Θοδωρής Μαυρογιώργης

Μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην Αναστασία Μιγδάνη παραχώρησε πριν λίγες ημέρες  ο Κυθήριος καλλιτέχνης Θοδωρής Μαυρογιώργης η οποία δημοσιεύθηκε στο ηλεκτρονικό περιοδικό MaxMag. Όπως γράφει η Αναστασία Μιγδάνη ο Θοδωρής Μαυρογιώργης είναι ένας καλλιτέχνης, που με «εργαλείο» την μουσική του, προσφέρει στον κόσμο που τον ακούει, όλα όσα υπάρχουν μέσα του και θέλει να τα μοιραστεί με το κοινό. Διαβάστε παρακάτω τη συνέντευξη.

Θοδωρής Μαυρογιώργης: «Η μοναξιά έχει μια αρνητική χροιά ως λέξη και αυτό νομίζω πως μας παρασύρει»

Επιμέλεια: Μιγδάνη Αναστασία

ΔΗ πορεία σας στην μουσική, ως επαγγελματίας, ξεκίνησε με το συγκρότημα «The Wedding Singers», τραγουδώντας αγγλικό στίχο. Στην προσωπική σας διαδρομή, τραγουδάτε ελληνικό στίχο. Τελικά, σε ποια γλώσσα από τις δύο σάς αρέσει να εκφράζεστε περισσότερο;

Η αλήθεια είναι πως όταν δημιουργήσαμε τους «Wedding Singers» θέλαμε να εκφράσουμε την αγάπη μας για τη χορευτική μουσική με έναν λίγο πιο ιδιαίτερο τρόπο. Παρόλα αυτά, αν και έχω αγαπημένα τραγούδια αγγλόφωνα που θέλω να τραγουδάω στα live μου, αν με ανάγκαζαν να επιλέξω μεταξύ αγγλόφωνου και ελληνόφωνου ρεπερτορίου, θα πήγαινα χωρίς δεύτερη σκέψη στο δεύτερο. Ζω και σκέφτομαι πρώτα στα ελληνικά, οπότε θεωρώ πως μπορώ να εκφραστώ και καλύτερα.

Η ενασχόλησή σας με την μουσική ήταν κάτι που επιθυμούσατε από μικρή ηλικία ή προέκυψε αργότερα και τι ήταν αυτό που έπαιξε ρόλο στην τελική σας απόφαση;

Επειδή υπήρχε η μουσική στο σπίτι που μεγάλωσα ως κάτι δεδομένο, ποτέ δεν το είχα στο μυαλό μου ως επιθυμία, σαν κάτι που λέμε μικροί πως θα ήθελα να κάνω όταν μεγαλώσω. Ήρθε ως λογικό επακόλουθο, μάλλον, και για αυτό έκανα και αρκετό καιρό να συνειδητοποιήσω πως το επάγγελμά μου είναι μουσικός και τραγουδιστής. Όταν το αντιλήφθηκα ήμουν αρκετά μεγάλος για να γυρίσω πίσω ή απλά χρησιμοποίησα την «ηλικία» ως δικαιολογία για να συνεχίσω να κάνω αυτό που αγαπώ.

Γνωρίζω από συνεντεύξεις σας, πως έχετε και πτυχίο Οικονομικών από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Θεωρείτε πως θα μπορούσατε κάποια στιγμή στην ζωή σας, αν υπήρχε ανάγκη, να εξασκήσετε το επάγγελμα του οικονομολόγου;

Υπήρξε αυτή η ανάγκη όταν γεννήθηκε το πρώτο μας μπομπιράκι με το κορίτσι μου και την ακολούθησα χωρίς δισταγμό. Εδώ και πέντε χρόνια εργάζομαι και το πρωί ως ιδιωτικός υπάλληλος κι έχω την εντύπωση πως τουλάχιστον για εμένα λειτούργησε όπως το είχα φανταστεί. Από τη μια μου έδωσε την αίσθηση της ασφάλειας ως ένα βαθμό, παρόλο που αναγκάστηκα να θυσιάσω πολύτιμο χρόνο της ημέρας μου. Όμως, προσπαθώντας να κατανείμω καλύτερα τον υπόλοιπο λιγότερο χρόνο μου, ανακάλυψα μεθόδους που τον έκαναν περισσότερο ποιοτικό και δημιουργικό. Κάτι χάνεις θεωρητικά, οπότε προσπαθείς να το μετατρέψεις σε νίκη στο τέλος.

