Θα πρέπει να είναι πολύ στριμωγμένος ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Από τη μια πλευρά η Αμερική του Τζο Μπάιντεν του δείχνει ανοικτά ότι «δεν τον πάει» και ήδη έχει ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με πρώην συνεργάτες του, όπως για παράδειγμα ο Αχμέτ Νταβούτογλου. Από την άλλη, η αντιπολίτευση στο εσωτερικό τον κατηγορεί ότι για να στηρίξει την τουρκική λίρα δαπάνησε άσκοπα μέσα σε 12 μήνες 128 δισ. δολάρια, τα οποία έγιναν καπνός. Από το 2017, το τουρκικό νόμισμα έχει χάσει το 50% της αξίας του και η πορεία προς τα κάτω συνεχίζεται.
Εξάλλου, η τουρκική επιθετικότητα απέναντι στη Δύση κάθε άλλο παρά εμπιστοσύνη εμπνέει στις διεθνείς αγορές, που θεωρούν ότι η τουρκική οικονομία είναι σοβαρά άρρωστη. Πέρα από όλα αυτά, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αναγνώρισε τη γενοκτονία των Αρμενίων, γεγονός που από μόνο του λέει πολλά. Κατά παράγοντες της αμερικανικής Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, η προεδρική πρωτοβουλία «είναι μια ξεκάθαρη πράξη, που λέει στην Τουρκία ότι πρέπει να μπει πίσω στο μαντρί (back into the fold) και να συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ, δημιουργώντας έναν κλοιό γύρω από τη Ρωσία». Ρωσία, Κίνα και Ιράν άλλωστε θεωρούνται οι τρεις μεγάλες προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Αυτό σημαίνει ότι παρά τον αμερικανικό προσανατολισμό προς την Ασία, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι οι ΗΠΑ θα αφήσουν εκτός των προτεραιοτήτων τους τη Μεσόγειο, την Αφρική και την Ευρώπη, που είναι ο πιο έγκυρος σύμμαχός τους. Είναι δε σαφές από την άποψη αυτή ότι δείχνουν σήμερα στον Τούρκο πρόεδρο Τ. Ερντογάν πως γνωρίζουν πολύ καλά τόσο τα παιγνίδια του όσο και τις απώτερες αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του, που κρίνονται υπερβολικές. Παράλληλα, ειδικά η διοίκηση Μπάιντεν, από καιρό τώρα διαφωνεί πλήρως με την τουρκική στάση έναντι της Ρωσίας και ζήτησε από την τουρκική πλευρά να εγκαταλείψει την προμήθεια S400. Αυτό βέβαια για πολλούς λόγους δεν έγινε, γεγονός που σίγουρα επέσπευσε και την αμερικανική απόφαση να αναγνωρισθεί η γενοκτονία των Αρμενίων.
Στο πλαίσιο αυτό εξάλλου ακυρώθηκε επισήμως και η τουρκική συμμετοχή στο πρόγραμμα F-35, ενέργεια με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις για το κύρος και την περαιτέρω πορεία της τουρκικής οικονομίας.
Πλήγμα αποτελεί επίσης και η ταξιδιωτική οδηγία του αμερικανικού ΥΠΕΞ για τους Αμερικανούς τουρίστες, οι οποίοι αποθαρρύνονται να επισκέπτονται τη γειτονική μας χώρα.
Όλες οι παραπάνω εξελίξεις είναι ενδεικτικές των προβλημάτων που παρουσιάζει η τουρκική αντιδυτική πολιτική, η οποία επιπροσθέτως ενοχλεί πλέον και ισχυρές αραβικές χώρες. Οι τελευταίες, κάθε άλλο παρά τη νεκρανάσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επιθυμούν και αυτό το δείχνουν ξεκάθαρα πλέον στις ορατές και μη επαφές τους και συνεργασίες τους με το Ισραήλ, την Ελλάδα και την Κύπρο. Αν στο πλέγμα αυτό προσθέσουμε και την Αίγυπτο, ορκισμένο εχθρό των υποστηριζόμενων από την Τουρκία Αδελφών Μουσουλμάνων, τότε το κλίμα για τον Τούρκο πρόεδρο και το σύστημα εξουσίας του γίνεται ιδιαίτερα βαρύ αλλά και ολισθηρό ταυτοχρόνως.
Πέρα από αυτά που προηγούνται, από ενεργειακής πλευράς, η Τουρκία παύει να είναι και χώρα-κλειδί για την Ευρώπη. Με τη διαμόρφωση της Καβάλας σε ενεργειακό κόμβο μεταφοράς υγροποιημένου αερίου στην Ευρώπη και με την προσεχή λειτουργία του αγωγού East Med, η κατασκευή του οποίου έχει ήδη εγκριθεί, το σκηνικό αλλάζει στην ευρύτερη περιοχή μας.
Η Ευρώπη βήμα-βήμα ανεξαρτητοποιείται από ελεγχόμενες από τρίτα κράτη πηγές παροχής ενέργειας. Λίαν συντόμως η Τουρκία παρακάμπτεται. Εξάλλου, η ίδια χρειάζεται τεράστιες ποσότητες ενέργειας τις οποίες προσπαθεί να καλύψει με την προσπάθεια που καταβάλλει για τον έλεγχο των πηγών της Ανατολικής Μεσογείου και με την κατασκευή τριών πυρηνικών εργοστασίων.
Υπό τις σημερινές συνθήκες αυτή η τουρκική προσπάθεια δεν διευκολύνεται από τη γεωστρατηγική πραγματικότητα. Και το γεγονός αυτό είναι το πιο σοβαρό πρόβλημα για τον Ταγίπ Ερντογάν, στο μέτρο που βλέπει και αναβαθμίζεται ο ρόλος της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι ο ρόλος που αδρά περιγράφεται σε τελευταίο άρθρο-ανάλυση της βρετανικής εφημερίδας «Times». Στην παρουσίασή της, η βρετανική εφημερίδα επισημαίνει πως Ελλάδα και Κύπρος αναλαμβάνουν ρόλο ασφάλειας στην Ανατ. Μεσόγειο, σε συνεργασία με χώρες του Κόλπου. Τα δε Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ) περιγράφονται ως κινητήρια δύναμη των νέων πρωτοβουλιών και της αραβικής αντίθεσης στο έντονο φλερτ της Τουρκίας με το ακραίο πολιτικό ισλάμ.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (ECVR), η Τουρκία μόνον δυσπιστία προκαλεί και είναι πλέον για την Ε.Ε. «προβληματικός παίκτης», ο οποίος απαιτεί πολύ προσεκτικούς χειρισμούς.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ε.Ε. δεν περιμένει τίποτε το θετικό από τις συζητήσεις της πενταμερούς στη Γενεύη, ενώ δεν αποκλείει νέες αποδείξεις «τσαμπουκά» από τον Ταγίπ Ερντογάν, έναν ισλαμιστή που διψάει για εξουσία και μπόλικο χρήμα.
Tου Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου