Η είδηση ότι ο πολυβραβευμένος Θ. Αγγελόπουλος έχασε παράλογα τη ζωή του, στις 24 Ιανουαρίου (2012), δεν ελύπησε μόνο τους θαυμαστές της τέχνης του. Η μελαγχολία ήταν ορατή και σε απλούς Έλληνες, χωρίς να έχουν δει, οι περισσότεροι, κάποια ταινία του, διότι, πέραν της φυσικής συμμετοχής στο γεγονός, αμέσως ήλθε η σκέψη ότι φτωχύναμε και σε πολιτισμό…
Την επομένη, στα αποχαιρετιστήρια κείμενα και τα αφιερώματα της Κρατικής Τηλεόρασης (προς έπαινόν της), έδωσαν αποκλειστικό τον τόνο η προσωνυμία του σκηνοθέτη ως «ποιητή των εικόνων» και, κάπου, η ταινία του «Ταξίδι στα Κύθηρα». Με τη διαφορά, ότι ο δημιουργός, δεν ξεκίνησε τη μοιραία νύχτα. Από την πρώτη νιότη του είχε σηκώσει άγκυρα για το νησί της ψυχής.
Στα Κύθηρα του Ζ. Αντ. Βαττό
Ο Γάλλος ζωγράφος Ζ. Αντ. Βαττό (1684 – 1721), κατά τους αδελφούς Γκονκούρ, «ο μεγάλος ποιητής του ΙΗ΄ αιώνα», επανειλημμένως είχε στρέψει το βλέμμα του στα Κύθηρα. Τελικά επιβλήθηκαν ως αριστουργήματα της Ζωγραφικής εκατό ετών, δύο πίνακες του δημιουργού: «Προσκυνητική Οδοιπορία στα Κύθηρα», 1717, (Μουσείο του Λούβρου), σε μετάφραση τίτλου από τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, για δε τους Γάλλους της Πλειάδας «ένα αριστούργημα ποιητικής τρυφερότητας»∙ καθώς και η «Επιβίβαση για τα Κύθηρα», του 1719 ή 1720, «η μαγευτική φαντασμαγορία» (Μουσείο Charlottenburg, Βερολίνο).
«Ο ονειροπόλος στοχασμός» του Βαττό ανέβασε στον ουρανό το αγαπημένο των τεχνών νησί, από την Αναγέννηση και μετά. Από τον Βαττό μέχρι τον Αγγελόπουλο, το «Ταξίδι στα Κύθηρα» αποτελεί διαχρονικό σημείο ρομαντικής αναφοράς!
Αρχέγονη η αφετηρία του. Ο Όμηρος, πρώτος, αποκαλεί και Κυθέρεια, Κυθηρία, την θεά του Έρωτα. Μοίραζε το χρόνο της μεταξύ Κύπρου και Κυθήρων, μην ξεχνώντας, ότι τα κύματά τους την πρωταντίκρισαν να σχηματίζεται ως πανέμορφη γυναίκα μέσα στους αφρούς, πριν οι δυνατοί άνεμοι της περιοχής την παρασύρουν στην «θαλασσοφίλητη» Κύπρο. Αφρογένεια (όνομα και χάρη), Κύπρις, Παφίη (Παφίτισσα), Κυθέρεια και προ πάντων Αναδυομένη, ανάμεσα σε πολλές επικλήσεις, στα Κύθηρα είδε τον πρώτο ναό της, σύμφωνα με τις πάντοτε πολύτιμες πληροφορίες του Παυσανία: «-το ιερό της- αγιότατον και αρχαιότατον των εν Ελλάδι» (Παυσανίου Γ΄, 23, 1.). Εκεί, ενσαρκωμένη σε θεόσταλτο άγαλμα, απολάμβανε τη λατρεία πλήθους ερωτευμένων σε γιορτές χαράς και ενέπνεε το Ταξίδι στα Κύθηρα: Στον Έρωτα, στη Φύση, στην Ελευθερία, με ένα λόγο στο Νόημα της Ζωής! Πέραν της παράδοσης, ανάγλυφα, με παραστάσεις ερωτευμένων να προσφέρουν δώρα στη θαλασσινή θεά τους, τα άρπαξαν από τον τόπο, στον οποίο πρώτα απευθύνθηκαν, όπως διαβάζομε στα περιηγητικά κείμενα των Αδελφών Στεφανόπολι και του Ζεράρ ντε Νερβάλ.
