Μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία μοιράζεται στο ιστολόγιό της η Ελένη Χάρου από την εποχή που τα Κύθηρα ήταν υπό αγγλική κατοχή και οι Τσιριγώτες κάτοικοι της Σμύρνης απολάμβαναν ειδικά προνόμια λόγω του καθεστώτος των διομολογήσεων.
Στο άρθρο με τίτλο, «Τσιριγώτικο ανέκδοτο», διαβάζουμε:
«Ως γνωστόν πριν τη Μικρασιατική καταστροφή, στη Σμύρνη και στα προάστια υπήρχε ανθούσα Κυθηραϊκή παροικία. Οι Κυθήριοι όπως και όλοι οι 7νήσιοι απολάμβαναν την Αγγλική προστασία, διότι όλοι είχαν Αγγλικά διαβατήρια.
Σύμφωνα με το καθεστώς των διομολογήσεων (διεθνών συμβάσεων) όσοι υπήκοοι Ευρωπαϊκών κρατών ζούσαν σε Τουρκικό έδαφος, είχαν εξαιρετικά προνόμια. Το σπίτι τους και το μαγαζί τους ήταν απαραβίαστο άσυλο και Τούρκος χωροφύλακας δεν μπορούσε να μπεί, παρά μόνο με συνοδεία του καβάση του προξενείου. Ακόμα, δεν δικάζονταν από Τούρκικο δικαστήριο, αλλά από προξενικό, που συνήθως τους αθώωνε.
Οι Κυθήριοι λοιπόν έχοντας και το προνόμιο των διομολογήσεων καλοπερνούσαν και προόδευαν. Και μετά την Ένωση, σαν ΄Ελληνες πλέον υπήκοοι, απολάμβαναν τα ίδια προνόμια, διότι και η Ελλάδα ήταν στις διομολογήσεις.
Η Σμύρνη και τα περίχωρα όπως ο Κουκλουτζάς, Μπουρνόβα κ.α. ήσαν «τα μείζονα Κύθηρα»
Κάποτε στον Κουκλουτζά ένα Τούρκος χωροφύλακας (τζανταρμάς) επιχείρησε να συλλάβει έναν Τσιριγώτη, ο οποίος αρνήθηκε να τον ακολουθήσει. Ήρθαν στα χέρια και ο Τούρκος τράβηξε την κουμπούρα, η οποία έπαθε αφλογιστία και έτσι βρήκε την ευκαιρία ο Τσιριγώτης να του αρπάξει την κουμπούρα και να του σπάσει το κεφάλι. Ο Τούρκος χωροφύλακας κατήγγειλε το περιστατικό στο Αγγλικό Προξενείο και ο Πρόξενος έκαμε την κρίση ως εξής: Πρότεινε να γεμίσει το όπλο ο Τσιριγώτης, να σκοπεύσει τον Τούρκο και αν πάθαινε και τούτη τη φορά αφλογιστία, να του το αρπάξει ο Τούρκος και να του σπάσει το κεφάλι ανταποδίδοντας τα ίσα. Ο καημένος ο Τούρκος όταν άκουσε την προξενική απόφαση, παραιτήθηκε και μάλιστα πρότεινε φιλία στον Τσιριγώτη και έδωσαν «μπέσα» να υποστηρίζουν ο ένας τον άλλο.
(Την ιστορία αυτή τη διάβασα στο βιβλίο “ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ” του Τσιριγωτοσμυρνιού δημοσιογράφου Νικολάου Φωτεινού)»