kafsi-petrelaiou

Στις 2 Ιουνίου του 2020, το δεξαμενόπλοιο Ice Hawk, βρίσκεται αγκυροβολημένο στα ανοικτά των ακτών της Ρόδου. Μέσα στο διάστημα των 8 ωρών που παρέμεινε εκεί, διοχέτευσε με 6 χιλιάδες τόνους μαζούτ τον σταθμό ηλεκτροπαραγωγής στη Σορωνή.

Η Ρόδος, αποτελεί έναν εξαιρετικά δημοφιλή τουριστικό προορισμό. Ο Νίκος Πασσάλης, διαθέτει ξενοδοχείο κοντά στο σταθμό. «Οι επισκέπτες φτάνουν στο ξενοδοχείο και το πρώτο πράγμα που βλέπουν είναι οι καμινάδες. Στην παραλία, βλέπουν τις καμινάδες και τον μαύρο καπνό, ακούν τη γεννήτρια και μυρίζουν το καύσιμο». Αυτά δήλωσε στον Θοδωρή Χονδρόγιαννο και τον Νικόλα Λεοντόπουλο, σε σχετική έρευνα που πραγματοποίησαν και δημοσιεύθηκε στο Investigate Europe.

Κοντά στον σταθμό βρίσκεται και η Κοιλάδα των Πεταλούδων, ένα από τα κύρια φυσικά αξιοθέατα της Ρόδου, και ταυτόχρονα προστατευόμενη ζώνη Natura 2000. Επιπλέον, ο δεύτερος σταθμός ηλεκτροπαραγωγής στο νότιο μέρος του νησιού, βρίσκεται στη μέση ενός ακόμη φυσικού καταφυγίου. Αυτό σημαίνει πως τα δεξαμενόπλοια ρίχνουν άγκυρες μπροστά σε ένα μοναδικό και εύθραυστο οικοσύστημα, το οποίο, θεωρητικά τουλάχιστον, προστατεύεται από τον νόμο, όπως επισημαίνεται στην έρευνα.

Σπατάλη δισεκατομμυρίων;

Η Ρόδος δεν αποτελεί την μοναδική περίπτωση. Σήμερα, 29 αυτόνομα ηλεκτρικά δίκτυα τροφοδοτούν 47 νησιά με ηλεκτρική ενέργεια, η οποία παράγεται από την καύση ντίζελ και μαζούτ, ένα από τα πιο ρυπογόνα καύσιμα, με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο. Η διαδικασία ηλεκτροδότησης των νησιών προχώρησε κατά την μεταπολεμική περίοδο, καθώς η χώρα βιαζόταν να εκσυγχρονιστεί. Το γεγονός πως στην Ελλάδα υπάρχουν εκατοντάδες μικρά νησιά, μακριά από την ηπειρωτική χώρα, κατέστησε την ανεξάρτητη παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας τη μόνη πρακτική επιλογή εκείνη την εποχή.

Μεταξύ 1960 και 1980, ορισμένα νησιά συνδέθηκαν με το δίκτυο της ηπειρωτικής χώρας. Ωστόσο, αυτό δεν συνέβη με τις Κυκλάδες, τα Δωδεκάνησα και την Κρήτη. Η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), κατέληξε στο συμπέρασμα πως η σύνδεση της Κρήτης με την ηπειρωτική χώρα ήταν οικονομικά βιώσιμη ήδη από το 1981. Σήμερα, όπως αναφέρει η έρευνα, πολιτικοί και εμπειρογνώμονες εκτιμούν ότι η προγραμματισμένη σύνδεση Αθήνας-Κρήτης θα κοστίσει 1 δισεκατομμύριο ευρώ. Το Ελληνικό Υπουργείο Περιβάλλοντος εκτιμά ότι θα εξοικονομήσει 400 εκατομμύρια ετησίως.

Η Ελλάδα βρίσκεται σε μια πορεία μείωσης της εξάρτησης των νησιών από το μαζούτ και το ντίζελ για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, ωστόσο, όπως σημειώνουν οι δυο ερευνητές, αυτό δεν πρόκειται να συμβεί πριν το τέλος της δεκαετίας. Σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα, η Κρήτη προβλέπεται να συνδεθεί με το εθνικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι το 2023, τα νησιά των Κυκλάδων έως το 2025, τα Δωδεκάνησα έως το 2028 και τα νησιά του Βόρειο Αιγαίου μέχρι το 2029.

