Στο βιβλίο της Ιστορίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης της Γ’ Λυκείου, το πρώτο κεφάλαιο της διδακτέας ύλης αφορά την ελληνική οικονομία και τις προσπάθειες ανάκαμψής της πριν και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Το βιβλίο επικεντρωνόταν σε μια σειρά από πολιτικές που ενίσχυσαν τις επενδύσεις, το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας και τις υποδομές (τραμ, λεωφορεία, ηλεκτροδότηση, ύδρευση από την αμερικανική ΟΥΛΕΝ).
Παρά τους πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, το εξωτερικό χρέος της χώρας είχε φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη λόγω δανείων που σύναψε η τελευταία κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου (1928 – 1932).
Η κυβέρνηση αδυνατούσε να αποπληρώσει το χρέος, και να διαχειριστεί τα πολλαπλά μέτωπα στο εσωτερικό της χώρας. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση Βενιζέλου κήρυξε στάση πληρωμών και παραιτήθηκε τον Μάιο του 1932. Τα πολλαπλά μέτωπα της κυβέρνησης αφορούσαν τη μείωση των εξαγωγών και των εμβασμάτων των Ομογενών της Αμερικής, αλλά και την γρίπη του 1931 που γονάτισε την οικονομία με το πρώτο lockdown που επιβλήθηκε στην χώρα.
Με πληροφορίες των «Αθηναϊκών», δώδεκα χρόνια μετά την πανδημία της «ισπανικής γρίπης» του 1918 που κόστισε τη ζωή σε περίπου δύο χιλιάδες Έλληνες και 72 εκατομμύρια παγκοσμίως, τον Ιανουάριο του 1931 ξέσπασε μια ακόμη πανδημία σε ολόκληρη την χώρα. Υπήρχαν ήδη δημοσιεύματα που ενημέρωναν τους πολίτες για την ύπαρξη ενός ιού της γρίπης από την Ισπανία και τη Γαλλία και προέτρεπαν το Υπουργείο Υγιεινής να λάβει μέτρα, αλλά πολλοί δεν έδωσαν σημασία.
Η έλλειψη άμεσης πληροφόρησης, οι άθλιες συνθήκες διαβίωσης σε ορισμένες γειτονιές και τα φαινόμενα συνωστισμού, όπως η κοσμοσυρροή στο λιμάνι του Πειραιά για την υποδοχή της δημοφιλούς Αιγινήτισσας Μις Ελλάς, Χρυσούλας Ρόδη, που κόλλησε τη γρίπη προτού ταξιδέψει στο Παρίσι για τον διαγωνισμό της Μις Ευρώπη (άσχετα που δεν κέρδισε κάποιο τίτλο), ήταν παράγοντες που ευνόησαν τη γρήγορη εξάπλωση του ιού.
Στο τέλος του Ιανουαρίου του 1931, ο Ελευθέριος Βενιζέλος διαγνώστηκε με γρίπη. Βέβαια, δεν ήταν η πρώτη φορά. Η επιβαρυμένη υγεία του ήταν γνωστή στους πολιτικούς κύκλους. Το καμπανάκι για την κατάστασή του όμως χτύπησε πολύ σύντομα, καθώς μέλη της κυβέρνησης και βουλευτές ήταν κλινήρεις με συμπτώματα γρίπης. Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις των μελών του Κοινοβουλίου, ο κόσμος άρχισε να πανικοβάλλεται. Η Βουλή αναγκάστηκε να διακόψει τις εργασίες της και δόθηκε ρητή εντολή σε όλους τους βουλευτές να μην επισκέπτονται κανέναν. Ο δε Πρωθυπουργός τέθηκε σε καραντίνα.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, υπήρχαν κρούσματα γρίπης στην Αίγινα, την Κοκκινιά, τον Μαραθώνα και τη Λάρισα, τα οποία αυξάνονταν διαρκώς. Το Υπουργείο Υγιεινής έστειλε αντιγριπικά εμβόλια σε όσες περιοχές είχαν πολλά κρούσματα και αμέσως προχώρησε στο κλείσιμο των δημόσιων υπηρεσιών και των σχολείων, μια και το 30% των μαθητών ήταν ασθενείς.
Ο τότε Υπουργός Υγιεινής, Αλέξανδρος Παππάς, δήλωνε σε ελεύθερη απόδοση πως «η επιδημία της γρίπης είναι ελαφριάς μορφής, αλλά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί έτσι με ένα απλό συνάχι. (…) Είναι γεγονός πως κανένας θάνατος από τη γρίπη δεν σημειώθηκε, ούτε εδώ (σ.σ. στην Αθήνα) ούτε στην επαρχία. Η πανδημία επηρέασε κυρίως τις περιοχές της Αθήνας και του Πειραιά. Αστυφύλακες και χωροφύλακες τοποθετήθηκαν σε στάσεις του τραμ και του ηλεκτρικού, έξω από φαρμακεία, για να αποτρέψουν τις εντάσεις και την κοσμοσυρροή, και σε καφενεία και ζαχαροπλαστεία, όπου διενεργούσαν ελέγχους για την τήρηση των μέτρων. Οι δε καταστηματάρχες και ιδιοκτήτες έπρεπε να απολυμαίνουν τις επιχειρήσεις καθημερινά.
Ο κόσμος άρχισε να συνετίζεται στις συστάσεις της κυβέρνησης, αλλά οι θάνατοι αυξάνονταν και οι ειδικοί εφάρμοσαν ένα lockdown σε ολόκληρη τη χώρα. Όλα τα θεάματα σταμάτησαν. Χοροεσπερίδες, προβολές, παραστάσεις και ποδοσφαιρικοί αγώνες μπήκαν στον πάγο. Οι επαγγελματίες του χώρου και το κοινό αντέδρασαν τόσο έντονα που ανακλήθηκε η απόφαση του Υπουργού Υγιεινής. Η οικονομία κατέρρεε ακόμη περισσότερο μέσα σε αυτό το δεκαήμερο του lockdown. Έτσι, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να άρει τα μέτρα όσο το δυνατόν συντομότερο. Μόλις φάνηκε η μείωση στον αριθμό των θανάτων, η οικονομία πήρε ξανά μπροστά, χωρίς βέβαια να διασωθεί από την πτώχευση της επόμενης χρονιάς.