Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών
Φωτ. Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών

Τo φετινό σκληρό καλοκαίρι της ξηρασίας και της ανομβρίας, μια φράση ακούστηκε πολλές φορές από άκρη σε άκρη στην ελληνική επικράτεια: «θα επιστρατεύσουμε κι άλλες γεωτρήσεις». Πόσο σωστή είναι όμως αυτή η λύση σε μια χώρα που μέχρι πρότινος δεν είχε πλήρη εικόνα για τον αριθμό των ενεργών γεωτρήσεων;

Μόλις πέρυσι, ολοκληρώθηκε από την Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΕΑΓΜΕ ), πρώην ΙΓΜΕ, η καταγραφή των γεωτρήσεων σε ποσοστό 85%. Με νέα ευρωπαϊκή χρηματοδότηση θα ολοκληρωθεί και το υπόλοιπο.

Σύμφωνα με τον επιστημονικό υπεύθυνο του έργου, διδάκτορα Υδρογεωλογίας του Πανεπιστημίου της Μπολόνια, μέλος της Διεθνούς Ενωσης Υδρογεωλόγων και διευθυντή Υδατικών Πόρων και Γεωθερμίας του ΕΑΓΜΕ, Παναγιώτη Σαμπατακάκη, «τα συνεργεία της ΕΑΓΜΕ σάρωσαν την ελληνική ύπαιθρο. Καταγράψαμε τη θέση των γεωτρήσεων με απόλυτη ακρίβεια, ποιος είναι ο ιδιοκτήτης καθεμίας από αυτές, ποια είναι η χρήση τους, το βάθος τους, πόσες μέρες και ώρες χρησιμοποιούνται. Ενα πρώτο βασικό συμπέρασμα της καταγραφής είναι πως οι γεωτρήσεις στην Ελλάδα είναι λιγότερες από αυτές που υπολόγιζαν οι επιστήμονες, πριν ξεκινήσει η εργασία τους».

Ο κ. Σαμπατακάκης υπογραμμίζει στην «Κ» πως «αυτή τη στιγμή κάθε γεώτρηση στη χώρα έχει μια ταυτότητα. Διαθέτουμε πια μια βάση δεδομένων που έχει φτάσει στο ΥΠΕΝ. Αυτά τα στοιχεία μπορούν να ενσωματώνονται σταδιακά στα διαχειριστικά σχέδια του υπουργείου για το νερό, τα οποία ως γνωστόν αποτελούν τον “πιλότο” με βάση την οδηγία 2000/60 για τη διαχείριση των υδατικών πόρων, επιφανειακών και υπόγειων».

Με το 85% του έργου ολοκληρωμένο έχουν απογραφεί περίπου 110.000 γεωτρήσεις σε όλη τη χώρα. Η ομάδα του έργου εκτιμά ότι υπάρχουν κι άλλες περίπου 20.000-25.000, οι οποίες δεν έχουν ακόμα απογραφεί.

«Αρχικά είχαμε εκτιμήσει ότι ήταν από 160.000 έως 170.000, όμως υπήρχαν φορείς –περιφέρειες, δήμοι, κ.ά.– που έκαναν λόγο ακόμα και για 400.000 γεωτρήσεις. Αυτά τα νούμερα δεν υπάρχουν», τονίζει ο έμπειρος υδρογεωλόγος, σημειώνοντας ακόμα πως οι παράνομες γεωτρήσεις είναι λίγες στον συνολικό αριθμό και δεν φαίνεται να ξεπερνούν το 10%. Στον παραπάνω αριθμό δεν περιλαμβάνονται οι κρυμμένες, μέσα στα υπόγεια, γεωτρήσεις, οι οποίες αν και έχουν κατασκευαστεί σε αστικές περιοχές και αντλούν κρυφά μικρές ποσότητες νερού για κήπους, δεν αποτελούν πρόβλημα. Οι περιοχές στις οποίες χρειάζονται κι άλλες συμπληρωματικές εργασίες απογραφής είναι ένα μέρος της Πελοποννήσου, τα Ιόνια νησιά και ένα μέρος των Κυκλάδων.