Οι πίνακες του Βαττό εικονίζουν σκηνή υπερβατικού θεάτρου, σε ένα κατάφυτο τοπίο θεσπέσιων χρωμάτων, με μικρούς φτερωτούς Έρωτες, παιδιά των Ζεφύρων, να πετούν γύρω από την καραβέλα της ακτής και πάνω από τους ευτυχισμένους προσκυνητικούς ταξιδευτές (στυλ Rococo).
Πολλή η κριτική αναζήτηση, εάν οι πίνακες σημαίνουν αναχώρηση-ταξίδι για τα Κύθηρα, την ευτυχία της αποβίβασης ή τη θλίψη του αποχαιρετισμού, το τέλος του ερωτικού ονείρου. Σημασία έχει ότι ο ασθενικός Βαττό, άωρα χαμένος στα 37 χρόνια του, κατόρθωσε να ζωγραφίσει, με τρόπο εμβληματικό, «την κατάσταση της ψυχής ενός ανθρώπου ενώπιον της Ζωής» -σύμφωνα με τον Α. Σατελέ- «την αντιπαράσταση, μ’ ένα θαυμάσιο έρωτα, της τόσο εφήμερης Ζωής με το ποθητό Άπειρο» (Ελί Φορ).
Το έργο του Ζ. Αντ. Βαττό είναι εξομολόγηση μιας μεγάλης ψυχής και γι’ αυτό χαράζει το δρόμο του ρομαντισμού και εγκαινιάζει την ουσία της μοντέρνας πραγματικότητας.
Ο Διάλογος των Κυθήρων, κατά τον 19ο αιώνα.
Πρώτος, απόλυτα αιρετικός των Κυθήρων και του Βαττό στάθηκε ένας Γάλλος συγγραφέας, επηρεασμένος και από το «Ταξίδι του Δήμου και Νικολό Στεφανόπολι στην Ελλάδα». Χωρίς να ταξιδέψει ως το νησί, το παρουσιάζει θλιβερή σκιά του μύθου, στο βιβλίο του «Ταξίδι στην Ανατολή», το 1851, και παράλληλα, ως Γάλλος, επιδιώκει να στηλιτεύσει τις βαρβαρότητες των Βρετανών εξουσιαστών του και εξεχόντων της αρχαιοκαπηλείας. Τα ιστορικά πάθη και η παρακμή των Κυθήρων συνδέθηκαν, αλληγορικά, με την θεωρούμενη ουτοπία τους.
Στη συνέχεια, οι Ντε Νερβάλ, Β. Ουγκό και Κ. Μπωντλέρ συνθέτουν τον ανατρεπτικό ποιητικό διάλογο. Ο Μπωντλέρ, στη συλλογή «Τα Άνθη Κακού», από το ποίημα «Ένα Ταξίδι στα Κύθηρα», αντικρίζει μια στείρα γη, μόνο με τις αναμνήσεις της χώρας των τραγουδιών: Το μαυρονήσι ποιο είν’ αυτό το θλιβερό; Μας είπαν: / Τα Κύθηρα∙ των τραγουδιών η φημισμένη χώρα∙ (Μτφρ. Κ. Παλαμά).
Στην ποιητική συλλογή «Ενατενίσεις» του Β. Ουγκό, η μελαγχολία είναι συνώνυμη του τίτλου «Cerigo», της μεσαιωνικής και όχι της αρχαίας ονομασίας του νησιού: Τσιρίγο, πού είν’ τα Κύθηρα; Νύχτα! Πένθος μονάχο. / Πάει η Εδέμ, στη θέση της γυμνόν άφησε βράχο… (Μτφρ. Νίκος Στρατάκης).
