Ένα πλαίσιο 7 προτάσεων για την ταχύτερη προσαρμογή της Ελλάδας στη Βιομηχανία 4.0 ολοκλήρωσε το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Μετασχηματισμού του ΣΕΒ και οι προτάσεις του δημοσιεύτηκαν στο τελευταίο Special Report του συνδέσμου με θέμα: “4η Βιομηχανική Επανάσταση: Η Ελλάδα μπορεί να πρωταγωνιστήσει, με αιχμή την ταχύτερη υλοποίηση στρατηγικών από Πολιτεία και επιχειρήσεις».
Πιο αναλυτικά αναφέρονται τα εξής:
Η προσαρμογή στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη και αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανταγωνιστικότητας. Σε μια περίοδο ανατροπών στις διεθνείς παραγωγικές αλυσίδες μπορεί να δημιουργήσει νέες επενδυτικές ευκαιρίες. Ο ρόλος του ψηφιακού μετασχηματισμού παραμένει καθοριστικός στην αύξηση της συνεισφοράς της βιομηχανίας στο 15% του ΑΕΠ, μέσα από τη βελτίωση της αποδοτικότητας των γραμμών παραγωγής και των δικτύων εφοδιασμού. Οι τεχνολογίες αιχμής αποτελούν παράγοντα επιβίωσης σε συνθήκες έντασης του ανταγωνισμού στο μετά-Covid περιβάλλον, ενώ σε επίπεδο χώρας μπορεί να συμβάλλει σε ένα νέο παραγωγικό πρότυπο. Σε αντίθεση με τις εξωγενείς εξελίξεις που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα (όπως πχ στην ενέργεια), ο βηματισμός προς την 4η βιομηχανική εποχή εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από τη χώρα και τις επιχειρήσεις της.
Ο ψηφιακός μετασχηματισμός οικονομίας και επιχειρήσεων στη χώρα κινείται ταχύτερα σε σχέση με το παρελθόν αλλά όχι ακόμα αρκετά ώστε να κλείσει η ψαλίδα με την ΕΕ. Παρότι οι μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι επιταχύνουν τις τεχνολογικές επενδύσεις, η συνολική πορεία της Ελλάδας προς την 4η βιομηχανική εποχή πρέπει να αποκτήσει πυξίδα και ταχύτερο βηματισμό σύγκλισης με τις επιδόσεις της υπόλοιπης ΕΕ. Για παράδειγμα, οι πετυχημένες παρεμβάσεις ηλεκτρονικής διακυβέρνησης που άλλαξαν το τοπίο για τους πολίτες, τώρα πρέπει να εστιάσουν εξίσου και στις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Μετασχηματισμού του ΣΕΒ παρουσίασε ένα πλαίσιο προτάσεων για την περαιτέρω επιτάχυνση της τεχνολογικής προσαρμογής των επιχειρήσεων και την άμβλυνση του τεχνολογικού χάσματος της χώρας με την υπόλοιπη Ε.Ε.
Προτάσεις για την ταχύτερη προσαρμογή της Ελλάδας στη Βιομηχανία 4.0
- Ολοκλήρωση & συμφωνία εθνικής στρατηγικής. Στην Ε.Ε., 22 χώρες έχουν ήδη ολοκληρώσει το σχεδιασμό και πλέον υλοποιούν σχετικές πρωτοβουλίες. Στην Ελλάδα, πρόσφατα ανακοινώθηκε ένα πρώτο περίγραμμα του σχεδίου ανάπτυξης της βιομηχανίας, το οποίο όταν ολοκληρωθεί αναμένεται να εξειδικεύει τα θέματα «έξυπνου εργοστασίου». Η σημαντικότερη πρόκληση του εθνικού σχεδίου παραμένει ο δι-υπουργικός συντονισμός σε θέματα εργαλείων χρηματοδότησης, φορολογικών κινήτρων, μηχανισμών καινοτομίας, αναβάθμισης των δεξιοτήτων, μείωσης της γραφειοκρατίας στη δημόσια διοίκηση, κτλ.