Εφόσον όμως αυτό ήταν εφικτό εδώ και δεκαετίες, γιατί άργησε τόσο; Ένας πρώην ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος μίλησε γι’ αυτό στο Investigate Europe και στο Reporters United: «Υπάρχουν πολλά χρήματα σε αυτή την υπόθεση, αλλά και συμφέροντα που αφορούν την εγχώριο πετρελαϊκή βιομηχανία», ενώ προσθέτει πως «οι κυβερνήσεις έκαναν τα στραβά μάτια στο κόστος που επωμίστηκαν οι καταναλωτές και σπατάλησαν δισεκατομμύρια. Αυτό ωφέλησε τη βιομηχανία πετρελαίου, τις ναυτιλιακές εταιρείες που μεταφέρουν τα καύσιμα, αλλά και τους ανθρώπους στη ΔΕΗ που είχαν κάποια επιρροή στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής και τις τοπικές κοινωνίες. Όλοι ήταν ικανοποιημένοι, εκτός από τους πολίτες, που πλήρωναν δισεκατομμύρια».

Νικητές οι προμηθευτές καυσίμων και οι ναυτιλιακές εταιρείες

Κάθε χρόνο, η ΔΕΗ δέχεται προσφορές για την προμήθεια και την μεταφορά μαζούτ και ντίζελ. Το 2017, φαίνεται πως δαπάνησε 310 εκατομμύρια για μαζούτ και 280 για ντίζελ. Το 2018, το κόστος ήταν 330 και 240 εκατ. αντίστοιχα, ενώ το προβλεπόμενο κόστος για το 2019 ήταν 318 εκατομμύρια για μαζούτ και 295 για ντίζελ, όπως τονίζεται στην έρευνα.

Οι Reporters United ανέλυσαν τα διαθέσιμα στοιχεία για τις δημοπρασίες της ΔΕΗ σχετικά με συμβάσεις για καύσιμα, από την ηλεκτρονική βάση δεδομένων της. Προκύπτει ότι δύο εγχώριες πετρελαϊκές εταιρείες, η ΕΛΠΕ (Ελληνικά Πετρέλαια) και η Motor Oil, αναδεικνύονται ως οι μεγαλύτεροι προμηθευτές καυσίμων της ΔΕΗ για τα νησιά, μαζί με κάποιες ξένες εταιρείες (π.χ. Petroineos, Vitol, Shell και Trading Rotterdam). Τα στοιχεία αφορούν την περίοδο από το 2014 κι έπειτα. Σύμφωνα με εκθέσεις της ΔΕΗ ωστόσο, οι συμβάσεις σχετικά με το ντίζελ για την περίοδο 2010 – 2013, μοιράστηκαν μεταξύ της ΕΛΠΕ και της Motor Oil.

H ΕΛΠΕ, που ελέγχεται από την οικογένεια Λάτση, έχει λάβει 1,4 δισεκατομμύρια ευρώ από το 2014, για την προμήθεια καυσίμων στα νησιά. Η Motor Oil, εταιρεία του Ομίλου Βαρδινογιάννη, ανέλαβε συμβάσεις αξίας 400 εκατομμυρίων για τα νησιά, εκ των οποίων τα 360 αφορούσαν καύσιμα για τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Ο Όμιλος Βαρδινογιάννη θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους βιομηχανικούς ομίλους της Ελλάδας, με συμμετοχές σε πετρέλαιο και ενέργεια, στη ναυτιλία, στον ξενοδοχειακό κλάδο και στα ΜΜΕ, ενώ διαθέτει και δύο από τους μεγαλύτερους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς της χώρας.

Επιπλέον, σε τρεις ξένους προμηθευτές, Petroineos, Vitol και Shell Trading, ανατέθηκαν συμβάσεις συνολικού ύψους 1,3 δις. Τον Ιούλιο του 2021, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, δήλωσε σε κοινοβουλευτική επιτροπή ότι οι συμβάσεις για το μαζούτ το 2021 ανατέθηκαν στην Petroineos και την Coral Energy PTE, και οι δύο διεθνείς πετρελαϊκές εταιρείες, για 210 και 120 εκατομμύρια αντίστοιχα.

Εκτός από τα καύσιμα για τις γεννήτριες, η ΔΕΗ πληρώνει και για τη μίσθωση των δεξαμενόπλοιων που χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά τους, αλλά και για καύσιμα μεταφοράς.

Μεταξύ 2014 και 2021, η ΔΕΗ κατέβαλε 32 εκατομμύρια ευρώ, και 3μιση αντίστοιχα, για μίσθωση και καύσιμα, στις εταιρείες SEKAVIN και SEKAVAR, αμφότερες του Ομίλου Βαρδινογιάννη. Επίσης, από το 2014, εταιρείες του Δημήτρη Μελισσανίδη έλαβαν περίπου 77 εκατομμύρια ευρώ για την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στα νησιά.

