Τα πρόσφατα γεγονότα του Ιουλίου στη Κύπρο, για να είμαστε ρεαλιστές, αποτελούν μία μεγάλη διπλωματική ήττα της χώρας μας. Ο Ερντογάν, μαζί με το τσιράκι του τον Τατάρ, δήλωσαν ότι ανοίγει ο εποικισμός του 3,5% της πόλης των Βαρωσίων υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση και κάλεσε τους Ελληνοκύπριους, μέσω της “επιτροπής ακίνητης περιουσίας”, όπως την ονομάζουν, που λειτουργεί στα Βαρώσια, να πάρουν τις περιουσίες τους, γεγονός που αποτελεί μία παραπλάνηση και έρχεται σε αντίθεση με τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών.
Ακούσαμε τις συγκινητικές δηλώσεις του πρωθυπουργού μας, ωστόσο έχουμε στεγνώσει από δάκρυα, καθόσον η τακτική της υποχωρητικότητας που ακολούθησε η κυβέρνηση τα τελευταία δύο χρόνια ,που επηρέασε και το Κυπριακό, φθάσαμε σε αυτό το δυσάρεστο για τα ελληνικά χρώματα αποτέλεσμα. Ένα αποτέλεσμα που το γνωρίζαμε,αφού ο Ερντογάν μας το είχε αναγγείλει προ πολλών μηνών.
Αυτό που δεν έχω καταλάβει, είναι γιατί πρέπει κάθε φορά να τρέχουμε πίσω από τις εξελίξεις, όπως έγινε και με την τουρκολιβυκή συμφωνία. Και γιατί στη συνέχεια, κάθε φορά εκ των υστέρων, να ζητάμε την παρέμβαση του ΟΗΕ για τυπικούς νομικούς λόγους και όχι ουσιαστικούς για την εφαρμογή του διεθνούς δικαίου. Ας μας πει κάποιος, πότε εφαρμόστηκαν οι αποφάσεις του ΟΗΕ για το Κυπριακό; 47 χρόνια πέρασαν και καμία απόφαση δεν εφαρμόστηκε . Αντιθέτως, στη διάσκεψη της Γενεύης, ο ίδιος ο Γκουτέρες προσπάθησε να ναρκοθετήσει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας ,προωθώντας τα τουρκικά συμφέροντα για δύο ανεξάρτητα κράτη στη Κύπρο. Τόσες διαδοχικές σύνοδοι κορυφής της ΕΕ πέρασαν, και οι κύριοι Μητσοτάκης και Αναστασιάδης, ουδέποτε θέλησαν να ταράξουν τα νερά της Γερμανίας θέτοντας veto, τόσο για τα οικονομικά τουρκικά προνόμια, όσο και για τα ανθρώπινα δικαιώματα που καταπατούνται βάναυσα από το καθεστώς του Ερντογάν. Καλό είναι να θυμηθούμε και εκείνες τις περιβόητες οικονομικές κυρώσεις της ΕΕ σε βάρος της Τουρκίας που έγιναν “κουρελόχαρτο” μεταφοράς από τραπέζι σε τραπέζι και τελικά κατέληξαν στο καλάθι των αχρήστων.
Τώρα, έχουμε τις δηλώσεις συμπαράστασης από την ΕΕ, τις ΗΠΑ, την Γαλλία, το Ισραήλ, την Μεγάλη Βρετανία και την Ρωσία. Ωστόσο, αν αυτές δεν συνδέονται με αυστηρά μέτρα πίεσης στη Τουρκία, είναι για παρηγοριά στον άρρωστο. Είδαμε και τη Γερμανική αναιμική αντίδραση που ουσιαστικά χαϊδεύει τον Ερντογάν. Και θα ακολουθήσουν ενδεχομένως και άλλες, από διάφορες φιλικές προς την Ελλάδα και Κύπρο χώρες. Μην κοροϊδευόμαστε, βρήκαν οι μεγάλες δυνάμεις ΕΕ( ουσιαστικά η Γερμανία) και οι ΗΠΑ την πατρίδα μας αδύναμη οικονομικά και αμυντικά με μία ασθενή κυβέρνηση που δεν γνωρίζει τη λέξη ” όχι ”, φοβισμένη, που τους κάνει όλα τα χατίρια λόγω αδυναμίας, χωρίς να έχει ουσιαστικά οφέλη, να παίζουν σε βάρος μας τα δικά τους συμφέροντα.
Αυτό που ενδεχομένως γνωρίζουμε, ωστόσο ακολουθούμε αντίθετες λογικές, είναι ότι το Κυπριακό αποτελεί για την Τουρκία μείζον στρατηγικό θέμα, τόσο για την ασφάλειά της, όπως επικαλείται, όσο και για τον έλεγχο της νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Η Κύπρος αποτελεί γεωστρατηγικό σημείο στη καρδιά της Μεσογείου. Αυτός που το κατέχει, ελέγχει τη περιοχή με ότι αυτό συνεπάγεται. Ανέκαθεν, η Τουρκία ήθελε να εισβάλει στη Κύπρο και η αφορμή της δόθηκε με την ελληνική χουντική ” προδοσία” του 1974, όμως ποτέ δεν άνοιξε ο φάκελος της Κύπρου. Ο σχεδιασμός της ήταν και είναι η προσάρτηση του βορείου μέρους στη Τουρκία και αυτό θα επιτευχθεί με τη δημιουργία δύο ανεξάρτητων κρατών στη Κύπρο. Τόσους εποίκους μετέφεραν τα προηγούμενα χρόνια, οπότε με ένα ψευδο δημοψήφισμα, όπως έγινε και με την εκλογή του Τατάρ, θα ενσωματώσουν το βόρειο μέρος στη Τουρκία. Ωστόσο,δεν επιθυμούν το νότιο μέρος να βρίσκεται σε Ελληνικά χέρια για πολλούς λόγους και για αυτό θα φροντίσουν στη συνέχεια, βρίσκοντας κάποια αφορμή, που θα προκαλέσουν οι ίδιοι, αν δεν τους την δώσουμε εμείς οι έξυπνοι. Αυτή θα είναι η κύρια αποστολή της βάσης drones που θα δημιουργήσουν.
Βλέπουμε, ότι το στρατηγικό σχέδιο της Τουρκίας δεν είναι εφεύρεση του Ερντογάν. Είναι η χαραγμένη βαθιά εθνική στρατηγική της, η οποία βήμα – βήμα και με την συνεχή ρητορική της, προσεγγίζει τους στόχους της στη Κύπρο. Η ίδια ακριβώς εθνική στρατηγική επιχειρείται στο Αιγαίο ανεξάρτητα της εκάστοτε ηγεσίας της. Μην γελιώμαστε ότι αν πέσει ο Ερντογάν θα έχουμε αλλαγή πλεύσης της Τουρκίας. Απλά, ο Ερντογάν προσπαθεί να πραγματοποιήσει το όραμά του, (παιδικό του όνειρο) λόγω της παγκόσμιας πολιτικής αστάθειας, των συγκυριών της οικονομίας μας ,του παρορμητικού του χαρακτήρα, αισθανόμενος παράλληλα ότι υπερέχει αμυντικά έναντι της Ελλάδας στη παρούσα χρονική περίοδο. Ενισχύει και προωθεί με την σχεδόν καθημερινή του ρητορική, τις επιδιώξεις του στο Αιγαίο, κάμπτοντας σταδιακά τις αντίθετες λογικές των διεθνών ερεισμάτων και παγκόσμιων δυνάμεων, εκμεταλλευόμενος και την γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας, ώστε να επιβάλει τετελεσμένα σε βάρος μας και όχι μόνο. Η πατρίδα μας, προβάλλοντας σωστά το διεθνές δίκαιο ,το δίκαιο της θάλασσας ,τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, προσπαθεί να αμυνθεί. Ωστόσο, δεν καταλαβαίνει η κυβέρνηση ότι αυτά από μόνα τους δεν είναι αρκετά; Δεν καταλαβαίνει, ότι έχοντας ως βάση πολιτικής όλα αυτά, η συνταγή της τακτικής που ακολουθεί και εφαρμόζει είναι λανθασμένη λόγω του αποτελέσματος ;
Αυτά, δεν τα βλέπει το πολιτικό μας σύστημα; Πότε επιτέλους θα συνεννοηθούμε μεταξύ μας, να εφαρμόσουμε μία εθνική στρατηγική για όλα τα θέματα που επηρεάζουν την ασφάλεια της πατρίδας μας και της Κύπρου ανεξάρτητα της εκάστοτε κυβέρνησης; Τί έγινε με εκείνο το περιβόητο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας που έμεινε στα λόγια;
Θέλω να ελπίζω, ότι η κυβέρνηση πήρε τα μαθήματά της μέσα από τα λάθη της, και στο εξής με την συνεννόηση και των άλλων κομμάτων της βουλής, θα εφαρμόσει ένα άλλο μείγμα πολιτικής, που θα εγγυηθεί τα ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Του Γιώργου Σπ. Τσιτσιλιάνου