-
Οι επιχειρήσεις να εστιάσουν σε τεχνολογίες αιχμής. Η πλειονότητα των επιχειρήσεων εξακολουθεί να μην επενδύει σε σύγχρονες τεχνολογίες και να εστιάζει σε συστήματα ξεπερασμένων δυνατοτήτων. Η πανδημία έχει μεν αναβάλει πολλές επενδύσεις, αλλά η υστέρηση σε σχέση με χώρες όπως η Δανία, το Βέλγιο και η Πορτογαλία (2η, 7η, 16η θέση αντίστοιχα) ήταν εμφανής από το 2020-2021. Η αλλαγή επιχειρηματικής φιλοσοφίας στην αξιοποίηση τεχνολογιών αιχμής είναι πλέον επιβεβλημένη ώστε να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Η επίδοση αναμένεται να βελτιωθεί μερικώς μόλις οι επενδύσεις των τεχνολογικών κολοσσών στην χώρα ωθήσουν στην αναβάθμιση των τοπικών επιχειρήσεων.
-
Προσαρμογή διοικητικών πρακτικών για να αξιοποιηθούν οι τεχνολογίες αιχμής. Στην προσπάθεια επανεκκίνησης στη μετά-Covid εποχή, οι επιχειρήσεις πρέπει να προσαρμόσουν ταχύτερα τα μοντέλα λειτουργίας και λήψης αποφάσεων στις ευκολίες που δίνουν οι τεχνολογίες Industry 4.0 (π.χ. IoT, τεχνητή νοημοσύνη, μηχανική μάθηση, επαυξημένη πραγματικότητα, κτλ). Μέχρι σήμερα, η πλειονότητα των επιχειρήσεων μετασχηματίζει τη λειτουργία τους με αργούς ρυθμούς με συνέπεια τις ιδιαίτερα χαμηλές επιδόσεις στο δείκτη πραγματικής διείσδυσης των τεχνολογιών αιχμής. Συγκρίσιμες χώρες όπως η Δανία, το Βέλγιο και η Πορτογαλία έχουν πολύ υψηλότερες επιδόσεις, ακόμα και μέσα στην πανδημία.
-
Ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής συστημάτων αιχμής. Η πρόοδος σε θέματα καινοτομίας είναι ιδιαίτερα εμφανής τα τελευταία χρόνια. Όμως, η 20η θέση στο δείκτη Innovation Scoreboard δείχνει ότι οι δυνατότητες μας να αναπτύσσουμε τεχνολογίες αιχμής μπορούν να βελτιωθούν περαιτέρω ώστε να είναι συγκρίσιμες με την ΕΕ. Αντίστοιχες επιδόσεις έχει η Πορτογαλία (19η θέση), αλλά η απόσταση παραμένει σημαντική από χώρες όπως η Δανία ή το Βέλγιο (3η και 4η θέση).
Η δυνατότητα ανάπτυξης τεχνολογιών αιχμής είναι πολλαπλά σημαντική. Τεχνολογίες διττής χρήσης όπως, Ιnternet οf Τhings (IoT), αυτόνομες μηχανές, τεχνητή νοημοσύνη, συστήματα επιτήρησης χώρων, λύσεις κυβερνο-ασφάλειας, κτλ., μπορούν να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας υψηλών προσόντων και αποδοχών για τους νέους, να αξιοποιηθούν άμεσα στη βιομηχανία και να ενισχύσουν την ασφάλεια / άμυνα της χώρας. -
Μεταστροφή της σημαντικής ψηφιακής υστέρησης των ΜμΕ. Ανάλογο εύρημα καταγράφεται σε πολλές χώρες της ΕΕ. Όμως, τα πολύ μικρά μεγέθη και η χαμηλή παραγωγικότητα των ΜμΕ στην Ελλάδα, θα έπρεπε να λειτουργούν επιταχυντικά ως προς την ενσωμάτωση τεχνολογιών Industry 4.0 για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς. Ο σχεδιασμός του νέου ΕΣΠΑ είναι στη σωστή κατεύθευνση συνδυάζοντας τη ψηφιακή αναβάθμιση με την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας διοχετεύοντας πόρους με κριτήρια τόσο τις διαφορετικές ανάγκες των ΜμΕ όσο και την τεχνολογική ένταση της κάθε επένδυσης.
