Ευστράτιος Χαρχαλάκης

ΠΑΝΥΓΗΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΚΥΘΗΡΩΝ κ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΑΘ. ΧΑΡΧΑΛΑΚΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΟΡΤΑΣΜΟ ΤΗΣ ΕΠΕΤΕΙΟΥ ΤΗΣ 28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940 ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΤΑΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΥΘΗΡΩΝ, 28-10-2023

Πριν από 83 χρόνια, σαν και σήμερα, ήταν ημέρα Δευτέρα, όταν από τα αξημέρωτα ακόμα, ήχησαν οι σειρήνες του πολέμου. Ήταν η τυπική πράξη με την οποία η Ελλάδα εισήλθε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως, ουσιαστικά ο πόλεμος είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα, στο διπλωματικό πεδίο. Τον Απρίλιο του 1939 ο Μουσολίνι κατέλαβε τη γειτονική Αλβανία και έτσι η Χώρα μας ενέτεινε την προετοιμασία της για κάτι που φάνταζε πλέον αναπόφευκτο. Ήδη από το 1935 είχαν σχεδιαστεί τα αμυντικά έργα της Γραμμής Ρούπελ, που ξεκίνησαν να κατασκευάζονται το 1936 και αποδείχθηκαν σωτήρια κατά τη γερμανική εισβολή του Απριλίου 1941. Η Κυβέρνηση Μεταξά, από το 1936 και μετά, οργάνωσε το στράτευμα και προετοιμαζόταν «σαν έτοιμη από καιρό», προκειμένου ο πόλεμος να μη βρει τη χώρα μας έωλη και στρατιωτικά απροετοίμαστη. Οι αναφορές από τις ελληνικές πρεσβείες του εξωτερικού, εξάλλου, δεν άφηναν κανένα περιθώριο εφησυχασμού. Οι Έλληνες διπλωμάτες ανά την Ευρώπη, προειδοποιούσαν την Ελληνική Κυβέρνηση, ότι οι ορέξεις του Χίτλερ και του Μουσολίνι δεν έχουν κανένα φραγμό.

Και αυτό φάνηκε στις 15 Αυγούστου του 1940, όταν ιταλική τορπίλη βύθισε το καταδρομικό Έλλη, που βρισκόταν έξω από το λιμάνι της Τήνου τιμώντας τη γιορτή της Παναγίας. Ήδη τότε, ο πόλεμος έκλεινε 1 χρόνο, και η Ελλάδα παρά την ουδετερότητά της, θεωρούνταν δορυφόρος της Αγγλίας, με αποτέλεσμα να λογίζεται ως χώρα εχθρική απέναντι στις δυνάμεις του Άξονα.

Πολλοί πιστεύουν ότι η πρώτη νίκη των Ελλήνων, ήταν στα πεδία των μαχών ή προήλθε από τις κλαγγές των όπλων της περίφημης 8ης Μεραρχίας των Ιωαννίνων, που υπό το Στρατηγό Χαράλαμπο Κατσιμήτρο υπεραμύνθηκε πρώτη του πατρίου εδάφους τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου. Η πρώτη νίκη των Ελλήνων και η πρώτη ταπεινωτική ήττα των Ιταλών ήταν η ίδια η επιστράτευση που ξεκίνησε τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940. Η επιστράτευση αυτή ήταν μια γιορτή, μια λαμπρή σελίδα δόξας στη νεότερη ελληνική ιστορία που δεν πρέπει κανείς μας να ξεχνάει και κυρίως τα νέα παιδιά. Μόλις ανακοινώθηκε η επιστράτευση, όλοι έτρεξαν αμέσως να παρουσιαστούν στα στρατόπεδα. Τα τραίνα, τα τραμ της εποχής και τα λεωφορεία, γέμισαν ασφυκτικά. Αν κανείς δει τις φωτογραφίες της εποχής νομίζει ότι γίνεται γιορτή και όχι πόλεμος. Όλοι χαρούμενοι, γελαστοί, κανένας κατηφής ή προβληματισμένος. Και δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που εορτάζει την έναρξη και όχι τη λήξη του πολέμου. Οι έφεδροι που κλήθηκαν στα όπλα είχαν 5 ημέρες προθεσμία για να παρουσιαστούν. Και το 80% αυτών παρουσιάστηκαν σε 1 μόλις ημέρα! Σε 1 ημέρα!