Ωστόσο, πολύ αργότερα, μια έκφραση του ονειροπόλου Γάλλου Αλμπέρ Σαμέν είναι το πανόραμα ενός ιόνιου νησιού, πιθανόν των Κυθήρων. Κλείνοντας ο ποιητής, βλέπει το απαύγασμα της φυσικής και ανθρώπινης ομορφιάς στην θεϊκή κίνηση της Αφροδίτης: Κι η Αφροδίτη διπλώνει την ξανθιά γύμνια της / μες στο πρωινό που χαμογελά. (Μτφρ. Μιχαήλ Πετρόχειλου).
Ο Ελληνικός διάλογος για το Ταξίδι των Κυθήρων
Ο Αλμπέρ Σαμέν ονειροπολεί, αλλά πριν από δεκαετίες, ο ποιητής της Ιδέας Ανδρέας Κάλβος νοσταλγεί. Στην πρώτη ωδή της «Λύρας» του, υπό τον τίτλο «Ο Φιλόπατρις», με ποιητική μεγαλοπρέπεια και περιπάθεια σε αρμονική ένωση, υμνεί όλα όσα περιβάλλουν την «θαυμασίαν» Ζάκυνθο: Το κύμα Ιόνιον πρώτον / Εφίλησε το σώμα∙ / Πρώτοι οι Ιόνιοι Ζέφυροι / Εχάιδευσαν το στήθος / της Κυθερείας.
Τον 20ό αιώνα, ο ελληνικός διάλογος των Κυθήρων, στην Ποίηση, στη Μουσική και στον Κινηματογράφο, μοιράζεται στα δύο: Όνειρο και σκεπτικισμός. Ποταμός της λύρας ο Κωστής Παλαμάς, τραγουδώντας τα «Επτάνησα» αισθητοποιεί στα ευεργετικά χέρια της Αφροδίτης την ενάλια δροσιά: …και πάντα η Αφροδίτη σας απάνω σας να βρέχει / του Απρίλη τη δροσιά. (Η Πολιτεία και η Μοναξιά. 1912).
Εξάλλου, όπως είναι επόμενο, οι Κυθήριοι ποιητές τραγουδούν τη γενέτειρά τους, εμπνευσμένοι, κατά κανόνα, από την αγαθή τύχη να απολαμβάνουν το μοναδικό φως των Κυθήρων σε συνύπαρξη με τον ποιητικό μύθο τους. Ο Πάνος Φύλλης, το 1947, με «Το Ταξίδι στα Κύθηρα», εκστατικός στην ομορφιά του τόπου του ανάμεσα σε τρία πέλαγα, απαντά στον σκεπτικισμό των δύσκολων χρόνων: Χίλιοι Βαττό δεν το μπορούν να ζωγραφίσουν… / Ας τους κι ας λένε πως ονείρατα και πράξη / Έχουν χωρίσει και δεν ζούνε ταιριασμένα… / Δεν θ’ αξιωθήκαν ως τα Κύθηρα ταξίδι…
Πραγματικά, θα χρειαζόταν κανείς πολύ χρόνο, για να μετρήσει πόσες φορές έχει γραφεί ο τίτλος «Ταξίδι στα Κύθηρα». Τον επανεγγράφει, ποιητικά ελκυστικό, ο Κώστας Ουράνης, απαισιόδοξος του καιρού του, στις «Νοσταλγίες» του 1920, στο ωραιότερο, ίσως, ποίημα για το ταξίδι, με αυθεντική τη θλίψη, γιατί «τ’ ωραίο καράβι» δεν έφτασε στα θρυλικά Κύθηρα. …Μα το ταξίδι ήταν μακρύ κι η χειμωνιά μάς βρήκε / … / και κάτου από τους άξενους τους ουρανούς, το πλοίο / απόμεινε ακυβέρνητο στο κύμα τ’ αφρισμένο / με το φτωχό μας όνειρο στην πρύμνη πεθαμένο.
