finos film

Η πρόσφατη επιχείρηση του ΥΠΠΟ και του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου στο ιστορικό κτίριο της Φίνος Φιλμ στο Μεταξουργείο, με πρόσχημα τη «διαρροή χημικών», η οποία ακολουθήθηκε από τις θριαμβολογίες του υφυπουργού Πολιτισμού, Νικόλα Γιατρομανωλάκη, φαίνεται πως ήταν ένα κακοστημένο σενάριο, που κατέληξε με την εκτός προβλεπόμενων διαδικασιών μεταφορά ακαταλογο­γράφητου υλικού στις ακατάλληλες συνθήκες του γκαράζ του ΕΚΚ. Για «παράξενη ιστορία» μιλά ο Γιώργος Αρβανίτης και για «κανονικό πλιάτσικο» ο Νίκος Καβουκίδης. «Δεν υπήρξε καμία διαρροή», βεβαιώνει ο αυτόπτης μάρτυρας Γιώργος Μουζακίτης.

Με αισθήματα από οργή μέχρι θυμηδία. Και με βαριές εκφράσεις, όπως «πλιάτσικο» ή «κλοπή» ή «κοροϊδία». Ετσι υποδέχτηκε μέρος του κινηματογραφικού κόσμου την είδηση που σερβιρίστηκε θριαμβολογικά από το γραφείο Τύπου του υπουργείου Πολιτισμού: «Σημαντικό μέρος της ιστορίας του ελληνικού σινεμά διασώθηκε από το ΥΠΠΟΑ και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου», με αναφορά στην πρόσφατη επιχείρηση που έγινε στο ιστορικό κτίριο της οδού Χίου 53, στο Μεταξουργείο, όπου στο παρελθόν στεγαζόταν η Φίνος Φιλμ και, αργότερα, κινηματογραφικά εργαστήρια εικόνας («Σινεμάτζικ») και ήχου («Αξελερέ»). Εκεί όπου το περασμένο Σάββατο, πάντα σύμφωνα με τις θριαμβολογίες του ΥΠΠΟ, «σημειώθηκε διαρροή χημικών, με αποτέλεσμα να υπάρχει άμεσος κίνδυνος να χαθούν σημαντικά κινηματογραφικά έργα της οπτικοακουστικής μας πολιτιστικής κληρονομιάς».

Ακόμα χειρότερα, καθ’ ύλην αρμόδιοι, άνθρωποι του σινεμά που είχαν συνεργαστεί με τη Φίνος, που γνωρίζουν τα κατατόπια της οδού Χίου σαν το σπίτι τους και ήταν το Σάββατο παρόντες στα όσα συνέβησαν, καγχάζουν. Κυρίως, όμως, διαψεύδουν κατηγορηματικά ότι υπήρξε στο κτίριο διαρροή χημικών. Κι ας την επικαλούνταν το δελτίο Τύπου του υπουργείου ως αφορμή για την εσπευσμένη επιχείρηση, παρουσιάζοντας τον υφυπουργό Σύγχρονου Πολιτισμού Νικόλα Γιατρομανωλάκη περίπου ως «Ζορό» της κινηματογραφικής κληρονομιάς μας, ο οποίος «κινητοποίησε το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου προκειμένου να σπεύσει στο σημείο, να συλλέξει και να μεταφέρει σε ασφαλή τοποθεσία το σχετικό υλικό».

Ποιο υλικό συνελέγη; Πώς συνελέγη; Και γι’ αυτά τα θέματα υπάρχουν κάθετες ενστάσεις. Πάντως, το περιβόητο δελτίο Τύπου αναφερόταν σε «πλήθος από σημαντικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, ανεκτίμητης πολιτιστικής αξίας». Και σε «περίπου 500 μπομπίνες που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων ελληνικές ταινίες όπως “Το λιβάδι που δακρύζει” του Θόδωρου Αγγελόπουλου, “Τα οπωροφόρα της Αθήνας” του Νίκου Παναγιωτόπουλου, και οι “Κρυστάλλινες Νύχτες” της Τώνιας Μαρκετάκη», που «διασώθηκαν και βρίσκονται πλέον στα χέρια του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, προκειμένου να γίνει αναλυτική καταγραφή και εν συνεχεία να προχωρήσουν αρμοδίως οι προβλεπόμενες διαδικασίες για τη ψηφιοποίησή τους».

