Η μελέτη αποτελεί σχολιασμένη έκδοση δύο καταστίχων που φυλάσσονται στο Tapu ve Kadastro της Άγκυρας. Η σύνταξη της οθωμανικής απογραφής του 1715, που γίνεται αμέσως με την παράδοση του νησιού στους νέους κυρίους του, έρχεται να συστοιχηθεί με τις βενετσιάνικες που ακολούθησαν, όταν το 1718 το νησί επανήλθε στη Γαληνότατη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου με τη συνθήκη του Πασσάροβιτς. Η οθωμανική απογραφή συνομιλεί μαζί τους, ιδιαίτερα με τις δύο χρονικά εγγύτερες, αυτές του 1721 και του 1724, δείχνοντας τη συνέχεια στην ιστορία του νησιού, αλλά και υποδεικνύοντας τις κεντρικές διαφορές στη νοοτροπία των δύο κυρίαρχων σχετικά με τη σήμανση του τόπου και την καταγραφή των φορολογουμένων. Συνεργάζονται επίσης αγαστά στο να γίνουν και οι πρώτες εκτιμήσεις για πληθυσμιακά μεγέθη των κυθηραϊκών οικισμών κατά τον 18ο αιώνα. Το οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο καταδεικνύει ακόμη μια φορά την τακτική που υιοθετεί η Πύλη για να προσεταιριστεί τον ντόπιο πληθυσμό προκειμένου να τον πείσει να εγκαταλείψει τον παλιό του κυρίαρχο. Τόσο η δεκάτη όσο και οι διάφορες άλλες φορολογικές ρυθμίσεις υπέρ των Κυθηρίων, οι οποίες επικυρώνονται με φιρμάνια που συνοδεύουν το φορολογικό κατάστιχο, δηλώνουν τον καταλυτικό ρόλο που διαδραμάτισαν ορισμένα μέλη της “Κοινότητας των Ευγενών” των Κυθηραίων στις διαπραγματεύσεις με τον επικείμενο κατακτητή, στον οποίον παραδίδουν το νησί αμαχητί, διεκδικώντας και, τελικά, διασφαλίζοντας ευνοϊκούς όρους φορολογικής μεταχείρισης.
Μπαλτά Ευαγγελία
Ιστορικός, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών – Υπεύθυνη διοργάνωσης του Κύκλου Ομιλιών στο Σισμανόγλειο Μέγαρο
H Ευαγγελία Μπαλτά γεννήθηκε στην Καβάλα το 1955. Σπούδασε στο Ιστορικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1973-77) με υποτροφια ΙΚΥ και με υποτροφία του Ιδρύματος ”Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης” συνέχισε τις σπουδές της στη Σορβόνη (Paris I-Sorbonne) και Ecole Pratique des Hautes Etudes IV Section (1980-1983). Έγινε διδάκτορας της οθωμανικής ιστορίας το 1983. Εργάστηκε στο Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη, 1979), στο Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών (1978, 1984-1987) και δίδαξε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο κατά τα δυο πρώτα χρόνια της ίδρυσης του (Κέρκυρα, 1985-1987). Από το 1987 εργάζεται στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.
Τα ενδιαφέροντά της επικεντρώνονται σε θέματα οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας των οθωμανικών χρόνων και στη μελέτη του μικρασιατικού ελληνισμού. Παράλληλα με τα ερευνητικά της καθήκοντα σε προγράμματα του ΕΙΕ εργάστηκε ως επιστημονικός σύμβουλος για την ίδρυση του Μουσείου Ελιάς (Σπάρτη), του Μουσείου Λαδιού (Μυτιλήνη), τα Μουσεία Οίνου (κτήμα Χατζημιχάλη) και κτήμα Γεροβασιλείου (Επανομή). Ήταν επιστημονική υπεύθυνος στην αναστήλωση και αποκατάσταση του ΚAYAKAPI στο Urgup της Τουρκίας (Project Kayakapi, 2002-2008). Προσκεκλημένη από πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού δίδαξε σε σεμιναριακούς κύκλους μαθημάτων.
Ιδρυτικό μέλος της συντακτικής ομάδας του ΟΙΝΟΝ ΙΣΤΟΡΩ, διοργάνωσε επτά συνέδρια (2000-2008). Από τo 2008 διοργανώνει Διεθνείς Επιστημονικές Συναντήσεις για τις Καραμανλίδικες Σπουδές και από το 2011 διδάσκει στο Intensive Ottoman and Turkish Summer School of Harvard University’s Department of Near Eastern Languages and Civilizations (Cunda Adasi-Ayvalik). Είναι μέλος εκδοτικών επιτροπών σε ιστορικά περιοδικά της Ελλάδας και της Τουρκίας.