Για τον σύγχρονό μας, όμως, ποιητή Δημήτρη Καρασάββα, το ταξίδι έχει άλλη διάσταση. Ο ναυτίλος του χάθηκε, λίγο πριν φτάσει στο νησί, παίρνοντας, όμως μαζί του, δια του θανάτου τα Κύθηρα και όχι το πεθαμένο τους όνειρο. …Ο Μίλτος ο Λιάπης / σαραντάρης ναυτικός από την Κω / χάθηκε το ’70 λίγο πριν τα Κύθηρα / μαζί με την «Ελπίδα» ποντισμένη / δίχως να βρει την αγάπη του. («Η Ελπίδα», Ναυτικόν Φυλλάδιον, 1998).
Προ των Κυθήρων, συχνά ορθώνονται ομηρικές οι τρικυμίες του Καβο-Μαλιά. Το Ιδανικό, που συμβολίζουν -κάθε ιδανικό- είναι η Αφροδίτη της Μήλου, αλλά σύμφωνα με έκφραση μάλλον του ποιητή Μαρίνου Σιγούρου. Χωρίς χέρια δεν μπορεί να μας αγκαλιάσει. Ωστόσο, στέκει πάντοτε στο βάθρο της, θα υπάρχει πέραν των ανθρωπίνων ως Ομορφιά και διαχρονική Έμπνευση.
Ο Θ. Αγγελόπουλος ταξιδεύει για τα Κύθηρα
Στοχαστής του Χρόνου και του Χώρου ο δημιουργός του «Θίασου» (1975)καθ’ όλη τη διαδρομή του συν-εντάσσει τους ήρωές του στην σκηνή της νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, με προβολές από την εκ βαθέων παράδοσή μας. Οι γωνίες λήψης αλλάζουν, όχι όμως η ποιητικότητα των περίφημων ιστορικών πλάνων στις δεκατέσσερις ταινίες του -και εδώ εμφανίζεται ένα βασικό χαρακτηριστικό της διεθνώς αναγνωρισμένης τέχνης του.
Αρχέγονοι και διαρκείς σύντροφοι της Ελλάδας είναι η Μετανάστευση και ο Νόστος -θυμίζοντας και την «Οδοιπορία» του Βαττό. Τον γυρισμό του ξενιτεμένου -διαχρονικό θέμα της Ελληνικής Λογοτεχνίας- τον παρακολουθήσαμε, το 1976, και στο «Διπλό Βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή, υπό την απαράδεκτη, όπως αποδείχθηκε, εκτροπή της μεταπολεμικής Ελλάδας. Με τη στόφα του ρομαντικού ο μετανάστης Σκουρογιάννης, επιστρέφει, το 1976, σε μια χώρα με νέο θεό τον κίβδηλο ευδαιμονισμό της άχρηστης κατανάλωσης και αισθάνεται την ξενιτιά στον τόπο του βαρύτερη από εκείνην στη Γερμανία, αλλά, εκεί, με το όνειρο του ελληνικού ταξιδιού.
Μοιάζει με αδελφό του Σκουρογιάννη ο επί δεκαετίες πολιτικός εξόριστος του Θόδωρου Αγγελόπουλου, για να αντιμετωπίσει, στην ταινία τού 1984, «Ταξίδι στα Κύθηρα», κάθε άλλο παρά τα Κύθηρα της νοσταλγίας του. Γεωγραφικώς το νησί δεν αναφέρεται στο σενάριο, αλλά η έκπτωση των στέρεων αξιών του παλιού κόσμου και η ερήμωσή του.
Και ο γερο-Σπύρος -ο Μάνος Κατράκης- εναντιώνεται στην εμπορευματοποίηση των πάντων εις βάρος του τόπου του, παραμένει ακλόνητος στην αυθεντική πραγματικότητα της πατρίδας μας, και δεν αργεί να εισπράξει την επικίνδυνη καταδίωξη, από ανθρώπους θεωρούμενους δικούς του.
