Θυμάται ακόμα εκείνες τις βουτιές. Ήταν λες και κολυμπούσε σε ένα μαιευτήριο ψαριών. Αγκαλιασμένος από τις μακρόστενες χερσονήσους της Αλικαρνασσού και της Κνίδου στη νοτιοδυτική Τουρκία, ο Κεραμεικός Κόλπος είχε αξιοζήλευτη βιοποικιλότητα. Όταν όμως το 2007 ο Ζάφερ Κιζιλκάγια καταδύθηκε ξανά στα νερά του το θέαμα τον σόκαρε. Ο βυθός που άλλοτε έσφυζε από ζωή είχε μετατραπεί σε έρημο. «Σαν να είχε εκραγεί μια ατομική βόμβα», λέει.
Παρατημένα δίχτυα και αμέτρητα χιλιόμετρα πετονιάς συνέθεταν ένα κουβάρι καταστροφής και εγκατάλειψης. Ξενικά είδη αδηφάγων βοσκητών, ευνοημένα από τη μείωση των θηρευτών τους, είχαν αυξήσει απότομα τον πληθυσμό τους απογυμνώνοντας τους υφάλους από την πολύτιμη χλωρίδα. Έπειτα από δεκατίες αλόγιστης αλίευσης η θάλασσα δεν είχε να δώσει άλλο.
«Παντού γυμνά βράχια. Σαν να ξυπνάς στην Ελλάδα το επόμενο πρωί και να βλέπεις ότι δεν έχει απομείνει ούτε ένα δέντρο όρθιο. Μόνο που αυτή η καταστροφή είχε συντελεστεί υποθαλάσσια και κανείς δεν την παρατηρούσε», λέει ο κ. Κιζιλκάγια. Θεώρησε χρέος του να παρέμβει.
Μία δεκαετία αργότερα, τον Απρίλιο του 2019, ο Ανδριώτης ψαράς Δημήτρης Ζάννες επισκέφτηκε τον Κεραμεικό Κόλπο μαζί με άλλους συναδέλφους του. Συμμετείχε τότε σε ένα ταξίδι στο πλαίσιο του προγράμματος του WWF «Μετασχηματίζοντας την παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας στη Μεσόγειο». Έχοντας ήδη παραστάσεις από άλλα επιτυχημένα παραδείγματα και προστατευόμενες περιοχές στην Ευρώπη και γνωρίζοντας ως αλιέας από πρώτο χέρι τις πρακτικές των Τούρκων ψαράδων στα διεθνή ύδατα ο κ. Ζάννες ήταν κάπως αρνητικά προκατειλημμένος προτού φτάσει εκεί. Όσα είδε όμως μέσα σε τρεις ημέρες τον εξέπληξαν θετικά.
«Μείναμε άφωνοι και ζηλέψαμε», λέει για τον τρόπο λειτουργίας του τοπικού συνεταιρισμού, το σύστημα φύλαξης των ζωνών -όπου απαγορεύεται η αλίευση- και τη θεαματική αύξηση των ιχθυαποθεμάτων. «Σε απόλυτη μπουνάτσα βλέπαμε να κυκλοφορούν κάτω από τη βάρκα σε κοπάδια μαγιάτικα, λούτσοι, κέφαλοι και μουρμούρια. Σε σημείο που να θες να βουτήξεις στη θάλασσα και να τα πιάσεις με τα χέρια. Εικόνες που έχουμε ξεχάσει εδώ και 30 χρόνια στην Ελλάδα».
Η αναβίωση του Κεραμεικού Κόλπου δεν συνέβη εν μια νυκτί. Η θεσμοθέτηση απαγορεύσεων κατά της υπεραλίευσης δεν θα μπορούσε από μόνη της να λύσει το πρόβλημα. Έπρεπε να κερδηθεί η εμπιστοσύνη του ντόπιου πληθυσμού, να γίνουν και εκείνοι συμμέτοχοι στην προσπάθεια. Η «Κ» παρουσιάζει τα βήματα αναγέννησης μιας περιοχής δίπλα μας.