Αν σας ζητήσω να μου αναφέρετε ένα είδος μουσικής που θαυμάζετε περισσότερο, ενδεχομένως σας συγκινεί λίγο παραπάνω και ίσως να ήταν και το έναυσμα να ασχοληθείτε τελικά με την μουσική, μπορείτε να μου απαντήσετε;

Δυστυχώς, δεν μπορώ να σας απαντήσω σε αυτό, γιατί ποτέ δεν μπορούσα να με τοποθετήσω ως ακροατή κάπου συγκεκριμένα. Δεν άκουγα μόνο ροκ, ρεμπέτικο, χορευτική μουσική, αγγλόφωνο, έντεχνο, παραδοσιακό κλπ. Πάντοτε με ενδιέφερε πρωτίστως ο στίχος, και μετά έμπαινα στη διαδικασία να παρατηρήσω τη μουσική. Οπότε έχω αγαπημένα τραγούδια από Χιώτη, Αλκίνοο και Μικρούτσικο μέχρι Τρύπες, Παυλίδη, Mumford and Sons,The National, Delgres και Arctic Monkeys.

Πρώτη προσωπική δουλειά ήταν σε κομμάτι των Καραμουρατίδη και Ευαγγελάτου, με τίτλο «Τη μέρα που σε γνώρισα». Ένα κομμάτι που θυμίζει seventies, τρυφερό και μελωδικό. Θεωρείται πως ήταν ευτυχής η συγκυρία να ξεκινήσετε με ένα τραγούδι τους;

Θεωρώ πως ήταν ευλογία και τιμή για έναν άγνωστο ερμηνευτή στο ευρύ κοινό μια τέτοια συνεργασία. Ο τρόπος που δουλεύουν ο Γεράσιμος κι ο Θέμης, ο σεβασμός τους στη μουσική και στο στίχο είναι αυτά ακριβώς που τους έχουν φέρει εκεί που βρίσκονται.

Φαντάζομαι πως και η μετέπειτα συνεργασία σας μαζί και με τη Νατάσα Μποφίλιου στην μουσική παράσταση «Μπελ Ρεβ», ήταν μία σημαντική στιγμή στην καριέρα σας. Μιλήστε μας για αυτή τη συνάντηση και τι αισθήματα σάς δημιούργησε;

Ήταν, πραγματικά, σπουδαία στιγμή. Νομίζω πως παρότι κάναμε πολλές πρόβες, επομένως είχα εξοικειωθεί με το χώρο, τους υπέροχους μουσικούς, τη Νατάσσα και τον Θέμη, στην πρεμιέρα ήταν που συνειδητοποίησα σε όλο του το μέγεθος τι σημαίνει να συμμετέχεις σε μια τέτοια παράσταση και να μοιράζεσαι τη σκηνή με τη Νατάσσα. Ήταν μια υπέροχη παράσταση, δουλεμένη σε κάθε λεπτομέρεια, με φοβερή αισθητική και τρομερά έντονα συναισθήματα.

Το τραγούδι σας «Πόσο άντρας είσαι;», απεικονίζει μία πραγματικότητα η οποία διέπεται από μοναξιά και φόβο. Πόσο φοβισμένοι και μόνοι είμαστε τελικά; Τί φταίει γι’ αυτό;

Η μοναξιά έχει μια αρνητική χροιά ως λέξη και αυτό νομίζω πως μας παρασύρει. Ίσως αν αποδεχόμασταν τη μοναξιά ως στιγμές που μπορούμε να αφουγκραστούμε τον εαυτό μας και να του δώσουμε την ευκαιρία να εκφράσει τις ανάγκες του, τότε να μπορούσαμε να αποδεχτούμε τους φόβους μας και να τους αντιμετωπίσουμε. Δε θεωρώ κακό πράγμα τη μοναξιά. Το τραγούδι αναφέρεται σε αυτό ακριβώς, πως στην πραγματικότητα αντί να κοιτάξουμε στον καθρέφτη και να τον αντιμετωπίσουμε, κρύβουμε ό,τι μας απασχολεί.

