mikis-theodorakis

Στα 96 του χρόνια “έφυγε” ο Μίκης Θεοδωράκης, και δεν θα ήταν καθόλου υπερβολή να πει κανείς, ότι το έργο του εν συνόλω, δεν έχει αποτιμηθεί ακόμη στην ολότητά του. Δεν θα ήταν καθόλου επίσης υπερβολή να ειπωθεί, πως στις περιπτώσεις σαν αυτή του Θεοδωράκη, το έργο καθεαυτό καθορίζει την εποχή του, αλλά και τις εποχές που θα ακολουθήσουν μέσα από την αυτονόμησή του. Σαν διαχρονικός μετρονόμος.

Ένα από τα παγκόσμια έργα του, που έγινε σύμβολο της ελευθερίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας, είναι ο κύκλος των τραγουδιών “Μαουτχάουζεν”. Μια δουλειά, από τις αγαπημένες και του υπογράφοντα του άρθρου.

Ο κύκλος τραγουδιών αφηγείται τον έρωτα δύο κρατουμένων στο ομώνυμο στρατόπεδο συγκέντρωσης με τη πένα του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Ο ίδιος ο Καμπανέλλης είχε φυλακιστεί στο Μαουτχάουζεν. Το 1965 έγραψε τέσσερα ποιήματα για τα βιώματά του και ήταν εκείνος που ζήτησε τη μελοποίηση από τον Μίκη. Ο Θεοδωράκης, ο άνθρωπος που έβαλε νότες στα ποιήματα που έχουμε τραγουδήσει, ο δημιουργός που και αυτός είχε γνωρίσει την εξορία και τη φυλάκιση, ανέλαβε να ντύσει με τον μουσικό του μανδύα, τους στίχους του Καμπανέλλη. Η συμβολή της Μαρίας Φαραντούρη ήταν καταλυτική. Όπως περιγράφεται, “το έργο δεν αποτελεί μόνο μια καταδίκη στη βία και την αλλοφροσύνη του πολέμου, αλλά και έναν ύμνο στον έρωτα, που μπορεί ν’ ανθίσει ακόμη και σε ένα εφιαλτικό περιβάλλον και να κρατήσει ζωντανή την ελπίδα για ζωή”.

Στην αρχική ελληνική έκδοση του κύκλου, που ηχογραφήθηκε το 1966, περιλαμβάνονται τέσσερα μελοποιημένα ποιήματα του Καμπανέλλη (“Άσμα ασμάτων”, “Ο Αντώνης”, “Ο δραπέτης” και “Όταν τελειώσει ο πόλεμος”) καθώς και ακόμη έξι, άλλων σπουδαίων ποιητών (“Κουράστηκα να σε κρατώ” του Δημήτρη Χριστοδούλου, “Ο ίσκιος έπεσε βαρύς” του Γεράσιμου Σταύρου, “Πήρα τους δρόμους του ουρανού” του Τάσου Λειβαδίτη, και “Στου κόσμου την ανηφοριά”, “Το εκκρεμές” και “Τ’ όνειρο καπνός” του Νίκου Γκάτσου).

To 1967, ο ίδιος ο Θεοδωράκης ζήτησε από τη Liesbeth List να τραγουδήσει τον κύκλο των τραγουδιών στη γερμανική γλώσσα όπως και πραγματοποιήθηκε, σε μια έκδοση που έγινε πλατινένια.

Στην γερμανική έκδοση (Pläne) του έργου (“Mauthausen Trilogy”), που ηχογραφήθηκε μεταξύ των ετών 1995 και 1999, περιλαμβάνονται τα τέσσερα μελοποιημένα ποιήματα του Καμπανέλλη σε τρεις γλώσσες: την Ελληνική, την Εβραϊκή και την Αγγλική, με τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη, της Ελινόαρ Μοάβ Βενιάδη και της Νάντια Βάινμπεργκ. Στο τέλος αυτής της έκδοσης περιλαμβάνονται τα λόγια ενός επιζήσαντα από το Ολοκαύτωμα, του Σιμόν Βίσενταλ, ο οποίος ήταν κρατούμενος στο Μαουτχάουζεν.