Η αποστολή
Με σπουδές πολιτικού μηχανικού και μεταπτυχιακό στην διαχείριση παράκτιων ζωνών ο Ζάφερ Κιζιλκάγια είχε ήδη εργαστεί σε προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές της νοτιοανατολικής Ασίας από το 1995 προτού εστιάσει το 2007 στον Κεραμεικό Κόλπο (Gökova) της Τουρκίας. Η αποκαρδιωτική εικόνα που είχε αντικρίσει στις καταδύσεις του επιβεβαιώθηκε και από ειδικές μετρήσεις των ιχθυαποθεμάτων που πραγματοποίησε μέσω της μη κυβερνητικής οργάνωσης Mediterranean Conservation Society. Στον Κεραμεικό Κόλπο υπήρχε η χαμηλότερη συγκέντρωση βιομάζας, μόλις 4 γραμμάρια ανά τετραγωνικό μέτρο, τη στιγμή που σε άλλα σημεία της Μεσογείου ήταν πολλαπλάσια. «Στην Αλόννησο και άλλα μέρη στην Ελλάδα για παράδειγμα έφταναν τα 25-40 γραμμάρια ανά τετραγωνικό μέτρο», λέει.
Η μείωση των αλιευμάτων είχε πλήξει οικονομικά την κοινότητα των Τούρκων παράκτιων ψαράδων. Όπως παρατηρεί ο κ. Κιζιλκάγια δεκάδες οικογένειες στην ευρύτερη περιοχή στήριζαν το εισόδημά τους κατά 40% στην αλίευση σφυρίδας και 20% στις γαρίδες, που είχαν σχεδόν εκλείψει. Για να ανακάμψουν οι πληθυσμοί τους έπρεπε να παύσει σε καθορισμένα σημεία η αλιευτική δραστηριότητα.
Η φύλαξη
Τα πυρά παράνομων αλιέων, οι περιπολίες στη ζώνη απαγόρευσης ψαρέματος και η διαρκής επαγρύπνηση.
Προκειμένου να πείσει τους ψαράδες μικρής κλίμακας ο κ. Κιζιλκάγια υποσχέθηκε ότι θα προσπαθούσε να πιέσει τις αρμόδιες υπηρεσίες ώστε να απαγορευτεί σε μεγάλη απόσταση από τον κόλπο η χρήση των ανταγωνιστικών προς αυτούς συρόμενων εργαλείων. Έπειτα από διαπραγματεύσεις με τους τοπικούς ψαράδες και διαβουλεύσεις με κρατικούς φορείς οριοθετήθηκαν το 2010 έξι ζώνες απαγόρευσης αλιείας. Κάποιος, όμως, έπρεπε να τις φυλάξει.
«Το λιμενικό εκείνα τα χρόνια ήταν απασχολημένο με την τραγωδία των μεταναστών που πνίγονταν στη θάλασσα οπότε η επιτήρηση αυτών των ζωνών δεν ήταν προτεραιότητα», λέει ο κ. Κιζιλκάγια. Με πρωτοβουλία της οργάνωσής του συστάθηκε ένα σώμα θαλασσίων φυλάκων. Δεν έχουν δικαιοδοσία σύλληψης ή επιβολής προστίμων, μπορούν όμως να περιπολούν στον κόλπο, να διαπιστώνουν παραβάσεις και να καλούν επιτόπου το λιμενικό όποτε απαιτείται η παρέμβασή του. Φέρουν πάνω τους κάμερες σώματος που καταγράφουν τις συναντήσεις με λαθραλιείς, ενώ σε ζωντανό χρόνο στέλνεται στα γραφεία της οργάνωσης το στίγμα των περιπολικών σκαφών για να γνωρίζουν πού επιχειρούν.
Ορισμένοι ντόπιοι ψαράδες άλλαξαν επάγγελμα, εκπαιδεύτηκαν και πλέον έχουν αναλάβει και αυτοί τη φύλαξη του Κεραμεικού Κόλπου. Σήμερα διαθέτουν στην περιοχή τέσσερα σκάφη και έξι φύλακες. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες ο αριθμός τους αυξάνει με εποχικές προσλήψεις.
«Τις πρώτες ημέρες της απαγόρευσης ήταν δύσκολο γιατί κανένας δεν καταλάβαινε τι συνέβαινε. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι φύλακές μας δέχτηκαν και πυρά, χωρίς να τραυματιστεί κάποιος. Με την υποστήριξη και του λιμενικού όμως το πρόγραμμα έχει γίνει αποδεκτό», λέει ο κ. Κιζιλκάγια.