Τα ερωτήματα

Σύμφωνα με την έρευνα, ακολουθείται ένα συγκεκριμένο μοτίβο, σύμφωνα με το οποίο μια χούφτα εταιρειών κυριαρχεί στην προμήθεια καυσίμων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ένα ολιγοπώλιο δηλαδή, που λειτουργεί εις βάρος των καταναλωτών.

«Η καθυστέρηση στην κατασκευή διασυνδέσεων ευνόησε τη βιομηχανία πετρελαίου, καθώς επί δεκαετίες διέθετε δεσμευμένη αγορά για τα προϊόντα της», σχολίασε ο Τάκης Γρηγορίου της Greenpeace. «Ακόμα περισσότερο όταν μιλάμε για μαζούτ, το οποίο θα ήταν δύσκολο να πωληθεί αλλού λόγω της χαμηλής ποιότητάς του». Ακόμη, έχουν τεθεί ακόμη και ερωτήματα στη Βουλή για τις προμήθειες, είτε για συγκεκριμένες καταγγελίες για διαφθορά είτε την έλλειψη ανταγωνιστικότητας και αμεροληψίας της συνολικής διαδικασίας.

Ιστορικά, η μεταφορά καυσίμων δεν υπόκειτο σε ξεχωριστό διαγωνισμό, αλλά παρεχόταν από τους ίδιους τους προμηθευτές καυσίμων, μια ρύθμιση την οποία ο πρόεδρος της ΔΕΗ-ΔΕΗ Μανώλης Παναγιωτάκης αναγνώρισε τότε ως «περιορισμένο ανταγωνισμό». Αυτό άλλαξε το 2014, με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση 3,2 εκατ. ευρώ μόλις 9 μήνες μετά τη νέα ρύθμιση.

Χαμένα τα ελληνικά νησιά

Αφήνοντας τα νησιά αποκομμένα από το κύριο ηλεκτρικό δίκτυο, αυτό οδηγεί σε ένα υψηλότερο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας. Σύμφωνα με τη ρυθμιστική αρχή ΡΑΕ, μια κιλοβατώρα που κοστίζει 80 ευρώ για να παραχθεί στην ηπειρωτική Ελλάδα, κοστίζει 714 ευρώ στην Ανάφη, 1.297 ευρώ στα Αντικύθηρα και 2.239 ευρώ στο Αγαθονήσι.

Προκειμένου να αποφευχθεί η δυσανάλογη επιβάρυνση των κατοίκων των νησιών, το πρόσθετο κόστος κατανέμεται σε όλους τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας μέσω ενός μηχανισμού γνωστού ως «υπηρεσίες κοινής ωφέλειας». Η προσαύξηση δηλαδή προστίθεται στους λογαριασμούς ρεύματος των πελατών.

Επιπλέον, η τροφοδοσία των νησιών με γεννήτριες πετρελαίου, βλάπτει και την υγεία. Η έρευνα που διεξήγαγε η Greenpeace το 2013 σχετικά με τις επιπτώσεις στην υγεία των νησιωτών πολιτών που είχαν οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύση πετρελαίου, συνέδεσε τη λειτουργία τους με 68 πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο.

Τί ευθύνεται για τις καθυστερήσεις

«Έλλειψη δημόσιων πόρων, κακός σχεδιασμός, αδύναμο θεσμικό πλαίσιο, ενστάσεις από τις τοπικές κοινωνίες, πολλοί παράγοντες ευθύνονται για τις καθυστερήσεις», ανέφερε ο Νίκος Μάντζαρης της Green Tank. «Η μόνη βεβαιότητα είναι ότι αυτές οι καθυστερήσεις ήταν επιζήμιες για το περιβάλλον, το κλίμα, τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος των καταναλωτών και την ποιότητα ζωής πολλών νησιωτών. Ο μόνος κερδισμένος ήταν η βιομηχανία πετρελαίου».

Ωστόσο, οι πετρελαϊκές εταιρείες φαίνεται πως σταδιακά στρέφονται σε άλλους τομείς. «Οι πετρελαϊκές εταιρείες δεν ενδιαφέρονται πλέον να πουλήσουν πετρέλαιο για τα νησιά», λέει μια καλά ενημερωμένη πηγή της βιομηχανίας στο Investigate Europe και στους Reporters United. «Ξέρουν ότι δεν υπάρχουν άλλα κέρδη εκεί. Τώρα το κύριο μέλημά τους είναι να αποκτήσουν πρόσβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και το φυσικό αέριο».

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

15 − five =