Τον προβληματισμό του για το θεσμό του παζαριού του Ποταμού εξέφρασε ο δημ. υπάλληλος, υπεύθυνος τουριστικής προβολής του Δήμου Κυθήρων Παναγιώτης Γιαννιώτης σε ανάρτηση που έκανε στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook. Κάνει μία καταγραφή προβλημάτων που έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια και επισημαίνει ότι πρέπει να υπάρχουν κανόνες και να τηρούνται οι φορολογικές υποχρεώσεις από τους συμμετέχοντες. Διαβάστε την άποψή του εδώ:
«Στον Ποταμό πηγαίνω ως επισκέπτης τακτικότατα τα τελευταία 45 χρόνια. Από το 2008 μάλιστα έχοντας και επαγγελματική σχέση. Πάντα το παζάρι ήταν η αφορμή για τον Κυριακάτικο καφέ, το φαγητό και τα ψώνια μας.
Τότε ο Ποταμός ήταν το απόλυτο εμπορικό κέντρο του βορείου τμήματος του νησιού.
Με τα χρόνια άλλαξαν πολλά και ο Ποταμός έχασε ένα μέρος της εμπορικής του δύναμης ενώ ταυτόχρονα άρχισε να αποκτά σημαντική τουριστική ταυτότητα η οποία κατά τη γνώμη μου σήμερα ξεπέρασε την εμπορική.
Το βασικό αντικείμενο του Κυριακάτικου παζαριού πλέον δεν αποτελεί την προτεραιότητα του επισκέπτη, αλλά την αφορμή για την επίσκεψη στον Ποταμό, η οποία θα εμπλουτιστεί με συνάντηση γνωστών και φίλων, καφέ και φαγητό στα καταστήματα του χωριού, βόλτα και ψώνια στα μαγαζιά και γενικότερα για μια ξεχωριστή εμπειρία τις Κυριακές. Ανάλογη βέβαια είναι και η εξέλιξη του παζαριού.
Τα τελευταία χρόνια το παζάρι έχει μετατραπεί σε ένα είδος μικρού γιουσουρούμ, στο όποιο μαζί με τα προϊόντα του πρωτογενή τομέα πωλούνται από τυρόπιτες σε καροτσάκι, μέχρι υποτιθέμενα χειροποίητα βραχιολάκια, τα οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό τους είναι πιθανότατα αγορασμένα από την Ινδία και τα μεταπουλάει εδώ κάποιος ή κάποιοι μη μόνιμοι κάτοικοι, (καλοκαιρινοί οικονομικοί τυχοδιώκτες), οι οποίοι την Κυριακή είναι στον Ποταμό, την Δευτέρα στον Αυλέμονα, την Τρίτη στο Καψάλι και ούτω καθεξής.
Μέσα σε όλα αυτά, εικόνες, βιβλία, καπέλα, συνθέσεις από σεμπρεβιβα και αντικείμενα διακοσμημένα με αυτήν, μπλουζάκια, τουριστικά αναμνηστικά κ.α.
Υπάρχουν ακόμα φήμες, που πιθανότατα έχουν βάση, ότι κάποιοι «παραγωγοί» του πρωτογενούς τομέα τα προϊόντα που εκθέτουν, τα φέρνουν από τη γειτονική Πελοπόννησο ή και από την Κρήτη.
Τα άτομα που πωλούν τα περισσότερα από αυτά τα είδη δεν πληρώνουν φυσικά ενοίκιο για τους χώρους που «εκθέτουν» την πραμάτεια τους και ούτε λόγος για ταμειακή μηχανή και αποδείξεις. Αυτό από μόνο του δημιουργεί έναν αθέμιτο ανταγωνισμό κυρίως στα μικρά μαγαζιά τα οποία δεν βρίσκονται κοντά στην πλατεία, δημιουργώντας στους ιδιοκτήτες τους την εύλογη απορία: Μήπως να το κλείσω και να πάω να εκθέτω τσάμπα τα προϊόντα μου στην πλατεία;
Το Κυριακάτικο παζάρι του Ποταμού για μένα είναι μια φολκλόρ νότα από το παρελθόν των Κυθήρων η οποία πρέπει να προστατευθεί με κάθε τρόπο.
Ταυτόχρονα όμως σημαντική είναι και η προστασία των νόμιμων επιχειρήσεων του χωριού, οι οποίες προσφέρουν στην οικονομία του τόπου και του κράτους όλο τον χρόνο, και θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα της κάθε τοπικής αρχής.
Ο κανονισμός του παζαριού, που τόσο πολύ ζητούν οι νόμιμοι μικροπωλητές, πρέπει να αποτελέσει σημείο αναφοράς για αυτό. Επίσης η διασφάλιση της νομιμότητας, (αποδείξεις κλπ), είναι το ζητούμενο από τους ιδιοκτήτες των καταστημάτων της περιοχής που πληρώνουν ενοίκια, ρεύμα, τηλέφωνο, εφορία, υπαλλήλους κλπ.
Αν δεν υπάρξουν κανόνες, σε λίγα χρόνια πιθανότατα θα βρεθεί κάποιος τις Κυριακές στο παζάρι με μια οικιακή μηχανή εσπρέσο που θα πουλάει καφέ στο χέρι και κάποιος άλλος που θα πουλάει χύμα χάπια για τον πονοκέφαλο.
Υ.Γ.: Πριν ακόμα από την δημιουργία του Δήμου Κυθήρων ακούω την περίφημη συζήτηση για την διάνοιξη δρόμου προς το πάρκινγκ ώστε να πεζοδρομηθεί το τμήμα που βρίσκονται τα μαγαζιά. Μετά από τόσα χρόνια πλέον πιστεύω ότι κάποιοι επίτηδες βάζουν τρικλοποδιά στο σημαντικότατο αυτό έργο και αδιαφορούν, προφανώς γιατί τους αρέσει ή και τους συμφέρει, για το απόλυτο χάος που επικρατεί τις Κυριακές στον Ποταμό. Οι ίδιοι όμως άνθρωποι είναι λαλίστατοι για το να μην χαθούν οι “καλλιτεχνικές δημιουργίες» από την Ινδία στο παζάρι».