Για την πανδημία, τη μεταδοτικότητα του κορονοϊου, τον αριθμό των παιδιών στις σχολικές αίθουσες και την ελάχιστη βάση εισαγωγής, μίλησε στην ΕΡΤ και την εκπομπή «Από τις Έξι» η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως, διαψεύδοντας κατηγορηματικά τις φήμες για κλείσιμο των σχολείων.
«Δεν υπάρχει καμία συζήτηση για κλείσιμο σχολείων όπου τα υγειονομικά πρωτόκολλα τηρούνται καλά. Βέβαια, όσα περισσότερα κρούσματα υπάρχουν σε μια κοινωνία, τόσο περισσότερα θα υπάρχουν και στα σχολεία» δήλωσε η κ. Κεραμέως ευχαριστώντας τους εκπαιδευτικούς για τη συνδρομή τους στην τήρηση των πρωτοκόλλων.
«Γίνεται πολύ testing. H μαθητική κοινότητα κάνει δύο φορές την εβδομάδα self test. Επιπλέον, σε περίπτωση κρούσματος, αυτό απομονώνεται και όλες οι στενές επαφές του καταλήγουν να κάνουν δωρεάν εφτά τεστ την εβδομάδα (εργαστηριακά rapid και self test)» είπε η υπουργός Παιδείας και πρόσθεσε ότι «χάρη στον μηχανισμό των τεστ στα σχολεία, γίνεται πιο έγκαιρα η διάγνωση και αντιμετωπίζονται και ασυμπτωματικοί φορείς του ιού. Και έτσι καταφέρνουμε να σταματήσουμε τη διασπορά».
Tί δήλωσε για τη μεταδοτικότητα στα σχολεία
Με την άποψη της κ. Βάνας Παπαευαγγέλου, μέλους της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, τάχθηκε η κ. Κεραμέως, λέγοντας στην ΕΡΤ ότι τα σχολεία παρακολουθούν την πανδημία και δεν την οδηγούν. «Προφανώς, όσα περισσότερα κρούσματα έχουμε στην κοινωνία, αυτό επηρεάζει και τα σχολεία. Αν δει κανείς τα κρούσματα, στα σχολεία έχουμε περισσότερα κρούσματα σε περιοχές με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και λιγότερα σε περιοχές με υψηλότερη εμβολιαστική κάλυψη».
Για τον εμβολιασμό παιδιών και εκπαιδευτικών
Μιλώντας για το πότε θα ξεκινήσει ο εμβολιασμός των παιδιών ηλικίας από 5 έως 11 ετών, μετά το “πράσινο φως” που έδωσε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Υγείας, η κ. Κεραμέως ανέφερε ότι θα περιμένει να δει τί θα πει σχετικά η Επιτροπή των Ειδικών.
Όσον αφορά τον εμβολιασμό έναντι του κορονοϊού στην εκπαιδευτική κοινότητα, ανέφερε ότι στα Πανεπιστήμια το ποσοστό είναι πάνω 93% στους καθηγητές, στους φοιτητές πάνω από 82%. Έχει πάει πολύ καλά, λέγοντας ότι «η εκπαιδευτική κοινότητα έχει ανταποκριθεί πολύ καλά». Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε η υπουργός, πάνω από το 84% των καθηγητών στα σχολεία έχει εμβολιαστεί.
«Καλώ τους γονείς να εμβολιάσουν τα παιδιά. Βλέπουμε τις τελευταίες εβδομάδες μια μεγάλη αύξηση στον εμβολιασμό των παιδιών. Στις ηλικίες του λυκείου, το ποσοστό πλησιάζει το 50%, στο γυμνάσιο το ποσοστό είναι στο 30%», διευκρινίζοντας ότι αφορά είτε μια δόση είτε κλεισμένο ραντεβού. Και όπως επισήμανε, «έχουμε δρόμο. Υπάρχει μια σημαντική αύξηση».
Το πιο αποτελεσματικό μέτρο είναι τα πάρα πολλά τεστ
Ως ανέφικτη, χαρακτήρισε την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για περισσότερες σχολικές βάρδιες καθώς αυτό θα δημιουργούσε πρόβλημα στους γονείς. Επίσης, όπως δήλωσε η κ. Κεραμέως, υπάρχουν πολλοί καθηγητές οι οποίοι υπηρετούν σε περισσότερα του ενός σχολεία και επίσης δε θα μπορούσε να καλυφθεί η ύλη.
