Κριτική στην απόφαση Μητσοτάκη να εμπλέξει τη χώρα στην πολεμική σύγκρουση της Ουκρανίας και την αποδοκιμασία στο εσωτερικό, κάνει με εκτενή αναφορά του το Politico.
To Politico αναφέρει: Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης αντέστρεψε δραματικά την πάγια ελληνική θέση να μην εμπλέκεται σε ξένες συγκρούσεις. Μετά τη ρωσική εισβολή η Ελλάδα ήταν μια από τις πρώτες χώρες της Ε.Ε. που ανακοίνωσε ότι στέλνει όπλα στην Ουκρανία και αυτό σημειώθηκε την ημέρα που ρωσική επιδρομή σκότωσε δέκα Έλληνες, μέλη της κοινότητας που έχει παρουσίας τη χώρα από τον 18ο αιώνα.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός στάθηκε μπροστά στη βουλή και ανακοίνωσε ότι η κυβέρνησή του είναι πλήρως δεσμευμένη δηλώνοντας «δεν μπορούν να υπάρχουν ίσες αποστάσεις. Είτε είσαι με την ειρήνη και το διεθνές δίκαιο είτε είσαι εναντίον τους».
Παρά το γεγονός ότι τα εφόδια, κυρίως καλάσνικοφ και αντιαρματική πύραυλοι, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξουν τις ισορροπίες του πολέμου, είναι αρκετά συμβολικές για την χώρα. Μέσα σε λίγες ημέρες ο Μητσοτάκης άλλαξε δραματικά την μακροχρόνια θέση της χώρας να μην εμπλέκεται σε ξένες συγκρούσεις. Και η κίνησή του έρχεται, ενώ η Ελλάδα είναι σε μια περιοχή όπου άλλες χώρες επέλεξαν να δράσουν ως διαμεσολαβήτριες και όχι ως προμηθευτές όπλων.
Παρότι η τωρινή ελληνική κυβέρνηση είναι ολοένα και πιο κοντά στρατιωτικά στις ΗΠΑ και την Δύση, η αλαζονική κίνηση για προμήθεια όπλων θεωρήθηκε από αρκετούς ως ακραίο βήμα.
Αρκετά μεγάλο κομμάτι των πολιτών εξέφρασε την έκπληξή του, καθώς τα φιλορωσικά αισθήματα στη χώρα είναι σημαντικά, δεδομένων των θρησκευτικών, στρατιωτικών, οικονομικών και πολιτισμικών δεσμών αιώνων. Και η αντιπολίτευση, όμως καταδίκασε την προσέγγιση αυτή αναφέροντας ότι θέτει σε κίνδυνο την δυνατότητα της Ελλάδας να κρατά σταθερούς δεσμούς με πολλές χώρες.
Σε δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα σχεδόν το 70% των ερωτηθέντων χαρακτήρισε λανθασμένη την απόφαση αυτή, ενώ άλλη μέτρηση καταγράφει ότι το 63% θεωρεί πως μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη για τη χώρα.
Οι αντιδράσεις μπορεί να έχουν ήδη αποτέλεσμα, καθώς την περασμένη εβδομάδα η Ελλάδα απέρριψε ουκρανικό αίτημα για αποστολή TOR-M1και Osa-AK, ενώ σύμφωνα με αξιωματούχο δεν θα υπάρξουν άλλες αποστολές όπλων.
Νέο δόγμα
Η ελληνική κοινωνία δεν είναι συνηθισμένη σε άμεση στρατιωτική εμπλοκή στο εξωτερικό. Ακόμη και στους πολέμους στη Γιουγκοσλαβία, στη γειτονιά της Ελλάδας, η Αθήνα επέτρεψε μόνο στα συστήματα του ΝΑΤΟ να περάσουν από τη χώρα, παίρνοντας προσεκτική στάση ώστε να μην εμπλακεί άμεσα στρατιωτικά.
