Η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του δημοσίου τομέα, καθώς και η λειτουργία όλων των δημόσιων υπηρεσιών με βάση τις αρχές της συνετής διακυβέρνησης, αλλά και η ενίσχυση της ικανότητας προετοιμασίας ενός μακρόπνοου σχεδιασμού στις δημόσιες υπηρεσίες, πρέπει να βρίσκονται στις προτεραιότητες για την επόμενη μέρα.
Αυτό επισημαίνεται σε ανακοίνωση του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας, με αφορμή τη δημοσιοποίηση του Παγκόσμιου Δείκτη Ανταγωνιστικότητας του WEF.
Όπως σημειώνεται σε ανακοίνωση του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας, φέτος και λόγω της αναταραχής που επέφερε η πανδημία στην παγκόσμια οικονομία, αντί για τη συνηθισμένη έκδοση του Δείκτη Ανταγωνιστικότητας, δημοσιοποιήθηκαν από τον WEF, στοιχεία για τις προτεραιότητες που απαιτούνται για την παραγωγικότητα, την αειφορία και την γενικότερη ευημερία, ως Δείκτη Ετοιμότητας για Μετασχηματισμό των 37 σημαντικότερων χωρών ανάμεσά στις οποίες περιλαμβάνεται και η Ελλάδα.
Όσον μας αφορά, όπως υπογραμμίζεται, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή καθόσον η Ελλάδα, που φέρει και ένα μεγάλο δημόσιο χρέος από την προηγούμενη κρίση, κατατάχτηκε μεταξύ των χωρών που χρειάζονται να κάνουν την μεγαλύτερη προσπάθεια για να ανακάμψουν στην μετά COVID εποχή.
Τα κυριότερα διεθνή ευρήματα και τάσεις ως προς τις επιδόσεις της Ελλάδας σύμφωνα με την αρχική ανάλυση του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας έχουν ως εξής :
1) Ανάκαμψη και Μετασχηματισμός του Περιβάλλοντος Ευνοϊκού για την Ανάπτυξη
Α) Η διαχρονική διάβρωση των θεσμών σε όλη την υφήλιο, η μειούμενη διαφάνεια και η ολοένα και πιο αδύναμη στήριξη των ελέγχων και των ισορροπιών, ήταν εμφανής διεθνώς. Η Ελλάδα κατετάγη στην 32η θέση από τις 37. Η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του δημοσίου τομέα καθώς και η λειτουργία όλων των δημόσιων υπηρεσιών με βάση τις αρχές της συνετής διακυβέρνησης αλλά και η ενίσχυση της ικανότητας προετοιμασίας ενός μακρόπνοου σχεδιασμού στις δημόσιες υπηρεσίες, πρέπει να βρίσκονται στις προτεραιότητες για την επόμενη μέρα. Έτσι και οι πολίτες θα εξυπηρετούνται καλύτερα και η εμπιστοσύνη θα αποκατασταθεί.
Β) Παρόλη την χρήση της τεχνολογίας και την πρόσβαση στις ΤΠΕ παγκοσμίως, απέχουμε πολύ από το να θεωρήσουμε ότι αυτό αφορά όλον τον πλανήτη. Η Ελλάδα κατατάχτηκε στην 17η θέση και είναι η καλύτερή της επίδοση ως προς τις 11 προτεραιότητες. Χρειάζεται ακόμη να προσπαθήσει να μειώσει τον ψηφιακό αναλφαβητισμό των νοικοκυριών και των εταιρειών και να επισπευστεί η μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας με λογικό κόστος για όλους.
Γ) Τα υψηλά επίπεδα χρέους πολλών οικονομιών, διευρύνουν τις ανισότητες, διότι περιορίζουν τις δημοσιονομικές δυνατότητες των κυβερνήσεων ως προς τα μέτρα στήριξης και εκτινάσσουν περαιτέρω τα ήδη υψηλά επίπεδα χρέους. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 30η θέση και άρα είναι άμεση προτεραιότητα ένα σχέδιο απομείωσης του δημόσιου χρέους και βελτίωσης των δημοσιονομικών δεδομένων. Σε ορίζοντα 3ετίας, πρέπει να στοχεύσουμε στην διεύρυνση της φορολογικής βάσης και στη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών.
2) Ανάκαμψη και Μετασχηματισμός του Ανθρώπινου Κεφαλαίου
Η Ελλάδα κατατάσσεται τελευταία ως προς τις δεξιότητες των ανθρώπων και στην 34η θέση ως προς την κοινωνική προστασία και την εργατική νομοθεσία. Χρειάζονται προφανώς σημαντικές μεταρρυθμίσεις αλλά και δραστική αλλαγή στη νοοτροπία που προσεγγίζουμε την εργασία και τις δεξιότητες.
Δήλωση Σ. Αναστασόπουλου
Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας, Σίμο Αναστασόπουλο, «Το 2020 με την πανδημία αναδύθηκε το θέμα της προτεραιοποίησης κατά τον σχεδιασμό των επιχειρήσεων και των οικονομιών των κρατών, για την μεγέθυνση και την αύξηση της παραγωγικότητας. Ο Παγκόσμιος Δείκτης Ανταγωνιστικότητας του WEF έχει ανέκαθεν έναν προσανατολισμό προς την μακροχρόνια ευημερία, πέρα και πάνω από την βραχυχρόνια ανάπτυξη. Σε αυτό το πλαίσιο της ετοιμότητας για τον απαραίτητο μετά COVID μακροπρόθεσμο σχεδιασμό για βιώσιμη ανάπτυξη, και πέραν του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας συνιστά με έμφαση:
1) να συνεχιστούν οι προσπάθειες αναβάθμισης των υποδομών προκειμένου να επιταχυνθεί η μετάβαση σε ΑΠΕ αλλά με ανταγωνιστικές τιμές και να διευρυνθεί η πρόσβαση στις ΤΠΕ και τον ηλεκτρισμό,
2) να ενισχυθούν οι εταιρείες, με τα κατάλληλα στοχευμένα κίνητρα, ώστε να αγκαλιάσουν την διαφορετικότητα, την ισονομία και την συμπερίληψη με στόχο την ενίσχυση της δημιουργικότητας,
3) να επικαιροποιηθούν και αναβαθμιστούν τα εκπαιδευτικά προγράμματα και να ενταθούν οι ενεργές και επενδυτικές (και όχι επιδοματικές) πολιτικές σχετικά με τις δεξιότητες που απαιτούνται για τις δουλειές και τις “αγορές του αύριο”,
4) να κινητοποιηθεί η ενίσχυση των επενδύσεων σε έρευνα, καινοτομία και εφευρέσεις (ιδιαίτερα στο χώρο της υγείας), με στόχο την δημιουργία και συμμετοχή στις νέες αγορές του αύριο».