Σε μια τραγική συγκυρία, ένα χρόνο μετά την αρχική κυκλοφορία του έργου, ο Θεοδωράκης φυλακίστηκε από τη χούντα των Συνταγματαρχών.

Παρακάτω, η Τζόαν Μπαέζ σε μια σπουδαία και σπάνια ερμηνεία της, το 1983 στην Κρήτη, τραγουδώντας στα ελληνικά. Το κεντρικό κομμάτι του δίσκου, το “Άσμα Ασμάτων” είναι ίσως ο ωραιότερος ερωτικός θρήνος που γράφτηκε ποτέ και παραπέμπει στα θρηνητικό κάλεσμα του Βασιλιά Σολομώντα προς τη “Νύφη” στο βιβλικό “Άσμα Ασμάτων”. Έγινε αναμφίβολα το τραγούδι μνήμης του Μαουτχάουζεν και κάθε χρόνο, στους εορτασμούς της απελευθέρωσης του πρώην στρατοπέδου συγκέντρωσης, είναι αυτό που ηχεί από τα μεγάφωνα σαν ύμνος για χιλιάδες επιζώντες αλλά και διαδηλωτές της ειρήνης.

Η ιστορία του Αντώνη

Στον “Αντώνη”, οι φυλακισμένοι Εβραίοι αποτυπώνονται στη σκληρή εξαναγκαστική “εργασία”, στα λατομεία του Μαουτχάουζεν, με τη πίστη για επανάσταση να βράζει μέσα τους. Ο Αντώνης είναι ένας Έλληνας κρατούμενος που προσπαθεί να βοηθήσει τον Εβραίο φίλο του να μεταφέρει έναν βαρύ ογκόλιθο, από αυτούς που θα χρησιμοποιηθούν για πλακοστρώσεις δρόμων στη Βιέννη. Η βοήθεια τιμωρείται από τους ναζί φρουρούς. Ωστόσο ο Αντώνης σπεύδει να σταθεί στο πλευρό του φίλου του. Ένας ναζί φρουρός επεμβαίνει και, για να τιμωρήσει τον Αντώνη, του δίνει εντολή να κουβαλήσει έναν ογκόλιθο δύο φορές βαρύτερο. Νωρίτερα, έχει εκτελέσει τον Εβραίο κρατούμενο. Στη συνέχεια, ο Αντώνης επιλέγει έναν ακόμα βαρύτερο ογκόλιθο από αυτόν που του έδειξε ο ναζιστής φρουρός και τον μεταφέρει στην κορυφή. Ο Αντώνης λέει το όνομά του στα ελληνικά: “Εμένα με λένε Αντώνη, κι ‘αν είσαι άντρας έλα δω στο μαρμαρένιο αλώνι”, προκαλώντας τον φρουρό. Το μαρμαρένιο αλώνι παραπέμπει στον Διγενή Ακρίτα και συμβολίζει τη “λεβέντικη”, τη γενναία μάχη του ελεύθερου ανθρώπου με τον θάνατο, μέχρι τη τελευταία του στιγμή.

Εκεί στη σκάλα την πλατιά

στη σκάλα των δακρύων

στο Βίνερ Γκράμπεν το βαθύ

το λατομείο των θρήνων

Εβραίοι κι αντάρτες περπατούν

Εβραίοι κι αντάρτες πέφτουν,

βράχο στη ράχη κουβαλούν

βράχο σταυρό θανάτου.

Εκεί ο Αντώνης τη φωνή

φωνή, φωνή ακούει

ω καμαράντ, ω καμαράντ

βόηθα ν’ ανέβω τη σκάλα.

Μα κει στη σκάλα την πλατιά

και των δακρύων τη σκάλα

τέτοια βοήθεια είναι βρισιά

τέτοια σπλαχνιά είν’ κατάρα.

Ο Εβραίος πέφτει στο σκαλί

και κοκκινίζει η σκάλα

κι εσύ λεβέντη μου έλα εδώ

βράχο διπλό κουβάλα.

Παίρνω διπλό, παίρνω τριπλό

μένα με λένε Αντώνη

κι αν είσαι άντρας, έλα εδώ

στο μαρμαρένιο αλώνι.