Θράκη
Θράκη: Οι γεωτρήσεις (με κόκκινα στίγματα) συσσωρεύονται εκεί όπου υπάρχουν μεγάλες αρδευτικές ανάγκες.

Οι 135.000 γεωτρήσεις θεωρείται ένας αρκετά μεγάλος αριθμός σε σχέση με άλλες χώρες. Ομως, όπως εξηγεί ο ειδικός, «η Ελλάδα έχει όντως ανάγκη από πολλές γεωτρήσεις, τόσο λόγω της γεωμορφολογίας της και των κλιματολογικών της συνθηκών, όσο και λόγω των μεγάλων αναγκών της σε ύδρευση και άρδευση. Χωρίς αυτές, δεν θα είχαμε κρατήσει τις καλλιέργειες των αγροτών μας ούτε και θα υδροδοτούσαμε τους περισσότερους δήμους της χώρας».

Εχουν απογραφεί περίπου 110.000 γεωτρήσεις σε όλη τη χώρα, ενώ εκτιμάται ότι υπάρχουν κι άλλες περίπου 20.000-25.000 οι οποίες δεν έχουν ακόμα απογραφεί.

Κύθηρα
Κύθηρα: χαμηλός αριθμός γεωτρήσεων λόγω περιορισμένου αρδευτικού ενδιαφέροντος.

Σχολιάζοντας επιμέρους τα πορίσματα της καταγραφής, ο κ. Σαμπατακάκης τονίζει πως η Ηπειρος χαρακτηρίζεται από ένα υπερ-πλεονασματικό και αξιόλογο υδατικό δυναμικό.

Ως πλεονασματική περιοχή αξιολογείται και η Δυτική Στερεά Ελλάδα, γεγονός που οφείλεται αφενός στο μεγάλο δυναμικό επιφανειακών και υπόγειων νερών και αφετέρου στις περιορισμένες αρδευτικές ανάγκες με εξαίρεση την πεδιάδα Αγρινίου. Αντιθέτως, η Θεσσαλία, εξαιτίας των μεγάλων αναγκών για άρδευση και οι Κυκλάδες, λόγω του τουρισμού, παρουσιάζουν το μεγαλύτερο έλλειμμα.

«Είναι πολύ επιβαρυμένη η Θεσσαλία. Εκεί ο αριθμός των γεωτρήσεων έχει φτάσει τις 23.000», σημειώνει ο κ. Σαμπατακάκης.

«Οι Κυκλάδες έχουν κατατρυπηθεί»

Οσο για την περίπτωση του Αιγαίου και συγκεκριμένα των Κυκλάδων ο ίδιος τις χαρακτηρίζει «τις πλέον δακτυλοδεικτούμενες περιοχές. Εχουν “κατατρυπηθεί”. Δυστυχώς, υπάρχει και μια σκοτεινή δραστηριότητα ως προς τον τρόπο που τροφοδοτούνται οι πισίνες σε αυτά τα νησιά.

Κρήτη
Κρήτη: στις πεδινές περιοχές (Τυμπάκι, Μεσσαρά, Κίσσαμος) αλλά και στις αστικές και περιαστικές (π.χ. Ρέθυμνο) φαίνεται ότι οι γεωτρήσεις είναι υπεράριθμες.

«Οι πληροφορίες μας λένε πως σε αρκετές περιπτώσεις γεμίζουν με νερό γεωτρήσεων. Οι μεγάλες τουριστικές μονάδες πρέπει οπωσδήποτε να αναλάβουν την κατασκευή μονάδων αφαλάτωσης. Δεν μπορούν πια δήμαρχοι να αποφασίζουν για το αν θα δώσουν νερό σε μεγάλες επιχειρήσεις, στερώντας το από τους πολίτες».

