mavro-xrima

Στους 18 μήνες ανέρχεται το ανώτατο όριο για τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων των προσώπων που κατηγορούνται για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

Σε διαφορετική περίπτωση, εάν ο έλεγχος μιας υπόθεσης δεν ολοκληρωθεί εντός του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, τότε  αποδεσμεύονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία τους ανεξάρτητα από την έκβαση της υπόθεσης.

Σύμφωνα με εγκύκλιο της ΑΑΔΕ που εκδίδεται μετά τον πρόσφατο νόμο 4995/2022, με τον οποίο αλλάζουν οι διαδικασίες ενημέρωσης των τραπεζών, της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ο χρόνος δέσμευσης καταθέσεων, θυρίδων και άλλων περιουσιακών στοιχείων ορίζεται αρχικά στους 9 μήνες αλλά μετά από  απόφαση του οικονομικού εισαγγελέα ο χρόνος  μπορεί να παραταθεί για άλλους 9 μήνες, χωρίς να κληθεί ξανά για διευκρινίσεις ή εξηγήσεις ο κατηγορούμενος για φοροδιαφυγή και για μαύρο χρήμα.

Πώς θα δίνεται παράταση

Για να παραταθεί για άλλους 9 μήνες απαιτείται  βούλευμα του συμβουλίου εφετών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος ή τον αναπληρωτή του ή του συμβουλίου πλημμελειοδικών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από επίκουρο εισαγγελέα οικονομικού εγκλήματος, κατ’ ανώτατο όριο για άλλους εννέα μήνες, λόγω δικαιολογημένης μη ολοκλήρωσης της διενεργούμενης προκαταρκτικής εξέτασης.

Η  σχετική διάταξη εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του κατηγορούμενου και δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο, χρηματοπιστωτικό προϊόν, θυρίδα, κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο.

Πάντως η συγκεκριμένη διάταξη φαίνεται να προβληματίζει στελέχη της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, καθώς η διαλεύκανση των  υποθέσεων ξεπλύματος μαύρου χρήματος  είναι χρονοβόρα, δεδομένου ότι απαιτείται έλεγχος και εξακρίβωση τραπεζικών καταθέσεων των εμπλεκόμενων προσώπων, από τράπεζες του εξωτερικού ακόμη και από χώρες που θεωρούνται «φορολογικοί παράδεισοι», οι οποίες, είτε δεν δίνουν στοιχεία, είτε τα δίνουν με μεγάλη δυσκολία.

Ξεπλυμα χρήματος

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες προκύπτει από τις εξής πράξεις:

  1. η μετατροπή ή η μεταβίβαση περιουσίας εν γνώσει του γεγονότος ότι προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια δραστηριότητα με σκοπό την απόκρυψη ή τη συγκάλυψη της παράνομης προέλευσής της ή την παροχή συνδρομής σε οποιονδήποτε ενέχεται στη δραστηριότητα αυτή για να αποφύγει τις έννομες συνέπειες των πράξεών του,
  2. η απόκρυψη ή η συγκάλυψη της αλήθειας, όσον αφορά τη φύση, την προέλευση, τη διάθεση, τη διακίνηση ή τη χρήση περιουσίας ή τον τόπο όπου αυτή αποκτήθηκε ή βρίσκεται ή την κυριότητα επί περιουσίας ή σχετικών με αυτή δικαιωμάτων, εν γνώσει του γεγονότος ότι η περιουσία αυτή προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια δραστηριότητα,
  3. η απόκτηση, κατοχή ή χρήση περιουσίας, εν γνώσει, κατά το χρόνο της κτήσης ή της διαχείρισής της, του γεγονότος ότι η περιουσία προέρχεται από εγκληματική δραστηριότητα ή από πράξη συμμετοχής σε τέτοια δραστηριότητα,
  4. η χρησιμοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα με την τοποθέτηση σε αυτόν ή τη διακίνηση μέσω αυτού εσόδων που προέρχονται από εγκληματικές δραστηριότητες, με σκοπό να προσδοθεί νομιμοφάνεια στα εν λόγω έσοδα,
  5. η σύσταση οργάνωσης ή ομάδας δύο τουλάχιστον ατόμων για τη διάπραξη μίας ή περισσοτέρων από τις πράξεις που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και δ΄ και η συμμετοχή σε τέτοια οργάνωση ή ομάδα,
  6. η απόπειρα διάπραξης, η υποβοήθηση, η υποκίνηση, η διευκόλυνση ή η παροχή συμβουλών σε τρίτο για τη διάπραξη μίας ή περισσοτέρων από τις πράξεις που αναφέρονται στις περιπτώσεις α΄ έως και δ΄.

Ως «βασικά αδικήματα», σύμφωνα με τον νόμο, νοούνται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

  • Η εγκληματική οργάνωση, όπως ορίζεται στο άρθρο 187 ΠΚ,
  • τρομοκρατικές πράξεις και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 187Α ΠΚ,
  • δωροληψία και δωροδοκία υπαλλήλου, όπως ορίζονται στα άρθρα 235 και 236 ΠΚ,
  • εμπορία επιρροής-μεσάζοντες και δωροληψία και δωροδοκία στον ιδιωτικό τομέα, όπως ορίζονται στα άρθρα 237Α και 237Β ΠΚ,
  • δωροληψία και δωροδοκία πολιτικών προσώπων και δικαστικών λειτουργών, όπως ορίζονται στα άρθρα 159, 159Α και 237 ΠΚ,
  • εμπορία ανθρώπων, όπως ορίζεται στο άρθρο 323Α ΠΚ,
  • απάτη με υπολογιστή, όπως ορίζεται στο άρθρο 386Α ΠΚ,
  • σωματεμπορία, πως ορίζεται στο άρθρο 351 ΠΚ,
  • τα χρηματιστηριακά αδικήματα
  • τα αδικήματα φοροδιαφυγής,
  • τα αδικήματα λαθρεμπορίας
  • τα αδικήματα μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο

κάθε άλλο αδίκημα που τιμωρείται με ποινή στερητική της ελευθερίας, της οποίας το ελάχιστο όριο είναι άνω των έξι (6) μηνών και από το οποίο προκύπτει περιουσιακό όφελος.

Σίσσυ Σταυροπιερράκου

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

five − three =