Στον δίσκο, το τραγούδι “ο Αντώνης” αναφέρεται σε πραγματικό και υπαρκτό πρόσωπο στο στρατόπεδο.

Το απόσπασμα της ιστορίας από το βιβλίο “Μαουτχάουζεν” του Καμπανέλλη:

“Ήταν μετά το μεσημεριανό φαϊ. Οι Ες-Ες επικεφαλής των συνεργείων των τιμωρημένων είχανε ως εκείνη την ώρα «ξεκάνει» 17 Εβραίους και Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου. Μόλις κάποιος παραπατούσε τον σέρνανε στα συρματοπλέγματα του φράχτη. Εκεί ο Ες-Ες τον έχωνε ανάμεσα στο φράχτη και τον πυροβολούσε. Ύστερα έγραφε σε ένα μπλοκ «Ο υπ’αριθ. 137.566 κρατούμενος, αποπειραθείς να δραπετεύσει, εξετελέσθη επι τόπου». Αυτή τη σημείωση την κρατούσε για την βραδυνή αναφορά. Έγραφε όμως άλλη μια και την καρφίτσωνε πάνω στον πεθαμένο «Μόνο η πειθαρχία οδηγεί εις την ελευθερία». Σ’ ένα ανέβασμα της σκάλας του λατομείου, ένας Εβραίος άρχισε να παραπατά. Ο Αντώνης του έκανε νόημα να πλησιάσει. Ο Εβραίος πλησίασε κι ο Αντώνης κράτησε το δικό του αγκωνάρι με το δεξιό και με τ’ αριστερό σήκωσε το αγκωνάρι του Εβραίου. Όμως αυτό έγινε στη μέση της σκάλας. Έμενε ακόμα πολύ ανέβασμα. Ο Ες-Ες τους είδε και τους χώρισε. Διέταξε τον Εβραίο να τρέξει. Αυτός ανέβηκε λίγα σκαλοπάτια, ύστερα άφησε την πέτρα να πέσει και γονάτισε στο σκαλί. Ο Ες-Ες πλησίασε και του είπε να ανοίξει το στόμα. Ο Εβραίος άνοιξε το στόμα. Ο Ες-Ες έβγαλε το περίστροφο, το έχωσε στο στόμα του Εβραίου και πυροβόλησε. Ύστερα γύρισε προς τον Αντώνη και στύλωσε τα μάτια επάνω του. Ο Αντώνης τον κύτταξε άφοβα. Ύστερα πλησίασε τον νεκρό, φορτώθηκε και το δεύτερο αγκωνάρι και συνέχισε να ανεβαίνει την σκάλα. Ο Ες-Ες πάγωσε. Δεν είπε τίποτε. Δεν έκανε τίποτε.

Όταν όμως ξαναγύρισαν στο λατομείο για να ξαναφορτωθούν αγκωνάρια φώναξε τον Αντώνη να πάει κοντά. Άρχισε να βολτάρει σαν μανιακός ανάμεσα στις πέτρες και να ψάχνει. Βρήκε ένα αγκωνάρι διπλό από τ’άλλα, τό’δειξε στον Αντώνη και του είπε “Αυτό είναι το δικό σου”. Ο Αντώνης κύτταξε το αγκωνάρι, ύστερα τον Ες-Ες, ύστερα τα σκόρπια αγκωνάρια γύρω του. Όλοι οι άλλοι κάνανε πως δεν βλέπανε, πως δεν ακούγανε. Στο Μαουτχάουζεν το ένας για όλους και όλοι για έναν, ήταν νόμος. Τρέμανε για το τι θα έβγαινε από τούτο το μπλέξιμο. Αυτός ο Έλληνας το πήγαινε φιρί-φιρί. Ο Ες-Ες είχε κιόλας βγάλει το περίστροφό του από τη θήκη, το ‘τριβε νευρικά στο παντελόνι του και ετοιμάζονταν. Ο Αντώνης σταμάτησε μπροστά σ’ένα αγκωνάρι ακόμα πιο μεγάλο από εκείνο που του διάλεξε ο Ες-Ες. «Αυτό είναι το δικό μου», είπε και το φορτώθηκε. Σ’ όλους τους δρόμους που κάνανε ως το βράδυ, ώσπου σήμανε η ώρα για μέσα ο Αντώνης διάλεγε και φορτωνόταν τα πιο βαριά αγκωνάρια. Το ίδιο βράδυ το στρατόπεδο απ’άκρη σ’άκρη μίλαγε για τον Έλληνα τον Αντώνη.