Και μας ενημέρωνε ότι «με τη σύμφωνη γνώμη εκπροσώπου των ιδιοκτητών του κτιρίου και κατόπιν σχετικής έγκρισης από την Πυροσβεστική Υπηρεσία ως προς την ασφαλή πρόσβαση στο κτίριο, υπό την εποπτεία του πρόεδρου και του γενικού διευθυντή του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, Μάρκου Χολέβα και Παντελή Μητρόπουλου, ξεκίνησε ήδη από το απόγευμα του Σαββάτου η συλλογή και μεταφορά των υλικών, η οποία ολοκληρώθηκε τη Δευτέρα 26 Ιουλίου».

«Το 2013, η Φίνος Φιλμ αποχώρησε από το κτίριο της οδού Χίου 53, μεταφέροντας όλο τον εξοπλισμό και τις ταινίες της στα νέα της γραφεία στον Χολαργό, αλλά και στα στούντιο της εταιρείας στα Σπάτα. Οι δεκάδες ταινίες που κινδύνεψαν με ολοσχερή καταστροφή από διαρροή χημικών δεν ανήκουν στη Φίνος Φιλμ και φυσικά δεν είχε καμία αρμοδιότητα ή ευθύνη η εταιρεία», ακολούθησε ανακοίνωση της εταιρείας, ένα 24ωρο αργότερα. Οι ταινίες, λοιπόν, δεν ήταν της Φίνος Φιλμ! Και να ‘ταν μόνον αυτό;

«Καμία διαρροή δεν υπήρξε!»

«Δεν υπήρξε απολύτως καμία διαρροή χημικών», δηλώνει κατηγορηματικά ο Γιώργος Μουζακίτης, συμμέτοχος της «Σινεμάτζικ» και ιδιοκτήτης της «Αξελερέ», εταιρειών που, όπως βέβαια και η ιστορική Φίνος Φιλμ, έχουν κλείσει πλέον εδώ και χρόνια, αλλά σε υπόγειες αποθήκες του κτιρίου της οδού Χίου φιλοξενούν τα παλαιά μηχανήματά τους και εκατοντάδες κουτιά με αρνητικά, μπομπίνες ήχου, κόπιες ζερό κ.ά. από ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου αλλά και από πολλά διαφημιστικά.

Ο κ. Μουζακίτης, λοιπόν, όχι μόνον ήταν παρών στην επιχείρηση, αλλά ήταν κι εκείνος ο οποίος, μαζί με τον συνέταιρό του, Χρήστο Γαρταγάνη, ενημερώθηκαν στις 17.00 περίπου το απόγευμα του Σαββάτου από περιοίκους του κτιρίου της οδού Χίου ότι εμφανίστηκε η Πυροσβεστική. Οι δυο τους έσπευσαν στο σημείο και διαπίστωσαν ότι πράγματι το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου είχε φέρει δύο πυροσβεστικά οχήματα στην οδό Χίου, επικαλούμενο διαρροές χημικών που θα κατέστρεφαν τα αποθηκευμένα εκεί υλικά. Οι ίδιοι ενημερώθηκαν μάλιστα από αξιωματικό της Πυροσβεστικής σχετικά, ενώ παρόντες ήταν και ο πρόεδρος του ΕΚΚ, Μάρκος Χολέβας, η δικηγόρος Χριστίνα Πηγάκη, η παραγωγός και μέλος του Συνδέσμου Ανεξαρτήτων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Εργων (ΣΑΠΟΕ) Ελένη Κοσσυφίδου και η σκηνοθέτρια, μέλος της Ενωσης Σκηνοθετών Παραγωγών Ελληνικού Κινηματογράφου και γ.γ. της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου Ελίνα Ψύκου και μερικοί μεταφορείς, ενώ στην πορεία προστέθηκε και ο γενικός διευθυντής του ΕΚΚ, Παντελής Μητρόπουλος.

