Με αφορμή την σημερινή ανάρτηση του ιατρού Κοσμά Μεγαλοκονόμου για μία σπάνια φωτογραφία του μεσοπολέμου από την Αγία Πελαγία αναδημοσιεύουμε το κείμενο για την μεγάλη τραγωδία της 9ης Αυγούστου 1942 στη διάρκεια της κατοχής. Το κείμενο – ρεπορτάζ δημοσιεύθηκε από τον Adelin FM την Κυριακή 24 Μαΐου 2015.
Πώς εξαφανίστηκε το εκκλησάκι της Αγίας Πελαγίας στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής
Ένας Γερμανός πιλότος διαπιστώνοντας βλάβη στο αεροπλάνο του αποφασίζει να κάνει αναγκαστική προσγείωση στην άμμο, μπροστά από την παλιά εκκλησία της Αγίας Πελαγίας. Πριν αρχίσει την κάθοδο και για λόγους ασφαλείας απασφαλίζει την βόμβα που έφερε και την αφήνει να πέσει στα μαλακά της άμμου, κοντά στον μονόλιθο για να μην εκραγεί. Οι Γερμανοί περισυνέλεξαν τον πιλότο αφήνοντας το αεροπλάνο και την βόμβα στην άμμο κοντά στην εκκλησία.
Το αεροπλάνο σε μικρό χρονικό διάστημα διαλύθηκε από τους κατοίκους παίρνοντας ο καθένας ότι του ήταν χρήσιμο. Δύσκολα χρόνια και η μπότα του κατακτητή βαριά σαν καταπέλτης. Η επιβίωση αγώνας καθημερινός. Η βόμβα παρέμεινε κάμποσο καιρό στην παραλία. Εκείνα τα χρόνια οι ψαράδες χρησιμοποιούσαν δυναμίτη στο ψάρεμα τους. Παίζανε κορόνα γράμματα την ζωή τους. Η ανάγκη όμως τους έκανε αυτό να το βάζουν σε δεύτερη μοίρα και να ρισκάρουν την ζωή τους για να ζήσουν τις οικογένειες τους. Αυτός ήταν και ο λόγος που έκανε μια παρέα ψαράδων από τον Καραβά να σκεφτούν να χρησιμοποιήσουν την ποσότητα γόμωσης από την βόμβα. Έπρεπε με πολύ προσοχή να αφαιρέσουν το καψούλι την εκρηκτική ύλη και στη συνέχεια να ανοίξουν με σφυρί και καλέμι το σιδερένιο κέλυφος για να πάρουν την χρήσιμη γι’ αυτούς γόμωση.
Δέκα άνθρωποι συμφωνούν στην ιδέα και όρισαν ημερομηνία του επιχειρήματος την 9ην Αυγούστου του 1943 τα ξημερώματα εορτή της Αγίας Πατρικίας. Σκεπτόμενοι ότι οι κάτοικοι θα έλειπαν από το χωριό στην απομακρυσμένη εκκλησία όπου θα πήγαιναν να προσκυνήσουν, θα είχαν τον χρόνο να μεταφέρουν την βόμβα μέσα στην μικρή εκκλησία της Αγίας Πελαγίας να κάνουν ότι κάνουν, χωρίς να τους πάρει μάτι κανείς. Έτσι κι έγινε. Η όλη επιχείρηση προχωρούσε όπως είχε σχεδιαστεί. Χωρίς κουβέντα με προσεκτικές κινήσεις και με τον ιδρώτα να στάζει – και να τσούζουν τα μάτια – καθώς κυλούσε από το μέτωπό τους αφαιρέθηκε το καψούλι, άνοιξαν το κέλυφος με το σφυρί και με καλέμι μια μεγάλη ποσότητα γόμωσης αφαιρέθηκε. Υπήρχε όμως αρκετή ακόμα. Οι περισσότεροι από την ομάδα ανέλαβαν να απομακρύνουν και να φυλάξουν την εκρηκτική ύλη. Είχαν αποφασίσει να την κρύψουν στην περιοχή της Γαλανής πηγής προς τον Ποταμό. Τρεις άνθρωποι έμειναν πίσω στην εκκλησία συνεχίζοντας την προσπάθεια αφαίρεσης και της υπόλοιπης εκρηκτικής ύλης. Κάθε σφυριά και η ανάσα κοβόταν από την αγωνία μήπως ξεστρατίσει το χτύπημα. Μια λάθος κίνηση θα έφερνε την καταστροφή.