Τέτοια νέα αναταράζανε το Μαουτχάουζεν. Ήταν μια κρυφή διανομή ελευθερίας”.

Είναι τέτοια η συμβολική διάσταση και η υπερεθνική ψυχή του κομματιού που χρησιμοποιήθηκε από τους Κούρδους μαχητές ως μουσικό θέμα για να “ντύσει” πλάνα γυναικών που πολεμούν στο ανυπότακτο Κομπάνι στα χρόνια του πολέμου της Συρίας. Παρακάτω το βίντεο σε μουσική Μ. Θεοδωράκη που είχαν ανεβάσει στο ιντερνέτ Κούρδοι της Ευρώπης, το 2014.

Το τραγούδι ακούστηκε επίσης στη Καμπούλ κατά την απελευθέρωσή της από τους Ταλιμπάν το 2001, την ώρα που χαιρετούσαν τον κόσμο τα στρατεύματα της Βόρειας Συμμαχίας όσο εισέρχονταν στην πόλη.

Συγκεκριμένα, κατά την αποχώρηση των Ταλιμπάν αλλά και κατά το άνοιγμα του Radio Afghanistan που είχε κλείσει από το καθεστώς, το πρώτο κομμάτι που ακούστηκε ήταν το “Watan” (Πατρίδα στα ελληνικά) που βασίζεται στον “Αντώνη”. Το κομμάτι ερμηνεύτηκε από το Adbul Wahab Madadi, έναν διάσημο Αφγανό τραγουδιστή, ακαδημαϊκό και διευθυντή της δημόσιας ραδιοφωνίας και τηλεόρασης της χώρας για τριάντα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της σοβιετικής κυριαρχίας στην περιοχή (1978-1989). Την εποχή που κυκλοφορούσε στην Ευρώπη η τριλογία, ο Madadi σπούδαζε δημοσιογραφία στη Κολωνία της Γερμανίας. Ηχογράφησε το “Watan” το 1980 σε στίχους του Nasser Tahuri σε μια δημιουργία που αποτελεί διασκευή της δουλειάς των Θεοδωράκη – Καμπανέλλη. Το 1982, ο Madadi ηχογράφησε και ένα δεύτερο κομμάτι που βασίζεται στο θέμα του “Αντώνη”, που ονομάζεται “Shahidan” (Μάρτυρες) και περιγράφει τον μακροχρόνιο εμφύλιο της χώρας. Είκοσι χρόνια μετά την απελευθέρωση της Καμπούλ, σε ακόμη μια τραγική συγκυρία, ο Μίκης “φεύγει” την ώρα που οι Ταλιμπάν ανακαταλαμβάνουν τα εδάφη του Αφγανιστάν.

Η ίδια άρια ήταν το μουσικό θέμα της ταινίας Z του Κώστα Γαβρά του 1969, το soundtrack της οποίας κέρδισε το βραβείο BAFTA το 1970.

Το 1995 ο Θεοδωράκης διηύθυνε κονσέρτο στο πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης για τα 50 χρόνια από το κλείσιμο του Μαουτχάουζεν. Η μαρτυρία Μαουτχάουζεν συνιστά συνολικά ένα από τα σπουδαιότερα ντοκουμέντα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και ένα από τα ηχηρότερα αντιπολεμικά έργα της Ελληνικής, αλλά και της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας. Και σίγουρα, μια από τις σημαντικότερες παρακαταθήκες που αφήνουν πίσω τους οι Θεοδωράκης – Καμπανέλλης, ως μνημείο μνήμης και συλλογικής σκέψης, κόντρα στον σκοταδισμό, την ανελευθερία, τη σκλαβιά και την υποταγή.

 

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

1 × 2 =