Εντύπωση έκανε βέβαια στους κ. Μουζακίτη και Γαρταγάνη το γεγονός ότι σε μια τόσο έκτακτη συνθήκη είχαν προλάβει να συγκεντρωθούν τόσοι άνθρωποι του κινηματογραφικού χώρου. Οι δυο τους γνώριζαν, άλλωστε, ότι ήταν αδύνατον να έχει υπάρξει διαρροή χημικών, αφού, όπως μας διαβεβαιώνει κατηγορηματικά ο κ. Μουζακίτης σε επικοινωνία που είχαμε μαζί του, «οι χώροι έχουν καθαριστεί από χημικά εδώ και δέκα χρόνια. Τα βαρέλια αδειάστηκαν τότε και δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος από χημικά. Διαφορετικά, πώς θα κατεβαίναμε στα υπόγεια με τους πυροσβέστες χωρίς μέτρο προφύλαξης, χωρίς να φοράμε μάσκες;».

Κατά τη μαρτυρία του ιδίου, αυτό διαπίστωσαν και οι πυροσβέστες, που, μετά την αυτοψία (με κλειδί που τους είχε παραδώσει για το κτίριο ο ιδιοκτήτης του κτιρίου, τον οποίο αναζητήσαμε αλλά δεν επικοινώνησε μέχρι στιγμής μαζί μας), θέλησαν να αποχωρήσουν αμέσως, με τον υπεύθυνο αξιωματικό να αρνείται να συμπληρώσει πρωτόκολλο αυτοψίας. Τότε, όμως, παρενέβη ο κ. Μητρόπουλος που είχε καλέσει στο κινητό του τηλέφωνο τη νομική σύμβουλο του υφυπουργού Πολιτισμού Νικόλα Γιατρομανωλάκη και έδωσε το τηλέφωνο στον υπεύθυνο της Πυροσβεστικής, ώστε να μιλήσει μαζί της.

Στη συνέχεια, κατέβηκαν στα υπόγεια οι μεταφορείς και άρχισαν τη διαδικασία μεταφοράς του υλικού, έργο που συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα.

Τι αφορούσαν όμως; Ο κ. Μουζακίτης -και όχι μόνον αυτός- αντιμετωπίζει με θυμηδία τη φράση του δελτίου Τύπου για «πλήθος από σημαντικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου». «Κυρίως υπήρχαν νεγκατίφ από δεκάδες διαφημιστικά. Και ταινίες πολύ λιγότερες», λέει. Σύμφωνα με πληροφορίες, μάλιστα, στο ΕΚΚ έχουν μεταφερθεί ακόμα και άδειες κούτες, μαύρες σακούλες σκουπιδιών και αρκετές εντελώς άχρηστες κόπιες ζερό.

Μια «ιστορία λίγο περίεργη»

Ιδιαιτέρως επιφυλακτικός ακούγεται στο τηλέφωνο και ο διεθνούς κύρους και αναγνωρισιμότητας κινηματογραφιστής και διευθυντής φωτογραφίας, Γιώργος Αρβανίτης, που θέτει κι αυτός τα δικά του ερωτήματα: «Αναρωτιέμαι πώς αποφάσισαν να πάνε στο κτίριο της Φίνος και ποιος τους πήρε τηλέφωνο. Επίσης, τι είναι αυτή η ιστορία με τη διαρροή των χημικών; Δεν υπάρχουν χημικά σε υγρή κατάσταση σε εργαστήριο που έχει κλείσει τόσα χρόνια».

Επιφυλακτικός είναι ο κ. Αρβανίτης και ως προς τον αριθμό των 500 μπομπινών που κατά το δελτίο Τύπου «διασώθηκαν»: «Ποιες ταινίες αφορούν; Πού ξέρουν ότι είναι 500 μπομπίνες; Πρέπει να μας πουν. Πάντως, 500 μπομπίνες δεν σημαίνει 500 ταινίες, όπως αντιλαμβάνεστε. Επίσης, κάθε ταινία, για να είναι πλήρης, πρέπει, εκτός από την μπομπίνα του νεγκατίφ, να έχει και το “οπτικό” (το μιξαρισμένο κομμάτι). Αλλιώς δεν υπάρχει “ταινία” ».