Παναγιώτης Σαμπατακάκης
Ο επιστημονικός υπεύθυνος του έργου, Παναγιώτης Σαμπατακάκης.

Σε κατάσταση κορεσμού οδεύουν όμως και περιοχές της Κρήτης, όπου όμως οι γεωτρήσεις είναι λιγότερες από 7.000. Στη Θράκη και στην Ανατολική Μακεδονία τα υπόγεια νερά βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση.

 «Δεν μπορούν πια δήμαρχοι να αποφασίζουν για το αν θα δώσουν νερό σε μεγάλες επιχειρήσεις, στερώντας το από τους πολίτες»

Αλλη περιοχή όπου τα υπόγεια νερά πλησιάζουν την εξάντληση ή έχουν εξαντληθεί κιόλας, είναι εκτός από τη Θεσσαλία και τις Κυκλάδες και ο αργολικός Κάμπος.

Μάλιστα είναι πολύ πιθανό όταν ολοκληρωθεί και η απογραφή της Πελοποννήσου, να φανεί ότι τα τρία υδατικά της διαμερίσματα (κάθε υδατικό διαμέρισμα αντιστοιχεί σε 2-3 νομούς) ξεπερνούν σε γεωτρήσεις και τη Θεσσαλία.

Λέσβος
Λέσβος: η πλειονότητα των γεωτρήσεων συγκεντρώνεται στις πεδινές περιοχές εκεί όπου υπάρχει αστική και αγροτική δραστηριότητα. Στις περιοχές με υπερ-συγκεντρώσεις γεωτρήσεων, δημιουργείται διαχειριστικό πρόβλημα.

Πώς φτάσαμε σε ένα «πανδαιμόνιο» γεωτρήσεων

Οπως εξηγεί ο κ. Σαμπατακάκης, στα τέλη της δεκαετίας 1960, αρχές 1970, όταν η χώρα έμπαινε σε ρυθμούς γεωργικής ανάπτυξης, το «καύσιμο» που όλοι αναζητούσαν, ήταν το νερό. Σε αρκετές περιπτώσεις το κράτος δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει τους ρυθμούς ζήτησης και να δρομολογήσει έργα, τα οποία θα τροφοδοτούσαν με νερό τις αγροτικές περιοχές. Σε κάποιες άλλες το πέτυχε κατασκευάζοντας φράγματα ή εγγειοβελτιωτικά έργα.

Οπου αυτό δεν επετεύχθη, οι αγρότες ξεκίνησαν να κατασκευάζουν δικά τους υδροληπτικά. «Εκείνη την περίοδο, δεν υπήρχε πεδινή, εύφορη έκταση στη χώρα –από τις πεδιάδες της Μεσσαράς και το Τιμπάκι στην Κρήτη, μέχρι και τον Εβρο– όπου να μην πήραν μπρος με μαζικό τρόπο οι γεωτρήσεις. Το ότι ήταν προσιτές από πλευράς κόστους εκτίναξε τον αριθμό τους. Στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 είχαμε πραγματικά ένα “πανδαιμόνιο” γεωτρήσεων».

Η ύδρευση αντιπροσωπεύει το 13%-15% από το συνολικό νερό που χρησιμοποιείται στη χώρα μας (είτε υπόγειο είτε επιφανειακό.) Το υπόλοιπο 85% το χρησιμοποιεί η άρδευση. 

Τo έτος 1990 κάνει έντονη την παρουσία της η ξηρασία. Τότε, ξεκινάει ένα δεύτερο κύμα γεωτρήσεων με τους αγρότες να αναζητούν νερά σε ακόμα μεγαλύτερα βάθη. «Στην εντατικοποιημένη πεδιάδα του Αργους είδαμε τις αρδεύσιμες εκτάσεις να “σκαρφαλώνουν” σταδιακά και στα πρανή», προσθέτει.

