Ο Διονύσης Χαριτόπουλος απομακρύνει την υποψία για κάθε ψευδορκία, ενώ καταβυθίζεται σε μία μαγική περίοδο απόλαυσης και κοινωνικής εκτόνωσης. Τί άλλο να ζητήσει κανείς από έναν καθαρό συγγραφέα και εραστή της γραφής στη μοναδική πορεία που ήδη εκείνος χαράζει στη λογοτεχνία ως τέχνη;
Με τη μυθιστορηματική αυτοβιογραφία του, Έρωτες στη Μεταπολίτευση, αποδίδει το πολιτισμικό κολάζ της νεότερης Ελλάδας στο ακόμα ανεξερεύνητο τελευταίο τέταρτο του εικοστού αιώνα, μακριά από τα πολιτικά κόμματα και τα όποια κυκλώματα της πολιτικής ή της ζωής. Σε μόλις πεντακόσιες λέξεις περιγράφει στην αρχή την έλευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, καθώς σκιαγραφεί το πολεμικό κλίμα φόβου που συνοδεύει το παλαιό καθεστώς μαζί με το μεταχουντικό βαθύ κράτος. Ποτέ ως παιδί της γνήσιας Αλλαγής δεν διάβασα πιο μεστή και πιο ολοκληρωμένη ανάλυση της βραδιάς και της εποχής του εκδημοκρατισμού της Ελλάδας που αργότερα έγινε γνωστή ως «Μεταπολίτευση».
Ο έρωτας στην πρωτόγονη μορφή του διανθίζει την παλέτα μιας κοινωνικής ανθρωπογεωγραφίας από το 1974 έως το 1990. Ο συγγραφέας με οξύνοια, αλλά και με τη σταθερή, όσο αμερόληπτη, ματιά του, πάντα σε τριτοπρόσωπη αφήγηση, μας προσφέρει ένα ατόφιο αφήγημα χαρτογράφησης της εποχής που στιγμάτισε για πάντα τη χώρα ως την πιο δημοκρατική και πιο ελεύθερη περίοδο έως σήμερα. Το τρίτο πρόσωπο εστιάζει το φακό πιο κοντά στον πρωταγωνιστή. Όλη η δράση είναι κινηματογραφική, όμοια με την πρώτη νύχτα της Μεταπολίτευσης. Η πολιτική κάθαρση (;), η γυναικεία χειραφέτηση, η σχετική ευκολία στην εργασιακή αποκατάσταση και των δύο φύλων, η διαφήμιση ως νέος επαγγελματικός χώρος, παράλληλα η αύξηση στην υπερκατανάλωση, ο παγκόσμιος κινηματογράφος, η έντονη νυχτερινή διασκέδαση και οι διακοπές αποτελούν τα θέματα του κύριου καμβά ερμηνείας για το Διονύση Χαριτόπουλο.
Το ερώτημα που τίθεται εδώ άρρητα ως προς το τέλος της Μεταπολίτευσης –ίσως και με προέκταση έως το 1993 από εμένα– προφανώς συγκλίνει ότι τότε έχουμε όντως το τέλος μιας άλλης εποχής. Η ζωή αλλάζει ξανά όταν οι ίδιοι αποστάτες πυροβολούν αδιακρίτως ένα άλογο κούρσας, κληρονομιά από τα παλιά, βαθιά τομή στη νέα δημοκρατία της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Μέσα σε τέσσερα χρόνια η χώρα έζησε συνοπτικά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες ως τραγωδία αρχικά και έπειτα ως φάρσα. Η εργασία από δικαίωμα έγινε ζήτημα απασχόλησης, ενίοτε και ζητιανιά, η pop culture της διαφήμισης εγκλωβίστηκε στη μικρή ιδιωτική οθόνη ως spot, ο κινηματογράφος παρέμεινε στη θέση του, ενώ η νύχτα έγινε εισαγόμενη καλλιτέχνιδα από την ανατολική σοσιαλιστική Ευρώπη που βγήκε επίσης στη γύρα. Διακοπές πάμε, αλλά με διακοποδάνεια πια, και η τράπεζα καταλάβαμε ότι δεν είναι φίλη όταν μας κάνει κατάσχεση (προηγουμένως τη θεωρούσαμε χαζή για όσο μας δίνει λεφτά).
Το τελευταίο βιβλίο του Διονύση Χαριτόπουλου, όχι ένα λογοτεχνικό υστερόγραφο όπως ελπίζω, αλλά μια γάργαρη ρέουσα ιστορία, Οι Έρωτες στη Μεταπολίτευση, αυτό είναι ένα μικρό μυθιστόρημα κατά το δημιουργό του από τις εκδόσεις Τόπος (2019) που αφορά σε κάθε σκεπτόμενο Έλληνα ο οποίος θέλει να θυμάται τα περασμένα μεγαλεία, αλλά και για όποιον δεν έζησε την εποχή της μεταπολίτευσης και θέλει να την μάθει σωστά. Μια ιστορία σε μέγεθος νουβέλας για κάθε πολίτη με κοινωνικές προσλαμβάνουσες και έσωθεν παραστάσεις του ηθικού μας βίου.
Γεωργία Τσατσάνη
Δημιουργός του άρθρου:
Η Γεωργία Τσατσάνη είναι φιλόλογος - συγκριτολόγος