Βράδιαζε πάνω από την πόλη. Ο καιρός έξω, κλειστός και βαρύς. Κουρνιαχτός σηκώθηκε από τη σκόνη που στροβιλιζόταν στο φως του φεγγαριού. Κι ύστερα, σιωπή. Μια μοναχική φιγούρα, που ξεγλίστρησε αθόρυβα από τον φούρνο του Μπάμπη, κατευθύνθηκε απειλητικά προς το μέρος του βουλευτού Αμανατίδη.
Το πιττοειδές ζύγισε καλά τις κινήσεις του. Μέτρησε με τη σφολιάτα, το υποψήφιο θύμα του, από την κορφή ως τα νύχια… κι επιτέθηκε! Ίσα που πρόλαβε ο έρμος ο Αμανατ να αντιδράσει. Πιττοειδές ενάντια σε ανθρωποειδές. Ώσπου, κατέφθασε κάθιδρος ο μέγας προύχοντας της Τι Βι, Εισαγγελάτος για να σώσει τη Λόλα από το τρένο. Χωρίς να αφήσει αιχμαλώτους. Μύρισε αίμα ο τζάνκις… και μπούκαρε!
Η συνέχεια επί της μικρής οθόνης.