Η μη εφαρμογή ενός συστήματος περιφερειοποίησης που ζητούσαν αρκετοί μελετητές, μοιάζει να ευνοεί ανισότητες.
Με πολλές… τυμπανοκρουσίες έβγαλε στην δημοσιότητα το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, την πολυαναμενόμενη πρόσκληση για το νέο πρόγραμμα βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, που θα έχει τριετή διάρκεια. Μια καλύτερη όμως ανάγνωση της πρόσκλησης καταδεικνύει πως το νέο πρόγραμμα αναμένεται -όπως και το προηγούμενο του 2017- να δημιουργήσει αδικίες και ανισότητες στον κλάδο.
Για παράδειγμα, είναι πασιφανές ότι το νέο πρόγραμμα αδικεί όσους έχουν μικρές γεωργικές ή κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, δηλαδή το μεγαλύτερο αθροιστικά κομμάτι του κλάδου στην Ελλάδα. Μεγαλύτερη αδικία προάγει το σύστημα μοριοδότησης, καθώς φαίνεται, για τους παραγωγούς (αγρότες και κτηνοτρόφους) της νησιωτικής Ελλάδας. Για παράδειγμα, εύκολα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς πως θα μπορέσει ένας ελαιοπαραγωγός π.χ. στη Χίο, στη Λέσβο ή ακόμα και στην Κρήτη να βάλει στο πρόγραμμα 100 στρέμματα ελιάς, ώστε να έχει σίγουρες πιθανότητες ένταξης, όταν ο μέσος όρος του κλήρου είναι γύρω στα 30 στρέμματα;
Επίσης, πρόβλημα θα έχουν, με την ένταξή τους, παραγωγοί από περιοχές όπου δεν υπάρχει δυνατότητα παραγωγής ζωοτροφών (νησιά). Κι αυτό γιατί, για παράδειγμα, ένας κτηνοτρόφος από νησί με 100 πρόβατα, έλαβε μέσω τεχνικής λύσης, 90 στρέμματα βοσκότοπο, ενώ ένας κτηνοτρόφος από την ηπειρωτική Ελλάδα, πήρε με τον ίδιο αριθμό ζώων, 120 στρέμματα βοσκότοπο, βάσει των πυκνοτήτων βόσκησης του… ΟΠΕΚΕΠΕ.
Σημειωτέον ότι, εξ ορισμού, ευνοημένοι πρέπει να θεωρούνται και οι παραγωγοί από περιοχές με… οικολογικά προβλήματα (π.χ. ζώνες Natura).
Όλα αυτά, θα ήταν λυμένα, αν εφαρμόζονταν η περιφερειοποίηση, δηλαδή βαθμολογία με εντάξεις ανά περιφέρεια κι όχι ανά την χώρα, λένε μελετητές, σημειώνοντας ότι έτσι όπως είναι δομημένο το πρόγραμμα, ολόκληρες περιοχές κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς καμιά… ένταξη.