαζί στο παρελθόν. Όμως η κατάσταση με ορισμένους έχει ξεφύγει. Δυσκολεύεσαι να ξεχωρίσεις τον δημοσιογράφο από τον πολιτικό… Δεν δυσκολεύεσαι όμως καθόλου να καταλάβεις ποιος έχει πάρει το «non paper» του Μαξίμου και με βάση αυτό θέτει ερωτήσεις ή κάνει αξιολογήσεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πολλοί αξιοπρεπείς δημοσιογράφοι. Μέρος από αυτούς αξιοποιείται σαν «άλλοθι αντικειμενικότητας». Πολλοί άλλοι όμως «πληρώνουν ακριβά» την απόφασή τους να μην ενδώσουν…
Για να το ξεκαθαρίσουμε λοιπόν: Ο δημοσιογράφος δεν είναι ένα άθυρμα (σύμφωνα με τη Wikipedia άθυρμα = «το πολιτικό υποχείριο ή πιόνι, η μαριονέτα που επιδίδεται σε επιδεικτική ασημαντότητα. «Οι πολίτες αθύρματα δημαγωγών, οι πολιτικοί αθύρματα των ψηφοφόρων κι ο καθένας μας γίνεται άθυρμα χωρίς βούληση εκείνων που αφήνει να τον παρασύρουν. Πολλοί από εμάς αθύρματα των παθών και της μοίρας»).
Ο δημοσιογράφος δεν είναι κάποιος που απλά θέτει ερωτήσεις και παίρνει απαντήσεις. Έχει άποψη, έχει πολιτική τοποθέτηση (δεν πρέπει να συμπεριφέρεται με βάση την κομματική του ένταξη, αλλά έχει δικαίωμα και υποχρέωση πολιτικής ταυτότητας). Απλά στη διάρκεια των συνεντεύξεων εκπροσωπεί τον πολίτη και πρέπει να θέτει τις ερωτήσεις που θα έθεταν οι ακροατές-τηλεθεατές-αναγνώστες του. Επειδή δεν είναι όλοι οι πολίτες ίδιοι, με τις ίδιες αντιλήψεις, είναι λογικό να υπάρχει διαφορετική αξιολόγηση της συμπεριφοράς των δημοσιογράφων. Είναι εύκολο σε κουβέντες καφενειακού επιπέδου ο καθένας πολίτης να απαξιώνει τον κάθε δημοσιογράφο είτε γιατί είναι πολύ φιλικός, είναι γιατί δεν είναι επαρκώς εχθρικός με τον συνεντευξιαζόμενο. Οι πολίτες έχουν κάθε δικαίωμα να κρίνουν, η υπερβολή όμως είναι κάτι σύνηθες. Εμείς οφείλουμε να είμαστε μακριά από «τοξικές» τοποθετήσεις.
Εκεί που το πράγμα ξεφεύγει είναι όταν διαστρεβλώνεται η είδηση (όχι όταν σχολιάζεται η είδηση). Επίσης ξεφεύγει όταν γίνεται η αξιολόγηση της επικαιρότητας με κριτήριο το τι συμφέρει το κάθε κόμμα. Για να γίνω πιο σαφής, ορισμένα παραδείγματα:
–Παράδειγμα πρώτο: Η κυβέρνηση θέλει να συζητείται κυρίως η απειλή από την πλευρά της Τουρκίας και καθόλου το τι γίνεται με τις υποκλοπές. Θέλει τον κόσμο φοβισμένο για να συσπειρωθεί πολιτικά γύρω από την σημερινή κυβέρνηση, διότι «υπάρχει υπέρτερος κίνδυνος, τα εσωτερικά αφήστε τα για αργότερα». Όταν κάποιος τολμήσει να θέσει σε ένα τηλεοπτικό πάνελ το θέμα των υποκλοπών, αμέσως ο «εντεταλμένος» τον εγκαλεί διότι δεν λειτουργεί εθνικά… Ώρες-ώρες τον ρωτά αν είναι εκπρόσωπος του Ερντογάν, του Πούτιν, του διαβόλου κλπ
–Παράδειγμα δεύτερο: Όταν η συζήτηση γίνεται για την ακρίβεια (πράγμα σπάνιο…) εκείνο που επιδιώκουν οι απολογητές της κυβέρνησης είναι η επίκληση της διεθνούς συγκυρίας, «δεν φταίει η κυβέρνηση, φταίει ο Πούτιν». Βεβαίως και η Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία εκτόξευσε τις τιμές της ενέργειας στα ύψη, όμως η ακρίβεια ξεκίνησε πριν την εισβολή… Επιπλέον όταν κάποιος επισημάνει ότι οι εταιρείες ενέργειας έχουν τεράστια «ουρανοκατέβατα» κέρδη και στην Ευρώπη γίνεται συζήτηση για την βαριά φορολόγηση τους, τότε είναι «κομμουνιστής», «αρνητής της ελεύθερης αγοράς» κλπ.