Το τελευταίο σας τραγούδι «Superman» μιλάει για την απώλεια μνήμης και συγκεκριμένα για το Alzheimer. Οι στίχοι της Ειρήνης Τσαγκαράκη, δεν μπορούν να μην αγγίξουν όλους όσους το ακούμε, ακόμη κι αν δεν έχουμε προσωπικά βιώματα. Εσάς τι ήταν αυτό που σας άγγιξε όταν τους πρωτοδιαβάσατε και σας «έσπρωξε» να το ντύσετε και με δική σας μουσική;

Ακριβώς επειδή κι εγώ δεν είχα προσωπικά βιώματα, όταν διάβασα το στίχο της Ειρήνης, με «χτύπησε» ίσως πιο δυνατά από κάτι που θα μου ήταν πιο οικείο. Γράφω πολλά χρόνια, αλλά μόνιμα οι σκέψεις μου έμεναν στο συρτάρι. Ο Σούπερμαν ήρθε την κατάλληλη στιγμή ώστε να αποφασίσω να ανοίξω αυτό το συρτάρι και να εκθέσω αυτή την πτυχή μου. Αποστασιοποιημένος λίγο από το τραγούδι, μπορώ να πω με σιγουριά πως τα συναισθήματα που μου δημιούργησαν οι στίχοι της Ειρήνης με ώθησαν να γράψω ξανά μουσική.

Είστε πατέρας δύο παιδιών. Όλα αυτά που διαδραματίζονται το τελευταίο διάστημα στον χώρο της τέχνης, μιλάω για τις αποκαλύψεις που αφορούν παραβατικές συμπεριφορές, πόσο σας τρομάζουν; Αν έπρεπε να δώσετε μία συμβουλή στα παιδιά σας, ποια θα ήταν αυτή;

Η συμβουλή, αν υπάρχει κάτι τέτοιο, νομίζω πως πρέπει να δοθεί σε εμάς και όχι στα παιδιά. Να δημιουργήσουμε το πλαίσιο ώστε τα παιδιά όλων να μην κάνουν δεύτερες σκέψεις όταν θέλουν να μοιραστούν μια τέτοια εμπειρία. Το ιδανικό σενάριο θα ήταν να μπορούν να αποτραπούν αυτές οι παραβατικές συμπεριφορές, αλλά αν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές, αυτές δε θα εκλείψουν με μιας. Η αντιμετώπισή τους από την κοινωνία, η διάθεσή μας να σταθούμε δίπλα, είναι αυτή που θα τις περιορίσει ενδεχομένως, σιγά σιγά ώστε τουλάχιστον να μην χρειαστεί να «ξαναπέσουν» οι μάσκες. Δυστυχώς, από εμάς τους «μεγάλους» ξεκινάνε και τελειώνουν όλα, επομένως το ζητούμενο είναι εμείς πως θα σταθούμε απέναντι σε αυτό. Οι τρόποι μας στο σπίτι, η ενσυναίσθηση που μοιάζει αγαθό πολυτελείας και η καλλιέργεια της κουλτούρας μας θα δώσουν το στίγμα και στα παιδιά μας.

Εδώ και ένα χρόνο, με το φόβο της πανδημίας που ζούμε, ο δικός σας χώρος έχει πληγεί σε μεγάλο βαθμό. Πιστεύετε πως οι ενέργειες που έχουν γίνει είναι λάθος; Τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά;

Πράγματι, θεωρώ πως οι ενέργειες είναι λάθος. Έχει περάσει ένας χρόνος και δεν υπάρχει καν μια συζήτηση, μια προσπάθεια για τον τρόπο που θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν οι εργαζόμενοι στον πολιτισμό. Υπάρχουν αρμόδιοι που είναι επιφορτισμένοι να προτείνουν λύσεις, και προς το παρόν δεν έχει γίνει κάτι τέτοιο. Θέλω να είμαι αισιόδοξος αλλά με τα μέχρι στιγμής πεπραγμένα δε βλέπω πως μπορεί ο πολιτισμός να επαναλειτουργήσει νωρίτερα από το καλοκαίρι του 2022.

Κλείνοντας, αν σας ρωτούσε ένα νέο παιδί, που έχει ως όνειρο να ασχοληθεί επαγγελματικά με την μουσική, τι είναι αυτό που θα του λέγατε ως συμβουλή;

Όσο κι αν ακουστεί κλισέ, να μην παραδοθεί ποτέ και να μελετάει όσο περισσότερο μπορεί.

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

two × four =