Ο μεγάλος λογοτέχνης Γιώργος Θεοτοκάς, περιγράφει την ημέρα αυτή ως εξής:
«Σιγά σιγά η Αθήνα παίρνει το ύφος των μεγάλων εθνικών εορτών, κάτι που θυμίζει λ.χ. τα Εκατόχρονα της Ελληνικής Επανάστασης, αλλά πιο αυθόρμητα και πιο νεανικά. Καιρός θαυμάσιος, καταγάλανος ουρανός. Πλήθη νέων […] έχουν χυθεί στους κεντρικούς δρόμους, με λάβαρα, σημαίες, δάφνες, μουσικές. […] O κόσμος συμμετέχει σ’ αυτές τις εκδηλώσεις, χειροκροτεί, ζητωκραυγάζει. Είχα πολλά, πάρα πολλά χρόνια να δω τέτοιον ενθουσιασμό στην Αθήνα. Αισθάνεται κανείς ένα πάθος μες στον αέρα, ένα φανατισμό, μια λεβεντιά. Ξύπνησε το ελληνικό φιλότιμο, είναι κάτι ωραίο. Και μια τέλεια εθνική ενότητα. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που αισθάνομαι τέτοιαν ομόνοια να βασιλεύει στον τόπο».
Και ο πόλεμος ξεκίνησε. Οι Ιταλοί θεώρησαν ότι είναι ζήτημα ωρών να φτάσουν μέχρι την Άρτα αλλά δεν τα λογάριασαν καλά. Η ελληνική γραμμή άμυνας ήταν τόσο ισχυρή που αμέσως η άμυνα έγινε επίθεση και η επίθεση νίκη. Όλη η Βόρειος Ήπειρος έγινε ελληνική, όπως από την αρχαιότητα ήταν. Και προσέξτε πως τα φέρνει καμιά φορά η ιστορία: οι ελληνικές δυνάμεις εφάρμοσαν στην Ήπειρο στρατιωτικές τεχνικές και στρατηγικές γνωστές από την αρχαιότητα, τις ίδιες που εφήρμοσε στην ίδια περιοχή πριν 2000 χρόνια ο Βασιλιάς Πύρρος, ξάδερφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του κορυφαίου ανά τους αιώνες στρατηγικού νοός.

Ο πόλεμος ήταν σκληρός και αδυσώπητος. Χιλιάδες οι νεκροί, χιλιάδες οι μανάδες που δεν είδαν ποτέ ξανά τα παιδιά τους, πολλά από τα οποία παραμένουν και σήμερα άταφα στα βουνά της Αλβανίας. Και όταν ο Μουσολίνι είδε τους περίφημους αλπινιστές του να πέφτουν στη θάλασσα, επιστράτευσε τον ομοϊδεάτη του Χίτλερ. Τον Απρίλιο του 1941 η ναζιστική Γερμανία εισέβαλε στην Ελλάδα, αλλά συνάντησε σθεναρή αντίσταση στην ορεινή γραμμή άμυνας των Οχυρών Ρούπελ.

