Ο αμερικανικός στρατός προχώρησε νωρίς το βράδυ της Πέμπτης, 25/02, σε αεροπορικά πλήγματα σε μια περιοχή στη Συρία όπου εδρεύουν δύο υποστηριζόμενες από το Ιράν παραστρατιωτικές οργανώσεις, στο ανατολικό τμήμα της εμπόλεμης χώρας, ως απάντηση στις επιθέσεις με πυραύλους εναντίον του αμερικανικού προσωπικού και του διεθνούς υπό τις ΗΠΑ συνασπισμού στην περιοχή, τις τελευταίες δύο εβδομάδες, καθώς και στις απειλές εναντίον τους, ανακοίνωσε το αμερικανικό Πεντάγωνο.
«Συγκεκριμένα, τα πλήγματα κατέστρεψαν πολλές εγκαταστάσεις σε σημείο συνοριακού ελέγχου που χρησιμοποιούν διάφορες παραστρατιωτικές οργανώσεις που υποστηρίζονται από το Ιράν, συμπεριλαμβανομένων της Κατάεμπ Χεζμπολάχ και της Κατάεμπ Σάγεντ αλ Σουχάντα», συνεχίζει το κείμενο.
«Η επιχείρηση στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ο πρόεδρος (των ΗΠΑ) Τζο Μπάιντεν θα δράσει για να προστατεύσει το προσωπικό των ΗΠΑ και του συνασπισμού. Ταυτόχρονα, ενεργήσαμε με μετρημένο τρόπο, με σκοπό την αποκλιμάκωση της κατάστασης συνολικά, τόσο στην ανατολική Συρία, όσο και στο Ιράκ», πάντα κατά την ανακοίνωση που υπογράφεται από τον εκπρόσωπο του Πενταγώνου, Τζον Κίρμπι.
Ο Κίρμπι επέμεινε ότι οι επιθέσεις έλαβαν χώρα «υπό την καθοδήγηση του Προέδρου Μπάιντεν» και εξουσιοδοτήθηκαν όχι μόνο ως αντίποινα για τις πρόσφατες επιθέσεις εναντίον των αμερικανικών και των συμμαχικών δυνάμεων, αλλά και για να αντιμετωπίσουν «συνεχιζόμενες απειλές προς το προσωπικό μας».
Σύμφωνα με Αμερικανό αξιωματούχο, η περιοχή που έπληξαν οι ΗΠΑ πιστεύεται ότι χρησιμοποιείται ως βάση επιχείρησης λαθρεμπορίου όπλων από τις πολιτοφυλακές. Κατά την ίδια πηγή, τα πλήγματα πραγματοποιήθηκαν για να υποβαθμίσουν την ικανότητα αυτών των ομάδων να πραγματοποιούν επιθέσεις και να στείλουν ένα μήνυμα σχετικά με τις πρόσφατες επιθέσεις, δήλωσε ο αξιωματούχος.
Όπως δήλωσε ο υπουργός Άμυνας, Λόιντ Ώστιν, χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες που συνέλεξαν οι ιρακινές υπηρεσίες.
Σύμφωνα με το Πεντάγωνο, επρόκειτο για «αναλογική στρατιωτική αντίδραση» και υπήρξε διαβούλευση εκ των προτέρων με τους συμμάχους των ΗΠΑ σχετικά με αυτήν.
Αμερικανική επιδρομή σε εγκαταστάσεις της Κατάεμπ Χεζμπολάχ, στο Ιράκ στις 29 Δεκεμβρίου, προκάλεσε την αντίδραση της ιρακινής κυβέρνησης, που κατήγγειλε παραβιάσεις της κυριαρχίας της. Μέρες αργότερα, μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης και άλλες πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από το Ιράν, επιτέθηκαν στην Πρεσβεία των ΗΠΑ στο Ιράκ, πυρπολώντας εξωτερικά κτίρια και καταστρέφοντας περιουσίες.
