Σε άρθρο της με τίτλο «Τα βρήκαμε τα Κύθηρα» στην ιστοσελίδα protagon.gr, η συγγραφέας Ρέα Βιτάλη μιλάει για τα «τζιτζίκια όλης της γης» που δίνουν ραντεβού τα καλοκαίρια στο Τσιρίγο και επιχειρεί μια σύγκριση με τη Μύκονο των θηριωδών τζιπ και των διεθνών συμμοριών.
Ακολουθεί το άρθρο:
«Μα ετούτο το νησί είναι μεγάλο χωρίς λόγο!» δυσανασχέτησε η κυρία κριτικάροντάς μου τα Κύθηρα. «Γιατί το λέτε αυτό;» ρώτησα γελώντας. «Μα γιατί είναι άδειο». Ιδού ο σύγχρονος άνθρωπος. Θέλει να μαρκάρει με την βροντώδη παρουσία του το σύμπαν όλο. Πόσο άβολα αισθάνεται με τη φύση!
«Μποτιλιαρίσματα μέχρι και δυο ωρών αντιμετωπίζουν στο νησί της Μυκόνου για να κατέβουν στη Χώρα. Πέραν των θηριωδών αμέτρητων τζιπ, τετρακόσια (400) μαύρα (κατράμι, ότι πρέπει για τη ζέστη) βανάκια έχουν ταχθεί για την εξυπηρέτηση των υψηλών διακοπουντοχτυπημένων. Διεθνείς συμμορίες και κλεφτρόνια της σειράς βρήκαν αναμμένα φώτα και μπήκαν. Δυνάμεις αστυνομικών αφίχθησαν για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση και να προστατεύσουν την εικόνα μας στα διεθνή». Αυτές είναι διακοπές! Ο καθείς και οι προτιμήσεις του. Στο κάτω κάτω, η Ελλάδα έχει 227 νησιά που κατοικούνται (από σύνολο 4.000 νησιών και βραχονησίδων).
Τι ακριβώς εορτάζουμε κάθε καλοκαίρι και κορδώνονται οι υπουργοί Τουρισμού για «πληρότητα»; Οτι ο παράδεισος γεμίζει Ιούλιο και Αύγουστο; Με μαγεύει, με ιντριγκάρει ότι η χώρα μας έχει τόσο πολλά νησιά που το καθένα τους έχει τη δική του θεματολογία. Ετοιμη, πανέτοιμη, στο πιάτο κάθε εμπνευσμένου μυαλού που θα θελήσει να κάνει μεθοδική δουλειά που θα φέρει εισπρακτικά αποτελέσματα διαρκείας.
Ετούτη τη φορά επισκέφθηκα τα Κύθηρα. Μετά από 24 χρόνια. Τότε ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά και τώρα επιβεβαίωσα ότι δεν ήταν τυφλός. Τα κατέγραψα «Κέντρο», για να μιλήσω με σύγχρονο όρο. Είναι ακριβώς αυτό που μπορεί να απευθυνθεί στον σύγχρονο ψαγμένο ταξιδιώτη και στις ταξιδιωτικές αναζητήσεις του. Είναι ο «Αμαζόνιος» δίπλα μας. Πράσινο, απέραντο πράσινο, χαμηλής όμως βλάστησης, όχι δέντρων, άρα φιλικό πράσινο, «αγκαλιά». Εχει εκτάσεις που είσαι εσύ, και ο όποιος Θεός σου. Είναι, μετά ακουστικής βεβαιότητας, το ραντεβού όλων των τζιτζικιών της Γης. Σας λέω ειλικρινά, τα τζιτζίκια σπάνε τύμπανα!
Αραιοκατοικημένα. Και όταν συναντάς χωριό, μια δική τους αρχιτεκτονική, με ενδιαφέροντα χρώματα… Σπίτια και χαλάσματα δίπλα δίπλα. Δεν έχω χαζέψει πιο όμορφα χαλάσματα. Αν η διαχρονική μας αγωνία είναι να προστατεύσουμε τα παλιά σπίτια, εδώ σου γεννιέται η επιθυμία να προστατευτούν και χαλάσματα σπιτιών… Αυτά που τα κατοικεί η σιωπή, η απουσία και μια συκιά. Το δέντρο της μοναξιάς.
Πολύ αγάπησα την ΚΑΤΩ ΧΩΡΑ. Θα σας προέτρεπα για ένα απόγευμα ως εξής: Ξεκινήσαμε από ΜΥΛΟΠΟΤΑΜΟ. Κάτω από τα τεράστια πλατάνια ένα καφεδάκι και μετά περπάτημα για τον Καταρράκτη της Φόνισσας ή Νεράιδας. Τι αντίθεση Θεέ μου!… Πιάνομαι από το «Φόνισσα», μια φύση «Παπαδιαμαντική». Δεν είχε νερό ο καταρράκτης αλλά στο νατουραλιστικό τοπίο, ωραία ανασαίνει ο μύθος μιας γυναίκας που έσπρωξε, λέει, μια άλλη και τη σκότωσε. Εμείς, ωστόσο, τυχαία συναντήσαμε μια νεράιδα να κολυμπάει. Αναγνώρισα την Παυλίνα Βουλγαράκη, αυτό το γοητευτικό «όλον», πέραν από μια βελουδένια φωνή. Και έτσι το «Λαβύρινθοι» συνειρμικά μου «κόλλησε» και δεν σταμάτησα να το τραγουδάω σε όλο το ταξίδι.
