«Το “φορτίο” για την Ελληνίδα στο επιχειρείν είναι τεράστιο και διογκώνεται λόγω της ανισοκατανομής ρόλων αλλά και των προβλημάτων που φέρνει μαζί της η πανδημία», σημειώνει σε δήλωσή της η πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρηματιών Γυναικών Ελλάδος (ΣΕΓΕ) Αποστολίνα Τσαλταμπάση.
Η πρόεδρος επισήμανε πως, εξαιτίας του κορονοϊού, ολοένα και περισσότερες γυναίκες πέρασαν στο φάσμα του ανενεργού οικονομικά πληθυσμού, καθώς έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους ή βγήκαν εκτός της αγοράς εργασίας.
«Δεν βλέπουμε μέριμνα να στηριχθούν οι γυναίκες ώστε να κρατήσουν ζωντανές τις επιχειρήσεις τους. Δεν υπάρχει κανένα μέτρο γι΄ αυτές που θα τις βοηθήσει να ενταχθούν ή να παραμείνουν στο επιχειρείν. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει καμία πρόνοια για την αντιμετώπιση των ζητημάτων που θα προκύψουν από ένα ενδεχόμενο λουκέτο στα σχολεία. Δεν υπάρχει στήριξη για την επίλυση τέτοιων προβλημάτων της καθημερινότητας που είναι ικανά βάλουν οριστικά ταφόπλακα στο γυναικείο επιχειρείν», τονίζει η κ. Τσαλταμπάση.
Σύμφωνα με την πρόεδρο, η φτωχοποίηση απειλεί ακόμη περισσότερο σήμερα τις γυναίκες επιχειρηματίες στη χώρα μας, καθώς η Ελλάδα «είναι πρώτη σε έλλειμμα ισότητας μεταξύ των δύο φύλων και τελευταία σε όλους τους δείκτες ενσωμάτωσης της γυναίκας στην οικονομία, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Ισότητας των Φύλων και τα στοιχεία του Οκτωβρίου του 2020».
Σύμφωνα με την πρόεδρο, «οι γυναίκες επιχειρηματίες -ανεξαρτήτως κλάδου δραστηριοποίησης- αποτελούν τα μεγαλύτερα οικονομικά θύματα της πανδημίας». Και εξηγεί για ποιον λόγο οι γυναίκες επιχειρηματίες μειονεκτούν σε σχέση με τους άνδρες συναδέλφους τους, αλλά και σε σχέση με τους εργαζόμενους, είτε είναι άνδρες είτε γυναίκες: «Κατά την περίοδο των κλειστών σχολείων και δομών ηλικιωμένων, όλοι οι εργοδοτούμενοι είχαν την επιλογή της άδειας ειδικού σκοπού, η οποία ορθώς θεσμοθετήθηκε και εφαρμόστηκε. Την ίδια ώρα οι επιχειρηματίες -περιλαμβανομένων των επαγγελματιών χωρίς εργαζομένους ή με ολιγάριθμο προσωπικό- όφειλαν να είναι παρόντες και να στηρίξουν την επιχείρησή τους. Όφειλαν να μείνουν όρθιοι και λειτουργικοί.
Είχαν, όμως, όλοι οι επιχειρηματίες τις ίδιες ευκαιρίες; Δυστυχώς όχι!», σημειώνει η κ. Τσαλταμπάση και προσθέτει: «Οι γυναίκες επιχειρηματίες υποχρεώθηκαν να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους ή να τις εγκαταλείψουν ακυβέρνητες πολύ πιο γρήγορα όταν έκλεισαν τα σχολεία και οι ανοιχτές δομές φύλαξης ηλικιωμένων (ΚΑΠΗ, ΚΗΦΗ). Ακόμη και όταν το πρώτο lockdown ολοκληρώθηκε, η γυναίκα επιχειρηματίας αδυνατούσε να γυρίσει στην επιχείρησή της, καθώς σχολεία, ΚΔΑΠ, και δομές Ηλικιωμένων ήταν όλα κλειστά».