Η Παναγία έχει τη θέση της στις εικόνες, στα τέμπλα και στους τοίχους των εκκλησιών. Αυτός είναι ο ανθρώπινος θρόνος της. Κι η μορφή της αγιογραφείται με προσευχή, χρώμα, τεχνική και ταπεινότητα.
Η μετατροπή της σε γιγαντοαφίσα, η κακόγουστη και κιτσάτη μεγέθυνσή της δεν αποτελεί βεβήλωση απλώς, αλλά ευτελισμός του υπερβατικού της μεγέθους, καθώς την αντιμετωπίζει με τους φωνακλάδικους όρους της διαφήμισης, δηλαδή με άκρα ευτέλεια.
Η τερατώδης μεγέθυνση και προβολή της εικόνας της Παναγίας επάνω στην βουλή, παραμένει εντούτοις αποκαλυπτική. Αποκαλυπτική των προθέσεων των εμπνευστών της φρικαλέας αυτής αποτύπωσης. Κι αυτό που αποκαλύπτεται είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν ούτε ιερό, ούτε όσιο, αλλά πως καταλαβαίνουν μονάχα από δολιότητα και ψέμα. Από το χυδαίο, ποταπό και σιχαμερό ψέμα που είναι η δεύτερη τους φύση, το οποίο ενίοτε ονομάζουν opinion management ή πολιτική τακτική.
Όμως η εργαλειακή, ψηφοθηρική, πατριδοκάπηλη, ψευδοευσεβιστική και αρρωστημένα ιδιοτελής χρήση της Παναγίας προς άγραν πρόσκαιρου πολιτικού οφέλους (την οποία ειρήσθω εν παρόδω ασπάζονται πλήστοι ιεράρχες και λοιποί ακατήχητοι των παρεκκλησιαστικών και όχι μόνο οργανώσεων) έχει συχνά αντίθετα από τα προσδοκούμενα αποτελέσματα. Εν προκειμένω δίνει νέα σημασία στην φράση «αυτός θα πουλούσε και τη μάνα του για να ξελασπώσει».
Τέτοιου είδους κερδοσκοπικής και φιλοτόμαρης νοοτροπίας ήταν και οι έμποροι τους οποίους ο Χριστός κυνήγησε με το μαστίγιο από τον ναό του. Τέτοιου είδους (ασχέτως πολιτικού προσανατολισμού) ανθρώπους, που δεν έχουν την παραμικρή αίσθηση ιερού και οσίου, τον ελάχιστο δηλαδή σεβασμό προς τα θύματα και την οδύνη που μας προκαλεί η ασθένεια που μας τυραννά, δεν τους θέλουμε ούτε στους ναούς, αλλά ούτε και στη βουλή.
Γιατί ένθεοι και άθεοι γνωρίζουμε καλά πως όποιος ατιμάζει με δόλιο τρόπο τους νεκρούς, δεν πρόκειται ποτέ μα ποτέ να υπολογίσει και να σεβαστεί τους ζωντανούς.