Το ταξίδι ακυρώθηκε στα μισά του δρόμου, ο Νόστος δεν πραγματοποιήθηκε. Με πικρή σοφία ο ξένος στον ίδιο του τον τόπο, απορρίπτει κάθε συμβιβασμό προδοσίας και επιλέγει, κρατώντας αλώβητα τα ιδεατά Κύθηρα, να χαθεί στην άλλη θάλασσα. Κατά σύμπτωση, «Η Άλλη Θάλασσα» είναι ο τίτλος της ημιτελούς ταινίας του σκηνοθέτη μας. Δεν γνωρίζομε εάν, και σ’ αυτήν τη δημιουργία, ο Έλληνας θα ήταν εξόριστος και οδοιπόρος, όπως πρώτος μας τον παρέδωσε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ως κινηματογραφιστής. Εάν όμως θυμηθούμε μια δήλωσή του, ότι η οικονομική κρίση και η μετανάστευση θα διαδραματίζονταν στην τελευταία ταινία του, συγκλονιστική απάντηση θα είχαμε στην απορία μας.
Το Ταξίδι στα Κύθηρα συνεχίζεται
Έχει λεχθεί από αλλοδαπό στοχαστή, ότι το «Ταξίδι στα Κύθηρα» του Βαττό είναι το Δράμα του Ανθρώπου. Εύπλοια δεν είναι η Κυθέρεια Αφροδίτη, Αναδυομένη, όμως, πάντοτε. Χάνεται και επανέρχεται. Έρχονται διαρκώς νέοι άνθρωποι, με παρθένους πόθους, ενώ άλλοι συνεχίζουν, ταμένοι να αποδείξουν ότι τα «ζάθεα», τα πανάγια Κύθηρα του Ομήρου είναι υπαρκτά, παρά τον άγριο Ποσειδώνα του Καβο-Μαλιά. Και ο Θ. Αγγελόπουλος είχε δηλώσει ότι το «Ταξίδι» του είναι σαν επιστροφή στον Ρομαντισμό.
Ο Έρωτας του Ιδανικού, ακριβώς επειδή θεωρείται απροσπέλαστος, κατοικεί στην καρδιά κάθε υψηλής δημιουργίας. Χωρίς αυτόν, ο άνθρωπος θα ήταν ψυχικά, πνευματικά ανύπαρκτος. Όσα ναυάγια και αν έχουν καταγραφεί, αλίμονο, εάν δεν σαλπάρουμε για τα Κύθηρα.
Για μας, θα είναι σίγουρα χαμένα, αν δεν τα αναζητήσουμε. Και θα πρέπει να καταλάβουμε, ότι φτάσαμε. Ότι ζούμε στο νησί της Ιδέας, προσκυνώντας, πάντοτε, όσα εκείνο σημαίνει… Μάλλον ήταν ρεαλιστής ο Ζ. Αντ. Βαττό, όταν στον περίφημο πίνακα έδινε τον τίτλο, «Προσκυνητική Οδοιπορία στα Κύθηρα».
ΑΔΑΜΑΝΤΙΑ ΤΡΙΑΡΧΗ – ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ
Βιβλιογραφία:
• Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, τόμος 9ος. Ειδική έκδοση για ΤΟ ΒΗΜΑ Βιβλιοθήκη, 2010.
• Συμβολικά Κύθηρα, Συλλογική έκδοση Ελεύθερου Ανοικτού Πανεπιστημίου Δήμου Κυθήρων, 2003.
• Μιχαήλ Πετρόχειλος, Τα Πολυύμνητα Κύθηρα. Έκδοση του Κυθηραϊκού Συνδέσμου Αθηνών, 1955
• Δημήτρης Καρασάββας, Ναυτικόν Φυλλάδιον. Εκδόσεις Τα Τραμάκια, Θεσσαλονίκη 1998.
• Βασίλης Ραφαηλίδης, Ταξίδι στο Μύθο – Ο κινηματογράφος του Θόδωρου Αγγελόπουλου, Εκδόσεις Αιγόκερως 2003.
• Κώστας Γεωργουσόπουλος, Η Ηθική του Τοπίου. ΤΑ ΝΕΑ, 4-5 Φεβρουαρίου 2011.