Άρθρο της Κατερίνας Ιγγλέζη*
Κάθε καλοκαίρι το ζήτημα των δασικών πυρκαγιών επανέρχεται στην επικαιρότητα. Οι συζητήσεις που γίνονται αφορούν τα μέτρα πρόληψης που λαμβάνονται, την επάρκεια των πόρων και του χρόνου για την προετοιμασία των μηχανισμών καταστολής, το ρόλο της κλιματικής αλλαγής στην τρωτότητα των μεσογειακών δασικών οικοσυστημάτων καθώς και το ρόλο του ανθρώπινου παράγοντα. Ως εκ τούτου, ο δημόσιος διάλογος περιστρέφεται γύρω από τις αρχές της πρόληψης και της προφύλαξης.
Το ζήτημα των δασικών πυρκαγιών, όμως, ενέχει και μια πολύ σημαντική παράμετρο, την οποία συχνά υποτιμάμε κάτω από το βάρος της καταστροφής. Κι αυτή είναι η αποκατάσταση. Η περίπτωση των Κυθήρων αναδεικνύει μια προσέγγιση για την αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζημιών και στην προκειμένη την αποκατάσταση από την πυρκαγιά, ανιχνεύοντας ταυτόχρονα τις δυνατότητες αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος.
Το περσινό καλοκαίρι η φωτιά στο νησί των Κυθήρων είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, τόσο για τη σφοδρότητά της όσο και για την έκταση της καταστροφής. Καταστράφηκε σημαντικό μέρος του νησιού, 25.000 στρέμματα. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην περίπτωση των Κυθήρων είναι το τι έγινε την επόμενη μέρα, ο τρόπος δηλαδή που αντιμετωπίστηκε η αποκατάσταση των καμένων περιοχών. Με πρωτοβουλία της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης, σε συνεργασία με την Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας, ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια για την αποκατάσταση της καταστροφής αλλά παράλληλα και την πρόληψη μελλοντικών. Στην προσπάθεια αυτή συντάχθηκαν φορείς, η δημοτική αρχή, επιστημονικά ινστιτούτα αλλά και οι ίδιοι οι πολίτες. Κι αυτό είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο.
Οι δράσεις του Προγράμματος για την αναγέννηση των Κυθήρων στοχεύουν όχι μόνο στην αποκατάσταση της περιοχής με την υποστήριξη της ανάπτυξης της φυσικής βλάστησης και με σημειακές αναδασώσεις, αλλά και στην ενίσχυση της τοπικής οικονομίας, τη στήριξη των τοπικών δραστηριοτήτων και προϊόντων, όπως είναι για παράδειγμα το μέλι ή η κτηνοτροφία, την αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων γεωργικών εκτάσεων, την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και την περιβαλλοντική εκπαίδευση. Εν τέλει, διαπιστώνει κανείς ότι η αποκατάσταση και η περιβαλλοντική αναβάθμιση του νησιού έχουν στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξή του. Αποσκοπούν στην ενεργοποίηση όλων ώστε ο φυσικός πλούτος του νησιού να αναγεννηθεί και μέσα από αυτή τη διαδικασία να γίνει μέρος της συνείδησης όλων η σπουδαιότητά του.
Για τους περισσότερους η επόμενη μέρα μιας πυρκαγιάς είναι η συνέχεια του εφιάλτη της φωτιάς. Μια γη που κηρύσσεται αναδασωτέα αλλά κινδυνεύει από καταπατήσεις, εκχερσώσεις, παράνομη βόσκηση που δεν την αφήνει να αναγεννηθεί και πολλά ακόμα. Τα Κύθηρα όμως, μας δείχνουν ότι ο καλύτερος τρόπος προστασίας και η αισιοδοξία μετά την καταστροφή εκπορεύονται από την ίδια τη θέληση να συνυπάρξει ο άνθρωπος με τη φύση. Εκπονήθηκαν μελέτες, οργανώθηκαν και κινητοποιήθηκαν εθελοντές, συμμετείχαν οι μαθητές και η τοπική κοινωνία, έγιναν εργαστήρια και δράσεις αποκατάστασης. Κι αυτή είναι η καλύτερη εγγύηση για την προστασία του νησιού από τις πυρκαγιές. Οι ίδιοι οι άνθρωποί του.
Εν τέλει, αυτό που αποδεικνύεται είναι το γεγονός ότι η αειφορία και η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι κάτι ιδεατό που θα προκύψει τυχαία. Οι ίδιες οι αποφάσεις και οι πράξεις μας είναι αυτές που αποδεικνύουν ότι μπορούμε να διασφαλίσουμε ένα καλύτερο μέλλον για τις επόμενες γενιές και ένα φυσικό περιβάλλον που θα αποτελέσει τη βάση για την ανάπτυξή τους.
* Η Κατερίνα Ιγγλέζη είναι δασολόγος, βουλευτής Νομού Χαλκιδικής του ΣΥΡΙΖΑ και Πρόεδρος της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Προστασίας Περιβάλλοντος της Βουλής.