Χρονιά-σταθμός μπορεί να χαρακτηριστεί η φετινή για τον ελληνικό τουρισμό καθώς –όπως επιβεβαιώθηκε δια στόματος Κυριάκου Μητσοτάκη– ήδη τα στοιχεία της Fraport δείχνουν πως ήδη έχουμε ξεπεράσει τον αριθμό αφίξεων που είχαν σημειωθεί το 2019. Εκείνο που δεν είπε ωστόσο ο πρωθυπουργός, είναι πως το ρεκόρ έρχεται με ένα δυνητικό κόστος το οποίο μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ.
Οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη πραγματοποιήθηκαν από την Κεφαλονιά η οποία παραδοσιακά αποτελεί έναν από τους πλέον δημοφιλείς προορισμούς για το περίφημο «ελληνικό καλοκαίρι», που βέβαια έχει την ευλογία να διαθέτει πολλούς τέτοιους. Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στην ανάγκη έργων υποδομής, όπως για παράδειγμα οι μοντέρνοι αυτοκινητόδρομοι, αλλά η αλήθεια είναι πως ο εκσυγχρονισμός των υποδομών αποτελεί μόνο ένα από τα στοιχεία που θα μας εξασφαλίσουν… καλές κριτικές από τους εκατομμύρια επισκέπτες.
Άλλωστε σχεδόν όλοι όσοι σπεύδουν να περάσουν τις διακοπές τους στην Ελλάδα, δεν το κάνουν επειδή περιμένουν να συναντήσουν τους δρόμους και την οργάνωση της… Ελβετίας! Το κάνουν επειδή ετούτος ο τόπος έχει την ευλογία να διαθέτει αμέτρητες περιοχές φυσικού απαράμιλλου κάλλους και –επιπρόσθετα- διότι έχει στο μυαλό του την περίφημη «Greek filoxenia». Ένας όρος που δεν προσδιορίζεται αποκλειστικά από το… filotimo αλλά και από το καλό επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Και αυτό διότι μπορεί συχνά να ακούμε και να διαβάζουμε για αγενείς μαγαζάτορες, υπερχρεώσεις και άλλα τέτοια, αλλά η αλήθεια είναι ότι αυτή η κατάσταση δεν αποτελεί τον κανόνα. Αντίθετα, το service είναι συνήθως ικανοποιητικό (το λιγότερο), κάτι που οφείλεται στο γεγονός ότι μετά από δεκαετίες το management και η στελέχωση γίνεται από επαγγελματίες του είδους, σχεδόν σε κάθε θέση.
Οι νέοι που απασχολούνται στον τουρισμό είναι πλέον απόφοιτοι σχετικών σχολών (π.χ μαγειρικής), συνδυάζοντας την δεδομένη εμπειρία στον τουρισμό με σπουδές, ενώ στη συνέχεια στελεχώνουν τις επιχειρήσεις είτε μιλάμε για τον επισιτιστικό κλάδο (εστιατόρια, ταβέρνες, καφέ, μπαρ κλπ) είτε για καταλύματα και μονάδες φιλοξενίας.
Κι εδώ ακριβώς προκύπτει το τεράστιο πρόβλημα που φέτος δείχνει να είναι πιο έντονο από ποτέ. Οι συνθήκες εργασίας αυτών των ανθρώπων… Όλοι γνωρίζουμε ότι κατά την διάρκεια της θερινής περιόδου τα πράγματα είναι ιδιαίτερα ζόρικα για αυτούς. Ξεκινώντας από το μέρος που θα μείνουν (πολύ συχνά επιστρατεύονται ακόμα και… κοντέινερ) και φτάνοντας μέχρι τους ρυθμούς εργασίας. Εκεί θεωρείται (και είναι δεδομένο) ότι το ωράριο είναι άγνωστη λέξη ή περιγράφεται με το… «μέχρι όσο πάει», ενώ το ρεπό είναι πιο σπάνιο και από είδος που τελεί υπό εξαφάνιση.
Φίλος στην Λευκάδα «κατάφερε» να πάρει το πρώτο (και ίσως το μοναδικό όλη την σεζόν) ρεπό του στα τέλη Ιουλίου, μετά από 50 συνεχόμενες ημέρες εργασίας σε επιχείρηση με water sports. Μετά από 50 ημέρες που –κυριολεκτικά- τραβούσε κουπί όντας από την ανατολή μέχρι την δύση του ηλίου στην θάλασσα. Άλλος ξεκίνησε για την Τήνο για να εργαστεί σε ξενοδοχείο, με τον ιδιοκτήτη να του ξεκαθαρίζει (σε φιλικό τόνο μάλιστα) ότι ΑΝ ΧΡΕΙΑΣΤΕΙ κάποιο ρεπό «ε, κάτι θα γίνει, δεν θα σε αφήσουμε να πεθάνεις κιόλας»!
Αυτά τα δύο περιστατικά αποτελούν εδώ και χρόνια την πραγματικότητα πίσω από το αστραφτερό «ελληνικό καλοκαίρι», μόνο που φέτος για πρώτη φορά παρατηρείται τόσο έντονα το φαινόμενο πολλών εργαζομένων που απλά δεν αντέχουν και τα παρατάνε στα μέσα της σεζόν, συνειδητοποιώντας εκ των υστέρων ότι το πράγμα δεν βγαίνει, για να τα πούμε απλά και κατανοητά.
Οι συνθήκες που συναντούν και κάτω από τις οποίες καλούνται να εργαστούν είναι δυσβάσταχτες, ακόμη και για νεαρά σε ηλικία άτομα, τα οποία πλέον δεν διστάζουν είτε να τα παρατήσουν και να επιστρέψουν σπίτια τους είτε να πάρουν «μεταγραφή» μεσούσης της σεζόν, αναζητώντας κάτι καλύτερο. Το πρόβλημα είναι ότι τις θέσεις τους δεν καλύπτουν άλλοι επαγγελματίες του είδους, αλλά πολλές φορές οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες και τα μέλη των οικογενειών τους, λες και μιλάμε για καταστάσεις της δεκαετίας του ’60 όταν ακόμη όλα είχαν φολκλορικό χαρακτήρα.
Είναι προφανές ότι αυτή η κατάσταση σημαίνει πως το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών θα είναι χαμηλότερης στάθμης, γεγονός που αργά ή γρήγορα θα προκαλέσει δυσαρέσκειες οι οποίες θα αποτυπωθούν σε βάθος χρόνου. Άλλωστε εδώ και χρόνια η Ελλάδα δεν παίζει μόνη της στο τουριστικό παιχνίδι της περιοχής, καθώς έχουν αναδυθεί ανταγωνιστές από παντού, με τις περιπτώσεις των τουρκικών παραλίων ή των Δαλματικών ακτών να είναι απλά μερικές από αυτές.
Επίσης αξιοσημείωτο (και όχι άσχετο με όσα περιγράφονται παραπάνω) είναι το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που τα στοιχεία του Ιουνίου 2022 μαρτυρούν ότι η Ελλάδα με 29,7% έχει το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας ανάμεσα σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το μήνυμα είναι σαφές. Αν δεν αλλάξει το υφιστάμενο status και δεν ρυθμιστούν προς το καλύτερο οι εργασιακές σχέσεις (προς όφελος εργοδοτών και εργαζομένων) η φετινή σεζόν δεν θα αποτελέσει διαφήμιση αλλά δυσφήμιση για τον τουρισμό μας.