«Μη με κάνεις να νιώθω ανάπηρος. Όταν με κοιτάς από ψηλά. Λίγο ύψος μάς χωρίζει.
Τίποτα άλλο. Κάτσε δίπλα μου» (Διαδίκτυο)
«Στην εποχή μας και στις κοινωνίες της «πολιτικής ορθότητας», κάποιες παραδοσιακές λέξεις ή φράσεις με τον μανδύα του πειράγματος θα προκαλούσαν θύελλα αντιδράσεων. Φράσεις, όπως: «Ε… αυτό το γνωρίζει και η κουτσή Μαρία», «Α… βρε ΑμεΑ… ούτε αυτό το μπορείς;» ή «Πώς βαδίζεις έτσι; Ανάπηρος είσαι;» ή «Καιάδας που χρειάζεται για κάποιους…» υποδηλώνουν την «ανάπηρη» στάση ζωής της κοινωνίας απέναντι σε συνανθρώπους που χρειάζονται τη συμπαράστασή της.
Οι παραπάνω φράσεις αποτυπώνουν με ενάργεια τον «βιασμό» και την «κοινωνική καταχνιά» που γνώρισε και βίωσε μία ομάδα συνανθρώπων μας που αδικήθηκε από τη φύση. Η υποτίμηση, η περιφρόνηση, ο αποκλεισμός και η απόρριψη που συνόδευαν τη στάση μας προς τα άτομα με αναπηρία σιγά – σιγά εκλείπουν και τη θέση τους λαμβάνουν η ανεκτικότητα και ο σεβασμός της διαφορετικότητας.
Η πρόοδος της κοινωνίας μας επαναξιολόγησε κάποιες έννοιες πάνω στις οποίες οικοδομήθηκαν τα κοινωνικά στερεότυπα και ρίζωσαν οι πιο απάνθρωπες προκαταλήψεις. Σε αυτές τις έννοιες ανήκει και η «κανονικότητα» ή οι «κανονικοί».
Ο ανθρωπισμός και η αρετή της ανεκτικότητας αποφλοίωσαν τον μύθο του «κανονικού ανθρώπου» και ύψωσαν την σημαία της αναγκαιότητας του δικαιώματος στη διαφορά. Εξάλλου, οι έννοιες προοδευτικότητα και ελευθερία εμπλουτίζονται από τη στάση μας, ατομική και κοινωνική, απέναντι στην αναπηρία σε όλες τις εκφάνσεις της.
Προοδευτικότητα και Ελευθερία
Η προοδευτικότητα, λοιπόν, και ο βαθμός ελευθερίας ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας είναι συνάρτηση και του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Η άρνηση του παλιού και η αποδέσμευση από τις στερεοτυπικές αντιλήψεις του παρελθόντος προς τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες χρωματίζουν θετικά τόσο τον προοδευτικό χαρακτήρα της κοινωνίας όσο και κάθε ατόμου χωριστά. Επίσης, η απαγκίστρωση από τα πάθη της ψυχής, τις αναιτιολόγητες φοβίες και προκαταλήψεις προς τα άτομα με ειδικές ανάγκες αισθητοποιούν το βάθος της εσωτερικής μας ελευθερίας.
Πολλές φορές άτομα και κοινωνίες είναι εγκλωβισμένες σε λογικές και προλήψεις που πληγώνουν τον «αδύναμο» συνάνθρωπό μας και ντροπιάζουν τον πολιτισμό μας. Αντίθετα, η υιοθέτηση ρηξικέλευθων θέσεων για την ουσία του ανθρώπου-ισμού μάς απαλλάσσουν από την εξουσία των εξωγενών δυνάμεων και καλλιεργεί τόσο την ψυχική ελευθερία όσο και το αυτεξούσιό μας. Όλα αυτά, όμως, συντελούν στην αποδοχή της μοναδικότητας της ανθρώπινης ύπαρξης και στο σεβασμό της ιδιαιτερότητας με όποια μορφή κι αν αυτή εκδηλώνεται στον άνθρωπο (σωματική, διανοητική…).
Η πρόκληση, λοιπόν, φιλάνθρωπων συναισθημάτων προς τα ευπαθή άτομα είναι προϊόν ενός βαθύτατου μετασχηματισμού της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης σε στάσεις και συμπεριφορές που προβιβάζουν την ανθρώπινη «ευγένεια» σε πρώτιστη αξία. Η προοδευτικότητα, ωστόσο, και η ελευθερία ατόμων και κοινωνίας γεννούν τον αλτρουϊσμό, θρυμματίζουν τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα για τα άτομα με ειδικές ανάγκες και μάς προφυλάσσουν από τις παρενέργειες ενός ιδιάζοντος και απάνθρωπου κοινωνικού ρατσισμού.
Η Ποιότητα και ο Πλούτος μας
Στην «κοινωνία της γνώσης», της νεωτερικότητας και του meta-verse η ποιότητα και ο πλούτος ως έννοιες και καταστάσεις εμπλουτίστηκαν με νέα στοιχεία που τείνουν να ανατρέψουν τα παραδοσιακά σχήματα και σχέσεις σημαίνοντος και σημαινόμενου.