Αλλά ο Γιώργος Αρβανίτης δεν αντιλαμβάνεται και «γιατί δεν επικοινώνησαν με τους νόμιμους ιδιοκτήτες των ταινιών. Τους σκηνοθέτες ή τους κληρονόμους. Και τι πάει να πει ότι πήραν το υλικό “για να ψηφιοποιηθεί”; Κι αν κάποιος δεν επιθυμεί την ψηφιοποίηση του υλικού του, δεν πρέπει να ερωτηθεί;»

  • Τελικά, κ. Αρβανίτη, γιατί θεωρείτε ότι έγινε αυτή η επιχείρηση;

«‘Η για λόγους επικοινωνιακούς ή γιατί το Κέντρο έχει μία ενδεχομένως δεύτερη σκέψη -συνδέεται άραγε με το ΕΚΟΜΕ; Πιθανόν. Πάντως, για να ξύπνησε το ΥΠΠΟ που είναι αδιάφορο στα θέματά μας και να το έπιασε τέτοια πρεμούρα, κάτι συμβαίνει».

Τα ερωτήματα

Επειτα από όλα αυτά, ας βάλουμε σε μία σειρά τις απορίες:

■ Πώς έγινε αυτή η επιχείρηση χωρίς εισαγγελική παραγγελία, αφού μάλιστα, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, δεν υπήρξε καμία διαρροή χημικών;
■ Αν παρ’ όλα αυτά υπήρξε διαρροή, συντάχθηκε από την Πυροσβεστική πρωτόκολλο αυτοψίας;
■ Αν δεν υπήρξε και τα υλικά απομακρύνθηκαν παρ’ όλα αυτά, δεν θα έπρεπε αυτό να γίνει παρουσία δικαστικού λειτουργού και να καταλογογραφηθεί ό,τι απομακρύνθηκε;
■ Πώς γνωρίζει η διοίκηση του ΕΚΚ και του ΥΠΠΟ ότι πρόκειται για «ιστορικές ταινίες» και όχι για άχρηστα αντικείμενα, αφού το υλικό δεν έχει ταξινομηθεί και παραμένει σε κούτες;
■ Αν, παρ’ όλα αυτά, συμπεριλαμβάνεται πολύτιμο κινηματογραφικό υλικό, ενημερώθηκαν όλοι οι σκηνοθέτες ή οι κληρονόμοι των εκλιπόντων, τους οποίους αφορά η μεταφορά σε άλλο χώρο των αρνητικών, ταινιών που είναι στην ιδιοκτησία τους;

Στο γκαράζ του ΕΚΚ

Το σίριαλ, όμως, αυτό δεν τελειώνει με τα ερωτήματα. Είχε, άλλωστε, συνέχεια. Το μεσημέρι της περασμένης Δευτέρας, όταν ο οδηγός του φορτηγού με τα υλικά που είχαν απομακρυνθεί από την οδό Χίου μετέβη στους χώρους του ΕΚΚ για να τα παραδώσει, το αρμόδιο τμήμα για τις παραλαβές υλικών, εκφράζοντας τις έντονες επιφυλάξεις του για την παραλαβή χωρίς νόμιμα συνοδευτικά παραστατικά και πριν από τη σύσταση επίσημης επιτροπής καταγραφής των υλικών, αρνήθηκε να υποδεχτεί το υλικό.