Πάνω στην αγωνία ξαφνικά ακούστηκαν κουβέντες και γέλια κοριτσιών. Ο ένας από τους τρεις αγναντεύοντας από την πόρτα είδε δυο κοπέλες να ζυγώνουν προς το εκκλησάκι. Ήταν οι κόρες του Αμοργιανού από τα Λογοθετιάνικα. Τις προλαβαίνει έξω και αποπαίρνοντάς τις, ρώτησε τι θέλουν. Τα κορίτσια κοντοστάθηκαν και κάπως αμήχανα του είπαν ότι μέρα που είναι ήρθανε να ανάψουν τα καντήλια στη χάρη της. Απάντησε πως τα καντήλια τα είχε ανάψει αυτός και με τον τρόπο έδειξε πως δεν σήκωνε δεύτερη κουβέντα. Στράφηκαν να φύγουν οι κοπέλες και ο Γιάννης ο Μαυρογιώργης, αυτός ήταν πού μίλησε στα κορίτσια, γύρισε και αυτός να μπει ξανά στην εκκλησία. Δεν πρόλαβε το χερούλι της πόρτας να πιάσει και εκσφενδονίστηκε παίρνοντάς τον παραμάζωμα πολλά μέτρα μακριά. Σώθηκε από θαύμα! Η εκκλησιά τραντάχτηκε συθέμελα. Εκτινάχτηκε στον αέρα μαζί με τους δύο από τους πρωταγωνιστές της όλης επιχείρησης.
Τι συνέβη όμως; Όλα πήγαιναν καλά μέχρι εκείνη την ώρα και πλησίαζαν προς το τέλος. Οι δύο πρωτομάστοροι της ιδέας αυτής, ο Νίκος ο Σουρής του Χρήστου (Βαρβάκης) και ο Χαράλαμπος Κορωναίος (Κοριός) δυστυχώς χαθήκανε. Κανείς δεν ξέρει τι ήταν αυτό που προκάλεσε την έκρηξη… Να ήταν μια σπίθα …μια λάθος σφυριά, η κακιά η ώρα, κανείς δεν μπορεί να ξέρει.
Την ίδια ώρα οι κάτοικοι που είχαν πάει να προσκυνήσουν στην εκκλησία της Αγίας Πατρικίας ξέγνοιαστοι ακούγανε τα λόγια του παπά. Τα παιδάκια παίζανε στα βράχια πηδώντας από δω και από κει. Ξαφνικά μια δυνατή λάμψη τους έκανε όλους να μαρμαρώσουν, χωρίς να μπορούν να καταλάβουν τι έγινε. Άναυδοι κοιτώντας προς Αγία Πελαγία είδαν ένα θεόρατο μανιτάρι καπνού να σηκώνεται στα ύψη του ουρανού. Μη μπορώντας να αντιδράσουν και κοιτώντας αποσβολωμένοι το θέαμα, ένας ισχυρός κρότος συντάραξε γη και ουρανό και τους κόπηκε η λαλιά. Δεν μπορούσαν να δώσουν καμιά εξήγηση για το τι είχε συμβεί. Κανένας ήχος από αεροπλάνο, κανένα βουητό δεν τους είχε προετοιμάσει για κάτι τέτοιο. Πετάχτηκαν από την εκκλησιά και τρέχοντας προς Αγία Πελαγία παντού συναντούσαν τα απομεινάρια της έκρηξης. Εκείνη την ώρα στην Μεγάλη Βόλτα βρίσκονταν τα αδέρφια Μήτσος και Σταύρος που κατέβαιναν από τον Ποταμό για να πάνε για δουλειά στο πυρηνελαιουργείο. Είδαν το μανιτάρι καπνού και σκόνης και τρέξανε προς το σημείο της καταστροφής.