Επίθεση με 14 πυραύλους στις 15 Φεβρουαρίου, σε δυνάμεις του δυτικού συνασπισμού κοντά στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Ερμπίλ, στο Ιρακινό Κουρδιστάν, σκότωσε έναν εργολάβο και τραυμάτισε εννέα άλλους, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων Αμερικανών εργολάβων και ενός μέλους του αμερικανικού στρατού. Η Ψάκι τότε είχε δηλώσει ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν και η κυβέρνησή του «διατηρούν το δικαίωμα να απαντήσουν με τρόπο και τη στιγμή της επιλογής μας», προειδοποιώντας ότι «θα αντιδράσουμε με τρόπο που υπολογίζεται στο χρονοδιάγραμμά μας και χρησιμοποιώντας ένα συνδυασμό εργαλείων, ορατό και αόρατο».
Κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου, τουλάχιστον τέσσερις πύραυλοι χτύπησαν την αεροπορική βάση Μπαλάντ βόρεια της Βαγδάτης, όπου μια αμυντική εταιρεία των ΗΠΑ εργάζεται πάνω σε ιρακινά πολεμικά αεροσκάφη.
Την περασμένη Δευτέρα, δύο πύραυλοι προσγειώθηκαν στη διεθνή ζώνη της Βαγδάτης, όπου βρίσκονται πολλές ξένες πρεσβείες. Δεν υπήρξαν αναφορές τραυματισμών ή ζημιών.
Οι επιθέσεις θα μπορούσαν να περιπλέξουν τις συνομιλίες για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα
Οι επιθέσεις των ΗΠΑ έρχονται καθώς Ουάσινγκτον και Τεχεράνη παίρνουν θέση για επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ενδεχομένως περιπλέκοντας μια ήδη εύθραυστη διαδικασία.
«Έχουμε δηλώσει στο παρελθόν ότι θα θεωρήσουμε το Ιράν υπεύθυνο για τις πράξεις των συνεργατών του που επιτίθενται στους Αμερικανούς», δήλωσε τη Δευτέρα ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Νεντ Πιερ, σημειώνοντας ότι «σε πολλές από αυτές τις επιθέσεις έχουν χρησιμοποιηθεί όπλα ιρανικής παραγωγής ή που προμηθεύονται από το Ιράν».
Νωρίτερα αυτήν την εβδομάδα, και η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζεν Ψάκι, είχε δηλώσει ότι οι ΗΠΑ θεωρούν το Ιράν υπεύθυνο για τις πράξεις των αντιπροσώπων του.
Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών του Ιράν, Σάιντιτ Κατιμπζάντεχ, αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με τις επιθέσεις. «Αυτές οι φήμες απορρίπτονται έντονα, όπως επίσης καταδικάζεται έντονα και η προσπάθεια να αποδοθούν στο Ιράν», σύμφωνα με δήλωση του Κατιμπζαντέχ που μετέδωσε η επίσημη ειδησεογραφική υπηρεσία του Ιράν Mehr, στις 16 Φεβρουαρίου.
«Μια δράκα» μαχητών σκοτώθηκαν στις επιθέσεις, δήλωσε στο μεταξύ, αξιωματούχος των ΗΠΑ στο CNN.
Για τουλάχιστον 17 νεκρούς κάνει λόγο το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Σύμφωνα με τον διευθυντή της ΜΚΟ που εδρεύει στη Βρετανία, τον Ράμι Άμπντελ Ραχμάν, «τα πλήγματα κατέστρεψαν τρία φορτηγά με πυρομαχικά (…). Υπάρχουν πολλοί νεκροί. Τουλάχιστον 17 μαχητές σκοτώθηκαν σύμφωνα με έναν προκαταρκτικό απολογισμό, όλοι μέλη της Χασντ αλ Σάαμπι».
Η Χασντ αλ Σάαμπι, ισχυρή συμμαχία παραστρατιωτικών οργανώσεων προσκείμενων στο Ιράν, τυπικά είναι ενταγμένη στις ιρακινές ένοπλες δυνάμεις.