Εορτάστηκε με λαμπρότητα η ημέρα του Οσίου Θεοδώρου χθες 12 Μαΐου 2023. Από νωρίς το πρωί της Πέμπτης, πολύς κόσμος συνέρρευσε στο Ιερό Προσκύνημα, καθώς και πολλοί επισκέπτες από την Κορώνη της Μεσσηνίας και από την γειτονική μας Κρήτη.
Το βράδυ της Πέμπτης εψάλει ο Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός χοροστατούντος του Σεβ.Μητροπολίτου Κισσάμου και Σελίνου κ.κ. Αμφιλοχίου και το πρωί της Παρασκευής 12 Μαίου κυριώνυμον ημέρα της εορτής τελέσθηκε Αρχιερατικόν Συλλείτουργον προεξάρχοντος του ως άνω Σεβ.Μητροπολίτου. Εν συνεχεία έλαβε χώραν η Ιερά Λιτάνευσις της Τιμίας Κάρας του Οσίου Θεοδώρου εις το προαύλιο και τον περίβολο της Ιεράς Μονής συνοδευόμενη από το πλήθος κόσμου.
Τις εορταστικές εκδηλώσεις τίμησαν με την παρουσία τους ο Βουλευτής Α’ Πειραιά &Νήσων της Ν.Δ. και εκ νέου Υποψήφιος κος Νικόλαος Μανωλάκος, ο Δήμαρχος Κυθήρων κ. Ευστράτιος Χαρχαλάκης με τους Αντιδημάρχους, ο Πρόεδρος της επιτροπής Εγχωρίου Περιουσίας κ. Ευάγγελος Βενάρδος, ο Υποψήφιος Δήμαρχος Κυθήρων κος Ανάργυρος Σοφίος, ο Διοικητής του Νοσοκομείου Κυθήρων κ. Γεώργιος Μεγαλοκονόμος, ο πρώην Δήμαρχος Κυθήρων κος Θεόδωρος Κουκούλης και εκπρόσωποι των Σωμάτων Ασφαλείας του νησιού.
Η Ελένη Χάρου έγραψε για την ημέρα:
Η τοπική μας εκκλησία τιμά τη μνήμη του οσίου Θεοδώρου, ο οποίος σύμφωνα με το συναξάριο του 10ου αι. γεννήθηκε στην Κορώνη της Μεσσηνίας περί το 880. Περί το 921, επί αυτοκράτορα Ρωμανού του Λεκαπηνού, ο όσιος Θεόδωρος προερχόμενος από την εκκλησία της Θεοτόκου της Διακονίας στη Μονεμβασία, έφθασε στα Κύθηρα όταν η νήσος ήταν «έρημος και αοίκητος» λόγω των επιδρομών των Σαρακηνών της Κρήτης. Στα Κύθηρα εμόνασε στον παλαιοχριστιανικό ναό των αγίων Σεργίου και Βάκχου, που φαίνεται είχε ιδρυθεί στη θέση ειδωλολατρικού ναού προς τιμήν του Διονύσου. Το 922 ο όσιος Θεόδωρος πέθανε. Μονεμβασιώτες ναυτικοί έθαψαν το σκήνωμά του και η παλιά εκκλησία των αγίων Σεργίου και Βάκχου αφιερώθηκε στον όσιο. Με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκε μοναστήρι, το οποίο απέκτησε περιουσία. Σύμφωνα με το χρονικό του μοναχού Χειλά του 1460 το μοναστήρι κατά το 13ο-14ο αι. ανήκε στη δικαιοδοσία των Βενετών φεουδαρχών Βενιέρων. Κατόπιν το μοναστήρι αναλαμβάνει κάποιος πρωτοπαπάς Νοταράς. Γύρω στα 1630 ο επίσκοπος Κυθήρων Αθανάσιος Βαλεριανός (μετέπειτα Μητροπολίτης Φιλαδελφείας-Βενετίας) ίδρυσε το νέο ναό σε βυζ. Ρυθμό. Πάνω από την κυρία είσοδο εντοιχίστηκε εντυπωσιακός θυρεός με αναμνηστική πλάκα, η οποία φέρει την εξής επιγραφή «ΕΠΤΑΣΟ ΤΟΙΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΚΟΙΣ ΑΘΑΝΑΣΙΕ ΠΡΟΦΡΩΝ ΑΓΛΑΪΣΙ ΠΤΙΛΟΙΣ ΥΨΙΘΡΟΝΩ ΤΕΜΕΝΕΙ. ΟΞΥΤΑΤΟΙΣ ΔΕ ΜΑΚΑΡ ΑΡΕΤΑΩΝ ΒΕΝΘΕΣΙΝ ΑΥΘΙΣ ΛΗΨΗ ΦΩΣ ΑΠΛΕΤΟΝ ΤΡΙΑΔΟΣ ΟΥΡΑΝΙΟΥ» Σε ελεύθερη απόδοση «Αθανάσιε ζηλωτή, πέταξες ψηλά με λαμπρά φτερά και ξεπέρασες τη Διονυσιακή λατρεία και ανέδειξες τον παλιό ναό του Διονύσου σε περίλαμπρο τέμενος. Με το άπειρο δε βάθος της αρετής σου θα λάβεις άπλετο το φως της Ουρανίου Τριάδος» Γύρω από το μοναστήρι δημιουργήθηκε οικιστικός χώρος και το 1695 η μονή αριθμούσε 10 κελιά με μοναχές και δόκιμες, τελεί δε υπό την άμεση εποπτεία του Επισκόπου Κυθήρων, σε αντίθεση με το προσκύνημα των Μυρτιδίων που από τη Βενετοκρατία μέχρι σήμερα είναι jus patronato publico, δηλ. ανήκει στη δικαιοδοσία του Δημοσίου.