Τα Κύθηρα ήταν πάντα ένας προορισμός που ήθελα να γνωρίσω με θαλάσσιο καγιάκ. Είχα πάει στο παρελθόν σαν τουρίστας μα πάνε 25 χρόνια από τότε.
Θυμάμαι όμως ακόμα τον Ποταμό, θυμάμαι πως καθόμαστε στους μεγάλους βράχους γύρω από τον καταρράκτη και την, πνιγμένη στο πράσινο, λίμνη με την παρέα από τη Βαβέλ. Άλλες εποχές που όμως δεν έχουν ακόμα γκριζάρει στη μνήμη μου.
Τα έβλεπα και τα ξανάβλεπα, λοιπόν, στους γεωγραφικούς χάρτες με τις μεγάλες παραλίες στα ανατολικά και τις απόκρημνες δυτικές ακτές, μελέτησα τους καιρούς και διάβασα τα ύψη των κυμάτων, 7 – 8 μέτρα μέγιστο στους δυνατούς δυτικούς, λίγο καλύτερα στους νοτιάδες και περίμενα την κατάλληλη ευκαιρία και την κατάλληλη παρέα, αφού τα χιλιόμετρα από την Αθήνα μέχρι τη Νεάπολη είναι πολλά, όπως και τα μίλια γύρω από το νησί, που είναι μεγάλο σχεδόν σαν τη Νάξο.
Έτσι, στην τελευταία καλοκαιρία, στις 25 του Φλεβάρη, ξεκινήσαμε για να εξερευνήσουμε τις ακτές του νησιού. Υπάρχει καράβι που συνδέει τον Πειραιά με τα Κύθηρα, μα με πολύ αραιά δρομολόγια. Υπάρχει και η “Μυρτιδιώτισσα”, το φέρρυ που συνδέει τη Νεάπολη με τα Κύθηρα καθημερινά, μα προς το παρών επισκευάζεται και δεν θα λειτουργήσει πάλι πριν τα τέλη του Μάρτη, οπότε αποφασίσαμε ότι θα ήταν προτιμότερο να πάμε στην Νεάπολη οδικώς και από εκεί να φτάσουμε στα Κύθηρα κωπηλατώντας.
Έτσι και έγινε. Τριακόσια τριάντα τρία χιλιόμετρα με τα καγιάκ και τον εξοπλισμό φορτωμένα στο αυτοκίνητο δεν μας άφησαν και πολλά περιθώρια για την πρώτη μέρα της εξόρμησης, οπότε προτιμήσαμε να διανυκτερεύσουμε στην Ελαφόνησο και να αφήσουμε τα Κύθηρα για την επόμενη μέρα.
Το πέρασμα από την Νεάπολη στην Ελαφόνησο ήταν μικρό και εύκολο, το ηλιοβασίλεμα και η κατασκήνωση δε στη “Λευκή” μαγευτική. Η “Λευκή” είναι η φημισμένη παραλία της Ελαφονήσου με τους αμμόλοφους και τους σπάνιους μεσογειακούς κέδρους που το καλοκαίρι μαζεύει πάρα πολύ κόσμο και που προστατεύεται από το πρόγραμμα “natura 2000″. Το κάμπινγκ στην παραλία απαγορεύεται, αλλά τώρα στα τέλη του Φλεβάρη κανείς δεν θα ενδιαφερόταν να μηνύσει δύο κωπηλάτες που χρειάστηκε να περάσουν εκεί τη νύχτα.
Το επόμενο πρωί, φρέσκοι ξεκούραστοι και μετά από ένα λιτό πρωινό γεύμα, ελιχθήκαμε με μαεστρία ανάμεσα στα διάφορα φορτηγά που ασταμάτητα διέσχιζαν το στενό πέρασμα και δεν αργήσαμε να δούμε τον βόρειο φάρο του νησιού.
Κατευθυνθήκαμε νοτιοανατολικά και ύστερα από μια μικρή στάση στην “πλατιά άμμο”, την πρώτη παραλία στα βορειοανατολικά του νησιού, συνεχίσαμε προς την Αγία Πελαγία, το παλιό λιμάνι με τελικό προορισμό το Διακόφτι, το καινούργιο λιμάνι του νησιού όπου και περάσαμε τη νύχτα.
Σήμα κατατεθέν του λιμανιού έχει πια γίνει το φορτηγό πλοίο που βυθίστηκε εκεί πριν από 15 χρόνια και που το κουφάρι του στέκει ακόμα με την πρύμνη του να ορθώνεται 20 μέτρα πάνω από τα κύματα. Η ιστορία λέει ότι το Ρώσικο καράβι βρέθηκε στις ξέρες έξω από το λιμάνι με το πλήρωμα μεθυσμένο με βότκα και χαβιάρι. Το γιατί κανείς ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε να το απομακρύνει δεν το γνωρίζω, γνωρίζω όμως ότι οι ντόπιοι επιχειρηματίες το βλέπουν πια σαν αξιοθέατο του νησιού και θα στεναχωρηθούν όπως μου είπαν να το χάσουν.
Το επόμενο πρωί και εμείς δεν χάσαμε βέβαια την ευκαιρία να κωπηλατήσουμε πάνω και γύρω από το μισοβυθισμένο φορτηγό, όπως και γύρω από ένα ακόμα κατασχεμένο “κοντραμπατζίδικο” (λαθρεμπορικό), που μετέφερε λαθραία τσιγάρα και σάπιζε και αυτό στο Δακόφτι.
Ο χρόνος μας πίεζε όπως πάντα και έτσι αντί να κωπηλατήσουμε αργά πλάι στις μακριές παραλίες, μετά τον Αυλέμωνα πήραμε γρήγορη ρότα μέχρι το νότιο ακρωτήριο του νησιού και το γυρίσαμε προς τα δυτικά, έξω από το Καψάλι και συνεχίσαμε μέχρι το Μελιδόνι, όπου και κατασκηνώσαμε λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα.