Αντίστοιχα κατά τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, οι ελληνικές δυνάμεις βοήθησαν μόνο στην κατασκευή υποδομών και στη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας. Δεν ενεπλάκησαν ποτέ στην πρώτη γραμμή των επιχειρήσεων κατά των Ταλιμπάν.
Η ελληνική κοινωνία., εξάλλου, έχει ιστορικούς δεσμούς με τη Ρωσία από την επανάσταση του 1821, ενώ τα τελευταία χρόνια η Μόσχα έχει θεωρηθεί ως προστάτης της Ελλάδας στην μακροχρόνια αντιπαράθεση με την Τουρκία.
Ο Κωνσταντίνος Φίλης, διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων και καθηγητής διεθνών σχέσεων στο αμερικανικό κολέγιο της Ελλάδας περιγράφει την αλλαγή Μητσοτάκη ως διπλή επιλογή. «Πρώτα,» είπε «η Ελλάδα αποφάσισε ότι δεν μπορεί να στηρίζεται στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ για να αισθάνεται ασφαλής απέναντι στην Τουρκία. Επίσης χρειάζεται διμερείς συμφωνίες για να αυξήσει τις ικανότητές της. Δεύτερον η Ελλάδα υπό τη συγκεκριμένη κυβέρνηση αποφάσισε να εμπλακεί πιο ενεργά και να βάλει τα χέρια της στη φωτιά».
Αναλυτές εκτιμούν ότι η διάθεση της Ελλάδας να βοηθήσει στο εξωτερικό μπορεί να φέρει οφέλη στο εσωτερικό. Όχι μόνο αφήνει στρατεύματα να αποκτήσουν εμπειρία στο πεδίο, αλλά δίνει και στην Αθήνα μεγαλύτερο κύρος ώστε να ζητήσει από άλλους στρατιωτική βοήθεια.
Ο Μητσοτάκης ανέφερε το ίδιο επιχείρημα για την αποστολή όπλων, εκτός από τον ισχυρισμό ότι είναι το ηθικά σωστό. «Με τι ηθικό βάρος θα ζητούσαμε αντίστοιχη βοήθεια εάν βρισκόμασταν στην ίδια θέση; Έχουμε έναν επιπλέον λόγο, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, για να είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας» είπε σε πρόσφατη συνέντευξή του με το βλέμμα προς την Τουρκία.
Γκρεμίζοντας γέφυρες
Δεν το βλέπουν όλοι έτσι. Οι διαφωνούντες επισημαίνουν ότι η αποστολή στρατιωτικού εξοπλισμού στο Κίεβο βάζει αυτομάτως την Ελλάδα απέναντι στη Ρωσία, χωρίς την ίδια ώρα να εξασφαλίζει εγγυήσεις από τη Δύση απέναντι στην Τουρκία.
Η Ελλάδα, λένε, δεν μπορεί να στηρίζεται στις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ για να αντιμετωπίσει την τουρκική επιθετικότητα, παρά τις κυβερνητικές αποφάσεις. Τονίζουν, άλλωστε, ότι η πολιτική των ίσων αποστάσεων από το ΝΑΤΟ έχει καταγραφεί σε αρκετές κρίσεις ανάμεσα στις δύο χώρες, όπως και πρόσφατα, το 2020.
Το αίσθημα είναι κοινό. Σε δημοσκόπηση που διεξήχθη μετά τη ρωσική εισβολή το 71% καταδικάζει την επίθεση της Μόσχας, αλλά ένα 65% λέει ότι η Ελλάδα πρέπει να μείνει απολύτως ουδέτερη.
Και στην έρευνα του Politico το 60% των Ελλήνων χαρακτηρίζουν απαράδεκτη την εισβολή, ποσοστό χαμηλότερο από όλες τις έξι χώρες στις οποίες πραγματοποιήθηκε η έρευνα.
«Δεδομένης αυτής της δυναμικής η απόφαση της κυβέρνησης δεν ήταν εύκολη» τονίζει ο Εμμανουήλ Καραγιάννης, ειδικός σε θέματα διεθνούς ασφάλειας στο King’s College του Λονδίνου.
