Δεν θέλω να ανακόψω τον ενθουσιασμό των φίλων που θεωρούν ότι η υπερψήφιση από το Κογκρέσο της τροπολογίας του Ελληνο-Αμερικανικού λόμπυ θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια (μπλόκο) στην πώληση F16 στην Τουρκία.
Όμως τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Ας δούμε τι ακριβώς περιλαμβάνει η τροπολογία : απαγορεύεται η πώληση ή παράδοση F 16 στην Τουρκία, εκτός αν η κυβέρνηση πιστοποιήσει ότι κάτι τέτοιο είναι απαραίτητο για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και περιγράψει αναλυτικά συγκεκριμένα μέτρα που έχουν ληφθεί για να διασφαλιστεί ότι δεν θα χρησιμοποιηθούν για επαναλαμβανόμενες μη εξουσιοδοτημένες υπερπτήσεις πάνω από την Ελλάδα.
Συνέπεσε όμως η υπερψήφιση με το ταξίδι του Μπάιντεν στην Σαουδική Αραβια που απέδειξε με τον πιο θεαματικό και κατηγορηματικό τρόπο οτι για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία υπάρχουν διαφορετικά μέτρα και σταθμά στην διοίκηση των ΗΠΑ, δηλαδή στον Πρόεδρο και στο State Department.
Απόλυτη εφαρμογή όταν αφορά εκείνες τις χώρες που περιφρονητικά αποκαλούν οι ΗΠΑ « χώρες παρίες». Μόνο που έτσι είχε αποκαλέσει και την Σαουδικη Αραβία ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, όταν με εντολή του Πρίγκιπα διαδόχου Μωχαμεντ μπιν Σαλαντ, τεμαχίστηκε εντός της πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη ο δημοσιογράφος Κασόγκι. Τραγικό και συνάμα εξωφρενικό.
Η ανάγκη όμως για αύξηση της παραγωγής αργού πετρελαίου – μέτρο απαραίτητο για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και των συμμάχων τους, ιδιαίτερα των τελευταίων – οδήγησε τον Μπάιντεν σε εκπτώσεις ως προς την προσέγγιση του για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τα σχετικοποίησε με μεγάλη ευκολία. Υπέστη βέβαια μια γελοιοποίηση, όταν δήλωσε ότι ο Πρίγκιπας τον διαβεβαίωσε ότι δεν είναι προσωπικά υπεύθυνος και ότι δεν θα το ξανακάνει, αλλά η ανάγκη για αργό πετρέλαιο υπερίσχυσε.
Όπως παντού και πάντα θα υπερισχύουν οι γεωπολιτικές προτεραιότητες σε μείζονος σημασίας αντιπαραθέσεις. Όπως ακριβώς ο Ντράγκι κατάπιε την αναφορά του για τον δικτάτορα και έσφιξε το χέρι του Ερντογάν εξομαλύνοντας τις ιταλοτουρκικές σχέσεις, όπως ο Σάντσεθ δέχθηκε την Τουρκία στην συνεργασία στην Μεσόγειο με αντίτιμο το μίνι αεροπλανοφόρο που θα παραδώσει στην Τουρκία, όπως ο Μακρόν κατέβασε τους τόνους.
Όπως ακριβώς απεδείχθησαν εύθραυστες οι τριμερείς συνεργασίες στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την Τουρκία, που βελτιώνει τις σχέσεις της με Ισραηλ, Αίγυπτο και Ηνωμενα Αραβικά Εμιράτα αξιοποιώντας την κρίση και τον διαμεσολαβητικό της ρόλο στον πόλεμο της Ουκρανίας .
Το πόσο περίπλοκα είναι τα πράγματα με την διασταύρωση αντιτιθεμένων συμφερόντων, φαίνεται από το δίλημμα που αντιμετωπίζει η Ουάσιγκτον στις σχέσεις της με Ισραήλ και Σαουδική Αραβία -παραδοσιακούς της σύμμαχους και την Τεχεράνη – παραδοσιακό της εχθρό. Ενώ Ισραήλ και Σαουδικη Αραβία δεν έχουν καμμία διάθεση και λόγο βελτίωσης των σχέσεων με το Ιράν, δεν ισχύει το ίδιο για τις ΗΠΑ.
Τεχεράνη και Ουάσιγκτον, για διαφορετικούς λόγους, έχουν μέτωπο απέναντι στον Σουνίτικο Τζιχαντισμό. Το Ιράν ήταν σε άτυπη συμμαχία με τις ΗΠΑ για την ένοπλη αντιμετώπιση του Ισλαμικού κράτους, ενώ σύμπτωση επιδιώξεων υπάρχει σε ότι αφορά και το Αφγανιστάν και το Πακιστάν.
Επίσης αν η Τεχεράνη αποσυρθεί από την Συρία (όπου εμπλέκονται Τουρκία και Κούρδοι) το κενό θα καλύψει η Ρωσία , σύμμαχος του Άσσαντ και μακροπρόθεσμα και η Κίνα. Τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ επιβάλλουν αυτή την ισορροπία τρόμου. Ο Τραμπ θέλησε να την παραβλέψει υπέρ του Νετανιάχου και εξασθένησε την θέση των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή.