Ας δούμε πως σχολιάζει ο τότε διευθυντής της «Καθημερινής» Γεώργιος Βλάχος τη γερμανική εισβολή, στο φύλλο της 7ης Απριλίου 1941, δηλαδή μία μέρα μετά:
«Το έγκλημα συνετελέσθη, χθες το πρωί. Χθες το πρωί, εις τας πέντε, ο πρεσβευτής της Γερμανίας κ. Έρμπαχ, βραδυπορών απέναντι του συναδέλφου του κ. Γκράτσι, του Ιταλού, ο οποίος έφθασε πρώτος προ πέντε μηνών, επέδωσεν εις την μαχομένην Ελλάδα το δεύτερον τελεσίγραφον. Αυτό άνευ όρων. Ο κ. Έρμπαχ ούτε έταξε προθεσμίαν, ούτε παράπονα διετύπωσεν, ουδέ εζήτησεν από την Ελλάδα τίποτε απολύτως. Ειδοποίησεν απλώς την Κυβέρνησιν, ότι ο Γερμανικός Στρατός διετάχθη να εισβάλη εις την Ελλάδα. Διατί;… Εις το ερώτημα αυτό απηντήσαμεν προ μηνός. Δια να σώση τους Ιταλούς. Αν ήτο άλλη εποχή, αν ίσχυε κώδιξ τιμής, αν υπήρχεν ακροατήριον και αν ήτο χρήσιμος η φωνή του θα εξεπέμπομεν προς την παγκόσμιον κοινήν γνώμην αυτών των εχθρών, μίαν κραυγήν φρίκης: “Μα δεν εντρέπονται;…” Αλλά το γνωρίζομεν. Δεν εντρέπονται. Ούτε αυτοί οι οποίοι εζήτησαν να σωθούν, ούτε αυτοί οι οποίοι έρχονται να τους σώσουν. Το ερώτημα αποτελεί είδος πολυτελείας εις εποχήν όπου είναι τόσον άφθονα τα άδικα αίματα. Δεν είναι άλλως τε ώρα ούτε για ν’ ασχολούμεθα με το Δίκαιόν μας, ούτε διά να ζητώμεν την συμπάθειαν του κοινού. Ώρα είναι να εννοήσωμεν ότι η Μοίρα επέβαλεν εις τους Έλληνας του 1941 ή να αποθάνουν ή να ζήσουν ελεύθεροι. Πόσοι είναι οι εχθροί, διατί ήλθαν, ποίου μεγέθους είναι το έγκλημα το συντελεσθέν, αυτό, τώρα δεν ενδιαφέρει. Αυτό θα ενδιαφέρη, αύριον, την Ιστορίαν. ΤΩΡΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ ΜΟΝΟΝ ΕΝ: ΝΑ ΝΙΚΗΣΩΜΕΝ. Να νικήσωμεν όλοι μαζί, Έλληνες, Άγγλοι, Γιουγκοσλαύοι, έθνη ηρωικά, έθνη γενναία, έθνη τα οποία μάχονται αυτήν την στιγμήν διά λογαριασμόν ολοκλήρου της ανθρωπότητος. ΝΑ ΝΙΚΗΣΩΜΕΝ. Να νικήσωμεν μαχόμενοι, πίπτοντες, βομβαρδιζόμενοι, πολυβολούμενοι, αλλά ηνωμένοι, καρτερικοί και γενναίοι μέχρι της τελευταίας στιγμής του Αγώνος, μέχρι τελευταίας πνοής. Έτσι θα νικήσωμεν. Έτσι θα φθάσωμεν εις το τέρμα. Έτσι θ’ ανθέξωμεν με τα στήθη και την ψυχήν μας εις τα στίφη των ανθρώπων, εις τα πλήθη των μηχανών. Έτσι θ’ αποδείξωμεν εις τον κόσμον ότι η Αιωνία Ελλάς των Θερμοπυλών και των Μαραθώνων ζη, διά να δίδη το παράδειγμα της αρετής, της αυτοθυσίας και της φανατικής προς την Ελευθερίαν λατρείας».
Αλήθεια, σήμερα, 83 χρόνια μετά το Έπος του 1940, όλα αυτά τα λόγια, όλες αυτές οι ιστορικές καταγραφές, λένε κάτι σε όλους εμάς; Λένε κάτι στο σύγχρονο Έλληνα του 2023; Η σημερινή Επέτειος και όλες οι Εθνικές Επέτειοι, διδάσκουν όπως θα έπρεπε; Ή έχουν μετατραπεί σε μια τυπική διαδικασία που χρόνο με το χρόνο φθίνει; Η νέα γενιά πώς ακριβώς διδάσκεται όλα αυτά τα ιστορικά γεγονότα; Γίνεται βιωματική διδασκαλία στα σχολεία ή μας ενδιαφέρει μόνο η αποστήθιση χρονολογιών και ονομάτων; Το εκπαιδευτικό σύστημα, συμβάλλει ενεργά στη διατήρηση της εθνικής ιστορικής μνήμης πέρα και έξω από τις τυπικότητες των σχολικών προγραμμάτων; Μας ενδιαφέρει άραγε όλες αυτές οι χρυσές σελίδες της ιστορίας μας να μείνουν αναλλοίωτες στις επόμενες γενιές;