Παρ’ όλα αυτά, παρενέβη η διοίκηση του ΕΚΚ υποδέχθηκε στον χώρο του Κέντρου («παρανόμως», σύμφωνα με πηγές) τα υλικά που μεταφέρθηκαν σε υπόγειο αποθηκευτικό χώρο – γκαράζ, όπου και παραμένουν μέχρι και σήμερα χωρίς νόμιμα παραστατικά και, βέβαια, εκτός των προβλεπόμενων συνθηκών συντήρησης. Η καταλογογράφησή τους θα γίνει «κάποια στιγμή» από τεχνικό και μετά θα αποφασιστεί αν το υλικό θα παραμείνει στο ΕΚΚ ή προς τα πού θα οδεύσει; Προς το ΕΚΟΜΕ, όπως λένε οι κακές γλώσσες;

■ «Πράγματα που εκθέτουν τον κ. Γιατρομανωλάκη σε όλη την κινηματογραφική κοινότητα»

Ακόμα και η συνολική αξία του υλικού αμφισβητείται σφόδρα από κινηματογραφιστές, όπως ο σπουδαίος ντοκιμαντερίστας, αντιπρόεδρος στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας, επίτιμο μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Σκηνοθετών, της Ενωσης Τεχνικών Ελληνικού Κινηματογράφου και Τηλεόρασης – ΕΤΕΚΤ και της Ενωσης Ελλήνων Κινηματογραφιστών, Νίκος Καβουκίδης που, εξοργισμένος, επικοινώνησε με την εφημερίδα. «Καταγγέλλω αυτό το πλιάτσικο ως Καβουκίδης, παιδί της Φίνος Φιλμ και 67 χρόνια κινηματογραφιστής και απαιτώ να μας πει το Κέντρο ποιες ταινίες πήρε. Τα αρνητικά που ήταν υπό φύλαξη ανήκουν στον κάθε σκηνοθέτη. Τι πήραν; Με ποια παραστατικά τα πήραν; Πού θα αναζητήσει κάποιος την ιδιοκτησία του; Τα περισσότερα, άλλωστε, είναι κόπιες ζερό, άχρηστες και πολλά διαφημιστικά φιλμ. Είναι ζήτημα αν ανάμεσα σ’ αυτό το υλικό είναι 7 – 8 ταινίες. Υστερα, τα αρνητικά των ταινιών του Αγγελόπουλου και του Παναγιωτόπουλου, τα έχουμε εμείς στην Ταινιοθήκη. Και για ποια διαρροή χημικών μιλούν; Τα εργαστήρια δεν δούλευαν εδώ και χρόνια. Μας κοροϊδεύουν; Δεν μπορεί να δημοσιοποιούν έτσι γελοία πράγματα που εκθέτουν και τον κ. Γιατρομανωλάκη σ’ όλη την κινηματογραφική κοινότητα».

Ο ίδιος αμφισβητεί έντονα και τη δυνατότητα του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου να διαφυλάξει τα υλικά στις απαραίτητες συνθήκες που απαιτούνται. Εκφράζει δε τη βαθύτατη θλίψη του που το ΥΠΠΟ ή άλλος φορέας δεν έχει κινηθεί τόσα χρόνια να αγοράσει το ιστορικό κτίριο της Φίνος Φιλμ εκεί όπου αναπτύχθηκε ο παλαιός ελληνικός κινηματογράφος και γεννήθηκε ο νέος ελληνικός, σ’ ένα θρυλικό δηλαδή τοπόσημο που «αντιμετωπίστηκε τώρα μ’ αυτόν τον ανίερο τρόπο». Και επισημαίνει πως, αν πράγματι το ΥΠΠΟ ενδιαφερόταν, θα είχε φροντίσει να δημιουργήσει εκεί Μουσείο Κινηματογράφου. Αυτή ήταν και η επιθυμία του Γιώργου Μουζακίτη, που μας λέει ότι συχνά είχε απευθυνθεί στους υπουργούς Πολιτισμού που πέρασαν κατά καιρούς. Συχνά, αλλά μάταια.

Αξίζει, πάντως, εδώ να αναφερθεί ότι επίσημη πρόταση για την αγορά του ιστορικού κτιρίου της Φίνος Φιλμ και τη δημιουργία Μουσείου έχει καταθέσει στον δήμαρχο Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη, και η «Ανοιχτή Πόλη» διά του σκηνοθέτη και δημοτικού συμβούλου Κυριάκου Αγγελάκου. Δεν έλαβε, όμως, καμία απάντηση μέχρι στιγμής.

Ναταλί Χατζηαντωνίου

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

three × two =