Η ποιότητα και ο πλούτος ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας δεν προσδιορίζονται τόσο από τα ποσοτικά μεγέθη (υλικά αγαθά) όσο από τα αποθέματα «ανθρωπιάς» προς τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες. Ένα άτομο ή μια κοινωνία κρίνεται ανεπτυγμένη όχι τόσο από το υψηλό ή χαμηλό βιοτικό επίπεδο αλλά από τα φιλάνθρωπα αισθήματα προς εκείνες τις ομάδες ανθρώπων που εμφανίζουν διάφορα προβλήματα (κινητικά, διανοητικά…). Όταν, δηλαδή, ένας άνθρωπος ή μια κοινωνία θέτουν ως κέντρο του ενδιαφέροντός τους τον «αδικημένο» από τη φύση, τότε μπορούν να υπερηφανεύονται για το πολιτισμένο πρόσωπό τους.
Δεν αρκεί, επομένως, το νομικό και θεσμικό πλαίσιο της οργανωμένης πολιτείας αλλά απαιτείται και μια αλλαγή νοοτροπίας και φιλοσοφίας για το ανθρώπινο πρόσωπο του πολιτισμού μας.
Αυτός ο ποιοτικός μετασχηματισμός ατόμων και κοινωνίας καλλιεργεί τις ανθρώπινες αρετές του σεβασμού του αλτρουϊσμού και της ανεκτικότητας προς τα «ευπαθή» άτομα.
Η αποδοχή, λοιπόν, της «διαφορετικότητας» και η ανιδιοτελής προσφορά προς τα ΑμΕΑ προϋποθέτει και συνεπάγεται ένα βαθύτερο μετασχηματισμό που θα οδηγήσει σταδιακά στην απόρριψη κάθε είδους σύγχρονου «καιάδα».
Δείκτης, λοιπόν, πολιτισμού και ποιότητας ενός ατόμου ή μιας κοινωνίας δεν είναι το πλήθος των καταναλωτικών αγαθών αλλά το περίσσευμα της αγάπης και της φροντίδας προς εκείνα τα άτομα που αγωνίζονται να επιβιώσουν έχοντας λιγότερα σωματικά ή πνευματικά εφόδια από τους υπόλοιπους «κανονικούς». Προσδιοριστικός, επομένως, παράγοντας του «πλούτου» μας είναι οι ευκαιρίες που εξασφαλίζουμε στα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες για μια ποιοτική ζωή.
Απλά συμβαίνει…
«Και μην ξεχνάς ότι μπορεί να συμβεί στον καθένα μας./ Δεν περιμένεις ότι μπορεί ποτέ να σου τύχει./ Απλά συμβαίνει» (Διαδίκτυο)
Ο υποθετικός «ανάπηρος» των παραπάνω στίχων απευθύνεται σε κάθε «πιθανό» συνάνθρωπό του υπενθυμίζοντας το αβέβαιο και ευμετάβλητο της ανθρώπινης ύπαρξης. Και δεν διαπιστώνει μόνο την περατότητά μας και την αδυναμία μας να αποτρέψουμε το «κακό» αλλά καυτηριάζει και την υπόρρητη αβελτηρία μας στον πιθανό κίνδυνο «Δεν περιμένεις… συμβαίνει».
Καταγράφει την κοινή μοίρα όλων των ανθρώπων που είναι σε μόνιμη βάση εκτεθειμένοι στην απροσδιόριστη βούληση εκείνων των δυνάμεων που απειλούν την ύπαρξή μας.
Εξάλλου ο άνθρωπος δεν κρίνεται από το κακό ή το απροσδόκητο που θα απειλήσει τη ζωή του, αλλά από τον τρόπο που θα αντιδράσει σε αυτό. Κι αυτό συνιστά το ανώτατο κριτήριο αξιολόγησης της ποιότητάς του. Η γενικότερη βιοθεωρία μας και οι κωδικοί ερμηνείας της ζωής μας πρέπει να είναι προσαρμοσμένοι στην τυχαιότητα και το «ασταθές» του περιβάλλοντος. Η πρόνοια και η ταπεινοφροσύνη είναι τα μόνα μας όπλα.
Η ισχυρή κοινωνία
«Από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». (Μαρξ)
Μπορεί η παραπάνω θέση του Μαρξ να διατυπώθηκε ως πρόταση – νόμος ενός ιδεατού καθεστώτος ή κράτους ή κοινωνίας, ωστόσο βρίσκει εφαρμογή και στην ευκταία στάση μας απέναντι στα άτομα με αναπηρία.
Μία στάση που πρέπει να αναδεικνύει την αξία της μοναδικότητας και ιδιαιτερότητας κάθε συνανθρώπου μας. Στην ανάγκη αυτής της αναγνώρισης μπορεί και πρέπει να θεμελιωθεί η κοινωνία μας. Μία κοινωνία οικουμενική και πανανθρώπινη. Μία κοινωνία που «θα υπηρετεί τον ανίσχυρο» και όχι την «κοινωνία των ισχυρών».
Στην «ισχυρή κοινωνία» το τρίπτυχο του ποιοτικού μετασχηματισμού του ανθρώπου μπορεί να είναι το:
Αναγνωρίζω
Αποδέχομαι
Αλλάζω»
Του Ηλία Γιαννακόπουλου, φιλόλογου, πτυχιούχου της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών