charchalakis-venardos

Με μία εκτενή κοινή δήλωση, ο Δήμαρχος Κυθήρων Ευστράτιος Χαρχαλάκης και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Εγχώριας Περιουσίας (ΕΕΠΚΑ) Ευάγγελος Βενάρδος επιχειρούν να δώσουν ένα τέλος στις δημόσιες αντιπαραθέσεις σχετικά με τη διοίκηση και διαχείριση των Ιερών Προσκυνημάτων του νησιού. Η δήλωση αυτή σηματοδοτεί μια σημαντική υποχώρηση στις προχθεσινές επιθέσεις του Δημάρχου για περαιτέρω νομικές ενέργειες κατά του Μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφείμ, καθώς αναφέρεται πως το θέμα θεωρείται πλέον «λήξαν, νομικά και ουσιαστικά». Χαρακτηριστική είναι η στροφή 180 μοιρών στη στάση του Δημάρχου όσον αφορά την αναγγελία νομικών ενεργειών των τελευταίων ημερών καθώς, όπως αναφέρεται στην κοινή δήλωση, «ο Δήμος και η Εγχώριος Περιουσία επεξεργάζονται ήδη την διοργάνωση μείζονος τιμητικής εκδήλωσης προς το πρόσωπο του Μητροπολίτη, με προσκεκλημένες εξέχουσες προσωπικότητες…».

Βασικά σημεία της κοινής δήλωσης

  1. Τερματισμός Νομικών Ενεργειών: Ο Δήμαρχος και ο Πρόεδρος της Εγχώριας Περιουσίας τονίζουν ότι αυτή είναι η τελευταία τοποθέτησή τους επί του ζητήματος και ότι δεν θα προβούν σε περαιτέρω νομικές ενέργειες κατά του Μητροπολίτη, παρά τις αρχικές αναφορές περί προσφυγών στη Δικαιοσύνη. Φαίνεται πως η παρέμβαση των εκπροσώπων των κυθηραϊκών σωματείων επηρέασε καταλυτικά τη στάση του Δημάρχου που κατά το τελευταίο διάστημα διατυμπάνιζε ότι θα ζητήσει αποζημίωση €35.000 από την Μητρόπολη και την Σύνοδο για λογαριασμό Δήμου και Εγχωρίου (για τα δικαστικά έξοδα, πράγμα που δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο αν έχει αποσυρθεί από το «τραπέζι» της αντιπαράθεσης).
  2. Υπογράμμιση της Απόφασης του ΣτΕ: Η κοινή δήλωση αναφέρεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (1475/2024 και 1476/2024), οι οποίες, όπως υποστηρίζουν οι συντάκτες της, επιβεβαιώνουν τη διοίκηση και διαχείριση των Ιερών Προσκυνημάτων από την Εγχώρια Περιουσία, απορρίπτοντας πλήρως τις αιτιάσεις της Εκκλησίας.
  3. Κριτική στις Δηλώσεις του Μητροπολίτη: Ο Δήμαρχος και ο Πρόεδρος της Εγχώριας Περιουσίας χαρακτηρίζουν τις δηλώσεις του Μητροπολίτη για «αόρατα χέρια» και «παρεμβάσεις» ως αναπόδεικτες και προσβλητικές για τη Δικαιοσύνη, καλώντας τον να ανακαλέσει (άνευ άλλης αναγγελίας δικαστικών ενεργειών…).
  4. Κάλεσμα για Ενότητα: Η δήλωση κλείνει με έκκληση για ενότητα και συνεργασία, υπογραμμίζοντας τη σημασία των διακριτών ρόλων Δήμου, Εγχώριας Περιουσίας και Εκκλησίας, όπως αυτοί οριοθετούνται από τη νομοθεσία και τη δικαστική πραγματικότητα.

Η απόφαση του Δημάρχου να μην προχωρήσει σε περαιτέρω νομικές ενέργειες ερμηνεύεται ως μια προσπάθεια εκτόνωσης της έντασης και αποκατάστασης της ισορροπίας στη σχέση Δήμου και Εκκλησίας. Παρά την έντονη αντιπαράθεση των προηγούμενων μηνών, το μήνυμα που επιχειρεί να περάσει η κοινή δήλωση είναι η ανάγκη για σεβασμό των δικαστικών αποφάσεων και διατήρηση της ενότητας του Κυθηραϊκού λαού.

Η στάση του Δημάρχου έχει ήδη προκαλέσει συζητήσεις από διάφορους κύκλους, με κάποιους να τη χαρακτηρίζουν κίνηση κατευνασμού και άλλους να την ερμηνεύουν ως ένδειξη υπευθυνότητας. Παράλληλα, το ερώτημα παραμένει εάν αυτή η δήλωση θα σηματοδοτήσει πραγματικά το τέλος των διενέξεων ή αν η ένταση μεταξύ των δύο θεσμών θα αναζωπυρωθεί στο μέλλον. Τίποτα δεν μπορεί να είναι βέβαιο, μέχρι να δούμε και τις αντιδράσεις της άλλης πλευράς.

Διαβάστε παρακάτω την κοινή δήλωση:

ΚΟΙΝΗ ΔΗΛΩΣΗ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΚΥΘΗΡΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΓΧΩΡΙΟΥ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

Κυθήριες και Κυθήριοι,

Μετά την επίσημη δημοσίευση των αποφάσεων του ΣτΕ με αρ. 1475/2024 και 1476/2024 (Τμήμα Γ΄), υπό την προεδρία του Αντιπροέδρου του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου κ. Διομήδους Κυριλλοπούλου, οφείλουμε να δώσουμε μια πλήρη και αναλυτική απάντηση σε όσα ανέφερε ο Σεβ. Μητροπολίτης Κυθήρων και Αντικυθήρων κ. Σεραφείμ, στην από 16-10-2024 δημόσια ανακοίνωσή του εν σχέσει με τα Ιερά Προσκυνήματα της νήσου των Κυθήρων αλλά και στο από 17-11-2024 Ψήφισμα των Ιερέων της Μητροπόλεως Κυθήρων. Διευκρινίζουμε εξαρχής ότι η απάντησή μας αυτή σκοπό έχει να ενημερώσει  και να άρει τεκμηριωμένα τις όποιες παρερμηνείες – αυθαίρετες απόψεις διακινούνται και ως εκ τούτου είναι η τελευταία και δεν θα επανέλθουμε ποτέ ξανά στο θέμα, καθώς αυτό θεωρείται πλέον λήξαν οριστικά και αμετάκλητα.