-
Αναδιάταξη των προτεραιοτήτων της Βίβλου Ψηφιακού Μετασχηματισμού (ΒΨΜ) με κριτήριο τις ανάγκες της Βιομηχανίας 4.0. Παρότι η ΒΨΜ αποτελεί τομή στον τεχνολογικό σχεδιασμό της χώρας, δεν έχει ακόμα υλοποιήσει κρίσιμα έργα για τη Βιομηχανία 4.0. Η μεγάλη πλειοψηφία των έργων της εστιάζει στην ψηφιακή μετάβαση του δημοσίου τομέα. Περίπου 20 από τα 450 έργα της εστιάζουν εμφανώς στη Βιομηχανία 4.0, και μόνο λίγα από αυτά είναι σε εξέλιξη (πχ το Digitometer, το Εθνικό Δίκτυο Κόμβων Ψηφιακής Καινοτομίας, η Εθνική Πλατφόρμα για την Ψηφιακή Βιομηχανία και η εργαλειοθήκη κυβερνο-ασφάλειας). Η ταχύτητα υλοποίησης των έργων της ΒΨΜ που αφορούν (και) επιχειρήσεις είναι πλέον κρίσιμος παράγοντας συνεισφοράς της ΒΨΜ στην οικονομική ανάπτυξη.
-
Ταχύτερη διάθεση πόρων της ΕΕ σε έργα για τη Βιομηχανία 4.0. Ο σχεδιασμός του Ταμείου Ανάκαμψης (ΤΑΑ) ανακοινώθηκε πριν από ένα χρόνο.
Περιλαμβάνει επιχορηγήσεις άνω των Euro500εκ. για το γενικότερο ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων αλλά και σημαντικούς πόρους για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων. Ένα χρόνο μετά, είναι απαραίτητο να ξεκινήσει η υλοποίηση των σχετικών δράσεων του ΤΑΑ μέσα από την εξειδίκευση συγκεκριμένων επιλέξιμων δαπανών και διαδικασιών ένταξης, ώστε οι επιχειρήσεις να γνωρίζουν πως / πότε θα αξιοποιήσουν τα σχετικά κίνητρα.
Επιπλέον, σημειώνεται ότι η πολύ μεγάλη εστίαση του επιχορηγούμενου σκέλους του ΤΑΑ σε μικρότερες επιχειρήσεις αποτελεί μια εθνική επιλογή, παρότι οι κανόνες της ΕΕ επιτρέπουν τη λελογισμένη συμμετοχή των μεγαλύτερων επιχειρήσεων. Συνεπώς, μια λελογισμένη αναμόρφωση του ΤΑΑ στην κατεύθυνση της παροχής επενδυτικών κινήτρων σε μεσαίες ή μεγαλύτερες επιχειρήσεις θα συνεισφέρει στην ταχύτερη διάθεση των πόρων, στην επίτευξη μεγαλύτερου αναπτυξιακού αποτυπώματος και στη μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα με το ΕΣΠΑ (που παραδοσιακά απευθύνεται σε ΜμΕ). Η επιτυχία του ΤΑΑ (όπως και του νέου αναπτυξιακού νόμου) πλέον εξαρτάται από την ταχύτητα διάθεσης των πόρων σε επενδύσεις με μεγαλύτερα πολλαπλασιαστικά οφέλη.
Συνοψίζοντας, η Ελλάδα μπορεί να κάνει άμεσα πολύ σαφή βήματα για τη μετάβαση στη Βιομηχανία 4.0.
Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις που παρουσίασε ο ΣΕΒ στο βιομηχανικό συνέδριο του το Δεκέμβριο 2019 παραμένουν επίκαιρες και συνεχίζουν να είναι μια ολοκληρωμένη βάση για να συγκλίνει η χώρα με τις επιδόσεις της ΕΕ. Ο σύνδεσμος στο σχετικό ενημερωτικό δελτίο του σημειώνει ότι οι 12 από τις 21 αυτές προτάσεις έχουν ξεκινήσει, αλλά με τις περισσότερες να βρίσκονται ακόμη σε αρχικό στάδιο. Μόλις μία έχει ολοκληρωθεί (τα ενισχυμένα κίνητρα R&D) ενώ 8 δράσεις παραμένουν χωρίς εξέλιξη.
Τέλος αναφέρεται ότι, σημαντικές προκλήσεις, παραμένουν, τόσο η υιοθέτηση ολοκληρωμένης στρατηγικής, ώστε να βελτιωθεί ο συντονισμός των σχετικών δημόσιων πολιτικών, όσο και η αντιστροφή της διστακτικότητας πολλών επιχειρήσεων να υιοθετήσουν τεχνολογίες αιχμής και να προχωρήσουν σε υποκατάσταση ξεπερασμένων διοικητικών πρακτικών.