Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του την παγκόσμια βιομηχανία του fitness και τις συνεχώς αυξανόμενες συμμετοχές των ατόμων στα γυμναστήρια, θα καταλάβει το μέγεθος και την σημαντικότητα που κατέχει η άθληση στο μυαλό του καθενός.
Το πρώτο βήμα για να ενταχθεί κάποιος σε ένα πρόγραμμα άθλησης, είναι η θέληση. Εφόσον υπάρχει θέληση, θα πρέπει να βρεθεί και το αντίστοιχο κίνητρο για να συνεχίσει να είναι τυπικός στη συχνότητα των προπονήσεων. Τα κίνητρα για τον καθένα ποικίλλουν. Για άλλους μπορεί να είναι η κοινωνικοποίηση και η παρέα, για άλλους η βελτίωση της εικόνας του σώματος και για κάποιους, η βελτίωση παραμέτρων υγείας.
Δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί το γεγονός πως, ενώ είναι πολλοί αυτοί που ξεκινούν με όρεξη και χαρά να γυμνάζονται, στην πορεία το ενδιαφέρον εκλείπει, και εν τέλει καταλήγουν να ασκούνται κοιτώντας το ρολόι για να περάσει η ώρα και να αποχωρήσουν από το γυμναστήριο, ή ακόμη χειρότερα παραλείπουν εντελώς την προπόνησή τους.
Στο παρόν άρθρο θα διερευνήσουμε τους λόγους που δρουν ως αποσπαστικοί παράγοντες, και ενδεχομένως αποτελούν τροχοπέδη για έναν παραγωγικό χρόνο στο γυμναστήριο.
Η θεωρία της κοινωνικής σύγκρισης
Υπάρχουν ουκ ολίγες έρευνες που έχουν αναγνωρίσει πως οι άνθρωποι επιδιώκουν να πετυχαίνουν στόχους, που επηρεάζονται όμως από κοινωνικά πλαίσια. Για παράδειγμα, το να παρατηρεί κανείς κάποιον να τρέχει γρηγορότερα από τον ίδιο στον διάδρομο, ή να σηκώνει περισσότερα κιλά, αυτομάτως ενεργοποιεί συμπεριφοριστικά στοιχεία σύγκρισης του εαυτού του με κάποιον πιο δυνατό, πιο μυώδη, πιο γρήγορο (Aarts, Gollwitzer, & Hassin, 2004; Mc Culloch, Fitzsimons, Chua, & Albarracin, 2011).
Με αυτό τον τρόπο, τα άτομα «χτίζουν» την ατομική τους εικόνα, όπως την αντιλαμβάνονται μέσα από την διαρκή σύγκριση με τα γνωρίσματα, χαρακτηριστικά και ικανότητες των άλλων. Η αρνητική επίδραση της παραπάνω θεωρίας επέρχεται όταν η σύγκριση γίνεται με έναν «αθλητικά καλύτερο», όπου δημιουργεί πιθανά συμπλέγματα κατωτερότητας με αποτέλεσμα να νιώθει το άτομο ανίκανο να ανταποκριθεί στους στόχους που έχει θέσει στο γυμναστήριο.
Η διαδικασία της σύγκρισης μπορεί να αποβεί ψυχοφθόρα και κουραστική, μειώνοντας παράλληλα δραματικά τον παραγωγικό χρόνο άθλησης. Πρότασή μας αποτελεί, η συμμετοχή του ασκουμένου σε ομαδικά προγράμματα που απαρτίζονται από λιγότερα άτομα (π.χ. group training 4 ατόμων) με κοινούς στόχους, ανάγκες και επίπεδα φυσικής κατάστασης.
Ενασχόληση με το κινητό τηλέφωνo
Δεν γίνεται να αρνηθεί κανείς πως με την ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, το κινητό αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι στη ζωή μας. Ο χρόνος που περνά κανείς στο γυμναστήριο, είναι συγκεκριμένος και έτσι θα πρέπει να μείνει.