  1. Αρχικώς να διευκρινίσουμε ότι η αρμοδιότητα κρίσης των συγκεκριμένων αιτήσεων ακύρωσης που υπέβαλαν η Εκκλησία της Ελλάδος και η Ιερά Μητρόπολη Κυθήρων το 2017 ανήκει αποκλειστικά στην 7μελή σύνθεση του Γ΄ Τμήματος του ΣτΕ και ΟΧΙ στην Ολομέλεια, όπως αβασίμως και λανθασμένα ισχυρίζεται ο Μητροπολίτης. Και τούτο διότι, σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 2 του Π.Δ.18/1989, η Ολομέλεια είναι αρμόδια μόνο για: α) ζήτημα ή υπόθεση που παραπέμπεται ενώπιόν της με απόφαση Τμήματος λόγω μεγαλύτερης σπουδαιότητας, ιδίως όταν πρόκειται για θέματα γενικότερης σημασίας, β) ζήτημα ή υπόθεση που παραπέμπεται ενώπιόν της υποχρεωτικά με απόφαση Τμήματος όταν αυτό έχει ήδη κρίνει τυπικό νόμο ως αντισυνταγματικό (σημειώνεται ότι ο Νόμος της Εγχωρίου κρίθηκε συνταγματικός άπαξ το 1986 και αυτό αποτελεί οριστική και αμετάκλητη κρίση που δεσμεύει κάθε επόμενη) και γ) κάθε υπόθεση που παραπέμπει σε αυτήν ο Πρόεδρος του ΣτΕ όταν κρίνει ότι αυτή έχει «όλως εξαιρετική σπουδαιότητα». Με λίγα λόγια, ο Μητροπολίτης λανθάνει νομικά και ουσιαστικά ως προς την αρμοδιότητα της Ολομέλειας επί του συγκεκριμένου θέματος. Και είναι να απορεί κανείς πως είναι τόσο σίγουρος και πόθεν προέρχεται η βεβαιότητά του ότι η εκδίκαση των προσφυγών αυτών από την Ολομέλεια θα είχε αντίθετη έκβαση από αυτήν που είχε στην επταμελή σύνθεση του Γ΄ Τμήματος που είναι το μόνο αρμόδιο;
  2. Ασφαλώς δεν μπορεί να αποκλειστεί το δικαίωμα κάποιου να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, ακόμη και όταν τούτο γίνεται κατά τρόπο προδήλως αβάσιμο. Υπό την έννοια αυτήν η Εκκλησία είχε δικαίωμα άσκησης αιτήσεων ακύρωσης στο ΣτΕ το 2017, με αφορμή την επικαιροποίηση του Π.Δ.272/85, γνώριζε όμως, ότι οι διατάξεις του προσβαλλόμενου Π.Δ. είχαν σκοπό μόνο την προσαρμογή του Π.Δ. 272/85 στη νέα δομή της τοπικής αυτοδιοίκησης, χωρίς με αυτές να μεταβάλλεται το ισχύον θεσμικό πλαίσιο και συνεπώς γνώριζε εκ των προτέρων ότι αλυσιτελώς ενεργούσε. Για το λόγο αυτόν η εκ μέρους της Εκκλησίας άσκηση των εν λόγω αιτήσεων ακύρωσης δικαίως χαρακτηρίζεται ως προκλητική και αναίτια, γεγονός άλλωστε που απεδείχθη περίτρανα από τις αποφάσεις του ΣτΕ και το ουσιαστικό σκεπτικό τους. Δεκάδες άνθρωποι τα έλεγαν τότε στο Μητροπολίτη, αλλά εκείνος επέμενε.
  3. Ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, στον οποίο συχνά αναφέρεται ο Μητροπολίτης, ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΟΥΣΙΩΔΩΣ με το Νόμο για την Εγχώριο Περιουσία, ειδικά και αποκλειστικά για τα Ιερά Προσκυνήματα των Κυθήρων. Αυτό δέχθηκαν με απόλυτη σαφήνεια και κατηγορηματικά οι αποφάσεις του ΣτΕ που αναφέρουν χαρακτηριστικά: «Επειδή ο Ν.1416/1984, τροποποιώντας, κατ΄ουσίαν, το άρθρο 59 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος (Ν.590/1977) […] όρισε ότι, ειδικώς, η διαχείριση της εγχώριας περιουσίας των νήσων Κυθήρων και Αντικυθήρων, στην οποία περιλαμβάνεται η περιουσία των ιερών προσκυνημάτων της Παναγίας της Μυρτιδιώτισσας, της Αγίας Μόνης και του Αγίου Ιωάννου του εν κρημνώ, καθώς και των ανηκόντων σε αυτά παρεκκλησίων, ανήκει στην Επιτροπή Εγχώριας Περιουσίας […]» (σκέψη 8). Συνεπώς ο ΚΧ ΔΕΝ ισχύει και ΔΕΝ εφαρμόζεται στην περίπτωση της διοίκησης και διαχείρισης των Ιερών Προσκυνημάτων των Κυθήρων διότι το ΣτΕ έκρινε (και το 1986 και το 2024) ότι το Κράτος έχει αναφαίρετο το δικαίωμα, ως κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, να ρυθμίζει ζητήματα διαχείρισης και διοίκησης εκκλησιαστικών ιδρυμάτων, Μονών κ.λπ. κατά την απόλυτη κρίση του. Υπενθυμίζουμε στον Μητροπολίτη ότι η διοίκηση και διαχείριση τέτοιων ζητημάτων αμιγώς διοικητικής φύσεως – που δεν επηρεάζουν ούτε το Δόγμα ούτε τη Θεία Λατρεία – δεν ασκείται με βάση τους Ιερούς Κανόνες, αλλά τους Νόμους του Κράτους. Γεννάται λοιπόν εύλογα το ερώτημα: αν αύριο η Κυβέρνηση αποφασίσει να υπαγάγει στο Δημόσιο Λογιστικό και τη Διαύγεια όλους τους Ναούς και τις Μητροπόλεις της Ελλάδος, ο Μητροπολίτης Κυθήρων θα αντιδράσει με το επιχείρημα ότι αυτό το «απαγορεύει η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος του 451 μ.Χ»;
  4. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Ναών και Μονών στην Επτάνησο είναι ιδιαίτερο και έχει σαφή διάκριση σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα. Όπως έχει δεχθεί ο Άρειος Πάγος (Απόφ. 475/2016, Γ΄ Πολιτικό Τμήμα), ειδικώς στην περίπτωση των Επτανήσων, σύμφωνα με το άρθρο 74 του Ν.2200/1940 «Περί Ιερών Ναών και Εφημερίων» οι ιεροί ναοί διακρίνονταν σε α) ενοριακούς, β) συναδελφικούς, γ) κτητορικούς, δ) κοινοτικούς και ε) ιδιόκτητους. Με νομοθετικό διάταγμα του Γενικού Προνοητή Θαλάσσης της 26/08/1754 κωδικοποιήθηκαν όλα τα διατάγματα, νόμοι, κανονισμοί και εφαρμοζόμενες πρακτικές της Επτανήσου εν σχέσει με τη διάκριση των Ιερών Ναών και Μονών. Με το διάταγμα αυτό, οι ναοί της Επτανήσου διακρίνονταν σε δύο κατηγορίες, τους συναδελφικούς, δηλαδή σε εκείνους που ανήγειραν και συντηρούσαν με ίσες εισφορές οι συνάδελφοι και στους πατρωνικούς-υπο πατρωνεία. Οι τελευταίοι (πατρωνικοί ναοί και μονές) διαχωρίζονταν στους ναούς ιδιωτικού δικαίου (jus patronato privato) και στους δημοσίου δικαίου ή υπό δημόσια πατρωνεία (jus patronato publico)Τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης των ναών αυτών ασκούσε η διοίκηση κάθε νησιού της Επτανήσου και σε καμία περίπτωση η τοπική Μητρόπολη. Οι κανονισμοί και θεσμοί που αφορούσαν τους ναούς των Επτανήσων αλλά και η κωδικοποίηση αυτών από τον Γενικό Προνοητή Θαλάσσης διατηρήθηκαν και στα χρόνια της ξένης επικυριαρχίας των Ιονίων Νήσων, μετά τους Ενετούς, και μέχρι την Ένωσή τους με την Ελλάδα το 1864. Όμως και μετά την Ένωση, το κύρος των κανονισμών αυτών διατηρήθηκε σε ισχύ σύμφωνα με το Ν. ΡΝ/1866, ενώ ειδική ρύθμιση για τους Ναούς των Επτανήσων συμπεριελήφθη και στον Α.Ν.2200/1940Τα Ιερά Προσκυνήματα των Κυθήρων ουδέποτε ανήκαν – ούτε καν πιθανολογείται ότι ανήκαν (φράση που αναφέρεται αυτολεξεί στην απόφαση του ΣτΕ 1956/1986) – στην διαχείριση της Εκκλησίας, όπως εξάλλου έχει αποδεχθεί και το ΣτΕ (1956/1986). Αντιθέτως, τεκμαίρεται με αδιάσειστα ιστορικά, εθιμικά και νομικά στοιχεία ότι συνιστούσαν ανέκαθεν Ναούς και Μονές υπό πατρωνεία δημοσίου δικαίου (jus patronato publico).
  5. Ο χαρακτήρας των Ιερών Προσκυνημάτων ΔΕΝ σχετίζεται με το που αυτά ανήκουν κατά κυριότητα ή με το σε ποιόν φορέα ανήκει η οικονομική διαχείριση και διοίκησή τους. Είτε ήταν Μονές είτε όχι, η κυριότητά τους δεν ανήκε ΠΟΤΕ στην Εκκλησία αλλά ανήκε ΠΑΝΤΑ στο λαό των Κυθήρων ως jus patronato publicoΑκόμα και όταν – με «Νόμους» των κατοχικών «Κυβερνήσεων» – διορίστηκε Πρόεδρος της Εγχωρίου Περιουσίας ο εκάστοτε Μητροπολίτης Κυθήρων, εκείνος διοικούσε τα Ιερά Προσκυνήματα ΟΧΙ υπό την αρχιερατική του ιδιότητα, ΟΥΤΕ ως εάν αυτά να ανήκαν στην Εκκλησία, αλλά αποκλειστικά με την ιδιότητα του Προέδρου της Εγχωρίου και μόνον. Ο Μητροπολίτης παρακάμπτει σημαντικά και αδιαμφισβήτητα στοιχεία που αποδεικνύουν τα παραπάνω και αναφέρει ελάχιστες παραπομπές, με άκρως επιδερμικό τρόπο, που δεν δύνανται να αναιρέσουν ένα ιστορικά αποδεδειγμένο status quo σχεδόν 4 αιώνων. Και εφόσον ο Σεβ/τος θέλει «να ακριβολογούμε και να μην αοριστολογούμε», ας αναφέρουμε μερικά, εντελώς ενδεικτικά αποδεικτικά στοιχεία του λαϊκού χαρακτήρα των Ιερών Προσκυνημάτων των Κυθήρων που είναι δημοσιευμένα:
  • Στο Inventario Ecclesiastico του 1675, το οποίο αναφέρει σε βιβλίο της η σπουδαία βυζαντινολόγος Χρύσα Μαλτέζου και φυλάσσεται στο αρχείο των Κυθήρων (σε αντίθεση με άλλα αποδεικτικά στοιχεία του λαϊκού χαρακτήρα των Προσκυνημάτων που λύκοι άρπαγες κατέκλεψαν πριν χρόνια), καταγράφεται με απόφαση του Προνοητή Σούδας – δηλαδή της πολιτικής εξουσίας και όχι της εκκλησιαστικής – η κινητή και ακίνητη περιουσία όλων των Μονών και Ναών των Κυθήρων που ανήκουν στο Δημόσιο, περιλαμβανομένης της Μυρτιδιώτισσας. Είναι η αρχαιότερη καταγραφή και απόδειξη του λαϊκού και δημόσιου χαρακτήρα των Προσκυνημάτων των Κυθήρων.
  • Στις 28-09-1776 υπογράφεται πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής του Προσκυνήματος των Μυρτιδίων. Τα Μυρτίδια κατά την Ενετοκρατία παραχωρούνταν ισοβίως με δουκικό (και όχι εκκλησιαστικό) διάταγμα σε εκπρόσωπο των αρχόντων.
  • Στις 28-12-1799, μετά από τοπική επανάσταση που επικυρώνεται με συμβολαιογραφική πράξη του Δημόσιου Νοταρίου του Μυλοποτάμου, ο λαός αφαιρεί τη διοίκηση της Μυρτιδιώτισσας από τους ευγενείς. Ταυτόχρονα το αυτό πράττει και για το Ναό του Αγ. Νικολάου στον Αβλέμωνα, ζήτημα που θα τεθεί σύντομα.
  • Στο Inventario του 1825, αναφέρεται ότι το Προσκύνημα των Μυρτιδίων ήταν «αυθεντικόν», δηλαδή ανήκε στο Δημόσιο.
  • Στον Κανονισμό της Μυρτιδιώτισσας του 1827, αναφέρεται ότι η Μονή είναι δημόσια, η οικονομική διοίκηση ανήκει στον Έπαρχο Κυθήρων και στο Βρετανό Τοποτηρητή που με κοινή απόφαση επέλεγαν τον Ηγούμενο και η εκλογή του επικυρωνόταν από την Ιόνιο Γερουσία στην Κέρκυρα (πλήρης απουσία της Εκκλησίας ακόμα και στην εκλογή του Ηγουμένου!).
  • Στη «Ρηματογραφία» του Επάρχου Κυθήρων Ιωάννη Καλούτση και του Επαρχιακού Συμβουλίου, στις 12-10-1842, η οποία επικυρώνεται από το Βρετανό Τοποτηρητή (και όχι τον οικείο Επίσκοπο), καθιερώνεται επίσημα το έθιμο της «Γύρας», που παραμένει μέχρι και σήμερα.
  • Στις 26-05-1845, δημοσιεύεται στο Τεύχος 24 της Επίσημης Εφημερίδος του Ηνωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, η Ί Πράξις της Γερουσίας (Ή Ιόνιον Κοινοβούλιον), που ρυθμίζει θέματα του Επιχωρίου Ταμείου των νησιών και καθορίζει ρητά ότι στις επιχώριες προσόδους ανήκουν οι Μονές και τα Προσκυνήματα.
  • Στον Κώδικα του Επισκόπου Κυθήρων Ευγενίου Μαχαιριώτη αναγνωρίζεται η εξουσία «του ευγενούς Εγχωρίου της νήσου ταύτης Συμβουλίου» επί της Ιεράς Εικόνος και της Μονής Μυρτιδίων.
  • Η Γνωμοδότηση της 27ης/07/1892 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους αποδέχεται ότι τα περιουσιακά στοιχεία της Μυρτιδιώτισσας ανήκουν στην Εγχώριο Περιουσία, κάτι που επαναλαμβάνεται σε πολλές γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις του ΝΣΚ (π.χ. Γν.359/59 ΝΣΚ), αλλά και των αρμοδίων Υπουργείων μέχρι και σήμερα.
  • Με σειρά Νοταριακών Πράξεων (π.χ. 1895, 1900, 1902, 1903 κ.λπ.), διενεργούνται οι δημοπρασίες ενοικίασης των κτημάτων των Μυρτιδίων, κατασκευής κελιών στα Μυρτίδια κ.λπ. από την Εγχώριο Περιουσία, με πρόεδρο αυτής τον Δημόσιο Ταμία Κυθήρων.
  • Από βεβαιώσεις των αείμνηστων Μητροπολιτών Κυθήρων Μελετίου (1968), Σωτηρίου (1972) και Ιεροθέου (1979) προκύπτει ότι αυτοί αποδέχονται πλήρως την υπαγωγή των Προσκυνημάτων στη διοίκηση και διαχείριση της Εγχώριας Περιουσίας.
  1. Η επίκληση και μόνο των 2 κατοχικών «Νόμων» των δωσίλογων «Κυβερνήσεων» της Κατοχής Τσολάκογλου και Ράλλη, είναι προκλητική και προσβάλει κάθε δημοκρατικό πολίτη! Διότι οι «Νόμοι» αυτοί, κατήργησαν την επί αιώνες λαϊκή διοίκηση της Εγχώριας Περιουσίας (Ειρηνοδίκης, Δημόσιος Ταμίας) και – άκρως φασιστικά – όρισαν ως Πρόεδρο της Εγχωρίου τον εκάστοτε Μητροπολίτη Κυθήρων. Το 1941 και το 1943 – είτε αυτό αρέσει στην Εκκλησία είτε όχι, είτε το αντιλαμβάνεται είτε όχι, είτε το αποδέχεται είτε όχι – τα Προσκυνήματα ανήκαν ΗΔΗ στην Εγχώριο Περιουσία (ήδη από το 1675, αν όχι παλαιότερα!). Αυτοί οι κατοχικοί Νόμοι απλώς άλλαξαν τον μέχρι τότε λαϊκό Πρόεδρο της Εγχωρίου και έθεσαν στη θέση αυτή τον εκάστοτε Μητροπολίτη, δεν μετέβαλλαν καθόλου, όμως, τα μέχρι τότε ισχύοντα, σύμφωνα με τα οποία τα Ιερά Προσκυνήματα των Κυθήρων ανήκαν από αιώνων στην Εγχώριο ΠεριουσίαΜε τους Νόμους αυτούς ο εκάστοτε Μητροπολίτης Κυθήρων διοικούσε τα Προσκυνήματα όχι ως εκκλησιαστικός φορέας αλλά ως Πρόεδρος της Εγχώριας Περιουσίας, σαφές και ξεκάθαρο! Αυτό το φασιστικό καθεστώς των δωσίλογων της Κατοχής θεράπευσε ο Νόμος 1416/84, επαναφέροντας στο Θεσμό την δημοκρατική κανονικότητα ως προς τη λαϊκή διοίκηση. Ωστόσο, εμείς έχουμε απάντηση ακόμα και για όσους επικαλούνται – ανερυθριάστως – αυτές τις φασιστικές νομοθεσίες: στις 4-2-1938, ο πραξικοπηματίας Ιωάννης Μεταξάς απέστειλε επιστολή προς την Εγχώριο Περιουσία με την πρωτότυπη υπογραφή του, ευχαριστώντας τον Πρόεδρο της Επιτροπής για τη δωρεά ποσού 10.000δρχ από το ταμείο της Μυρτιδιώτισσας «υπέρ της Βασιλικής Αεροπορίας»! Μέχρι και εκείνος σεβάστηκε και αποδέχθηκε τη λαϊκή διοίκηση των Προσκυνημάτων!
  2. Η επίκληση στην τοπική παράδοση μας βρίσκει απόλυτα συμφώνους με το Μητροπολίτη. Μόνο που, 20 χρόνια μετά την ενθρόνισή του στα Κύθηρα, θα έπρεπε να έχει αντιληφθεί ότι η ισχυρότερη τοπική παράδοση του νησιού που το Άγιο Πνεύμα και η Τιμία Ψήφος της Ιεραρχίας του εμπιστεύθηκαν το 2005 να ποιμάνει, είναι η Εγχώριος Περιουσία και ό,τι περιλαμβάνεται σε αυτήν. Και εφόσον κατά τη διαβεβαίωσή του ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας διαβεβαίωσε «στην τιμή και Αρχιερωσύνη του» ότι θα σέβεται τους Νόμους του Κράτους, ΟΦΕΙΛΕΙ να σεβαστεί και τους ειδικούς Νόμους της Εγχωρίου Περιουσίας, που και Νόμοι του Κράτους είναι και συνταγματικοί έχουν κριθεί, οριστικά και αμετάκλητα. Ο σεβασμός των Νόμων α λα καρτ δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή σωφρόνων ανθρώπων.
  3. ΟΛΑ τα επιχειρήματα και οι αιτιάσεις της Εκκλησίας απερρίφθησαν ουσία από τις 2 αποφάσεις του ΣτΕ που έκρινε ότι: α) το Π.Δ.5/2017 ΔΕΝ εισήγαγε καμία απολύτως νέα ρύθμιση, απλώς προσάρμοσε τη λειτουργία του Θεσμού στον Καλλικράτη (κάτι που έπρεπε να έχει γίνει από το 2010), β) οι 2 Κανονισμοί που «εν κρυπτώ» εξέδωσε η Μητρόπολη μέσω της Συνόδου (και μάλιστα μετά την έκδοση του προσβαλλόμενου Π.Δ., ζήτημα που θίγουν οι αποφάσεις του ΣτΕ, σκέψη 9) χαρακτηρίζονται από το ΣτΕ ως «ανίσχυροι» και ως μη βασιζόμενοι σε κανένα νομικό έρεισμα (!) δηλαδή ακυρώνονταιγ) όλο το νομικό πλαίσιο της Εγχωρίου (που οι 2 προσφυγές επιχείρησαν να ανατρέψουν) δεν πάσχει ούτε νομικά ούτε συνταγματικά όπως δεκάδες φορές διατείνεται ο Μητροπολίτης, δ) ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος ΔΕΝ ισχύει στην περίπτωση της διοίκησης και διαχείρισης των Ιερών Προσκυνημάτων των Κυθήρων, καθώς τροποποιήθηκε νόμιμα και συνταγματικά από το Ν.1416/84 και το Π.Δ.272/85, ε) η κυριότητα των Ιερών Προσκυνημάτων ανήκει στο Δήμο (διακοινοτική και ήδη δημοτική) και στ) η διαχείριση και διοίκησή τους ανήκουν στην Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας, τα ζητήματα Θείας Λατρείας, όμως, αποτελούν αποκλειστική δικαιοδοσία του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου όπου Πρόεδρος είναι και παραμένει ο Μητροπολίτης.
  4. Απόρροια όλων των ανωτέρω είναι ότι η Παναγία η Μυρτιδιώτισσα και η Αγ. Μόνη ΔΕΝ είναι Μονές αλλά Ιερά Προσκυνήματα και ως τέτοια θα πρέπει να αναφέρονται από όλους, και από την Ιερά Μητρόπολη και τον επιχώριο Επίσκοπο. Μόνο ο Όσιος Θεόδωρος αποτελεί κανονική Μονή στα Κύθηρα.
  5. Επαναλαμβάνουμε ότι τα έσοδα των Ιερών Προσκυνημάτων είναι τα μοναδικά εκκλησιαστικά χρήματα πανελλαδικώς που αποτελούν μέρος του Δημοσίου Λογιστικού, όλες οι δαπάνες των Ιερών Προσκυνημάτων διενεργούνται και ελέγχονται αρμοδίως με βάση τη νομοθεσία περί δημοσίων δαπανών (π.χ. Ν.4412/2016 κ.λπ.) και αναρτώνται στη Διαύγεια και το Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων, με πλήρη διαφάνεια. Και φυσικά, σύμφωνα με το Π.Δ. 272/85 (άρ.18), τα έσοδα των Ιερών Προσκυνημάτων καλύπτουν αποκλειστικά τις δαπάνες αυτών και όχι αλλότριες.
  6. Οι αποφάσεις του ΣτΕ δέχθηκαν ότι οι νόμοι της Εγχωρίου Περιουσίας «απεικονίζουν την ιστορική πραγματικότητα που ανάγεται στο Σύνταγμα της Ιονίου Πολιτείας του 1817», στο άρθρο 1 της Πράξης Ι΄/14-26.5.1845 της Η΄ Γερουσίας, στα άρθρα 10 και 11 του ν. ΡΝ΄/1866 κλπ, καταλήγοντας στο άρθρο 84 του ν. 1416/1984 (σκέψη 11 απόφ. ΣτΕ/Τμ.Γ΄/1476/2024). Συνεπώς, οι διατάξεις του Συντάγματος των Ιονίων Νήσων του 1817, ενσωματώθηκαν μετά την Ένωση των Επτανήσων στο Εθνικό Δίκαιο και αυτό έγινε κατά τρόπο απόλυτα σύννομο και συνταγματικά συμβατό.
  7. Τα περί «ελλείψεως σεβασμού, υπεροπτικού ύφους» κ.λπ. είναι ανάξια ακόμα και σχολιασμού. Δηλαδή ο Μητροπολίτης τι ακριβώς ήθελε; Να τον επιβραβεύσουμε που ο Δήμος και η Εγχώριος χρεώθηκαν με δεκάδες χιλιάδες ευρώ για νομικά έξοδα εξαιτίας των αβάσιμων αιτήσεων ακυρώσεως του; Δεν είναι έλλειψη σεβασμού ο διχασμός και ο σκανδαλισμός του ποιμνίου και μάλιστα για ένα ζήτημα οριστικά λυμένο από το 1986; Αυτό προκάλεσε αλγεινή εντύπωση στο ποίμνιο και όχι η προσπάθειά μας να προστατεύσουμε τις παραδόσεις που μας άφησαν οι πρόγονοί μας και τις οποίες οφείλουμε να παραδώσουμε αλώβητες στους επόμενους!
  8. Οι δημόσιες αναφορές του Μητροπολίτη σε «παρεμβάσεις πολιτικών και άλλων προσώπων»«αόρατο χέρι» κ.λπ., ως και η ακατανόητη προσπάθεια σύνδεσης των αποφάσεων με την επίσκεψη του Υπουργού κ. Ν. Δένδια στο νησί μας (!) στερούνται στοιχειώδους σοβαρότητος και προκαλούν το κοινό αίσθημα. Αν ο Σεβ/τος έχει την παραμικρή υπόνοια ή ένδειξη ή απόδειξη για αυτές τις πρωτάκουστες κατηγορίες, που προσβάλλουν βαρύτατα τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της ως δήθεν επιρρεπείς σε «παρεμβάσεις», ας τις δημοσιοποιήσει ΤΩΡΑ ή αλλιώς ας τις ανακαλέσειΗ διάσκεψη των δικαστών του ΣτΕ για τις αποφάσεις αυτές έγινε στις 16-04-2024, ο κ. Δένδιας ήρθε στο νησί μας 5,5 μήνες μετά! Ας αναζητήσει αλλού τις «παρεμβάσεις» που ψάχνει και πάντως όχι στο Δήμο και την Εγχώριο Περιουσία.
