Την δύσκολη κατάσταση που βιώνει ο τομέας ψυχικής υγείας στην χώρα μας, απασχόλησε το δεύτερο φόρουμ, το οποίο διοργάνωσε η Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής «Π. Σακελλαρόπουλος», με θέμα «Covid-19: Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση & Κοινωνική Αλλαγή».
Οι εργασίες του φόρουμ επικεντρώθηκαν στην απουσία της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, την ανάγκη δημιουργίας νέων δομών στην κοινότητα και την πορεία των ψυχιατρικών μεταρρυθμίσεων.
Πολλοί εισηγητές επικεντρώθηκαν στο πώς βιώνουν τα παιδιά την πανδημία, μέσα σε ένα ζοφερό σκηνικό κατακερματισμένης κανονικότητας, μακριά από σχολείο, φίλους και κοινωνική δραστηριοποίηση. Τονίστηκαν ιδιαίτερα οι πιέσεις που υφίστανται οι νέοι άνθρωποι, που αντί να ανοίξουν τα φτερά τους, αναγκάζονται να φυτοζωούν σε ένα καθεστώς ημιθανούς αισθαντικότητας, με τους γονείς να μην δύνανται να αντιμετωπίσουν μόνοι, τις διαταραχές που εκδηλώνονται κατά την διάρκεια της εφηβείας.
Αλλοι επιστήμονες αναρωτήθηκαν για το τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, καθώς ήδη το παρόν βιώνεται ως συλλογικό τραύμα. Δεν έλειψαν και οι κριτικές προσεγγίσεις για την επιστημοσύνη που συμφύρεται με την εξουσία, καθώς η έκτακτη ανάγκη γίνεται ο κανόνας λόγω Covid που συνυπάρχει μαζί με τις σκοπιμότητες οι οποίες τον αξιοποιούν.
Ψυχίατροι από όλη την Ελλάδα, εξέθεσαν τις δυσκολίες των τηλεδιασκέψεων ειδικά σε αγροτικές περιοχές όπου δεν υπάρχει εύκολη σύνδεση στο διαδίκτυο, έγινε λόγος για την περιορισμένη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες των ευάλωτων ομάδων αλλά και την επιδείνωση της ψυχικής υγείας σε ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού λόγω της οικονομικής και υγειονομικής ανασφάλειας από τον «αόρατο εχθρό», τον φόβο για το σήμερα και το άγχος για το τι θα ακολουθήσει έναν κόσμο χωρίς επαφή και επικοινωνία.
Εκτέθηκαν οι συνθήκες για το πώς βίωσαν οι λήπτες των υπηρεσιών υγείας τη νέα πραγματικότητα της αποξένωσης, όπως αυτοί στα προστατευόμενα διαμερίσματα καθώς έξι στα δέκα οικοτροφεία δεν είχαν δωρεάν ίντερνετ ώστε να εξασφαλιστούν οι δίαυλοι επικοινωνίας με τους οικείους τους, βιώνοντας έτσι μια μεγαλύτερη απομόνωση.
Πολλοί αντέταξαν στην εγκληματική κρατική αμέλεια την αλληλεγγύη και τη χρήση των δυνατοτήτων της τεχνολογίας, ώστε να γίνουν περισσότερο προσβάσιμες οι υπηρεσίες, να προσεγγίσουν και να πλαισιώσουν όσους έχουν ανάγκη, «εκτρέποντας τις άμυνες ώστε να βγούμε πιο δυνατοί». Περισσότερες από 100.000 κλήσεις είχε λάβει η ειδική πενταψήφια Τηλεφωνική Γραμμή Ψυχοκοινωνικής Υποστήριξης 10306 από τις 4/4/2020 που τέθηκε σε λειτουργία ώς τα τέλη Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους, όπου αποτυπώθηκε ο φόβος και η αγωνία για τον ιό και για το αύριο από τους καλούντες αλλά και η ανάγκη επικοινωνίας λόγω της απομόνωσης, με το 50% όσων καλούσαν στη γραμμή να έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με υπηρεσίες ψυχικής υγείας.
Ωστόσο, η διαχείριση του τραύματος και των απωλειών φέρνει με δραματικό τρόπο στο προσκήνιο τα ζητήματα επιβίωσης του κόσμου που δοκιμάζεται καθημερινά έχοντας φτάσει στα όριά του, θέτοντας επιτακτικά την ανάγκη ανάπτυξης των υπηρεσιών ψυχικής υγείας για όλον τον πληθυσμό σε μια χώρα που τη χαρακτηρίζει η απουσία πρωτοβάθμιας ψυχιατρικής υγείας, με το κόστος να βαραίνει δυσανάλογα τις λαϊκές τάξεις που στον αγώνα της επιβίωσης είναι καθημερινά εκτεθειμένες στον κίνδυνο του ιού.
Μπροστά σε αυτή την άνευ προηγουμένου υγειονομική κρίση, που αποδίδεται με εμπόλεμους όρους σε ό,τι αφορά τις συνέπειές της προκειμένου να δικαιολογηθούν τα επιβαλλόμενα μέτρα αλλά με όρους προσωπικής ευθύνης όταν έρχεται η ώρα καταλογισμού των κυβερνητικών παραλείψεων, η κυβέρνηση, αντί να ενισχύσει την Υγεία σε έμψυχο δυναμικό και υποδομές, ενισχύει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς ώστε ο μαζικός εγκλεισμός να φαντάζει αναπόφευκτος. Εγκλεισμός ο οποίος όχι μόνο πέφτει βαρύς στους ώμους των ευάλωτων, αλλά καθιστά εύθραυστο ολάκερο τον πληθυσμό.
Εκτός από το ιικό φορτίο στα λύματα που εξετάζονται, ανιχνεύονται επίσης και αυξημένες ποσότητες ψυχοφαρμάκων, αγχολυτικών και αντικαταθλιπτικών, φανερώνοντας ότι ο κόσμος δοκιμάζεται στις συνθήκες εγκλεισμού εκδηλώνοντας αγχώδεις και καταθλιπτικές διαταραχές. Οι λόγοι δεν λείπουν: μοναξιά, οικονομικά προβλήματα, φόβος. Οσο για την ένδεια των δομών; Η ίδια η πολιτεία, διά της αρμόδιας εκπροσώπου της, παραδέχτηκε ότι μόνο το 25% βρίσκει πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.
Ανάγκη για συνεργασία
Διόλου τυχαία ανάμεσα στις κεντρικές προτάσεις που αναδύθηκαν στη διάρκεια των εργασιών του φόρουμ, είναι η ανάγκη συνεργασίας και συστράτευσης όλων των επαγγελματιών, ανεξαρτήτως του χώρου από τον οποίο προέρχονται, στον κοινό αγώνα για τη διασφάλιση της παροχής υψηλής ποιότητας υπηρεσιών ψυχικής υγείας για όλους τους πολίτες, ώστε να ενισχυθεί η ψυχική ανθεκτικότητα. Ιδιαίτερα τώρα, που με την πανδημία ο εξωτερικός κόσμος μοιάζει απειλητικός και οι σχέσεις, που αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της ψυχικής υγείας, περιορίζονται, με τα κοινωνικά δίκτυα να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη δράσεων αλληλεγγύης και υποστήριξης.
Ανάμεσα σε άλλα ως σημαντικές πηγές ενδυνάμωσης αναδείχτηκαν η τέχνη και ο Πολιτισμός, αλλά και η εφαρμογή επιτυχημένων μοντέλων στον χώρο της ψυχικής υγείας όπως η Ψυχιατρική Περίθαλψη στο Σπίτι του Ασθενή (ΨΠΣΑ) και οι Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας, ενώ διατυπώθηκε η ευχή να αρθούν οι διχασμοί μεταξύ του δημόσιου και του μη κερδοσκοπικού ιδιωτικού «τρίτου τομέα», ώστε να μην εμποδίζεται με τη γραφειοκρατία των θεσμικών οργάνων η συνεργασία των διαφορετικών δομών, κοινοτικών και ενδονοσοκομειακών.
Τονίστηκε, τέλος, η επιθυμία για την καλλιέργεια ενός κλίματος εμπιστοσύνης, δέσμευσης και συμμετοχής: «Είμαστε όλοι στην ίδια μεριά και όλοι ατενίζουμε το μέλλον με αγωνία για το τι θα μας φέρει», όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά.