ε υψηλό επίπεδο παραμένει η ακρίβεια στην Ελλάδα, με την κυβέρνηση να παραμείνει παρατηρητής και να προχωρά στην παράταση των ίδιων αποτυχημένων παρεμβάσεων που έχουν τεθεί σε ισχύ από τον περασμένο Μάρτιο.
Επί της ουσίας, η κυβέρνηση συνεχίζει να αρνείται πεισματικά να μειώσει τον ΦΠΑ στα τρόφιμα κάτι που ζητούν σχεδόν όλα τα κόμματα, αλλά και η αγορά, φέρνοντας και παραδείγματα χωρών που εφάρμοσαν το μέτρο με επιτυχία.
Το μέγεθος του προβλήματος αποτυπώθηκε και στα στοιχεία της Eurostat, που δείχνουν ότι οι Έλληνες καταναλωτές πλήρωσαν για παράδειγμα, το ακριβότερο γάλα στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2023.
Εκτός από τα γαλακτοκομικά, και οι τιμές άλλων βασικών τροφίμων, όπως τα έλαια – λίπη, το ψωμί και τα δημητριακά, ξεπερνούν τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ουσιαστικά, η τεράστια ακρίβεια αποτελεί τεράστιο πρόβλημα για την Ελλάδα.
Πιο ακριβός ο καφές
Παράλληλα, ακόμη πιο ακριβός έχει γίνει ο καφές για όσους θέλουν να τον απολαύσουν σε μια καφετέρια. Ο συντελεστής ΦΠΑ στο σερβιριζόμενο καφέ, τσάι, κακάο, χαμομήλι και τα άλλα αφεψήματα επέστρεψε στο 24% μετά από τέσσερα χρόνια που είχε προσγειωθεί στο 13% λόγω της πανδημίας. Αντίθετα, στο 13% παραμένει μόνιμα ο συντελεστής ΦΠΑ για τον καφέ που θα παραγγέλνει ο καταναλωτής με delivery ή όταν θα επιλέγει να τον πάρει take away.
Με τη μετακόμιση του ΦΠΑ από το 13% στο 24% o σερβιριζόμενος καφές πωλείται από την 1η Ιουλίου ακριβότερα κατά 11%.
Άλλα Προϊόντα
Πάντως, η ακρίβεια είναι ένα γενικευμένο φαινόμενο που πλήττει τη χώρα μας. Με βάση δε και τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το Μάιο, σε ένα έτος υπήρξαν νέες ανατιμήσεις σε: Κρέατα- γενικά (1,9%), Ψάρια νωπά (12,5%), Ελαιόλαδο (56,8%), Φρούτα- γενικά (1,7%), Λαχανικά- γενικά (1,2%), Ζάχαρη- σοκολάτες- γλυκά- παγωτά (2,3%), Μεταλλικό νερό- αναψυκτικά- χυμούς φρούτων (7,7%) και Αλκοολούχα ποτά- μη σερβιριζόμενα (3,5%).
Παράλληλα, η ένδυση και η υπόδυση κατέγραψαν ανατιμήσεις 6,4% τον Μάιο, ενώ μισθωτοί και συνταξιούχοι «κόβουν» από όπου μπορούν για να βγάλουν το μήνα, με το εισόδημά τους να εξαντλείται τις πρώτες 15 μέρες.
Συνεχίζονται οι ανατιμήσεις
Αξίζει δε να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα έμεινε «κολλημένος» στο 2,4% τον Ιούνιο, κάτι το οποίο δείχνει ότι οι ανατιμήσεις συνεχίζονται σε όλα τα επίπεδα, δημιουργώντας προβληματισμό, ενόψει της δύσκολης συνέχειας.
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για την οικονομία και την απασχόληση, το διάστημα της διακυβέρνησης της ΝΔ το πραγματικό εισόδημα των μισθωτών από την εργασία τους μειώθηκε σχεδόν 9% -η μεγαλύτερη μείωση στην ΕΕ. Επιπλέον, πάνω από το ένα τρίτο των νοικοκυριών (36%) τα βγάζει πέρα με δυσκολία, ενώ το πραγματικό μέσο ωρομίσθιο, σε όρους αγοραστικής δύναμης, είναι το χαμηλότερο από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πληθωρισμός απληστίας στην Ελλάδα
Με πολλαπλάσιο ρυθμό (5,5 φορές) «έτρεξε» ο πληθωρισμός απληστίας στην Ελλάδα σε σύγκριση με την ευρωζώνη κατά την τελευταία 4ετία, όπως αποτυπώνει η τελευταία τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής που δόθηκε πριν λίγες μέρες στη δημοσιότητα από τον επικεφαλής Ιωάννη Τσουκαλά. Το παραπάνω στοιχείο δείχνει ότι τουλάχιστον δε λειτουργεί επί της ουσίας ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά, με αποτέλεσμα να επιβαρύνονται δυσανάλογα οι καταναλωτές σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εξαιτίας των επιχειρηματικών κερδών.
Ειδικότερα, το Γραφείο προχώρησε σε ανάλυση του πληθωρισμού του ΑΕΠ στις βασικές συνιστώσες του, για την εξαγωγή συμπεράσματος σχετικά με τη συνεισφορά του κόστους εργασίας και των κερδών των επιχειρήσεων στην εξέλιξή του ιδιαίτερα από την περίοδο της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία που επέτεινε τις πληθωριστικές πιέσεις. Η ανάλυση δείχνει ότι τα κέρδη είχαν υπερδιπλάσια συνεισφορά στην σωρευτική αύξηση του αποπληθωριστή ΑΕΠ μέχρι το 2024 σε σχέση με το μισθολογικό κόστος.
Σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου, όσον αφορά την Ελλάδα από την συνολική αύξηση του πληθωρισμού (του ΑΕΠ) κατά 16% για την περίοδο αναφοράς (δ᾿ τρίμηνο 2019 – α᾿ τρίμηνο 2024), πρωταρχική συνεισφορά στον πληθωρισμό είχαν τα κέρδη (ανά μονάδα προϊόντος) με το μερίδιο τους να διαμορφώνεται στο 9%, ενώ το μοναδιαίο κόστος εργασίας (που αντανακλά μισθούς και εργοδοτικές εισφορές) συνεισέφερε 4,1% για την ίδια περίοδο. Αντίθετα, στην Ευρωζώνη για την ίδια περίοδο αναφοράς το Γραφείο Προϋπολογισμού παρατηρεί ότι το μοναδιαίο κόστος εργασίας, σε αντίθεση με τα μοναδιαία κέρδη, έχει ισχυρή συνεισφορά στον πληθωρισμό με 10% περίπου. Την ίδια στιγμή, η συνεισφορά των κερδών στην ευρωζώνη ήταν κοντά στο 1,7%.