Σύννεφα κάλυπταν τον ορίζοντα και έτσι η αναρρίχηση στις κακοτράχαλες πλαγιές προς αναζήτηση της τέλειας φωτογραφίας δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αφού τα χρώματα του δειλινού χάνονταν πίσω από μια γκριζωπή θολούρα.
Τρίτη μέρα στη θάλασσα και η πρόγνωση καιρού μας ειδοποιούσε για μια καταιγίδα που γρήγορα ερχόταν προς το μέρος μας. Έτσι σε μια προσπάθεια να προλάβουμε τους δυνατούς νοτιάδες που μας πλησίαζαν, ξεκινήσαμε τη μέρα από νωρίς με κατεύθυνση προς το βόρειο ακρωτήριο, κωπηλατώντας σβέλτα κάτω από τις άγονες ορθοπλαγιές και τις βραχώδεις ακτές της Δυτικής πλευράς του νησιού.
Ο Στέφανος κατανάλωνε το νερό πιο γρήγορα απ’ ότι μπορούσα να φανταστώ και η προγραμματισμένη μας στάση για ανεφοδιασμό στον Λιμνιώνα έγινε αλλά χωρίς επιτυχία, αφού η ταβέρνα της παραλίας ήταν, παρά τις πληροφορίες, κλειστή. Εγώ έχω μάθει να καταναλώνω λίγο νερό όταν χρειάζεται οπότε κάλυψα τις ανάγκες του συντρόφου μου και μετά από μία σύντομη ξεκούραση συνεχίσαμε, λίγο απογοητευμένοι, βέβαια, που χάσαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε την περίφημη ομελέτα του Νικόλα.
Γραμμή, λοιπόν, για το βορεινό κάβο και μία τελευταία στάση στην τελευταία δυτική παραλία του Ρούτσουνα, με τα κάρδαμα και τα σταμναγκάθια να ξεφυτρώνουν μέσα από τους βράχους γύρω μας. Ήταν ακόμα νωρίς το μεσημέρι, ο αέρας είχε ανέβει στα 4-5 μποφόρ και η μαυρίλα στο νότο έδειχνε να μας πλησιάζει απειλητικά. Αποφασίσαμε λοιπόν να κάνουμε το πέρασμα στην Ελαφόνησο και βρίσκοντας ένα κενό στην κυκλοφορία των καραβιών ξεχυθήκαμε στα ανοιχτά με τα κύματα να μας σπρώχνουν στον προορισμό μας.
Λίγο πριν πιάσουμε ακτή στην Ελαφόνησσο, οι πρώτες σταγόνες είχαν αρχίσει ήδη να πέφτουν και με το που βγήκαμε στην παραλία άνοιξαν οι ουρανοί. Στήσαμε βιαστικά τις σκηνές μας κάτω από τούς χαμηλούς κέδρους που μας πρόσφεραν κάποια υποτυπώδη προστασία με τα αραιά τους φυλλώματα.
Με τα ρούχα μας μούσκεμα γδυθήκαμε μες τη νύχτα, σκουπιστήκαμε και χωθήκαμε στις αδιάβροχες σκηνές μας με τη βροχή και τον αέρα να λυσσομανάνε και εμείς να ευχόμαστε να κρατήσουν τα πασαλάκια στην υγρή άμμο. Το πρωί έβρεχε ακόμα, δεν υπήρχε όμως χρόνος για χάσιμο και έτσι χωρίς καφέ και πρωινό βάλαμε τα ρούχα της κωπηλασίας, μαζέψαμε όπως όπως σκηνές και εξοπλισμό, φορτώσαμε τα σκάφη μας και φύγαμε για Νεάπολη με δυνατό αέρα και κύματα. Ευτυχώς, η διαδρομή από την Ελαφόνησο μέχρι τη Νεάπολη είναι μικρή και εμείς αφού αισθανθήκαμε και πάλι άνετα και ζεστά αρχίσαμε να σερφάρουμε στα κύματα γελώντας δυνατά.
Μέχρι να μπούμε στο λιμάνι η δυνατή βροχή είχε κοπάσει και μας περίμενε η ζεστή φιλοξενία του Κώστα από τον Ναυτικό Όμιλο Νεάπολης και του παραλιακού εστιατορίου Μόνε Μόνε, που ευχαριστούμε πολύ και ανυπομονούμε να ξαναδούμε στο επόμενό μας ταξίδι στα Κύθηρα.
Με την ευκαιρία θέλω να επισημάνω το πόσο έχει επιβαρυνθεί η θαλάσσια περιοχή του στενού της Ελαφονήσου και η υπέροχη παραλία της “Λευκής”, από το ασταμάτητο πήγαινε έλα θηριωδών κοντέινερ και πετρελαιοφόρων. Οι πίσσες στην παραλία έχουν συσσωματωθεί πλέον σε βράχους και η θαλάσσια ζωή στο στενό έχει νεκρωθεί. Όλα αυτά για να κερδίσουν περίπου 20 μίλια τα πάνω από 150 καράβια που διασχίζουν το στενό καθημερινά. Με πρόσφατο το ναυάγιο στη Μύκονο, ελπίζω όσοι διαβάζετε αυτό το άρθρο να ευαισθητοποιηθείτε και να κρατήσετε σε μια άκρη του μυαλού σας ότι η χώρα μας υποφέρει από όλη αυτή την κατάσταση, η οποία νομικά περιγράφεται ως “αβλαβής διέλευση” χωρίς να κερδίζει ούτε μισό ευρώ.