Όπως παρατηρεί ο ίδιος πάντως η επιτήρηση δεν μπορεί να σταματήσει λεπτό. Δεν υπάρχει η πολυτέλεια του εφησυχασμού. Ενδεικτικά αναφέρει ότι κατά την περίοδο των περιοριστικών μέτρων της πανδημίας της COVID-19 υπήρξε αύξηση περιστατικών παράνομης αλιείας.
Παράλληλα με τις απαγορεύσεις όμως και μέχρι να ανακάμψει ο λεηλατημένος βυθός, έπρεπε να στηριχθεί και με άλλους τρόπους ο τοπικός πληθυσμός. Ο κ. Κιζιλκάγια λέει ότι υλοποίησαν προγράμματα υποστήριξης και οικονομικής ενίσχυσης για τις γυναίκες των αλιέων. Δώρισαν σωσίβια, μπότες, χειμωνιάτικα ρούχα, αλλά και δίχτυα μεγάλου διαμετρήματος στις οικογένειες για να μη πιάνουν μικρά ψάρια.
Ακόμη αναζήτησαν έξυπνες πρακτικές για την αξιοποίηση των ξενικών ειδών ψαριών, τους αποκαλούμενους και ως «λεσεψιανούς μετανάστες» που είχαν εισβάλει από τη διώρυγα του Σουέζ αλλά είχαν ελάχιστη εμπορική αξία. «Αγοράζουμε όλα αυτά τα ξενικά βρώσιμα είδη και σε συνεργασία με σεφ τα προωθούμε σε ένα δίκτυο 80 εστιατορίων στην Τουρκία», λέει ο κ. Κιζιλκάγια. «Με αυτούς τους τρόπους κερδίσαμε την εμπιστοσύνη της τοπικής κοινωνίας».
«Να δούμε τι μπορεί να μας δώσει η θάλασσα»
Τα διδάγματα των Ελλήνων ψαράδων μικρής κλίμακας.
Τον Απρίλιο του 2019 ο Μιχάλης Μαργαρίτης είδε από κοντά το επιτυχημένο εγχείρημα του Κεραμεικού Κόλπου. Ως υπεύθυνος στο προγράμμα του WWF «Μετασχηματίζοντας παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας στη Μεσόγειο» συνόδευσε τρεις Ελληνες αλιείς από την Άνδρο και την Κύθνο σε ένα ταξίδι ανταλλαγής γνώσεων στην Τουρκία. Στόχος είναι η προώθηση βιώσιμων πρακτικών στην παράκτια αλιεία που δεν θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον. Συνολικά 18 ψαράδες μικρής κλίμακας από 14 κοινότητες αλιέων στην Ιταλία, την Κροατία, την Ελλάδα, την Τυνησία και την Τουρκία συμμετείχαν σε εκείνη την επίσκεψη.
«Είχαμε συναντήσεις με τοπικούς φορείς και την οργάνωση που πρωτοστάτησε στη δημιουργία της προστατευόμενης περιοχής», λέει στην «Κ». Τους έδειξαν πώς λειτουργεί η ιχθυαγορά τους, πώς οι ίδιοι οι αλιείς εμπορεύονται μέσω του συνεταιρισμού τις ψαριές τους χωρίς μεσάζοντες, πώς οι γυναίκες έχουν ενεργό ρόλο την πώληση και στο εισόδημα της οικογένειας.
Όπως είχαν διαπιστώσει σε εκείνο το ταξίδι ο αλιευτικός συνεταιρισμός της Ακιάκα είχε καταγράψει αύξηση του εισοδήματος άνω του 180% τρία χρόνια μετά τη θεσμοθέτηση των ζωνών απαγόρευσης αλιείας. Σε μία από αυτές τις περιοχές οι θεάσεις στήρας ήταν 34 φορές υψηλότερες το 2014 σε σχέση με το 2008.
Στην τοπική καντίνα του συνεταιρισμού τους κέρασαν σάντουιτς με σκαρμό και ο κ. Μαργαριτής θυμάται ότι ήταν αρκετά νόστιμος.