Αν, λοιπόν, οι ΗΠΑ φροντίζουν να κρατήσουν ισορροπίες ανάμεσα στον πιο πιστό τους σύμμαχο (Ισραήλ) και στον πιο άσπονδο εχθρό τους στην περιοχή (Ιράν), είναι παράλογο να ελπίζουμε ότι δεν θα επαναλάβουν το ίδιο ανάμεσα σε δυο χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Κατά τούτο είναι άστοχη και ατελέσφορη η επίδειξη προθυμίας από μέρους του πρωθυπουργού μας στην Ουκρανική κρίση.
Αντιθέτως, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται πιο αποτελεσματική η στάση της Τουρκίας. Είτε την θεωρήσουμε ανατολίτικο παζάρι, είτε πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, το αποτέλεσμα είναι ίδιο. Μόνο εμείς θυμόμαστε ότι δεν συμμετέχει στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Μπαιντεν, Μακρόν, Σολτς, Ντράγκι, Σάντσεθ …ακόμα και ο Ζελένσκι το παραβλέπουν.
Ούτε καν ο κ. Μενεντεζ, η μεγάλη μας ελπίδα στο Κογκρέσο, επικαλείται αυτόν τον λόγο. Τα εθνικά συμφέροντα των ΗΠΑ σε αυτήν τη φάση επιβάλλουν σιωπητήριο γιατί η υπερδύναμη έχει ανάγκη και τον πιο δύστροπο σύμμαχο. Το Κογκρέσο μπορεί να αντιδρά αλλά μέσα σε ορισμένα όρια που δεν ανατρέπουν τις βασικές κατευθύνσεις της πολιτικής των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία .
Όταν, λοιπόν, θα φτάσουμε- αν φτάσουμε- στην ερμηνεία και την εφαρμογή της τροπολογίας, αντιλαμβανόμαστε ότι για την πρώτη προϋπόθεση η διοίκηση των ΗΠΑ θα επικαλεσθεί το εθνικό συμφέρον και το Κογκέσο εύκολα θα συναινέσει.
Για τη δεύτερη προϋπόθεση που σχετίζεται με την χώρα μας, πολλά μπορεί να συμβούν. Το πιο πιθανό είναι να αρχίσει μια συζήτηση για το εύρος των χωρικών υδάτων και τον εναέριο χώρο. Και εκεί θα διαπιστώσουμε ότι στο συγκεκριμένο σημείο η επίκληση του Διεθνούς Δικαίου δεν αρκεί γιατί δεν μας καλύπτει πλήρως.
Θα αντιμετωπίσουμε την προτροπή – που δεν προέρχεται μόνο απο τις ΗΠΑ- για να « τα βρούμε» σε ζητήματα που συνδέονται και προηγούνται της επίλυσης της βασικής διαφοράς μας για ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα. Μην αποκλείσουμε να προηγηθεί της απόφασης του Κογκρέσου ένα ήσυχο τρίμηνο στο Αιγαίο. Δηλαδή ως άλλος Σαουδάραβας Πρίγκιπας, ο Τούρκος Πρόεδρος να δώσει υποσχέσεις οτι δεν θα το ξανακάνει και για ένα διάστημα να δώσει δείγματα καλής διαγωγής.
Δεν θέλω να υποτιμήσω την αντίδραση του Κογκρέσου, όπως εκφράστηκε με την υπερψήφιση της τροπολογίας με ψήφους 244 έναντι 177. Ούτε την συνάντηση του αρχηγού ΓΕΕΘΑ κ. Φλώρου με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, Μπόμπ Μενεντεζ. Ούτε την ομιλία του πρωθυπουργού στο Κογκρέσο. Έχουν την σημασία τους αλλά δεν καθόρισαν εξελίξεις.
Αντιθέτως, η συνάντηση Μπάιντεν-Ερντογάν στην σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Μαδρίτη δρομολόγησε εξελίξεις ως προς τους εξοπλισμούς και έδειξε την αναβαθμισμένη θέση της «απομονωμένης» κατά τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ Τουρκίας.
Επειδή η πολιτική είναι πάντα τέχνη του προβλέπειν, το πλέον πιθανο σενάριο είναι να συνεχιστεί μια κούρσα εξοπλισμών που θα εξουθενώνει δυο χώρες σε οικονομική και κοινωνική κρίση, αλλά θα ικανοποιεί τις ΗΠΑ και τις βιομηχανίες παραγωγής οπλικών συστημάτων των ΗΠΑ και ισχυρών ευρωπαϊκών χωρών.
Ας μην ξεχνάμε, δε, ότι η Τουρκία πιέζει και με την αγορά δεύτερου αντιπυραυλικού συστήματος S 400 από την Ρωσία, την στιγμή που η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τη στάση της στον πόλεμο της Ουκρανίας έχει διακόψει κάθε επαφή με την ρωσική πλευρά και δηλώνει υπερήφανη για αυτό.
Για να επανέλθουμε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την ειρηνική επίλυση των διαφορών από το δίπτυχο: επαρκής άμυνα – και όχι κούρσα εξοπλισμών– και αναζήτηση λύσης με διάλογο και προσφυγή στην Χάγη. Αυτή η στρατηγική δεν μπορεί να υποκατασταθεί από μια τροπολογία, αμφίβολης ανθεκτικότητας.
Νίκος Μπίστης