  9. Οι θέσεις και απόψεις του Δημάρχου για το ζήτημα αυτό ήταν ξεκάθαρες και διαυγείς πολύ πριν ο ίδιος εκλεγεί Δήμαρχος και είναι καταγεγραμμένες σε πολλές δημόσιες τοποθετήσεις του, σε αντίθεση με τις απόψεις άλλων (αιρετών) που απέφυγαν και αποφεύγουν συστηματικά μέχρι σήμερα να λάβουν σαφή θέση για το ζήτημα και εξακολουθούν να παρατηρούν τις όντως ιστορικές αυτές στιγμές για το νησί μας κρυπτόμενοι. Ήδη από το 2006, όταν ο σημερινός Δήμαρχος ασχολήθηκε για πρώτη φορά με την Εγχώριο Περιουσία στο πλευρό του τότε Προέδρου Κώστα Μαριάτου, εξέφραζε πάντα την άποψη ότι το καθεστώς της διαχείρισης και διοίκησης των Προσκυνημάτων ούτε πρέπει ούτε μπορεί να αλλάξει. Ωστόσο, όταν ο ίδιος ανέλαβε την προεδρία της Επιτροπής, δέχθηκε διαφόρων ειδών παραινέσεις και πιέσεις από εκκλησιαστικούς κύκλους και παράγοντες εκτός Κυθήρων («εσύ που πας στην Εκκλησία και ψέλνεις πρέπει κάτι να κάνεις»…), οι οποίοι αφελώς θεωρούσαν ότι ένας φίλα προσκείμενος στην Εκκλησία Πρόεδρος της Εγχωρίου, όπως ο σημερινός Δήμαρχος, θα χάριζε (;) τα Προσκυνήματα στην Μητρόπολη Κυθήρων! Η μόνη λοιπόν απάντηση που έπρεπε σε όλες αυτές τις πιέσεις ήταν αυτή που όντως δόθηκε: «πηγαίνετε στον Υπουργό Εσωτερικών να σας τα δώσει»! Τίποτε περισσότερο τίποτε λιγότερο!
  10. Η προστασία της Εγχώριας Περιουσίας και κάθε κινητού ή ακινήτου που εμπίπτει στην δικαιοδοσία της, αποτελεί αποκλειστική ευθύνη και υποχρέωση της Επιτροπής. Στην Εγχώρια Περιουσία εμπίπτει ΚΑΙ η Αγία Εικόνα της Μυρτιδιώτισσας, όπως και κάθε περιουσιακό στοιχείο των Ιερών Προσκυνημάτων, από τα κτήματα και τα ελαιόφυτα μέχρι τα Ιερά Σκεύη. Το ποιο σετ Δισκοπότηρα θα χρησιμοποιεί ο Ιερέας των Μυρτιδίων για τη Θ. Λειτουργία είναι αποκλειστικά δικό του θέμα, αλλά το εάν θα πρέπει π.χ. ένα Ευαγγέλιο να συντηρηθεί ή να επιχρυσωθεί είναι ζήτημα της Εγχωρίου, γιατί συνεπάγεται δαπάνη και εμπίπτει στις αρμοδιότητες προστασίας της Περιουσίας. Είναι ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ της Εγχωρίου η άμεση συντήρηση της Εικόνος της Παναγίας, που μέχρι σήμερα δεν έχει συντηρηθεί ποτέ, ενέχοντας τον ορατό κίνδυνο πρόκλησης σοβαρών βλαβών ή απώλειας τυχόν μοναδικών ιστορικών στοιχείων που ενδέχεται να υπάρχουν πίσω από τη χρυσή επένδυση (π.χ. επιγραφή, στοιχεία αγιογράφου κ.λπ.). Η συντήρηση της Εικόνας εντάσσεται στην υποχρέωση προστασίας όλων των στοιχείων της Εγχώριας Περιουσίας και ως τέτοια δεν απαιτεί την έγκριση ή σύμφωνη γνώμη του Μητροπολίτη, αφού μεταξύ άλλων η Εικόνα εμπίπτει στην αυτοδίκαιη προστασία του Αρχαιολογικού Νόμου. Εξάλλου οι περισσότερες θαυματουργές εικόνες έχουν τύχει ανάλογης συντήρησης πανελλαδικά. Ωστόσο, ουδέποτε ισχυριστήκαμε ότι η συντήρηση θα γίνει εν αγνοία του Μητροπολίτη! Αφού ολοκληρωθούν οι τυπικές γραφειοκρατικές διαδικασίες που αποτελούν ευθύνη της Εγχωρίου (μελέτες, εγκρίσεις κ.λπ.), θα διαμορφωθεί ειδικώς ένα κελί στο Προσκύνημα ως χώρος συντήρησης, με κάμερες και μεγάλη ασφάλεια, η Εικόνα ΔΕΝ θα φύγει από το νησί για συντήρηση, αλλά η συντήρηση θα γίνει επί τόπου και ο Μητροπολίτης ή ο Ιερέας του Προσκυνήματος μπορεί να είναι παρών σε όλη τη διαδικασία και φυσικά να ενημερώνεται για τα ιστορικά ευρήματα που θα αποκαλύψει η συντήρησή τηςΔείγμα ασέβειας είναι η επιμονή στο να μη συντηρηθεί η Εικόνα και όχι το αντίθετο. Εξάλλου, όπως αναφέραμε ανωτέρω, στον Κώδικα του Επισκόπου Κυθήρων Ευγενίου Μαχαιριώτη (1857-1876) αναγνωρίζεται η εξουσία «του ευγενούς Εγχωρίου της νήσου ταύτης Συμβουλίου» επί της Ιεράς Εικόνος και της Μονής Μυρτιδίων, συνεπώς παρέλκει κάθε περαιτέρω συζήτηση επί του θέματος.
  11. Τέλος, δηλώνουμε ότι αυτή είναι η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ τοποθέτησή μας αναφορικά με το ζήτημα αυτό. Το θέμα θεωρείται λήξαν, νομικά και ουσιαστικά. Τα ζητήματα διοίκησης και διαχείρισης των Ιερών Προσκυνημάτων επιλύθηκαν οριστικά και αμετάκλητα από το ΣτΕ και αυτό ΔΕΝ μπορεί να αλλάξει, συνεπώς οι διαδιδόμενες «απειλές» περί Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων ή προσπάθειας αλλαγής του ιδρυτικού Νόμου της Εγχωρίου (!), πέρα από διχαστικές και εχθρικές για τα Κύθηρα και τους Κυθηρίους, είναι και παντελώς ανούσιες αφού α) το ΕΔΑΑ (Ευρ. Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) ΔΕΝ έχει καμία δικαιοδοσία ακύρωσης ή αλλαγής των εθνικών δικαστικών αποφάσεων, ΔΕΝ ενεργεί ως Εφετείο και ΔΕΝ θα επιδικάσει καμία αποζημίωση από τη στιγμή που όλες οι δικαστικές αποφάσεις (ΑΠ, ΣτΕ κ.λπ.) αλλά και τα αδιάσειστα ιστορικά στοιχεία έχουν αμετακλήτως κρίνει ότι η Εκκλησία ουδέποτε είχε την κυριότητα ή διαχείριση των Ιερών Προσκυνημάτων των Κυθήρων άρα στερείται ουσιαστικού εννόμου συμφέροντος και β) ο Νόμος της Εγχωρίου Περιουσίας είναι ακλόνητος και ισχυρός, αφού έχει περιβληθεί με αμετάκλητες δικαστικές κρίσεις τόσο του ΣτΕ όσο και του Αρείου Πάγου που έχουν κρίνει ότι οι Νόμοι της Εγχωρίου Περιουσίας «απεικονίζουν την ιστορική πραγματικότητα που ανάγεται στο Σύνταγμα της Ιονίου Πολιτείας του 1817» (σκέψη 11 απόφ. ΣτΕ/Τμ.Γ΄/1476/2024) και είναι απόλυτα συμβατοί με το Σύνταγμα.