Θέλοντας να απαντήσει γιατί η κυβέρνηση επέλεξε την λύση των τεστ και όχι των τμημάτων με λιγότερα παιδιά, η κ. Κεραμέως δήλωσε:
«Σύμφωνα με την ανάλυση των ειδικών, το πλέον αποτελεσματικό μέτρο αυτή την στιγμή είναι το πάρα πολύ testing. Eίναι πιο αποτελεσματικό να κάνεις πολλά τεστ από οτιδήποτε άλλο. Η κυβέρνηση επέλεξε συνειδητά μία λύση η οποία κοστίζει πάρα πολύ. Το έκανε συνειδητά και για να προστατεύσει την ατομική και δημόσια υγεία, αλλά και για να διασφαλίσει τη λειτουργία των σχολείων. Είμαστε από τις ελάχιστες χώρες που κάνουν τόσα πολλά τεστ στα σχολεία».
Για το bulling στα σχολεία
Σχολιάζοντας τα συνεχώς αυξανόμενα περιστατικά σχολικής βίας, η υπουργός Παιδείας δήλωσε ότι είναι πολύ σοβαρά περιστατικά που προβληματίζουν τους πάντες.
«Υπάρχουν λύσεις βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες. Πολλές από αυτές τις πράξεις είναι αξιόποινες. Εφαρμόζεται αμέσως η νομοθεσία και πρέπει να επιλαμβάνονται τα όργανα της Τάξης», διευκρίνισε και πρόσθεσε ότι γι’ αυτό το λόγο έχει εισαχθεί σε όλα τα σχολεία το εργαστήριο δεξιοτήτων, μάθημα που περιλαμβάνει θεματικές ενότητες για τον τρόπο αντιμετώπισης και αποφυγής αυτών των καταστάσεων. Επισήμανε, μάλιστα, ότι έχουν συσταθεί ειδικές ομάδες, ανά σχολείο, για θέματα σχολικής βίας.
Ποιες ποινές προβλέποντας για τους γονείς που δεν στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο
Η κ. Κεραμέως μίλησε επίσης και στο θέμα των αρνητών γονέων που εμποδίζουν τα παιδιά τους να πάνε στα σχολεία, παρόλο που στη χώρα μας η εκπαίδευση είναι υποχρεωτική από το νηπιαγωγείο μέχρι το Γυμνάσιο.
«Η προβλεπόμενη ποινή που υπήρχε για τους γονείς που δεν έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο καταργήθηκε το 2019 από τον ΣΥΡΙΖΑ» ανέφερε η υπουργός τονίζοντας το υπουργείο Παιδείας, εκτός από το θέμα της γονικής μέριμνας που θα τίθεται υπό εξέταση, μαζί με το υπουργείο Δικαιοσύνης φέρνει ειδική διάταξη που προβλέπει μέχρι και ποινή φυλάκισης δύο ετών σε γονείς οι οποίοι αρνούνται να στείλουν το παιδί τους στο σχολείο.
«Σε περίπτωση που ο γονέας αρνείται να στείλει το παιδί του στο σχολείο η πράξη αυτή θα αντιμετωπίζεται ως πλημμέλημα», όπως ξεκαθάρισε.
Τί δήλωσε για την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής
Η υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων διέψευσε κατηγορηματικά τις πληροφορίες ότι θα υπάρξουν αλλαγές στον τρόπο εφαρμογής της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής στα Πανεπιστήμια.
«Δεν έχει αλλάξει τίποτα ως προς αυτά που έχουν ψηφιστεί. Την προηγούμενη χρονιά όλοι μας άσκησαν κριτική γιατί μπαίνουν φοιτητές στα πανεπιστήμια με βαθμούς 1 και 2. Πέρυσι προβλέψαμε την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και προβλέψαμε ότι το ίδιο το Πανεπιστήμιο θα ορίζει ποια θα είναι η ελάχιστη βάση εισαγωγής. Αυτό εφαρμόστηκε και επιτέλους μπήκε ένα πλαίσιο, όπως θα έπρεπε, στα Πανεπιστήμια. Δώσαμε χρόνο στα Πανεπιστήμια να εξετάσουν τα περυσινά δεδομένα και να κάνουν, αν χρειαστεί, κάποια αλλαγή», τονίζοντας ότι λίγες σχολές έκαναν αναπροσαρμογές.
«Φέτος, για πρώτη χρονιά, τα Πανεπιστήμια ορίζουν τα ίδια τους συντελεστές βαρύτητας» είπε και πρόσθεσε ότι «τα Πανεπιστήμια αποκτούν αυτονομία. Τα Πανεπιστήμια έχουν λόγο στα κριτήρια εισαγωγής των φοιτητών τους», ανέφερε, επισημαίνοντας ότι «εδώ και δύο χρόνια έχουμε δουλέψει συστηματικά στην κατεύθυνση της αποκέντρωσης. Βγάζουμε εξουσίες από πάνω μας προκειμένου τα Πανεπιστήμια να έχουν λόγο και επίσης να είναι πιο αξιοκρατική η διαδικασία».