Εκείνη τη χρονιά, τα υπόγεια νερά μειώθηκαν κατά 40%. Τα περισσότερα ποτάμια δεν έτρεξαν καθόλου. Το ίδιο συμβαίνει και φέτος. «Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτή τη στιγμή, έχει σημειωθεί μείωση υπόγειων υδάτων κατά 40%, σε άλλες ακόμα και 50% και 60%. Παρ’ όλα αυτά, τα υπόγεια νερά είναι που μας “κράτησαν” το φετινό καλοκαίρι», αναφέρει ο υδρογεωλόγος της ΕΑΓΜΕ, αποσαφηνίζοντας πάντως πως η τωρινή ξηρασία δεν είναι χειρότερη από αυτήν του 1990. Απλώς η ανάγκη για κατανάλωση σήμερα είναι πολύ μεγαλύτερη τόσο στην άρδευση όσο και στην ύδρευση.

Σημειώνεται πως η ύδρευση αντιπροσωπεύει το 13%-15% από το συνολικό νερό που χρησιμοποιείται στη χώρα μας (είτε υπόγειο είτε επιφανειακό). Το υπόλοιπο 85% το χρησιμοποιεί η άρδευση.

λίμνη Κορώνεια
Η λίμνη Κορώνεια στον νομό Θεσσαλονίκης. Είναι εμφανής γύρω της ο αριθμός των γεωτρήσεων, οι οποίες αντλούν νερό μέσα από τον ίδιο υδροφόρο ορίζοντα που βρίσκεται η λίμνη, πιέζοντας τα αποθέματά της.

Αδειοδοτήσεις με αντιεπιστημονικό τρόπο

Συνεχίζοντας να εξηγεί την πορεία που ακολούθησαν οι γεωτρήσεις στη χώρα μας, ο κ. Σαμπατακάκης σημειώνει πως τελικά σε πολλές περιπτώσεις δόθηκαν αδειοδοτήσεις σε περιοχές που δεν έπρεπε, με αποτέλεσμα να αφαιρεθεί νερό λόγω των γεωτρήσεων από πηγές σημαντικής υδροδοτικής αξίας από πλευράς ύδρευσης. Αυτά τα φαινόμενα συνέβησαν σε Πελοπόννησο, Στερεά Ελλάδα και Θεσσαλία, αλλά περισσότερο από οπουδήποτε αλλού στα νησιά, όπου το νερό είναι αντικειμενικά λίγο.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα κακής διαχείρισης είναι οι πηγές που εκφορτίζουν στους μύλους του Αργους, δηλαδή το Κεφαλάρι, η Κρόη, η Αμυμώνη και η Λέρνη. 

«Αυτή τη στιγμή, οι πηγές έχουν ελάχιστο ή καθόλου νερό», περιγράφει ο κ. Σαμπατακάκης εξηγώντας πως ο κύριος λόγος που συμβαίνει αυτό δεν είναι η ανομβρία, αλλά το ότι στήθηκε ένα δίκτυο εκατοντάδων γεωτρήσεων μέσα στην ίδια λεκάνη τροφοδοσίας με αυτές τις πολύτιμες πηγές.

«Οι άδειες για την κατασκευή γεωτρήσεων δίνονται με αντιεπιστημονικό τρόπο. Εναν τρόπο που χοντρικά λέει “πάρε τόση απόσταση από την πηγή και τόση από την άλλη γεώτρηση και… προχώρα”».

Σημειώνεται πως από τις εν λόγω πηγές υδρευόταν ολόκληρο το αργολικό πεδίο από το Ναύπλιο ως τις Μυκήνες και το Αργος, ένας πληθυσμός 80.000 κατοίκων, οι οποίοι τώρα είναι αντιμέτωποι με τις συνεχείς διακοπές νερού λόγω έλλειψής του.