Φτάνοντας δεν υπήρχε… εκκλησία. Ήταν …άφαντη. Είχε εξαφανιστεί. Γύρω γύρω ο χώρος στην άμμο στη θάλασσα παντού κομμάτια από την εκκλησία και δυστυχώς και των άτυχων Νίκου Σουρή και Χαράλαμπου Κορωναίου. Μέσα στα συντρίμμια και σε απόσταση, προσπάθησαν να περισυλλέξουν όσο μπορούσαν τα διασκορπισμένα μέλη τους και να τα ταιριάξουν ότι ήταν του κάθε νεκρού. Φτιάξανε 2 πρόχειρα φορεία τυλίχτηκαν τα άψυχα κορμιά με υφαντά σεντόνια και ο κόσμος ξεκίνησε βουβή πορεία προς τον Καραβά. Στον Καραβά ανυποψίαστες χήρες και ορφανά περίμεναν να γυρίσουν οι άνθρωποι τους αλλά όχι με αυτό τον τρόπο. Για μέρες μετά σκυλιά έβγαζαν και έσερναν μέλη από τα κορμιά των άτυχων ψαράδων. Έτσι εξαφανίστηκε η εκκλησία της Αγίας Πελαγίας που όπως αναφέρει ο ιστορικός Παναγιώτης Τσιτσίλιας η χρονολογία που χτίστηκε δεν μπόρεσε να προσδιοριστεί.
Σήμερα σώζονται υπολείμματα του δαπέδου καθώς και τοίχων. Στο σημείο αρκετά χρόνια μετά χτίστηκε μικρό εκκλησάκι ως ανάμνηση εκείνης της φοβερής τραγωδίας που καταγράφεται στα μελανά σημεία της ιστορία των Κυθήρων.
Εδώ η σημερινή ανάρτηση του Κοσμά Μεγαλοκονόμου:
Θησαυρός
Μια φωτογραφία, που τραβήχτηκε στα Κύθηρα στα τέλη της 10ετίας του 1930 και απουσίαζε ως τώρα από τα Κύθηρα, στάλθηκε από συλλέκτη στην Ελένη Χάρου, γνωρίζοντας το ενδιαφέρον της για την Ιστορία του νησιού μας. Η Ελένη με τις γνώσεις της και το ιστοριοδιφικό της δαιμόνιο σκέφτηκε πως ίσως θα μπορούσα να τη βοηθήσω στην αναγνώριση του τόπου και κάποιων προσώπων. Όντως επιβεβαίωσα ένα άτομο που είχε αναγνωρίσει και αναγνώρισα ένα ακόμα. Το σπουδαιότερο όμως είναι πως αναγνώρισα το μέρος. Ιδού λοιπόν η μοναδική φωτογραφία που απεικονίζεται καθαρά η Παλιά Εκκλησίας της Αγίας Πελαγίας. Η αναγνώριση έγινε από πολλά σημάδια. Πρώτα – πρώτα από το τι γιορταζόταν εκείνη την ημέρα. Ήταν ημέρα της Ανάληψης που η εικόνα της Λαριώτισσας κατέβαινε στην Αγία Πελαγία για τον αγιασμό των υδάτων. Διακρίνεται ο Παπά Κυριάκος και ο κορυφαίος ιεροψάλτης Ευάγγελος Καβιέρης. Υπάρχει μόνο άλλη μια φωτογραφία του Ναού (μακρινό πλάνο και μικρής ευκρίνειας) δημοσιευμένη σε προπολεμική Κυθηραϊκή εφημερίδα και αναδημοσιευμένη στο βιβλίο μου: «Ποταμός – Ιστορία και Εικόνες». Υπενθυμίζω πως αυτός ο μικρός ιστορικός Ναός ανατινάχτηκε κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής κατοχής. Τον επαναπατρισμό της μοναδικής αυτής φωτογραφίας τον οφείλουμε στα χαρίσματα και την ακτινοβολία της Ελένης. Είναι επεξεργασμένη και έχει εξαιρετική ευκρίνεια. Τη θεωρώ θησαυρό για τον τόπο μας, συμπλήρωμα σε ότι έχει απομείνει από το εκκλησάκι. Παρακαλώ αν κάποιος αναγνωρίσει πρόσωπα της φωτογραφίας, ας το κοινοποιήσει.