Της Σπυριδούλας Σπανέα στην Καθημερινή
Το… κλισέ λέει ότι η ζωή γράφει τα καλύτερα σενάρια μόνο που στην περίπτωση του Νικόλα Πουλμέντη αυτό είναι η πραγματικότητα. Πούλησε ένα ρολόι και έναν σταυρό και μαζί με τη σύζυγό και τη δύο ετών κόρη τους έφυγαν για τη Νέα Υόρκη για να διεκδικήσουν μία θέση στο αμερικανικό όνειρο. Κοιμήθηκαν σε παγκάκια, γνώρισαν τη σκληρή πλευρά της ζωής, αλλά η επιμονή του σεφ από τα Κύθηρα δικαιώθηκε. Σήμερα συγκαταλέγεται στους καλύτερους σεφ στο «Μεγάλο Μήλο», έφτασε μέχρι και το Michelin, μαγείρεψε στον Λευκό Οίκο αλλά τα όνειρα δεν τελειώνουν ποτέ. Μεγάλος στόχος; Να κατακτήσει με την ελληνική κουζίνα περισσότερα από ένα αστέρι Michelin και, μάλιστα, σε μία ιδιαιτέρως απαιτητική γαστρονομικά χώρα.
Ο Νικ Πουλμέντης γεννήθηκε στην Αμερική αλλά η οικογένειά του μετακόμισε στα Κύθηρα όταν ήταν μωρό. Η οικογένειά του έφτιαξε ένα μικρό ξενοδοχείο στο «Τσιρίγο τ΄ όμορφο» και ο Νικόλας μεγάλωσε με τις γεύσεις της ελληνικής γης. Από μικρό παιδί έμαθε να πειραματίζεται με τα βότανα του «νησιού της Αφροδίτης» και τα ψάρια που έφερνε ο πατέρας του. Ο δρόμος του… μονόδρομος. Σπούδασε στο ΣτΕ Αναβύσσου και στο Le Gordon Bleu και το πάθος του για γαστρονομικές δημιουργίες έγινε επάγγελμα. Η κρίση όμως περιόρισε τους στόχους του. Το 2012 με τη σύζυγό του και τη δίχρονη κόρη τους Νεφέλη αποφασίζουν να φύγουν για τη Νέα Υόρκη. Το αμερικανικό διαβατήριο, το οποίο είχε ξεχαστεί σε ένα συρτάρι από τότε που γύρισαν οι γονείς του από Αμερική, αποτέλεσε… διαβατήριο για το όνειρό του. Τα χρήματα όμως ήταν λίγα… Για να ανοίξει τον δρόμο για το υπερατλαντικό ταξίδι πούλησε το ρολόι και τον σταυρό του.
Η Ελινορ Ρούζβελτ έχει πει ότι «Το μέλλον ανήκει σε αυτούς που πιστεύουν στα όνειρά τους» και ο Νικ Πουλμέντης πίστευε στο όνειρο του. Κι ας αναγκάστηκαν μαζί με τη σύζυγό του και την κόρη τους να κοιμηθούν σε παγκάκια στην Αστόρια μέχρι να βρει ο σεφ μία δουλειά που θα του επέτρεπε να ενοικιάσει σπίτι. Κι ας πέρασε δύσκολες στιγμές μέχρι να καταξιωθεί στον χώρο.