Η εποχή στην οποία ζούμε δε βοηθάει και πολύ στη διατήρηση της εθνικής ιστορικής μνήμης. Ο άκρατος δικαιωματισμός, παρέχει επιχειρήματα για κάποιους που υπερασπίζονται π.χ. το δικαίωμα κάποιων άλλων στο να βεβηλώνουν την ελληνική σημαία! Ή στο να προσβάλλουν τα εθνικά σύμβολα! Ή στο να θεωρούν επικίνδυνους – ναι, εκεί φτάσαμε! – όσους εξακολουθούν να τονίζουν την ανάγκη διδαχής της ιστορίας μας και διατήρησης των εθνικών μας ιδιαιτεροτήτων και παραδόσεων!

Σήμερα, που οι ψυχές των ηρώων του ’40 μας κρίνουν όλους, πρέπει σε όλα αυτά να δώσουμε μια σθεναρή απάντηση. Χωρίς αστερίσκους, χωρίς στρογγυλέματα, χωρίς υποχωρήσεις! Η απάντηση αυτή είναι ένα μεγάλο σύγχρονο ΟΧΙ, που καμία διαφορά δεν έχει από το ΟΧΙ του 1940. Τότε το ΟΧΙ ήταν η απάντηση του ελληνικού λαού στην ισοπέδωση της χώρας από τα ξένα στρατεύματα. Σήμερα, το ΟΧΙ πρέπει να είναι η απάντηση όλων μας στην προσπάθεια εθνικής και ηθικής ισοπέδωσης της κοινωνίας μας που επιχειρείται καθημερινά από όσους στρεβλώνουν την ιστορία, αμαυρώνουν την εθνική μνήμη, παραθεωρούν την αξία των εθνικών μας ηρώων και πετάνε στον κάλαθο των αχρήστων κάθε έννοια πατρίδας, εθνικών συμβόλων και προτύπων.

Αν δεν πούμε όλοι μαζί αυτό το νέο ΟΧΙ, τότε καμία επέτειος, κανένας εορτασμός, καμία παρέλαση δεν θα έχουν νόημα ουσιαστικό και διαρκές. Αν η νέα γενιά δε μάθει να λέει και εκείνη ΟΧΙ, όταν και όποτε πρέπει, τότε πώς ακριβώς θα τιμήσουμε τους χιλιάδες ήρωες του ’40 που σκοτώθηκαν ή έμειναν παράλυτοι στα πεδία των μαχών;

Αν τα σύγχρονα ΟΧΙ δεν γίνουν βίωμά μας, πως θα λέμε ότι είμαστε απόγονοι όλων εκείνων των ηρώων που σήμερα συγκεντρωθήκαμε για να τιμήσουμε;

Αν ποδοπατήσουμε τις κόκκινες εθνικές μας γραμμές, τότε τί πατρίδα, τί έθνος, τί κράτος θα παραδώσουμε στην επόμενη γενιά;

Ας μας προβληματίσουν όλα αυτά τα ερωτήματα, ειδικά σήμερα. Και ας φύγουμε από εδώ με την πίστη ότι κάθε ΟΧΙ που λέμε απέναντι στην ισοπέδωση αρχών και αξιών θα είναι πάντα το καλύτερο μνημόσυνο για τις ψυχές των ηρώων προγόνων μας που με τόσο μεγάλο τίμημα μας χάρισαν την ελευθερία μας.

Ζήτω το Έθνος!
Ζήτωσαν οι ήρωες του 1940!
Σας ευχαριστώ.

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

twelve − 9 =