«Αρκετοί παράγοντες οδήγησαν σε αυτή την αλλαγή στάσης. Η γρήγορη αντίδραση της Ε.Ε. στη ρωσική εισβολή, οι βομβαρδισμοί που έφεραν τον θάνατο Ελλήνων και μια γενικότερη επιθυμία να σταλεί μήνυμα στην Τουρκία ότι δεν θα γίνουν ανεκτές οι εδαφικές διεκδικήσεις της. Το αποτέλεσμα, όμως είναι ότι οι ελληνορωσικές σχέσεις έφτασαν σε νέο χαμηλό επίπεδο με άγνωστες τις επιπτώσεις στην περιφερειακή ασφάλεια» πρόσθεσε.
Άλλα κράτη στην Ανατολική Μεσόγειο έχουν προσπαθήσει να διατηρήσουν μια στενή σχέση με τη Δύση, χωρίς να κλείνουν την πόρτα, κάτι που έχει εκμεταλλευτεί εδώ και χρόνια ο Πούτιν διευρύνοντας τη ρωσική επιρροή στη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Από την έναρξη του πολέμου η Τουρκία και το Ισραήλ παίζουν τον ρόλο του διαμεσολαβητή με την Τουρκία να είναι η μόνη χώρα του ΝΑΤΟ που δεν έχει ενστερνιστεί τις δυτικές κυρώσεις, ενώ το ίδιο έχει πράξει και το Ισραήλ.
Στο εσωτερικό της Ελλάδας, ο Αλέξης Τσίπρας, ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ, καταδίκασε άμεσα τη ρωσική εισβολή, στηρίζοντας τις σκληρές κυρώσεις κατά της Μόσχας και την ανθρωπιστική βοήθεια προς την Ουκρανία. Όμως δήλωσε ότι η παροχή στρατιωτικής βοήθειας κάνει την Ελλάδα να εγκαταλείπει τη δυνατότητά της να συμμετέχει στις προσπάθειες ειρήνευσης.
«Η ανατροπή του παλιού δόγματος, ότι η Ελλάδα έχει πολιτικό σπίτι την Ευρώπη, αλλά θέλει να είναι και η γέφυρα με άλλες πολιτικές δυνάμεις και η αντικατάστασή του με το δόγμα του Ψυχρού Πολέμου ότι η χώρα ανήκει στη Δύση δεν ευνοεί τη χώρα μας» είπε με τη σειρά του ο Γιώργος Κατρούγκαλος, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός Εξωτερικών.
Ο Κατρούγκαλος υποστήριξε ότι ο ελληνικός μαξιμαλισμός με τους δυτικούς συμμάχους δεν έχει φέρει οφέλη, σημειώνοντας την πρόσφατη απόφαση των ΗΠΑ να αποσύρουν τη στήριξή τους στον East Med, ένα πρόγραμμα 6 δισ. ευρώ που θα μπορούσε να φέρει σημαντικά έσοδα στη χώρα.
Αρκετοί απόστρατοι, μάλιστα, τοποθετήθηκαν απέναντι σε αυτή την ελληνική απόφαση χαρακτηρίζοντάς την «επικίνδυνη, ανόητη και αχρείαστη» και υποστηρίζοντας ότι θα εξασθενήσει τις δυνάμεις της χώρας.
«Η Ελλάδα πρέπει να ακολουθεί πολυδιάσταση εξωτερική πολιτική, να λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ πολιτικών και κρατών. Δεν μπορεί να κλείσει την πόρτα της σε Ρωσία, Κίνα και άλλες αναδυόμενες δυνάμεις» σημειώνει ο Κ. Φίλης.
Δεδομένης, πάντως, της αυξημένης διπολικότητας στην παγκόσμια τάξη μια τέτοια ισορροπία θα είναι ολοένα και πιο δύσκολη.