«Μια από τις εντυπωσιακές ενέργειές τους ήταν ότι εκμεταλλεύτηκαν τα ξενικά είδη σε συνεργασία με αναγνωρισμένους σεφ. Μετέτρεψαν τη ζημιά του να τα πιάνει κάποιος σε κέρδος. Βρήκαν τρόπους να αξιοποιήσουν ψάρια όπως τον γερμανό και τον σκαρμό», λέει ο ψαράς Δημήτρης Ζάννες που συμμετείχε σε εκείνο το ταξίδι.
Άλλες πρωτοβουλίες που τον εξέπληξαν ήταν ο πρότυπος τρόπος λειτουργίας του συνεταιρισμού. Όπως εξηγεί ο κ. Ζάννες, όλες οι ψαριές κατέληγαν εκεί και μέσω του συνεταιρισμού κλείνονταν οι συμφωνίες με τους εμπόρους για τις τιμές πώλησης, ενώ προχωρούσαν μαζικά σε παραγγελίες αλιευτικών εργαλείων μειώνοντας το κόστος αγοράς. Παράλληλα κατέγραφαν τις ψαριές τους σε καθημερινή βάση συγκεντρώνοντας τεράστια σε όγκο και σημασία αλιευτικά δεδομένα.
«Στα εθνικά τους ύδατα οι Τούρκοι ανά τέσσερα χρόνια κάθονται όλοι μαζί, παίρνουν τις γνώμες όλων των συνεταιρισμών και χαράσσουν διαχειριστικά σχέδια. Αυτά που παλεύουμε να τα φέρουμε στην Ελλάδα και στην Ευρώπη ως εργαλεία τα έχουν εφαρμόσει οι γείτονες εδώ και καιρό», λέει.
Η τουρκική οργάνωση Mediterranean Conservation Society με την υποστήριξη του Cambridge Conservation Initiative προσπαθεί πλέον να εφαρμόσει το εγχείρημα του Κεραμεικού Κόλπου και σε άλλες περιοχές στην Τουρκία με παρόμοια χαρακτηριστικά. Ο κ. Κιζιλκάγια επισημαίνει ότι η καθιέρωση ζωνών απαγόρευσης αλιείας είναι ο μόνος τρόπος αποκατάστασης των θαλασσίων οικοσυστημάτων, η μόνη λύση όπως λέει να επιβιώσει η Μεσόγειος από τα ξενικά είδη ψαριών και την κλιματική αλλαγή.
Ο κ. Ζάννες τονίζει ότι σε θεσμικό και τοπικό επίπεδο η χώρα μας ακόμη υπολείπεται στην κουλτούρα διαχείρισης. «Πάντοτε ψάχνουμε να βρούμε τον ένοχο για την κατάρρευση των ιχθυαποθεμάτων κάπου αλλού, στη μόλυνση, στα φεγγάρια, στα αλιευτικά εργαλεία, οι επαγγελματίες ψαράδες κατηγορούν τους ερασιτέχνες και αντίστροφα, προκειμένου να μην αποδεχτούμε τις δικές μας ευθύνες», λέει και προσθέτει ότι στην Ελλάδα η παράκτια αλιεία (ένας επαγγελματικός κλάδος στον οποίο έχει αυξηθεί δραματικά ο μέσος όρος ηλικίας καθώς μπαίνουν όλο και λιγότεροι νέοι άνθρωποι) πέρα από σταθερό φόντο σε τουριστικά διαφημιστικά μηνύματα επιτελεί και έναν εθνικό ρόλο.
«Εμείς είμαστε οι “φύλακες’’ του Αιγαίου. Εμείς βγαίνουμε όλο το χρόνο και σε περιοχές ευαίσθητου εθνικού ενδιαφέροντος. Αν θέλουμε να το διατηρήσουμε πρέπει να διαφυλάξουμε και την τροφή, τα ψάρια. Ο χρόνος περνάει και όσο αργούμε τόσο πιο δύσκολες θα είναι οι αποφάσεις που θα πρέπει να πάρουμε αργότερα και τόσο πιο δύσκολα θα τις αποδεχτεί ο κόσμος», λέει.
«Πρέπει να δούμε τι μπορεί να μας δώσει η θάλασσα, όχι τι θέλουμε να πάρουμε».