Ο διευθυντής του τμήματος υδατικών πόρων της ΕΑΓΜΕ είναι πάντως ξεκάθαρος: «Οι άδειες για την κατασκευή γεωτρήσεων δίνονται με αντιεπιστημονικό τρόπο. Εναν τρόπο που χοντρικά λέει “πάρε τόση απόσταση από την πηγή και τόση από την άλλη γεώτρηση και… προχώρα”. Την ίδια στιγμή οι υπηρεσίες που αδειοδοτούν παραμένουν υποστελεχωμένες, κυρίως σε ό,τι αφορά τις κατάλληλες ειδικότητες».

Κατά συνέπεια, έχουν δημιουργηθεί τετελεσμένα σε αρκετές περιοχές. «Κάπως έτσι φτάσαμε τα καλοκαίρια σε αρκετούς παράκτιους δήμους να διοχετεύεται νερό έντονα υφάλμυρο, ενώ ταυτόχρονα στην ίδια περιοχή να λειτουργεί μεγάλος αριθμός ιδιωτικών γεωτρήσεων», εξηγεί.

Ενδεικτικό της υπεράντλησης υπόγειων νερών είναι πως τα τελευταία χρόνια οι γεωτρήσεις έχουν ξεπεράσει και τα 600 μ. βάθος σε ορισμένες περιοχές. Ομως, όσο η επανατροφοδότηση των υπόγειων υδροφόρων δεν επιτυγχάνεται λόγω ανομβρίας, μοιραία και οι γεωτρήσεις έχουν ημερομηνία λήξης.

Τι πρέπει να γίνει

Λαμβάνοντας υπόψη την ανομβρία και την ξηρασία, οι οποίες σε ένα βαθμό σχετίζονται με την κλιματική κρίση στη χώρα μας, προκύπτει το ερώτημα τι πρέπει να γίνεται εφεξής με τη διαχείριση του νερού αλλά και τις γεωτρήσεις που συχνά μας σώζουν αλλά μακροπρόθεσμα μας «καταδικάζουν».

Ο κ. Σαμπατακάκης υπογραμμίζει πως είναι πια επιτακτική ανάγκη ένα σχέδιο αξιοποίησης των επιφανειακών νερών με μικρομεσαίας κλίμακας ταμιευτήρες (χαμηλά φράγματα). Πρέπει να επιλεγούν συγκεκριμένες θέσεις με υψηλούς συντελεστές «υδρολογικής καταλληλότητας» και φυσικά με βαθμό προτεραιότητας με βάση τις αναπτυξιακές τάσεις που επικρατούν στην άρδευση.

Δίνει το παράδειγμα ενός έργου το οποίο θα μπορούσε να έχει βοηθήσει τα μέγιστα, αλλά η ολοκλήρωσή του εκκρεμεί δεκαετίες ολόκληρες. Ο λόγος για το φράγμα των Φιλιατρών στη Δυτική Μεσσηνία, εκεί όπου οι ανάγκες άρδευσης στα κηπευτικά είναι σταθερά πολύ υψηλές. Το τότε ΙΓΜΕ υπέδειξε την κατάλληλη θέση για την κατασκευή του, το 1996. Οι γεωτρήσεις ήδη δεν μπορούσαν να καλύψουν τους αγρότες. Το φράγμα κατασκευάστηκε τελικά αλλά ακόμα εκκρεμούν τα έργα προσαγωγής και μεταφοράς του νερού, με αποτέλεσμα να παραμένει ανενεργό.

Σύμφωνα με τον έμπειρο υδρογεωλόγο, απαιτείται προγραμματισμός σταδιακής κατασκευής χαμηλών φραγμάτων, όχι με ορίζοντα τετραετούς διακυβέρνησης αλλά σε βάθος χρόνου. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει η πολιτεία να εντάσσει σταδιακά ανάλογες κατασκευές με βάση αξιολογημένες προτεραιότητες.

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

six − 2 =