dapanes-noikokyria

Παρά τη σταθερή άνοδο κατά 20 έως 40 ευρώ ετησίως του ποσού που δαπανούσαν τα ελληνικά νοικοκυριά μεταξύ 2016 και 2019 για κατανάλωση, το lockdown το καθήλωσε στα χαμηλότερα επίπεδα από την αρχή του 21ου αιώνα.  Έτσι, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές συρρικνώθηκε, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 2020 στα 15.981,96 ευρώ ή 1.331,83 μηνιαίως, καταγράφοντας μείωση 9,9% από το 2019. Βρέθηκε δηλαδή όχι μόνο 788,57 ευρώ ή 37,2% κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα και τα 2.120,40 ευρώ μηνιαίως του 2008, αλλά και 644,11 ευρώ ή 32,6% χαμηλότερα από τα 1.975,94 ευρώ του 1999, καταγράφοντας έτσι αρνητικό ρεκόρ εποχής ευρώ και, τυπικώς, και αιώνα και χιλιετίας.

Με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το 50% των νοικοκυριών δαπανά λιγότερα από 1.080 ευρώ τον μήνα, με τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιαζόμενη κατοικία να δαπανούν το ένα πέμπτο (19,8%) του προϋπολογισμού τους για ενοίκιο.

Τα φτωχότερα νοικοκυριά καταναλώνουν απλώς για να επιβιώσουν, καθώς το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,2% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% στο 29%.

Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Αττική (18.401,52 ευρώ), ενώ η χαμηλότερη στη Στερεά Ελλάδα (11.193,24 ευρώ).

Το μεγαλύτερο μερίδιο δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών αφορά είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (23,1%), στέγαση (15,3%) και μεταφορές (12,3%), ενώ το μικρότερο μερίδιο (3,5%) υπηρεσίες αναψυχής και πολιτισμού.

Η μεγαλύτερη ετήσια μείωση δαπανών των νοικοκυριών αφορούσε αναψυχή και πολιτισμό (-36,4%), εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (-35,4%) και είδη ένδυσης και υπόδησης (-27,4%).

Ανισότητα και κίνδυνος φτώχειας

Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 4,8 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του φτωχότερου 20% (5,4 για το 2019). Τα νοικοκυριά του φτωχότερου 20% του πληθυσμού μείωσαν τις δαπάνες τους σε σχέση με το 2019 κατά 2,5%, ενώ τα νοικοκυριά του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού κατά 13%.

– Το μερίδιο της μέσης ισοδύναμης δαπάνης για είδη διατροφής του φτωχότερου 20% ήταν το 35,5% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ήταν 15,6%.

O κίνδυνος φτώχειας απειλεί το 15,6% του πληθυσμού όταν στον υπολογισμό του δείκτη λαμβάνεται υπόψη μόνο η ισοδύναμη δαπάνη με τρόπο κτήσεως την αγορά (17,1% το 2019), ενώ ο δείκτης μειώνεται στο 11,9% του πληθυσμού (12,2% το 2019) όταν λαμβάνονται υπόψη όλες οι καταναλωτικές δαπάνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο κτήσεως (τεκμαρτό ενοίκιο από ιδιοκατοίκηση, ιδιοπαραγόμενα αγαθά, αγαθά και υπηρεσίες παρεχόμενες δωρεάν από τον εργοδότη, άλλα νοικοκυριά, μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς, κράτος κ.λπ.).

Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές αγροτικές περιοχές δαπανούν κατά μέσο όρο 1.404,28 ευρώ, ενώ αυτά που διαμένουν σε αγροτικές περιοχές 1.085,33 ευρώ τον μήνα ή 22,7% λιγότερο από τα νοικοκυριά που διαμένουν σε αστικές περιοχές.

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

3 × two =