isozygio-trexouson-synallagon

Τη διατήρηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στα επικίνδυνα υψηλά επίπεδα του 6%, αποκαλύπτουν τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) που ανακοινώθηκαν χθες για το ισοζύγιο του 2021. Ύστερα από την πολλαπλώς οδυνηρή μνημονιακή προσαρμογή που μηδένισε το έλλειμμα του ισοζυγίου (2015=0,1% του ΑΕΠ), το 2020 και το 2021 εκτινάχθηκε ξανά στα επίπεδα του 6%. Έτσι, το ισοζύγιο επιστρέφει σε επίπεδα… μνημονιακά, εγκυμονώντας κινδύνους νέων δυσάρεστων «προσαρμογών».

isozygio-trexouson-synallagon

Το πρώτο σημείο προβληματισμού, είναι η απότομη εκτίναξη του ελλείμματος του ισοζυγίου σε επίπεδα 6% και πάνω στη διετία 2020-2021, από 1,5% το 2019 και μάλιστα σε δύο διαδοχικά έτη με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά: μεγάλη ύφεση το 2020 και υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης το 2021. Επιπλέον, το 2020 ο πληθωρισμός ήταν πολύ χαμηλά και άρα το εμπορικό ισοζύγιο δεν επηρεάστηκε από εισαγόμενο πληθωρισμό.

Από τις αρχές καλοκαιριού του 2021, η πολύ μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού που ήταν εισαγόμενος, αύξησε την αξία των εισαγωγών. Αυτή η αύξηση αναμένεται να συνεχιστεί και ολόκληρο το 2022 διατηρώντας τις πιέσεις στο ισοζύγιο.

Ωστόσο, οι μεγάλες πιέσεις οφείλονται… στους ρυθμούς ανάπτυξης. Καθώς η Ελλάδα δεν παράγει αλλά εισάγει πρώτες ύλες, ενδιάμεσα προϊόντα παραγωγής αλλά και κεφαλαιουχικό εξοπλισμό και καθώς ο πληθωρισμός αυξάνει την αξία όλων αυτών, το έλλειμμα του ισοζυγίου αυξάνεται παράλληλα με τον ρυθμό αύξησης των επενδύσεων και τους ρυθμούς ανάπτυξης. Βέβαια, οι ρυθμοί ανάπτυξης το 2022 αναμένονται χαμηλότεροι σε σχέση με το 2021 (4,5% αντί για περίπου 8,5%), αλλά υπολογίζονται πάνω σε σημαντικά ανώτερο επίπεδο του ΑΕΠ. Επίσης, η εσωτερική ζήτηση για εισαγόμενα προϊόντα θα συνεχιστεί. Με αυτά τα δεδομένα, οι πιέσεις στο ισοζύγιο αναμένεται να διατηρηθούν και ενδεχομένως να ενταθούν και το 2022.

Το εμπορικό έλλειμμα

Η διάρθρωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αποκαλύπτει ότι το εμπορικό έλλειμμα (ισοζύγιο αγαθών) διευρύνεται και μάλιστα τόσο περισσότερο όσο υψηλότεροι είναι οι ρυθμοί ανάπτυξης. Από το 2017 που η ελληνική οικονομία εξήλθε από την ύφεση και μπήκε σε φάση αύξησης -έστω και ισχνής- των ρυθμών ανάπτυξης, το εμπορικό έλλειμμα άρχισε να διευρύνεται ξανά και σταθερά (βλέπε πίνακα 1). Με μόνη εξαίρεση το 2020 που η κατανάλωση και οι επενδύσεις έκαναν «βουτιά» λόγω της πανδημίας και της μεγάλης ύφεσης. Η αυξητική τάση των εξαγωγών, που το 2021 έκαναν «άλμα» αγγίζοντας τα 40 δισ. ευρώ, υπεραντισταθμίζεται από την αύξηση των εισαγωγών, που είναι ταχύτερη. Από το 2020 στο 2021 οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 10,175 δισ. ευρώ, αλλά οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 17,270 δισ. ευρώ.

Πίσω από την ταχύτερη αύξηση των εισαγωγών, βρίσκεται μια διαρθρωτική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας: το μεγάλο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τις χώρες που κατευθύνεται το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών εξαγωγών. Οπως δείχνει το παρατιθέμενο γράφημα, ο λόγος των ελληνικών εξαγωγών προς τις εισαγωγές από αυτές τις χώρες μειώνεται διαρκώς (με μικρές και αδύναμες αναλαμπές) από το 2000 και πραγματοποιεί νέα «βουτιά» την τελευταία τριετία (με μια μικρή ανάκαμψη το 2021). Με λίγα λόγια, το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας σε σχέση με αυτή την ομάδα χωρών, διευρύνεται ως γενική τάση και μάλιστα στα χρόνια της συμμετοχής στην ευρωζώνη…

Με δεδομένη την αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών, την κατάσταση «σώζει» το ισοζύγιο υπηρεσιών, που λόγω τουρισμού είναι θετικό και αντισταθμίζει ώς ένα βαθμό τις πιέσεις από το εμπορικό ισοζύγιο.

Οι συνέπειες

Το γεγονός ότι η Ελλάδα συμμετέχει στην ευρωζώνη και στο ενιαίο νόμισμα, υποβαθμίζει και ώς ένα βαθμό «κρύβει» τις συνέπειες από το υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Δεν τις απαλείφει όμως εντελώς, ιδιαίτερα αν το έλλειμμα του ισοζυγίου ξεπερνάει το 5% του ΑΕΠ. Με εθνικό νόμισμα, μόλις το έλλειμμα του ισοζυγίου μιας χώρας «ξεφύγει», οι αγορές αντιδρούν ανεβάζοντας τα επιτόκια δανεισμού της χώρας, αρχίζουν οι πιέσεις στην αγορά ομολόγων και ανεβαίνει το κόστος χρηματοδότησης.

Δεν είναι τυχαίο ότι το θηριώδες έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού το 2008-9, που οδήγησε στην κρίση χρέους και στα μνημόνια, ήταν εφάμιλλο του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Και ότι η μνημονιακή προσαρμογή τόσο στα κρατικά ελλείμματα όσο και στο έλλειμμα του ισοζυγίου, προχώρησε απολύτως παράλληλα και συνδυασμένα. Οι διαφορές σε σχέση με την προμνημονιακή περίοδο, είναι ότι καλυτέρευσε η σχέση μεταξύ εισαγωγών και εξαγωγών και ότι η χώρα είναι ελκυστικότερος προορισμός για τα ξένα κεφάλαια, που μεταφράζεται σε υψηλότερες επενδύσεις χαρτοφυλακίου. Αν μια δυσμενής συγκυρία χειροτερέψει αυτούς τους παράγοντες, τότε η κατάσταση μπορεί να «ξεφύγει» ξανά.

Σε κάθε περίπτωση, καθώς έχουμε εισέλθει σε περίοδο ανόδου των επιτοκίων δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου που έχει κι άλλο δρόμο μπροστά της, η εκτίναξη του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε επίπεδα… μνημονιακά δεν είναι καλό νέο. Και αποκλείεται να μην το πάρουν υπόψη τους και οι αγορές, καθώς υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών σημαίνει μεγάλη εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από την εξωτερική χρηματοδότηση.

 

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

15 − six =