«Μου πήρε αρκετά χρόνια για να κάνω κάποια πιάτα γνωστά και να επηρεάσω κάποιους άλλους σεφ. Επίσης, απαιτήθηκε αρκετό χρονικό διάστημα για να με εμπιστευτεί το κοινό της Αμερικής και να δοκιμάσει νέες συνταγές, όπως ο μαύρος ταραμάς (σ.σ. μία από τις συνταγές που τον καθιέρωσαν) και το σούσι με αμπελόφυλλα, αλλά και κλασικές συνταγές όπου έχω αντικαταστήσει το κρέας με ψάρι. Στην αρχή, οι Έλληνες ιδιοκτήτες των εστιατορίων ήταν διστακτικοί αλλά όταν είδαν ότι το κοινό ανταποκρινόταν προσθέσαμε και άλλα πιάτα. Σιγά σιγά απέκτησα το δικό μου κοινό που με ακολουθεί σε όποιο μαγαζί δουλεύω ή έχω την επιμέλεια του μενού του. Στη συνέχεια, με εμπιστεύτηκαν οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων που φέρνουν ελληνικά προϊόντα. Έφερα τον κρίταμο και τα καπαρόφυλλα ενώ έμαθα στους Αμερικανούς να τρώνε πορτοκαλόπιτα», δήλωσε στο kathimerini.gr ο καταξιωμένος σεφ.
«Η ελληνική κουζίνα δεν θα πεθάνει ποτέ»
Το 2013 και το 2015 ο Νικ Πουλμέντης μαγείρεψε για τους ένοικους του Λευκού Οίκου, έχει κερδίσει reality μαγειρικής, το βιβλίο του «The Novelty of Greek Cuisine» έγινε μπεστ σέλερ ενώ αυτή τη χρονιά έγινε ο πρώτος Έλληνας σεφ που συμμετείχε στο New York City Wine & Food Festival και, μάλιστα, μαζί με την διάσημη Αμερικανίδα σεφ Κάρλα Χολ. Σε ερώτηση μας εάν η εξέλιξη της ελληνική κουζίνα αποτελέσει αιτία για να χαθεί η παράδοση, ο κ. Πουλμέντης απάντησε: «Η ελληνική κουζίνα δεν θα πεθάνει ποτέ γιατί διαθέτει καλά προϊόντα. Εάν όμως δεν ασχοληθούμε για να αυξηθούν οι συνταγές θα μείνει στάσιμη. Εδώ πρέπει να πηγαίνεις και με τη γευστική παλέτα των Αμερικανών. Στο μπέργκερ έβαλα μετσοβόνε και το έλιωσα και ενθουσιάστηκαν. Σε ότι αφορά την παράδοση δεν θα χαθεί γιατί μπορεί να πιστοποιηθεί από τους Έλληνες που γνωρίζουν τις πατροπαράδοτες συνταγές. Τις γκόγκες (γκόγκιζες) της Πελοποννήσου τις αντιμετωπίζω όπως τα νιόκι. Ο κόσμος θέλει να δει τις ελληνικές συνταγές και με έναν διαφορετικό τρόπο στο τραπέζι του».
Για να ολοκληρωθεί μία συνταγή απαιτείται χρόνος και αρκετά προϊόντα. «Η συνταγή του μαύρου ταραμά μου πήρε 1,5 χρόνο να την ολοκληρώσω ενώ για να φτιάξω μία νέα συνταγή με ψάρι μπορεί να «χαλάσω» από ένα μέχρι και 100 κιλά», τονίζει. Η εξελιγμένη ελληνική κουζίνα έχει αποκτήσει το δικό της κοινό και στην «οικονομική πρωτεύουσα» του κόσμου. «Υπερτερούν οι Έλληνες της Αμερικής ενώ, εξαιτίας του ψαριού, έχω και πολλούς Εβραίους. Οι Αμερικανοί έρχονται για τον αστακό, τον οποίο τον μαγειρεύω με χυλοπίτες και φέτα. Έτσι προωθώ τα προϊόντα μας και γευστικά και πρακτικά», μας λέει ο σεφ.
Στις επιτυχίες του Νικ Πουλμέντη υπάρχει και ένα αστέρι Michelin αλλά τα όνειρά του πηγαίνουν ακόμα πιο πέρα. «Θέλω να πάω την ελληνική κουζίνα πάνω από ένα αστέρι Michelin. Ξέρω ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει από τη μία ημέρα στην άλλη γιατί δεν είναι εύκολο αλλά είμαι έτοιμος να αφιερώσω όσο χρειαστεί από τη ζωή μου για να το πετύχω».