Κυθήριες και Κυθήριοι,

Η στάση μας στο ζήτημα των Ιερών Προσκυνημάτων δεν προκύπτει «από ιδιοτελή κίνητρα και σκοπιμότητες» όπως απαράδεκτα αναφέρει το Ψήφισμα των Ιερέων των Κυθήρων. Είναι μια αναφορά άφρων και ακραία προσβλητική (ακόμα και ποινικά κολάσιμη, αλλά δεν δίνουμε συνέχεια) για ανθρώπους που επί σειρά ετών έχουν δώσει ξεκάθαρα δείγματα στο δημόσιο βίο τους και έχουν επιβραβευτεί από το εκλογικό σώμα σε συνεχείς εκλογικές διαδικασίες. Οι Ιερείς των Κυθήρων θα έπρεπε να προβληματιστούν από τις συνεχόμενες δικαστικές ήττες της Εκκλησίας στο επίμαχο ζήτημα και από τον πολυετή διχασμό του τοπικού ποιμνίου που αυτές επέφεραν και να αξιώσουν οι ίδιοι από τον Επίσκοπό τους να βάλει ένα οριστικό τέλος στις κουραστικές αυτές διεκδικήσεις και αναφορές περί δήθεν αντισυνταγματικότητας του Νόμου της Εγχωρίου. Εξάλλου, «το τρεις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού»! Αυτές οι πρακτικές και τακτικές προσβάλλουν κάθε Κυθήριο που τιμά και σέβεται τον αρχαιότερο θεσμό του τόπου του και τον περιβάλλει με εμπιστοσύνη.

Ο σεβασμός στις δικαστικές αποφάσεις είναι στοιχείο πολιτισμού, ευπρέπειας και στοιχειώδους σοβαρότητας.

Στην αυγή του 2025, κατά το οποίο ο Μητροπολίτης Κυθήρων συμπληρώνει 20 έτη ποιμαντορίας στην Ιερά μας Μητρόπολη, ο Δήμος και η Εγχώριος Περιουσία επεξεργάζονται ήδη την διοργάνωση μείζονος τιμητικής εκδήλωσης προς το πρόσωπό του, με προσκεκλημένες εξέχουσες προσωπικότητες του εκκλησιαστικού, πολιτιστικού, πολιτικού και κοινωνικού χώρου, προβάλλοντας το επί εικοσαετία σημαντικό ποιμαντικό του έργο, την προσήλωσή του στη Θεία Λατρεία ακόμα και στο πιο απομακρυσμένο εξωκλήσι, την κοινωνική και πνευματική του προσφορά, την ταπεινότητα και το αφιλοχρήματο του χαρακτήρος του και όλα εκείνα τα προσόντα που κοσμούν τον Ιεράρχη των Κυθήρων.

Αξιώνουμε ωστόσο – όπως και η συντριπτική πλειοψηφία του Κυθηραϊκού Λαού – να παύσει κάθε διχαστική πρακτική για το ζήτημα των Ιερών Προσκυνημάτων και δηλώνουμε ότι ως Δήμος Κυθήρων και Επιτροπή Εγχωρίου Περιουσίας, θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε το πνευματικό και κοινωνικό έργο του Σεβασμιωτάτου, με βάση τους διακριτούς ρόλους ενός εκάστου όπως αυτοί έχουν τεθεί και σαφώς οριοθετηθεί α) από τη μακραίωνη τοπική ιστορική παράδοση, β) από την αδιαμφισβήτητη και πανίσχυρη ιστορική, νομική και θρησκευτική πραγματικότητα και γ) από το Νόμο και τις αδιαμφισβήτητες δικαστικές αποφάσεις.

Ευχαριστούμε για την προσοχή σας.

Κύθηρα, 20-11-2024

Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΚΥΘΗΡΩΝ
ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΧΑΡΧΑΛΑΚΗΣ

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΕΠΚΑ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΑΡΔΟΣ

 

blank

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

sixteen − 1 =