Η προπόνηση απαιτεί 100% δέσμευση. Η συνεχής ενασχόληση με το κινητό, το texting και η αλληλεπίδραση στα social media κατά την διάρκεια του διαλείμματος μεταξύ των σετ είναι συχνό φαινόμενο. Η παρατεταμένη χρήση του, οδηγεί σε «τεράστια διαλείμματα», σε έλλειψη συγκέντρωσης στην ίδια την άσκηση και σε μείωση παραγωγικού χρόνου κατά την παραμονή μας στο χώρο άθλησης.
Από την άλλη ωστόσο, έχει βρεθεί πως η λελογισμένη χρήση των fitness gadgets και των εφαρμογών άθλησης που καταγράφουν την αθλητική απόδοση, όχι μόνο δεν δρουν αρνητικά στην προπόνηση του ατόμου, αλλά αντίθετα το κρατούν «συνεπή» στο πρόγραμμά του.
Η καταγραφή του όγκου προπόνησης, ο ακριβής χρόνος του διαλείμματος, και η ένταση της προπόνησης, διατηρούν τον ασκούμενο ενήμερο σχετικά με την πορεία του και παράλληλα συγκεντρωμένο στο στόχο του.
Υπερβολική φασαρία
Στις ώρες αιχμής ενός γυμναστηρίου, παρατηρείται το φαινόμενο να υπάρχουν δυνατές συζητήσεις, έντονοι θόρυβοι από την χρήση των μηχανημάτων, και υψηλή ένταση στη μουσική.
Για κάποιον που ασκείται χρόνια, ίσως αυτά φανούν φυσιολογικά. Για ένα νέο μέλος όμως, τα παραπάνω, μπορεί να μην τον βοηθούν να συγκεντρωθεί στην τεχνική εκτέλεση των ασκήσεών του και στην ποιότητα που ενδεχομένως στόχευε να αποδώσει στην προπόνησή του.
Μια καλή λύση στο παραπάνω πρόβλημα, είναι η χρήση των ακουστικών με την μουσική της αρεσκείας του καθενός ή ακόμη καλύτερα η γυμναστική, παρέα με κάποιον φίλο. Μάλιστα, έχει φανεί πως η φιλική παρουσία διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο τόσο στην απόδοση του ατόμου (π.χ. spotter σε ασκήσεις) όσο και στο αίσθημα ικανοποίησης από την προπόνηση.
Αξίζει να τονιστεί πως ο Eather N. et al., 2016, σε μία μελέτη τους, παρατήρησαν υψηλά επίπεδα αφοσίωσης και ανανεωσιμότητας των συνδρομών (82,3 %) σε αθλούμενους που γυμνάζονταν με παρέα με φιλικά πρόσωπα.
Κίνητρο
Η ψυχολογία μπορεί να ενθαρρύνει, αλλά και να αποθαρρύνει κάποιον. Η πορεία που ακολουθεί το άτομο μέσα από την προπόνηση είναι δυναμική. Όσο διατηρείται η συχνότητα, και ακολουθείται το πλάνο του προγραμματισμού, τόσο το άτομο προοδεύει. Όσο η προπόνηση γίνεται απαιτητική, τόσο υπάρχει εξέλιξη σε επίπεδο φυσικής κατάστασης.
Η διαδικασία αυτή, μπορεί να φανεί χρονοβόρα σε κάποιον που αναμένει να δει τα αποτελέσματα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την περίπτωση, εάν τα αποτελέσματα δεν συμπίπτουν με τους στόχους που έχει θέσει το άτομο, το κίνητρο και η όρεξη για άθληση εξασθενεί. Η απόδοση στις προπονήσεις μειώνεται δραματικά, και η γυμναστική καταντά μια βαρετή ρουτίνα.
Εδώ, η βοήθεια από έναν υπεύθυνο υγείας είναι πλέον επιβεβλημένη. Η ψυχολογική υποστήριξη, η διασαφήνιση των στόχων, το εξειδικευμένο προπονητικό πλάνο, θα βοηθήσουν το άτομο να αναθεωρήσει την οπτική του. Έτσι, θα κατανοήσει πως η βελτίωση παραμέτρων της φυσικής κατάστασης (αντοχή, δύναμη κ.ά.) προηγούνται των αλλαγών στην εικόνα του σώματος.
Του Δημήτρη Δάγγα, γυμναστή