Μετά κατευθυνθήκαμε στην ΚΑΤΩ ΧΩΡΑ. Να σημαδέψετε την ώρα κοντά στο ηλιοβασίλεμα. Μια ολόκληρη σιωπηλή πολιτεία, με ένα σωρό ναούς βυζαντινούς και μια θέα… Μα τι θέα! Ακατοίκητη πολιτεία. Και αμέσως μετά σπεύστε οδικώς για ΛΙΜΝΙΩΝΑ. Αρκεί, προσέξτε το αυτό, να μην πάσχετε από υψοφοβία. Είναι άγρια διαδρομή. Το αυτοκίνητο γίνεται αεροπλάνο. Γκρέμια, χαράδρες, μια θάλασσα απέραντη, δεν χωράει ο νους ομορφιά! Ενας μαγευτικός κατήφορος που καταλήγει σε ένα λιμανάκι… Απόκοσμο, μέχρι και η καντίνα, λες από ταινία αλλά ίσα που προλαβαίνετε τον ανήφορο, δεν είναι να σε πιάσει νύχτα σε τέτοιο δρόμο… Και στον γυρισμό, αξιωθείτε τη δύση του ήλιου, όπου σας βρει!
Ο Ηλίας Τζεμπετονίδης, λατρεμένος μου φίλος, μου είχε πει ότι στην Βραζιλία χειροκροτούν τον ήλιο όταν δύει. Μου είχε περιγράψει μια «πλήθος» παραλία να χειροκροτεί. Το θυμήθηκα. Δεν είναι μικρό πράγμα να βλέπεις μια τέτοια δύση ηλίου!
Τα Κύθηρα μου έδωσαν το ωραίο ταξίδι. Τρεις ημέρες όλες κι όλες. Σε ξεγέλασα και πάλι, χρόνε! Λάτρεψα τη ΧΩΡΑ. Διακρίνεις σεβασμό.
Εκείνο το ταρατσάκι του «TONY’S» με τη θέα να κόβει ανάσα, για Aperol και τις ευφάνταστες πίτσες του δεν το ξεχνάω. (Δεν κλείνουν τραπέζι. Να πάτε νωρίς). Το ΚΑΣΤΡΟ όπως εμφανίζεται ξανά και ξανά μπροστά στα μάτια σου. Ο κουκλίστικος ΑΒΛΕΜΟΝΑΣ και το κολύμπι στην μεγάλη «κολυμπήθρα» του. Τα εκκλησάκια των βράχων. Η παραλία ΧΑΛΚΟΣ. Τα τιρκουάζ νερά στο ΔΙΑΚΟΦΤΙ όπως σε υποδέχεται το νησί και όπως σε αποχαιρετάει. Το περπάτημα μας μέχρι τον ΦΑΡΟ στο πιο βόρειο σημείο στο ΜΟΥΔΑΡΙ ή Σπαθί.
Ενείχε και τρέλα τόσο περπάτημα. (Αχ, βρε Κώστα! Θα εξοντώσεις την έρμη μάνα σου!). Αλλά ήταν μαγευτική η ένωση με τη φύση. Το φαγητό στην ταβέρνα ΣΚΑΝΔΕΙΑ… Βραβείο στην απλότητα. Να είναι καλά τα χρυσά χεράκια της Ευανθίας! Και στην ΚΑΠΑΡΗ στο Καψάλι. Και η πιο νόστιμη τυρόπιττα του κόσμου στο Καφενείο στα ΑΡΩΝΙΑΔΙΚΑ αλλά και η πηγαία ευγένεια της Ανναρέλλας να μας την προσφέρει.
Τα Κύθηρα είναι η ευγένεια των ανθρώπων, όπως έχεις να τη θυμάσαι από ένα «κάποτε» και αντικατοπτρίζεται και στις σωστές τιμές. Τα Κύθηρα είναι και εκείνο το γκρουπ των γιόγκι στο ξενοδοχείο Porto Delfino που ακούγονταν κάθε πρωί, με εκείνο το χαρακτηριστικό «Ομμμμμ» συγχρονισμένο με τη χορδή από ένα όργανο… Και κοίταζες και τη θέα και βούρκωνες! Τι απέραντη ομορφιά. Τι ησυχία! Να! Τα Κύθηρα πρέπει να «καθοδηγηθούν» τουριστικά ως κέντρο διαλογισμού. Με ότι συνεπάγεται ως ψυχής γαλήνη για τον σύγχρονο και τα ένα σωρό «Μήπως;» που βουίζουν την ύπαρξη του, ιδίως μετά και από τον κορονοϊό. Ενός σύγχρονου δραματικά υποψιασμένου και ανήσυχου. Ενα σωρό «Μήπως;» που αφορούν σχέσεις, ζωή, ποιότητα ζωής, οικογένεια, προτεραιότητες, εργασία, δουλειά, δουλεία;
Τα Κύθηρα είναι «κέντρο», σπονδυλική στήλη. Φωνάζει την κατεύθυνση που πρέπει να ενισχυθεί. Εμπνευσμένα μυαλά να υπάρχουν! (Σιγά μην υπάρχουν!).