–Παράδειγμα τρίτο: Η συζήτηση για το κύμα εθνικοποιήσεων ενεργειακών εταιρειών στην Ευρώπη (Uniper στη Γερμανία, EDF στη Γαλλία κλπ), αποφεύγεται. Δώσε κηδεία Ελισάβετ στο λαό, με εμβριθείς αναλυτές της φιλελληνικότητας του νέου βασιλιά Καρόλου, δώσε διάδοχο Παύλο, δώσε ουρές και κλάμα σε κοντινό πλάνο. Η απόλυτη υπερβολή.
–Παράδειγμα τέταρτο: Αφού η αλήθεια δεν βολεύει την κυβέρνηση, τόσο το χειρότερο για την αλήθεια. Όταν οι εργαζόμενοι απεργούν, «ταλαιπωρούν τον κόσμο». Το τι ακριβώς διεκδικούν, τι επιχειρήματα έχουν δεν θα το μάθει ποτέ όποιος ενημερώνεται απλά από τα κανάλια. Όταν οι συντάξεις καθυστερούν, «φταίνε οι τεμπέληδες εργαζόμενοι», να διορίσουμε λοιπόν τα δικά μας παιδιά… Όταν οι φοιτητές δέρνονται ανηλεώς στη διάρκεια συναυλίας, πετιούνται διάφοροι ανύπαρκτοι και ρωτούν εμβριθώς «και τι δουλειά έχουν οι συναυλίες στα πανεπιστήμια; Εγώ στις ΗΠΑ που είμαι δεν γίνεται καμία συναυλία στα εδώ ΑΕΙ». Όταν τα σοβαρότερα διεθνή ΜΜΕ κατακρίνουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη για την προσπάθειά της να ελέγξει την ενημέρωση με κάθε τρόπο, τότε ή η είδηση κρύβεται ή ο δημοσιογράφος τύπου «ο Μπάμπης ο σουγιάς» προσπαθεί να τα απαξιώσει: «Έλα ρε τώρα. Ποιος διαβάζει το Politico και το Euractiv, ποιοι είναι οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα, τι είναι αυτό το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου κλπ»…
Εδώ να ξεχωρίσω ότι εν τη ρήμη του λόγου, όλοι μπορεί να πουν κάτι λάθος. Ας μην τους πετροβολούμενοι για τη μια λέξη. Εκείνο που έχει σημασία είναι η συνολική αντίληψη που υπηρετούν. Άλλωστε είναι τόσο χοντροκομμένη η προσπάθεια υπεράσπισης προσωπικά του Κυριάκου Μητσοτάκη, που τελικά τον εκθέτει. Από το ότι «περπατά σαν τους Beetles», έως τα αλήστου μνήμης λεχθέντα για «Μωϋσή», «τσιταχ», «το καλύτερο βιογραφικό της χώρας», «τι γκόμενος είσαι» κλπ, όλα αυτά απλά πιστεύω ότι από ένα σημείο και έπειτα λειτουργούν αρνητικά.
Συνολικά όμως η εικόνα της δημοσιογραφίας δεν εκθέτει μόνο την κυβέρνηση, δεν αποδεικνύει μόνο την σχέση εξάρτησης που υπάρχει μεταξύ των ιδιοκτητών των ΜΜΕ και της πολιτικό-οικονομικής εξουσίας αλλά εκθέτει και τους ίδιους τους δημοσιογράφους. Όποιος δεν αντέχει να πει και ένα «όχι» στα αφεντικά του, ας καταλάβει ότι κινδυνεύει να γίνει «μιας χρήσης».
Η δημοσιογραφία είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο επάγγελμα. Δεν φτάνουν μόνο οι ικανότητες αντίληψης και μεταφοράς της είδησης, ούτε ο έξυπνος σχολιασμός της. Όποιος δεν έχει την συναισθηματική ευφυία για να αντιληφθεί πότε και πώς προκαλεί την κοινή γνώμη (ή έστω μεγάλο μέρος της), ας μην διαμαρτύρεται όταν στην δική του υπερβολή αντιπαρατίθεται η υπερβολή της κοινωνικής κριτικής.
Θυμάμαι κάτι που μας έλεγε ένας παλιός κορυφαίος δημοσιογράφος, ο Αντώνης Καρκαγιάννης: «Θεέ μου φίλα με από την κριτική γιατί από την αυτοκριτική φυλάγομαι μόνος μου»…
Του Γιάννη Κορωναίου
Δημιουργός του άρθρου:
Δημοσιογράφος